Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Η έννοια «υπότροπος» είναι ασαφής και απαράδεκτη. Το απαράδεκτο συνίσταται στην έλλειψη ορθού, στέρεου και αντικειμενικού κριτηρίου, νομίμου, για την συναγωγή της. Ως «υπότροπος» θα έπρεπε να θεωρηθεί ο υποπίπτων σε αλιευτική παράβαση μέσα σε ορισμένο χρονικό διάστημα, έστω διετίας, από την έκδοση οριστικής απόφασης σε ανάλογη αλιευτική παράβαση . Πρέπει να επισημανθεί ότι η εσφαλμένη και απαράδεκτη εφαρμογή της σήμερα, περιάγει τους φερόμενους παραβάτες – Αλιείς, Πλοιοκτήτες κλπ σε δυσμενέστατη θέση και μάλιστα αναιτίως προκαλεί σ’ αυτούς τεράστια ζημία, οικονομική και προσωπική, διότι επαυξάνει – διπλασιάζει την επιβαλλόμενη ποινή , στερώντας από αυτούς και συγχρόνως αναιτίως για αυτούς την δυνατότητα να εργασθούν και να εκπληρώσουν νόμιμα και έντιμα τις ποικίλες υποχρεώσεις τους στην Οικογένειά τους και τους τρίτους, σε περίπτωση υποτροπής με την μέχρι σήμερα ερμηνεία. Πρέπει επίσης να τονισθεί πως η έννοια του υποτρόπου ως εφαρμόζεται σήμερα, πέραν της τεράστιας ζημίας , προσβάλλει βάναυσα το τεκμήριο της αθωότητας . Περαιτέρω, ως προς την επιβολή ποινών έναντι αλιευτικών παραβάσεων, στην Χώρα μας, εφαρμόζετο αλλά και εφαρμόζεται ο Αλιευτικός κώδικας 420/1970 και συγκεκριμένα το άρθρο 11 αυτού, δια του οποίου προβλέπονται εξοντωτικές ποινές και όχι ανάλογες με την βαρύτητα των περιπτώσεων, και παραβιάζουν το Σύνταγμα, ευθέως τα άρθρα 5 και 21 και εμμέσως τα άρθρα 4 και 22 . Η νέα δικαιοπολιτική άποψη , θεωρίας και νομολογίας, είναι η αυστηροποίηση της χρηματικής ποινής και η απάλειψη ποινής που τείνει σε προσβολή στο δικαίωμα της εργασίας , και μάλιστα όταν αυτή επηρεάζει άμεσα όχι μόνο τον φερόμενο παραβάτη αλλά και τρίτους - εργαζομένους του και την Οικογένειά του. Το άρθρο αυτό λοιπόν προβλέπει, μεταξύ άλλων, χρηματικό πρόστιμο και αφαίρεση της άδειας αλιείας του σκάφους, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ο Κανονισμός ελέγχου 1224/2009 όμως, εισάγει νέο σύστημα επιβολής ποινών για σοβαρές αλιευτικές παραβάσεις, ήτοι : point system, το οποίο μεταφράζεται σε δυσανάλογα μακρά στέρηση αδείας. Επειδή δεν είναι επιτρεπτό να ισχύουν ταυτόχρονα δύο νομοθεσίες για τον ίδιο σκοπό, πρέπει να γίνει τροποποίηση του άρθρου 11 του αλιευτικού κώδικα. Ειδικότερα : Πρέπει να καταργηθεί η ποινή αφαίρεσης αδείας. Διότι πλήττει αμέσως και εμμέσως πέραν του φερομένου υπαιτίου – παραβάτου, και άλλους, αμέτοχους και αναίτιους (π.χ. πλοιοκτήτη-ες σε περίπτωση τρίτου κυβερνήτη υπαιτίου, το πλήρωμα του αλιευτικού σκάφους κ.λπ.)., και επιπλέον συνιστά στέρηση δικαιώματος στην εργασία, δηλαδή προσβάλλει το συνταγματικό δικαίωμα στην εργασία, τόσο του φερόμενου παραβάτη, όσο και των τρίτων, ασχέτων, όπως των εργαζομένων στο σκάφος, των συμπλοιοκτητών κλπ. Η προτεινόμενη κατάργηση συνάδει ή και επιβάλλεται από την σύγχρονη νομολογία . Επισημαίνεται σχετικά και ότι, η σύγχρονη άποψη επιβολής διοικητικών ποινών συνίσταται μόνο σε χρηματική ποινή και στην κατάργηση των ποινών που επιβάλλουν στέρηση του δικαιώματος στην εργασία. Επίσης η καταβολή του προστίμου θα πρέπει να γίνεται μετά την απορριπτική απόφαση του ΣΕΑΠ. Εκτιμούμε ότι με την κατάργηση της ποινής αφαίρεσης αδείας και την καταβολή του προστίμου, δύσκολα κάποιος να προχωρήσει σε προσφυγή στο διοικητικό πρωτοδικείο, ενώ αν τον πρόστιμο παραμένει σταθερό και δεν διπλασιάζεται σε νέα παράβαση, τότε επιλύεται αυτόματα και το ζήτημα της υποτροπής, το οποίο αναλύσαμε ανωτέρω. Στο παρελθόν είχε γίνει ρύθμιση παλαιών προσφυγών, αυτή τη φορά όμως αν καταργηθεί η ποινή αφαίρεσης αδείας, θα μπορούσε να αρχειοθετηθούν όλες οι προσφυγές που εκκρεμούν στο ΣΕΑΠ, αφού το πρόστιμο έχει ήδη πληρωθεί. Μία τέτοια εξέλιξη θα αποσυμφορούσε και το ΣΕΑΠ, αλλά και τα Πρωτοδικεία.