1. Οι ΑΣ λύονται:
α) Αν έληξε ο χρόνος διάρκειάς τους, που ορίζεται στο Καταστατικό και δεν αποφασίσθηκε η παράτασή του από τη Γενική Συνέλευση.
β) Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, που λαμβάνεται με την εξαιρετική απαρτία και πλειοψηφία που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 13 και στην παράγραφο 2 του άρθρου 14, αντίστοιχα, του νόμου αυτού.
γ) Αν κηρυχθούν σε κατάσταση πτωχεύσεως.
δ) Με απόφαση του Ειρηνοδικείου της έδρας του ΑΣ δικάζοντος κατά την εκουσία δικαιοδοσία, κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον ή του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Εποπτικού Συμβουλίου ή των 2/3 του συνολικού αριθμού των μελών του.
ε) Με αιτιολογημένη απόφαση της Εποπτεύουσας αρχής, αν η λειτουργία του ΑΣ κατέστη παράνομη ή αν ο ΑΣ δεν υπέβαλε στο Μητρώο τις ετήσιες χρηματοοικονομικές του καταστάσεις για δύο (2) συνεχή έτη ή αν αδράνησε για δύο (2) τουλάχιστον συνεχείς διαχειριστικές χρήσεις ή αν συνάγεται εγκατάλειψη του σκοπού του λόγω μειωμένης δραστηριότητας. Πριν από την έκδοση της αποφάσεως της αυτής η Εποπτεύουσα αρχή οφείλει με έγγραφό της να γνωστοποιήσει στον ΑΣ ότι υφίσταται λόγοι λύσεώς του και να τον καλέσει, τάσσοντάς του εύλογη προθεσμία που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 60 ημέρες, να εξαλείψει τους λόγους αυτούς. Παρερχομένης απράκτου της προθεσμίας αυτής ή εφ’ όσον δεν εξαλειφθούν οι λόγοι λύσεως, η Εποπτεύουσα αρχή προβαίνει στην λύση.
2. Η Εποπτεύουσα αρχή υποχρεούται, χωρίς καθυστέρηση να προβεί στις ενέργειες της παραγράφου 1 περίπτωση ε) του παρόντος άρθρου από τη στιγμή που θα λάβει με οποιονδήποτε τρόπο γνώση, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού.
3. Αγροτικός Συνεταιρισμός, ο οποίος αδυνατεί να εκλέξει όργανα διοίκησης από την Γενική Συνέλευση ή να διορίσει προσωρινή διοίκηση σύμφωνα με το άρθρο 69 Α.Κ. για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους, λύεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις δ) και ε) της παρ. 1 του παρόντος άρθρου.
4. Σε περίπτωση ελλείψεως διοικήσεως οποιοδήποτε δικόγραφο κοινοποιείται νομίμως σε οποιοδήποτε μέλος του τελευταίου Διοικητικού ή Εποπτικού Συμβουλίου του ΑΣ.
Προτείνεται να προστεθεί η απαλειφθείσα διάταξη του άρθρου 26 παρ. 2 του ισχύοντος νόμου 4384/2016, σύμφωνα με την οποία: «Αν το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων του ΑΣ, όπως αναγράφονται στον ισολογισμό, καταστεί κατώτερο από το ένα πέμπτο (1/5) του συνεταιριστικού κεφαλαίου, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να συγκαλέσει γενική συνέλευση, μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη λήξη της χρήσης του ισολογισμού, η οποία αποφασίζει την υιοθέτηση σχεδίου εξυγίανσης για έγκριση από τον πιστωτή με το μεγαλύτερο ύψος απαιτήσεων ή τη λήψη μέτρων για την αύξηση των ιδίων κεφαλαίων ή τη λύση του ΑΣ».
Στην παρ.1 περ. ε η διατύπωση μειωμένη δραστηριότητα θα βάλει σε μπελάδες την εποπτική αρχή, πως θα διαπιστώνεται και με ποια κριτήρια;Γιαυτό πρέπει να αντικατασταθεί με μακροχρόνια ανύπαρκτη δραστηριότητα. Επισης στην ίδια περ. η Εποπτεύουσα αρχή, δεν προβαίνει στην λύση αλλά με αίτηση στο ειρηνοδικείο ζητά την λύση. (Δεν λύνονται οι συνεταιρισμοί με διοικητική πράξη)
Πιστεύω ότι η εποπτεύουσα αρχή δεν πρέπει να μπορεί να δρομολογεί εξελίξεις για την λύση ενός συνεταιρισμού. Το μόνο που πρέπει να μπορεί να κάνει είναι να μην συμπεριλάβει στο μητρώο των συνεταιρισμών για συγκεκριμένο λόγο κάποιον συνεταιρισμό. Η λύση ενός συνεταιρισμού θα πρέπει να είναι αποκλειστικό δικαίωμα των μελών του.