1. Οι προμηθευτές υποβάλλουν καταγγελία είτε στην αρχή επιβολής του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, είτε στην αρχή επιβολής του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο καταγγελλόμενος αγοραστής. Η αρχή επιβολής στην οποία απευθύνεται η καταγγελία είναι αρμόδια να επιβάλλει τις απαγορεύσεις που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4.
2. Στην Ελλάδα οι καταγγελίες υποβάλλονται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Η διαδικασία και ο τρόπος υποβολής τους καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
3. Οργανώσεις παραγωγών, προμηθευτών και ενώσεις οργανώσεων έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν καταγγελία κατόπιν αιτήματος ενός ή περισσοτέρων των μελών τους ή, κατά περίπτωση, ενός ή περισσοτέρων μελών των οργανισμών μελών τους, όταν τα μέλη θεωρούν ότι επηρεάζονται ουσιωδώς από την απαγορευμένη εμπορική πρακτική. Οργανώσεις που έχουν έννομο συμφέρον στην εκπροσώπηση προμηθευτών έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν καταγγελίες κατόπιν αιτήματος ενός προμηθευτή και προς το συμφέρον του, υπό την προϋπόθεση ότι είναι ανεξάρτητα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
4. Εάν το ζητεί ο καταγγέλλων, η Αρχή Επιβολής λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της ταυτότητας του καταγγέλλοντος ή των μελών ή προμηθευτών που αναφέρονται στην παρ. 2 και για την προστασία κάθε άλλης πληροφορίας για την οποία ο καταγγέλλων θεωρεί ότι η αποκάλυψή της θα ήταν επιζήμια για τα συμφέροντά του ιδίου ή των μελών ή προμηθευτών. Ο καταγγέλλων οφείλει να προσδιορίσει ειδικά τις πληροφορίες για τις οποίες ζητεί εμπιστευτικότητα.
5. Η Αρχή Επιβολής που παραλαμβάνει την καταγγελία ενημερώνει τον καταγγέλλοντα, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μετά την παραλαβή της, για την πορεία της.
6. Σε περίπτωση που η Αρχή Επιβολής θεωρεί ότι δεν υπάρχουν επαρκείς λόγοι για να προχωρήσει η διαδικασία, ενημερώνει τον καταγγέλλοντα σχετικά με τους λόγους εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μετά την παραλαβή της.
7. Σε περίπτωση που η Αρχή Επιβολής θεωρεί ότι υπάρχουν επαρκείς λόγοι για να προχωρήσει η καταγγελία, κινεί, διενεργεί και περατώνει έρευνα εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.
8. Η Αρχή Επιβολής, όταν διαπιστώνει ότι ένας αγοραστής έχει παραβεί τις απαγορεύσεις που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4, απαιτεί να παύσει η απαγορευμένη εμπορική πρακτική. Η απαίτηση παύσης της απαγορευμένης εμπορικής πρακτικής γίνεται υπό την επιφύλαξη των προβλεπόμενων στο άρθρο 6 εξουσιών της Αρχής Επιβολής.
Δεν αποσαφηνίζεται στο αρθρο 2 ποια προϊόντα ανήκουν στην κατηγορία αυτών που μεταποιούνται από γεωργικά ευαλλοίωτα προϊόντα. Θα πρέπει να δημιουργηθεί επιτροπή με τη συμμετοχή εκπροσώπων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, του Υπουργείου Ανάπτυξης, των Συνδέσμων Βιομηχανίας (ΣΕΒ, ΣΒΕ) και των εκπροσώπων των Super Market (αφορά άρθρα 2,3,4,5,6)