Αρχική Αδειοδότηση παρόχων περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψηςΆρθρο 01:Έννοια, λειτουργία και υπηρεσίες παρόχων περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψηςΣχόλιο του χρήστη Περιοδικό "Ψηφιακή Τηλεόραση" | 19 Αυγούστου 2015, 17:07
Είναι φανερό από το κείμενο του σχεδίου νόμου πως επιχειρείται μια σολομώντειος λύση στο ελληνικό παράδοξο να εκπέμπουν περισσότερα από 110 τηλεοπτικά κανάλια πανελλαδικής και περιφερειακής εμβέλειας χωρίς νόμιμη άδεια λειτουργίας. Σε αυτή την 25χρονη πορεία η τηλεοπτική εκπομπή σήματος άλλαξε από την αναλογική στη ψηφιακή μετάδοση. Το παράδοξο, να καλείται το κράτος να παράσχει επίσημα πλέον τηλεοπτικές άδειες σε «παρόχους περιεχομένου» και όχι σε τηλεοπτικές επιχειρήσεις, δημιουργεί εκ των πραγμάτων θεσμικά ζητήματα, τα οποία θέλουμε να ελπίζουμε πως τα αρμόδια υπουργεία Επικρατείας και Υποδομών - Δικτύων θα αντιμετωπίσουν θωρακίζοντας και νομικά το στόχο για την τηλεοπτική αδειοδότηση. Το πρώτο που αξίζει να επισημανθεί είναι πως απαιτείται παράλληλα με την κατάθεση του νομοσχεδίου στη Βουλή, να βρεθούν και να κωδικοποιηθούν όλες οι διάσπαρτες διατάξεις και όροι για την τηλεοπτική εκπομπή και λειτουργία, για τις τηλεοπτικές επιχειρήσεις και τις υποχρεώσεις τους. Διατάξεις που είναι διάσπαρτες σε δεκάδες σχετικούς και άσχετους νόμους από το 1995 και μετά, προκαλώντας με αυτό το τρόπο έναν θεσμικό κυκεώνα όπου η μια διάταξη, αναιρεί την άλλη. Τα παραδείγματα είναι άφθονα, θα σταθούμε στο πλέον καίριο. Την παλαιότητα. Το σχέδιο νόμου αντιμετωπίζει, σωστά κατά τη γνώμη του περιοδικού μας, όλες τις τηλεοπτικές επιχειρήσεις από μηδενική βάση, μη αναγνωρίζοντας στην πρότερη λειτουργία τους επιπλέον μπόνους. Διάταξη που είναι σύμφωνη και με τον ελεύθερο ανταγωνισμό. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί ωστόσο όλο το προηγούμενο διάστημα εμφανίζονται ως «ελεγχόμενοι» από το κράτος με πλειάδα νομοθετικών ρυθμίσεων και ελέγχων-υποχρεώσεων. Άρα ο «μηδενισμός» της πρότερης λειτουργίας τους θα πρέπει να δικαιολογηθεί με συγκεκριμένη σαφή διάταξη και με παράλληλα κατάργηση ισχυουσών διατάξεων σε άλλους νόμους. Το μείζον θέμα που θέτει το σχέδιο νόμου αποτελεί ο ιδιοκτησιακός και οικονομικός έλεγχος των τηλεοπτικών επιχειρήσεων. Παρόλη τη λεπτομερή παράθεση των όρων και κριτήριων στον έλεγχο του μετοχικού κεφαλαίου των επιχειρήσεων που διεκδικούν άδεια παρόχου περιεχομένου και τα αναφερόμενα ασυμβίβαστα, δεν διασφαλίζεται τελικά ο έλεγχος των κεφαλαίων και η πηγή τους. Παραδειγματικά αναφέρουμε στο άρθρο 6, παράγραφος 3, την περίπτωση που οι μέτοχοι δεν είναι γνωστοί στην εταιρεία(!), αυτή οφείλει να αιτιολογήσει τους λόγους για τους οποίους δεν είναι γνωστοί οι ως άνω μέτοχοι-πραγματικοί δικαιούχοι. Δηλαδή οι «άγνωστοι» μέτοχοι του E TV που γεννήθηκε από την προσωρινή νομιμότητα του πανελλαδικής εμβέλειας σταθμού του ΚΚΕ, του 902 TV, μπορούν να δικαιολογήσουν την ανυπαρξία μετόχων! Επίσης δεν θεσμοθετείται αυστηρά ο έλεγχος των μετόχων τηλεοπτικών επιχειρήσεων, που έχουν σχέσεις με το δημόσιο. Στο άρθρο 6 για τις «αρνητικές προϋποθέσεις» συμμετοχής, δεν ξεκαθαρίζεται επίσης με πλήρη σαφήνεια η απαγόρευση συμμετοχής σε τηλεοπτική επιχείρηση μετόχων που έχουν πτωχεύσει στο παρελθόν, άλλες επιχειρήσεις ΜΜΕ. Αναφέρεται μόνο η «δόλια πτώχευση», όταν όλοι γνωρίζουν πως αυτό είναι δύσκολο να αποδειχθεί στα δικαστήρια. Αντιθέτως υπάρχουν δεκάδες υποθέσεις πτώχευσης επιχειρήσεων ΜΜΕ, των οποίων οι μέτοχοι έχουν αφήσει απλήρωτα δημόσια ταμεία, ασφαλιστικούς οργανισμούς και εργαζόμενους. Απαιτείται λοιπόν ο έλεγχος πρόσωπων-μετόχων που συμμετείχαν σε δικαστικά κηρυγμένες πτωχευμένες εταιρείες ΜΜΕ. Μια λύση θα ήταν να ελέγχεται η μη συμμετοχή μετόχων, για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Δεύτερο και εξίσου σημαντικό ζήτημα είναι πως στο σχέδιο νόμου αφήνονται σειρά σοβαρών προϋποθέσεων να αποδεικνύονται με απλές βεβαιώσεις! Θέμα που δημιουργεί εκτός των άλλων και ζήτημα ανισότητας στους συμμετέχοντες. Τόσο στις προϋποθέσεις συμμετοχής στην αδειοδότηση (άρθρο 3), στην υποχρέωση «τεχνολογικού εξοπλισμού» (άρθρο 7), στο «περιεχόμενο προγράμματος» (άρθρο 8), όσο και στο απασχολούμενο προσωπικό (άρθρο 9), το κείμενο αφήνει την ευχέρεια σε συμμετέχουσες εταιρείες να δηλώσουν με μια απλή βεβαίωση του νόμου 105 πως ΘΑ τηρήσουν τους όρους και προϋποθέσεις που απαιτούνται από τα παραπάνω άρθρα μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα 3 και 6 μηνών από την αδειοδότηση. Η δυνατότητα αυτή δίνεται προφανώς για τους νέους παίχτες της τηλεοπτικής αγοράς που δεν λειτουργούν, δημιουργεί ωστόσο ζήτημα. Χρειάζεται η αποσαφήνιση για τον έλεγχο των νόμιμων προϋποθέσεων πέρα από την κατάθεση μιας απλής βεβαίωσης. Αριθμός αδειών, τιμή άδειας και προσωπικό Το πλέον αμφισβητήσιμο θέμα στο σχέδιο νόμου αποτελεί η έκδοση υπουργικών αποφάσεων για τον αριθμό των αδειών παρόχων περιεχομένου και για την κατώτατη τιμή εκκίνησης στη διαδικασία της δημοπρασίας που θα αναλάβει το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Με την ολοκλήρωση της μετάβασης σε εκπομπή ψηφιακού σήματος, ο αριθμός των εκπεμπόμενων τηλεοπτικών προγραμμάτων δεν είναι δυνατόν να καθορίζεται από την κυβέρνηση. Γιατί αυτό θα σήμαινε πως το κράτος παρεμβαίνει στην ελεύθερη αγορά και τον ανταγωνισμό, βάσει του οποίου διακηρύσσει πως θα δώσει τηλεοπτικές άδειες! Σαφώς κατά τη γνώμη μας, το κράτος έχει το δικαίωμα να προκηρύξει σε δοσμένη συγκεκριμένη χρονική περίοδο συγκεκριμένο αριθμό παρόχων περιεχομένου, παρόλο που δυνητικά ο αριθμός θέσεων ψηφιακής εκπομπής είναι πάρα πολύ μεγάλος. Με την ισχύοντα ψηφιακό χάρτη δυνητικά μπορούν να εκπέμψουν από 16 ως 20 πανελλαδικά κανάλια και περισσότερα από 250 περιφερειακά κανάλια. Η μείωση του αναρίθμητου αριθμού των καναλιών συντελείται όχι με τον περιορισμό των εκπεμπόμενων σημάτων, αλλά με τους αυστηρούς όρους στον έλεγχο της τηλεοπτικής εταιρείας, την τηλεοπτική εκπομπή και την ποιότητα του προγράμματος. Αυτό που έχει πρόβλημα είναι η διαδικασία. Κανονικά τον αριθμό των προκηρυσσόμενων αδειών παρόχων περιεχομένου πρέπει να τον αποφασίζει κάθε φορά το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, το οποίο θα ελέγχει αυστηρά και την τήρηση των όρων αδειοδότησης και θα ανακαλεί τις άδειες. Το ίδιο το ΕΣΡ θα πρέπει να ορίσει και την κατώτατη τιμή δημοπρασίας. Ειδικότερα για τον απαιτούμενο αριθμό προσωπικού, συμφωνούμε με τον ορισμό κατώτατου ορίου και όρων απασχόλησης. Ο χαρακτηρισμός των παρόχων περιεχομένου ως Μέσα ενημέρωσης, δικαιολογεί το κριτήριο του απασχολούμενου προσωπικού, σύμφωνα με το ελληνικό Σύνταγμα και δίκαιο, καθώς και με το ευρωπαϊκό. Τεχνολογικός εξοπλισμός και υποχρέωση κάλυψης Από ολόκληρο το σχέδιο νόμου, το πλέον αδύναμο σημείο του είναι το άρθρο 7 περί τεχνολογικού εξοπλισμού και κτηριακής υποδομής. Οι όροι που περιγράφονται είναι γενικολόγοι και ασαφείς, ενώ παραπέμπεται στο ΕΣΡ η εξειδίκευση των τεχνολογικών προδιαγραφών. Όταν είναι γνωστό πως το ΕΣΡ δεν διαθέτει τεχνικούς! Ο τεχνολογικός εξοπλισμός κάθε τηλεοπτικής επιχείρησης διασφαλίζει και την ποιότητα του τηλεοπτικού σήματος, εν τέλει του προγράμματος. Δεν μπορεί για παράδειγμα στην εποχή της ψηφιακής τηλεόρασης να εκπέμπεται τηλεοπτικό σήμα από κανάλι με αναλογικές τηλεοπτικές κάμερες ή από κανάλι που δεν διαθέτει ψηφιακό ήχο ή σύγχρονες κονσόλες ψηφιακής ροής. Επιπλέον πρέπει να θεσμοθετηθεί με νόμο η υποχρέωση των καναλιών για την τεχνολογική ποιότητα του σήματος, που θα πηγαίνει στον πάροχο δικτύου για να μεταδοθεί ψηφιακά. Χρειάζεται η αναλυτική καταγραφή για τον αναγκαίο εξοπλισμό των τηλεοπτικών στούντιο και των μονάδων τηλεοπτικής παραγωγής. Η υποχρέωση κάλυψης σε ποσοστό 98% του πληθυσμού που αναφέρεται στο σχέδιο νόμου ως υποχρέωση των παρόχων περιεχομένου, προφανώς δεν αφορά την παρούσα αδειοδότηση. Η υποχρέωση αυτή αφορά τον πάροχο δικτύου και τον ψηφιακό χάρτη συχνοτήτων. Τέλος ως «Ψηφιακή Τηλεόραση» προτείνουμε την ένταξη στο σχέδιο νόμου, πρόβλεψης για αδειοδότηση τηλεοπτικών παρόχων περιεχομένου σε Κοινωνικούς φορείς, όπως Πανεπιστήμια και σε μη εμπορικές επιχειρήσεις. Η πρόβλεψη αυτή περιέργως δεν συμπεριλαμβάνεται στο σχέδιο, παρά το γεγονός ότι η δυνατότητα ψηφιακής εκπομπής δίνει αναρίθμητο αριθμό σε εκπομπές τηλεοπτικών σημάτων.