• Σχόλιο του χρήστη 'Περιβαλλοντικές οργανώσεις WWF Ελλάς, Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης, Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλον' | 27 Αυγούστου 2010, 06:03

    Γενικά. Πρέπει να τονιστεί πως το δημόσιο, ως φορέας πραγματοποίησης μεγάλων έργων, δεν λειτουργεί με όρους ατομικού συμφέροντος, όπως ένας ιδιώτης επενδυτής. Λειτουργεί, ή μάλλον οφείλει να λειτουργεί, στη βάση μακροχρόνιου προγραμματισμού επενδύσεων, ο οποίος επιτρέπει τον σχεδιασμό κατά περιόδους μεγαλύτερες εκείνων που απαιτούνται από τις ανά έργο ad hoc διαδικασίες. Ειδικότερες παρατηρήσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 6.1.2, η αίτηση υπαγωγής ενός Μ.Δ.Ε. (Μεγάλου Δημόσιου Έργου) στη διαδικασία μεγάλων έργων μπορεί να γίνει χωρίς την «υποβολή πλήρους Φακέλου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του παρόντος». Συνεπώς, για τα Μ.Δ.Ε. δεν απαιτούνται καταρχήν ούτε τα οικονομικά και επιχειρηματικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο business plan (επιχειρηματικό σχέδιο) και την ανάλυση επιπτώσεων, και φυσικά ούτε τυχόν πρόσθετα στοιχεία. Δεν είναι σαφές ποιες είναι ακριβώς οι απαιτήσεις για την ένταξη των Μ.Δ.Ε. στην διαδικασία των μεγάλων έργων. Μάλιστα, σύμφωνα με το άρθρο 6.1.4., υπαγωγή ενός Μ.Δ.Ε. μπορεί να γίνει και χωρίς αίτημα από τον Κύριο του Έργου (το αρμόδιο φορέα ή υπηρεσία), εφόσον ικανοποιούνται τα κριτήρια υπαγωγής των άρθρων 1 και 2. Σύμφωνα με το άρθρο 6.6, «όπου προβλέπεται η σύμπραξη διοικητικών αρχών, οι αναγκαίες γνώμες και αδειοδοτήσεις για την εκτέλεση των έργων, ιδίως σε σχέση με χωροταξικές και περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις, συνοδά και βοηθητικά έργα και έργα σύνδεσης, πρέπει να εκδίδονται μέσα σε προθεσμία ενός (1) μηνός από την υποβολή της σχετικής αίτησης, άλλως μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής τεκμαίρεται ότι η άδεια έχει δοθεί σύμφωνα με τη σχετική αίτηση». Η διάταξη συμπληρώνεται με δύο ακόμα προβλέψεις: (α) στο άρθρο 9§3 αναφέρεται ότι «όλες οι άδειες που απαιτούνται για τη μελέτη, κατασκευή, χρηματοδότηση και λειτουργία των επενδύσεων που έχουν υπαχθεί στη Διαδικασία Μεγάλων Έργων λογίζεται ότι έχουν εκδοθεί με την παρέλευση τριών (3) μηνών από τη διαβίβαση του πλήρους φακέλου στην αρμόδια υπηρεσία, εφόσον δεν έχει υπάρξει η προβλεπόμενη από το προηγούμενο άρθρο ενημέρωση» (η ενημέρωση αφορά τους λόγους μη εμπρόθεσμης συμμόρφωσης μίας υπηρεσίας, και μπορεί να προωθηθεί από την Invest-in-Greece στην Διυπουργική Συντονιστική Επιτροπή, «η οποία μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο την κίνηση πειθαρχικής διαδικασίας σε βάρος των αρμοδίων υπαλλήλων», 9§2) • (β) στο άρθρο 12§3, για την παραχώρηση χρήσης αιγιαλού και παραλίας, προβλέπεται ότι «οι αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες είναι υποχρεωμένες να εκδίδουν τις αναγκαίες διοικητικές πράξεις και διαταγές, ώστε να παρέχεται στους κατά τα ανωτέρω παραχωρησιούχους ή μισθωτές αποτελεσματική προστασία εντός τριάντα (30) ημέρων από τη λήψη της σχετικής αίτησης, άλλως μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής τεκμαίρεται ότι η άδεια έχει δοθεί σύμφωνα με τη σχετική αίτηση». Είναι φανερό πως οι αμέσως προαναφερθείσες διατάξεις είναι αντιφατικές, κυρίως διότι προβλέπουν διαφορετικές προθεσμίες. Επιπροσθέτως, δεν είναι η πρώτη φορά που εμφανίζονται στο ελληνικό δίκαιο τεκμαιρόμενες [τεκμαρτές] άδειες. Μπορεί να αναφερθεί η τεκμαρτή έκδοση άδειας της σύμβασης παραχώρησης του αυτοκινητόδρομου Ελευσίνα − Κόρινθος − Πάτρα − Πύργος − Τσακώνα, η οποία ήδη έχει οδηγήσει σε δικαστικές διαμάχες. Επίσης, σχετική είναι και η πρόβλεψη του ν. 3325/2005 για την άδεια λειτουργίας ότι γνώμες που αφορούν περιβαλλοντικά, υγειονομικά και χωροταξικά θέματα «σε εξαιρετικές περιπτώσεις δημοσίου συμφέροντος, όπως η δημιουργία ή η διαφύλαξη συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού στη σχετική αγορά της δραστηριότητας που θα ασκηθεί, είναι δυνατόν με αιτιολογημένη κρίση της αδειοδοτούσας Αρχής ...να παρέχονται σε μεταγενέστερο στάδιο, προκειμένου να χορηγηθεί η ... άδεια λειτουργίας». Σιωπηρή έγκριση περιβαλλοντικών όρων, με παρόμοιο περιεχόμενο, προέβλεπε και ο αρχικός ν. 1650/1986. Οι σιωπηρές όμως εγκρίσεις και οι τεκμαιρόμενες άδειες επ’ ουδενί δεν συνάδουν με την αρχή της προστασίας και της προφύλαξης, ούτε με την θετική υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος. Επιπλέον στοιχείο σοβαρού προβληματισμού αποτελεί ο σημαντικός αριθμός των γνωμοδοτήσεων, αδειών και εγκρίσεων που επηρεάζονται δυνητικά από την διάταξη, και αφορά κρίσιμες πτυχές του δημόσιου συμφέροντος, της προστασίας του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας και της ασφάλειας των χρηστών και των υποδομών. Σε περίπτωση που δεν εκδοθούν οι διοικητικές αυτές πράξεις, η άτυπη εποπτεία της Συντονιστικής Επιτροπής προβλέπεται πως θα υποκαταστήσει τον ρόλο που παίζουν στην προστασία του περιβάλλοντος. Μερικά ενδεικτικά παραδείγματα είναι τα παρακάτω: • προφανώς, η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, • η γνώμη των Οργανισμών Ρυθμιστικών Σχεδίων και του οικείου Νομαρχιακού Συμβουλίου, στο πλαίσιο της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, • η έγκριση επέμβασης σε δάσος, • οι γνωμοδοτήσεις των Φορέων Διαχείρισης, • η γνωμοδότηση της Επιτροπής «Φύση 2000» για την εφαρμογή μελετών, προγραμμάτων και έργων μέσα στις Ειδικές Ζώνες Διατήρησης, • οι άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας, • η άδεια δόμησης, και διάφορες άδειες, εγκρίσεις και γνωμοδοτήσεις που προβλέπονται στο πολεοδομικό και χωροταξικό δίκαιο, • η άδεια διάθεσης λυμάτων ή υγρών βιομηχανικών αποβλήτων, • η άδεια διάθεσης, αξιοποίησης, προσωρινής αποθήκευσης και μεταφόρτωσης στερεών αποβλήτων, • η άδεια διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων, • οι γνωμοδοτήσεις που προβλέπονται στο πλαίσιο της αξιολόγησης της μελέτης ασφαλείας εγκαταστάσεων Seveso, • το πιστοποιητικό (ενεργητικής) πυροπροστασίας, • η άδεια χρήσης νερού, Πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι ένας μεγάλος αριθμός αδειών και εγκρίσεων που αφορά η διάταξη προέρχεται από το κοινοτικό ή το διεθνές δίκαιο και δεν μπορούν αυτές νομίμως να αντικατασταθούν με τεκμαρτές. Μολονότι εξαντλητικός κατάλογος δεν μπορεί να δοθεί εδώ, περιλαμβάνουν την άδεια της οδηγίας 85/337, την άδεια της οδηγίας 2008/1 σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης, την άδεια μεγάλης εγκατάστασης καύσης της οδηγίας 2001/80, την άδεια απορρίψεων στα υπόγεια νερά (όπου το Δ.Ε.Κ. έχει ήδη νομολογήσει ότι σιωπηρές άδειες δεν είναι επιτρεπτές) της οδηγίας 2006/118, και την άδεια για άντληση και κατακράτηση γλυκών επιφανειακών και υπόγειων υδάτων της οδηγίας 2000/60. Πρόταση 1. Να αφαιρεθεί η παράγραφος 1.2 του άρθρου 6. 2. Να αφαιρεθεί η απαράδεκτη παράγραφος 6.6. Η κοινή λογική επιβάλλει την ενίσχυση των υπηρεσιών που επιφορτίζονται με τη διενέργεια των ελέγχων και την έκδοση των σχετικών αδειών και ενδεχομένως την απόδοση προτεραιότητας στη διαδικασία έγκρισής τους, όχι την κατάργηση της δικαιοδοσίας των υπηρεσιών αυτών.