Εκκρεμείς διαδικασίες έγκρισης περιβαλλοντικών όρων έργων και βοηθητικών και συνοδών έργων τους, που εκκρεμούν κατά τη δημοσίευση του Νόμου αυτού και μπορούν να χαρακτηριστούν Μεγάλα Έργα και να υπαχθούν στη Διαδικασία του παρόντος νόμου, συνεχίζονται και ολοκληρώνονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου. Στις περιπτώσεις αυτές, ανεξάρτητα από την κατηγορία του αιτούμενου έργου ή δραστηριότητας, οι περιβαλλοντικοί όροι εγκρίνονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμοδίου, ύστερα από γνώμη του Φορέα Πραγματοποίησης, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του ν. 1650/1986 και της Κ.Υ.Α. 69269/5387/1990 (ΦΕΚ 678 Β`).
Ως έναρξη διαδικασίας, κατά τα προηγούμενα εδάφια, λογίζεται η υποβολή, από τον ενδιαφερόμενο Φορέα Πραγματοποίησης του έργου, αίτησης, που συνοδεύεται από τα κατά νόμο απαιτούμενα δικαιολογητικά, στην αρμόδια για την έγκριση των περιβαλλοντικών όρων υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Αιτήσεις που έχουν υποβληθεί σε υπηρεσίες της οικείας Περιφέρειας ή της οικείας νομαρχιακής αυτοδιοίκησης διαβιβάζονται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
Σύμφωνα με το άρθρο 20, οι διατάξεις του νομοσχεδίου εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς διαδικασίες Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων. Η διάταξη εφαρμόζεται σε έργα που «μπορούν να χαρακτηριστούν Μεγάλα …και να υπαχθούν στη Διαδικασία του παρόντος νόμου», και προβλέπει ότι ολοκληρώνονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του Νομοσχεδίου. Η διατύπωση δεν καθιστά σαφές αν πρέπει να αποφασιστεί πρώτα η υπαγωγή τους, σύμφωνα με τις προηγούμενες διατάξεις, και αρκείται μόνο στην υποβολή, από τον ενδιαφερόμενο Φορέα Πραγματοποίησης του έργου, αίτησης, που συνοδεύεται από τα κατά νόμο απαιτούμενα δικαιολογητικά.
Επιπλέον, οι διατάξεις της ΚΥΑ 69269 για την περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και επενδυτικών σχεδίων έχουν καταργηθεί και αντικατασταθεί με μεταγενέστερες υπουργικές αποφάσεις, όπως η ΥΑ Η.Π.15393/2332/2002 (Β΄1022), κατ’ εφαρμογή του ν. 3010/2002.
Μήπως εδώ αποκαλύπτεται η πρόθεση του νομοσχεδίου να ξεπεραστούν ζητήματα αντισυνταγματικότητας ή άλλων παρανομιών προγενέστερων μεγάλων έργων, τα οποία εντοπίστηκαν από τις ανώτατες δικαστικές αρχές και ακυρώθηκαν από το Συμβούλιο της Επικρατείας;