Το γεγονός ότι το Υπουργείο δεν έχει καταθέσει ένα κείμενο νόμου, μας υποχρεώνει να παρέμβουμε και σε θέματα τα οποία θεωρούμε ότι υποκρύπτονται, χωρίς να διατυπώνονται ρητά. Είναι προφανές ότι αυτό περιπλέκει την συζήτηση, γιατί την μετατρέπει εν μέρει και σε μια συζήτηση προθέσεων.
Α. Ο θεσμός των ΕΛΕ είναι απαραίτητος, ιδίως για ερευνητικά κέντρα που διαθέτουν και λειτουργούν μεγάλες υποδομές. Ελάχιστοι από τους σημερινούς ΕΛΕ διαθέτουν διδακτορικό, δεδομένου ότι πριν 3 χρόνια είχε δοθεί η δυνατότητα σε όσους είχαν να μεταπηδήσουν σε θέσεις ερευνητή. Άρα η μεταπήδηση σε θέση ερευνητή αφορά πολύ λίγους ή/και κανέναν.
Αν το Υπουργείο επιμείνει, στην κατάργησή τους, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα στις μεταβατικές διατάξεις οι σημερινοί ΕΛΕ να παραμείνουν σε προσωποπαγείς θέσεις ΕΛΕ.
Β. Όμως το άλλο που διαφαίνεται είναι ότι το Υπουργείο σκοπεύει να καταργήσει το διδακτορικό από ελάχιστο απαραίτητο προσόν του ερευνητή. Αυτό φαίνεται και από τα σχέδια νόμου που έχουν διαρρεύσει, αλλά και από το γεγονός ότι δεν αναφέρεται, ως ελάχιστο προσόν για τους ερευνητές, στο παρόν κείμενο. Η μη θεσμοθέτηση του διδακτορικού ως ελαχίστου προσόντος για τους Ερευνητές είναι μια απαράδεκτη υποβάθμιση τους, που μπορεί να γυρίσει την έρευνα και τον ερευνητικό χώρο στην προ του ’80 εποχή. Η επιλογή αυτή θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τον ερευνητικό χώρο.
Γ. Αναφέρεται ότι οι ερευνητές προσλαμβάνονται υπό το καθεστώς Ιδιωτικού Δικαίου. Είναι σαφής (και διακηρυγμένη) η επιλογή του Υπουργείου για μια σταδιακή μετατροπή του Ερευνητικού χώρου σε Ιδιωτικού Δικαίου. Η επιλογή αυτή είναι λάθος για την Ελλάδα για τους παρακάτω (εκτός των άλλων) λόγους:
1. Οι ανταγωνιστές μας στην Ευρώπη έχουν τον βασικό κορμό της έρευνας τους να χρηματοδοτείται σε μεγάλο ποσοστό της από δημόσιους πόρους, ανεξάρτητα αν είναι ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου και έχουν αξιόλογη χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό παράγοντα. Στην Ελλάδα και τα δύο αυτά απουσιάζουν και είναι προφανές ότι θα απουσιάζουν και στο άμεσο μέλλον. Το καθεστώς ΝΠΙΔ, για την Ελλάδα σημαίνει περικοπή των κονδυλίων για μισθοδοσία, θα μας κάνει πιο ακριβούς και λιγότερο ανταγωνιστικούς, ιδίως όσους διαθέτουν ακριβές υποδομές.
2. Η σύγκριση μεταξύ Κέντρων του ίδιου τομέα, με αναγωγή ανά ερευνητή το αποτέλεσμα (σύμφωνα με την τελευταία διεθνή αξιολόγηση των Κέντρων) δείχνει ότι δεν υπάρχουν διαφορές που εντοπίζονται στο διαφορετικό νομικό καθεστώς.
3. Τα Ιδιωτικού Δικαίου κέντρα δεν είναι πανάκεια όπως πολλοί ισχυρίζονται. Προφανώς από την άλλη το ΙΤΕ είναι ένα λαμπρό παράδειγμα της Ελληνικής έρευνας. Από την άλλη όμως, η Γεωργική έρευνα όλο το προηγούμενο διάστημα υπήρξε υπό καθεστώς Ιδιωτικού Δικαίου. Τα αρνητικά αποτελέσματα από την κατάσταση του ΕΘΙΑΓΕ είναι πλέον αναγνωρισμένα. Αντίθετα τα περιορισμένα τμήματα της γεωργικής έρευνας που «θεραπεύτηκαν» εντός της ΓΓΕΤ έχουν δώσει άριστα δείγματα διεθνούς επιστημονικής αναγνώρισης, καινοτομίας, πατεντών, και μάλιστα σε καθεστώς Δημοσίου Δικαίου. Το πρόβλημα δεν είναι το νομικό καθεστώς αλλά το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας τους (συγκέντρωση συντονισμός της έρευνας στη ΓΓΕΤ).
4. Υπάρχουν πολλά τεχνικά παραδείγματα που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την ευελιξία των Ιδιωτικού δικαίου Κέντρα. Όπως και έντονα αντι-παραδείγματα: Σε πολλά Ιδιωτικού δικαίου Κέντρα οι περικοπές στην χρηματοδότηση, οδήγησαν στην λεηλάτηση των προγραμμάτων, με αποτέλεσμα να είναι προβληματική η ολοκλήρωσή τους, ακόμη και η συμμετοχή στις συναντήσεις των προγραμμάτων.
5. Πολλά Ιδιωτικού δικαίου αδυνατούν να απορροφήσουν την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση προγραμμάτων που έχουν κερδίσει, γιατί η μειωμένη επιδότησή τους δεν καλύπτει την ελληνική συμμετοχή. Το αποτέλεσμα είναι να επιστρέφονται χρήματα πίσω στην Ευρωπαϊκή ένωση και να περιορίζεται το φυσικό αντικείμενο των προγραμμάτων.
6. Η Ελλάδα δεν υλοποιεί τις ευρωπαϊκές ερευνητικές της υποχρεώσεις, χάνοντας λεφτά και πληρώνοντας πρόστιμα.
7. Τα Δημοσίου Δικαίου Ερευνητικά Κέντρα έχουν ακριβές υποδομές (ερευνητικά σκάφη, αντιδραστήρες, τηλεσκόπια, συστήματα πρόγνωσης) που όμως «φέρνουν» πίσω τα λεφτά τους. Οι υποδομές αυτές δεν μπορούν να συντηρηθούν υπό το καθεστώς ΝΠΙΔ. Αυτός είναι και ο λόγος που τα Ιδιωτικού Δικαίου Κέντρα έχουν αποποιηθεί, κατά το παρελθόν, τέτοιες δραστηριότητες που απαιτούν τέτοιες «ακριβές» επενδύσεις. Είναι προφανές ότι το ίδιο και γίνει πολύ περισσότερο τώρα σε εποχές ισχνών αγελάδων.
8. Σημαντικό τμήμα των Ιδιωτικού Δικαίου Κέντρων, είναι Δημόσιο. Γιατί ένα σημαντικό κομμάτι του Ερευνητικού τους Δυναμικού είναι ταυτόχρονα Καθηγητές Παν/μιου και ένα σημαντικό τμήμα της Ερευνητικής τους Δραστηριότητας απολαμβάνει τη στήριξη του Δημοσίου περιβάλλοντος των ΑΕΙ.
9. Υπονομεύεται η επιλογή της δημιουργίας ενός Ενιαίου Χώρου Έρευνας και Εκπαίδευσης, γιατί τα δύο συστατικά του (Παν/μια και Ε.Κ.) δεν θα διέπονται από ενιαίο θεσμικό πλαίσιο. Σε αυτό τον Ενιαίο Χώρο ο Δημόσιος θα είναι υπερκυρίαρχος του άλλου.
Το γεγονός ότι το Υπουργείο δεν έχει καταθέσει ένα κείμενο νόμου, μας υποχρεώνει να παρέμβουμε και σε θέματα τα οποία θεωρούμε ότι υποκρύπτονται, χωρίς να διατυπώνονται ρητά. Είναι προφανές ότι αυτό περιπλέκει την συζήτηση, γιατί την μετατρέπει εν μέρει και σε μια συζήτηση προθέσεων. Α. Ο θεσμός των ΕΛΕ είναι απαραίτητος, ιδίως για ερευνητικά κέντρα που διαθέτουν και λειτουργούν μεγάλες υποδομές. Ελάχιστοι από τους σημερινούς ΕΛΕ διαθέτουν διδακτορικό, δεδομένου ότι πριν 3 χρόνια είχε δοθεί η δυνατότητα σε όσους είχαν να μεταπηδήσουν σε θέσεις ερευνητή. Άρα η μεταπήδηση σε θέση ερευνητή αφορά πολύ λίγους ή/και κανέναν. Αν το Υπουργείο επιμείνει, στην κατάργησή τους, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα στις μεταβατικές διατάξεις οι σημερινοί ΕΛΕ να παραμείνουν σε προσωποπαγείς θέσεις ΕΛΕ. Β. Όμως το άλλο που διαφαίνεται είναι ότι το Υπουργείο σκοπεύει να καταργήσει το διδακτορικό από ελάχιστο απαραίτητο προσόν του ερευνητή. Αυτό φαίνεται και από τα σχέδια νόμου που έχουν διαρρεύσει, αλλά και από το γεγονός ότι δεν αναφέρεται, ως ελάχιστο προσόν για τους ερευνητές, στο παρόν κείμενο. Η μη θεσμοθέτηση του διδακτορικού ως ελαχίστου προσόντος για τους Ερευνητές είναι μια απαράδεκτη υποβάθμιση τους, που μπορεί να γυρίσει την έρευνα και τον ερευνητικό χώρο στην προ του ’80 εποχή. Η επιλογή αυτή θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τον ερευνητικό χώρο. Γ. Αναφέρεται ότι οι ερευνητές προσλαμβάνονται υπό το καθεστώς Ιδιωτικού Δικαίου. Είναι σαφής (και διακηρυγμένη) η επιλογή του Υπουργείου για μια σταδιακή μετατροπή του Ερευνητικού χώρου σε Ιδιωτικού Δικαίου. Η επιλογή αυτή είναι λάθος για την Ελλάδα για τους παρακάτω (εκτός των άλλων) λόγους: 1. Οι ανταγωνιστές μας στην Ευρώπη έχουν τον βασικό κορμό της έρευνας τους να χρηματοδοτείται σε μεγάλο ποσοστό της από δημόσιους πόρους, ανεξάρτητα αν είναι ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου και έχουν αξιόλογη χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό παράγοντα. Στην Ελλάδα και τα δύο αυτά απουσιάζουν και είναι προφανές ότι θα απουσιάζουν και στο άμεσο μέλλον. Το καθεστώς ΝΠΙΔ, για την Ελλάδα σημαίνει περικοπή των κονδυλίων για μισθοδοσία, θα μας κάνει πιο ακριβούς και λιγότερο ανταγωνιστικούς, ιδίως όσους διαθέτουν ακριβές υποδομές. 2. Η σύγκριση μεταξύ Κέντρων του ίδιου τομέα, με αναγωγή ανά ερευνητή το αποτέλεσμα (σύμφωνα με την τελευταία διεθνή αξιολόγηση των Κέντρων) δείχνει ότι δεν υπάρχουν διαφορές που εντοπίζονται στο διαφορετικό νομικό καθεστώς. 3. Τα Ιδιωτικού Δικαίου κέντρα δεν είναι πανάκεια όπως πολλοί ισχυρίζονται. Προφανώς από την άλλη το ΙΤΕ είναι ένα λαμπρό παράδειγμα της Ελληνικής έρευνας. Από την άλλη όμως, η Γεωργική έρευνα όλο το προηγούμενο διάστημα υπήρξε υπό καθεστώς Ιδιωτικού Δικαίου. Τα αρνητικά αποτελέσματα από την κατάσταση του ΕΘΙΑΓΕ είναι πλέον αναγνωρισμένα. Αντίθετα τα περιορισμένα τμήματα της γεωργικής έρευνας που «θεραπεύτηκαν» εντός της ΓΓΕΤ έχουν δώσει άριστα δείγματα διεθνούς επιστημονικής αναγνώρισης, καινοτομίας, πατεντών, και μάλιστα σε καθεστώς Δημοσίου Δικαίου. Το πρόβλημα δεν είναι το νομικό καθεστώς αλλά το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας τους (συγκέντρωση συντονισμός της έρευνας στη ΓΓΕΤ). 4. Υπάρχουν πολλά τεχνικά παραδείγματα που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την ευελιξία των Ιδιωτικού δικαίου Κέντρα. Όπως και έντονα αντι-παραδείγματα: Σε πολλά Ιδιωτικού δικαίου Κέντρα οι περικοπές στην χρηματοδότηση, οδήγησαν στην λεηλάτηση των προγραμμάτων, με αποτέλεσμα να είναι προβληματική η ολοκλήρωσή τους, ακόμη και η συμμετοχή στις συναντήσεις των προγραμμάτων. 5. Πολλά Ιδιωτικού δικαίου αδυνατούν να απορροφήσουν την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση προγραμμάτων που έχουν κερδίσει, γιατί η μειωμένη επιδότησή τους δεν καλύπτει την ελληνική συμμετοχή. Το αποτέλεσμα είναι να επιστρέφονται χρήματα πίσω στην Ευρωπαϊκή ένωση και να περιορίζεται το φυσικό αντικείμενο των προγραμμάτων. 6. Η Ελλάδα δεν υλοποιεί τις ευρωπαϊκές ερευνητικές της υποχρεώσεις, χάνοντας λεφτά και πληρώνοντας πρόστιμα. 7. Τα Δημοσίου Δικαίου Ερευνητικά Κέντρα έχουν ακριβές υποδομές (ερευνητικά σκάφη, αντιδραστήρες, τηλεσκόπια, συστήματα πρόγνωσης) που όμως «φέρνουν» πίσω τα λεφτά τους. Οι υποδομές αυτές δεν μπορούν να συντηρηθούν υπό το καθεστώς ΝΠΙΔ. Αυτός είναι και ο λόγος που τα Ιδιωτικού Δικαίου Κέντρα έχουν αποποιηθεί, κατά το παρελθόν, τέτοιες δραστηριότητες που απαιτούν τέτοιες «ακριβές» επενδύσεις. Είναι προφανές ότι το ίδιο και γίνει πολύ περισσότερο τώρα σε εποχές ισχνών αγελάδων. 8. Σημαντικό τμήμα των Ιδιωτικού Δικαίου Κέντρων, είναι Δημόσιο. Γιατί ένα σημαντικό κομμάτι του Ερευνητικού τους Δυναμικού είναι ταυτόχρονα Καθηγητές Παν/μιου και ένα σημαντικό τμήμα της Ερευνητικής τους Δραστηριότητας απολαμβάνει τη στήριξη του Δημοσίου περιβάλλοντος των ΑΕΙ. 9. Υπονομεύεται η επιλογή της δημιουργίας ενός Ενιαίου Χώρου Έρευνας και Εκπαίδευσης, γιατί τα δύο συστατικά του (Παν/μια και Ε.Κ.) δεν θα διέπονται από ενιαίο θεσμικό πλαίσιο. Σε αυτό τον Ενιαίο Χώρο ο Δημόσιος θα είναι υπερκυρίαρχος του άλλου.