Αρχική Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη και ΚαινοτομίαΆρθρο 03: ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΡΕΥΝΑΣΣχόλιο του χρήστη Σύλλογος Ερευνητικού Προσωπικού Ακαδημίας Αθηνών (ΣΕΠΑΑ) | 27 Ιανουαρίου 2012, 14:19
Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Ο ΣΕΠΑΑ χαιρετίζει τις αυξημένες δυνατότητες συνεργασίας μεταξύ ΕΚ και ΑΕΙ, επισημαίνοντας όμως την βασική αντινομία του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου: ενώ επαγγέλλεται την ενοποίηση του χώρου, και άρα την εξίσωση μεταξύ Ερευνητών και μελών ΔΕΠ, στην ουσία την καταλύει υποβιβάζοντας δραματικά το status των πρώτων έναντι των δεύτερων. Τα μέλη ΔΕΠ διατηρούν το καθεστώς δημόσιου λειτουργού με σταθερά καθορισμένο μισθό και αυστηρά υψηλά κριτήρια προσλήψεως αφενός, ενώ οι Ερευνητές υποβιβάζονται σε καθεστώς συμβασιούχου ιδιωτικού δικαίου με απροσδιόριστες και μεταβαλλόμενες αποδοχές και εξίσου απροσδιόριστα κριτήρια προσλήψεως αφετέρου. Εν συντομία, η θέση του ΣΕΠΑΑ είναι ότι είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν και για τους ερευνητές των ερευνητικών κέντρων αντίστοιχες ρυθμίσεις με αυτές που έχουν προβλεφθεί και ενταχθεί στον ισχύοντα νόμο για τα ΑΕΙ και αφορούν τους πανεπιστημιακούς. Θεωρούμε θετική την σύνδεση του ερευνητικού έργου των ΕΚ με το διδακτικό έργο των ΑΕΙ στη βάση της θεσμοθέτησης του «Καθηγητή Έρευνας» και του «Συνεργαζόμενου Καθηγητή». Ωστόσο όπως προβλέπεται στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο το ερευνητικό έργο του «Συνεργαζόμενου καθηγητή» λαμβάνεται υπόψη για την επαγγελματική του ανέλιξη, χωρίς να προβλέπεται το αντίστοιχο για τον «Καθηγητή Ερευνας». Αυτή η αναντιστοιχία δημιουργεί μια κατάφωρη ανισότητα εις βάρος των ερευνητών η οποία μπορεί να λειτουργήσει ως αντικίνητρο για την συμμετοχή τους στην πραγμάτωση του ενιαίου ερευνητικού χώρου και της σύνδεσής του με τα ΑΕΙ. Πρόσθετες παρατηρήσεις: Θα πρέπει να γίνει σαφές από το κείμενο του νόμου ότι ένας ερευνητής μπορεί να είναι ο κύριος επιβλέπων διδακτορικής διατριβής. Ως τώρα ένας Ερευνητής μπορούσε να συμμετέχει σε τριμελείς επιτροπές διδακτορικών (αν και όχι ως κύριος επιβλέπων) χωρίς να έχει κάποιο σύνδεσμο με το ΑΕΙ, δηλ. χωρίς κάποιον τίτλο «Καθηγητή Έρευνας». Εάν με το νέο νόμο απαιτείται η με κάποιον τρόπο θεσμική σύνδεση του Ερευνητή με το ΑΕΙ ώστε να μπορεί να συμμετέχει σε επιτροπές διδακτορικών, τότε αυτό δυσχεραίνει αντί να διευκολύνει την κινητικότητα. Τόσο η νέα νομοθεσία για την έρευνα, όσο και οι σχετικές διατάξεις του νόμου για τα ΑΕΙ, πρέπει να διευκολύνουν τη συμμετοχή των ερευνητών ως κυρίων επιβλεπόντων διδακτορικών διατριβών, ούτως ώστε να αποφεύγεται το φαινόμενο των εικονικών πανεπιστημιακών κυρίων επιβλεπόντων που παρατηρείται σήμερα σε πολλές περιπτώσεις. Ένας Ερευνητής θα μπορούσε να παρέχει διδασκαλία και σε προπτυχιακό, όχι μόνον σε μεταπτυχιακό επίπεδο. Δεν αναφέρεται στο προς διαβούλευση κείμενο ο τρόπος πρόσθετης αμοιβής του Ερευνητή που θα κατέχει τον τίτλο του «Καθηγητή Έρευνας». Συνεργασία ΕΚ-Επιχειρήσεων Σε σχέση με την συνεργασία ΕΚ και Επιχειρήσεων τόσο μέσα από την κινητικότητα των ερευνητών και επιστημόνων όσο και μέσα από την παραγωγή νέων προϊόντων (νέων τεχνολογιών, εντύπων, πολυμεσικών εφαρμογών κ.λπ.) θα πρέπει να διασφαλισθούν τα πνευματικά δικαιώματα των ερευνητών επί του παραγόμενου έργου. Επίσης θα πρέπει να διασφαλίζονται τα πνευματικά δικαιώματα του ΕΚ επί των δημοσιευμάτων, αρχείων και συλλογών του. Πρέπει να καθορίζεται σαφώς ο ελάχιστος και ο μέγιστος χρόνος παραμονής και απασχόλησης στο ΕΚ τόσο για τους Έλληνες όσο και για τους αλλοδαπούς ερευνητές. Είναι αμφισβητήσιμη η προσφορά στο συλλογικό έργο του ΕΚ ενός ερευνητή της αλλοδαπής που έχει εκλεγεί σε δεύτερη οργανική θέση.