Αρχική Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη και ΚαινοτομίαΆρθρο 06:. ΟΡΓΑΝΩΣΗ, ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝΣχόλιο του χρήστη Περιφερειακό Όργανο για την Καινοτομία, Έρευνα και Τοπική Ανάπτυξη Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας | 27 Ιανουαρίου 2012, 15:16
ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ ΔΙΑΣΥΝΔΕΣΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΑΤΕΙ ΚΑΙ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΩΝ - ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ (ΕΤΑΚ) Το Περιφερειακό Όργανο διασύνδεσης Πανεπιστημίων, ΑΤΕΙ και Ακαδημαικών - Ερευνητικών Ιδρυμάτων με την καινοτομία, έρευνα και τοπική ανάπτυξη της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας συνήλθε την 19η Ιανουαρίου 2012 και συζήτησε διεξοδικά το νέο σχέδιο νόμου για την Έρευνα. Το Περιφερειακό Όργανο θεωρεί ότι το σχέδιο νόμου περιέχει μια σειρά ευεργετικών διατάξεων που θα δώσουν νέα ώθηση στην έρευνα και καινοτομία στη χώρα μας. Τέτοιες διατάξεις είναι η θέσπιση ενός Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΣΠΕΚ) με ορίζοντα 5ετίας, η λειτουργική ενοποίηση του χώρου έρευνας με τη σύνδεση των Ερευνητικών Κέντρων με τα ΑΕΙ της χώρας και η θέσπιση της δυνατότητας μετακινήσεων προσωπικού μεταξύ των ερευνητικών φορέων και των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην έρευνα. Σχετικά με την ενότητα «Οργάνωση, Διοίκηση και Εποπτεία των Ερευνητικών Κέντρων», το Περιφερειακό Όργανο θα ήθελε να εκφράσει την ισχυρή αντίθεση του στην επιχειρούμενη αποδυνάμωση των ερευνητικών ινστιτούτων που δρουν στα πλαίσια περιφερειακών ερευνητικών κέντρων όπως το ΕΙΧΗΜΥΘ (ΙΤΕ) και το ΙΝΒΙΣ (ΑΘΗΝΑ) στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας. Τα ινστιτούτα αυτά με το υφιστάμενο καθεστώς διαθέτουν αυτοτέλεια και αυτονομία ενώ συνεργάζονται αρμονικά με τα άλλα ινστιτούτα στα πλαίσια των προαναφερθέντων περιφερειακών ερευνητικών κέντρων. Στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου: 1. Δεν κατοχυρώνεται με σαφήνεια η αυτοδίκαιη και αναγκαία συμμετοχή των Διευθυντών των Ινστιτούτων στα Διοικητικά Συμβούλια των ΕΚ. Η εκπροσώπηση των περιφερειακών ινστιτούτων στα ΔΣ μέσω τρίτων θα δημιουργήσει εκτός των άλλων σοβαρά προβλήματα λειτουργίας των ΕΚ. Επίσης η επιχειρούμενη «κυλιόμενη» εκπροσώπηση των Διευθυντών Ινστιτούτων από άλλους Διευθυντές, ιδιαίτερα στην περίπτωση πολυθεματικών Ινστιτούτων θα οδηγήσει σε υποβάθμιση του ρόλου των ινστιτούτων πολλά εκ των οποίων έχουν πρωτεύσει σε προγενέστερες αξιολογήσεις. 2. Η θέσπιση της θέσης ενός Γενικού Διευθυντή ο οποίος επικουρεί το ΔΣ σε διοικητικά και οικονομικά ζητήματα είναι γενικά θετική. Όμως οι κατά τόπους Διευθυντές των Ινστιτούτων θα πρέπει να εξακολουθήσουν να εποπτεύουν το προσωπικό και να διαχειρίζονται τα οικονομικά των ινστιτούτων τους κάτω από την εποπτεία του ΔΣ του ΕΚ. Είναι πρακτικά αδύνατο ο Γενικός Διευθυντής να εποπτεύει και να διαχειρίζεται μακρόθεν την καθημερινή οικονομική δραστηριότητα ενός αποκεντρωμένου ινστιτούτου που δρα στα πλαίσια ενός ΕΚ. 3. Απουσιάζουν ρυθμίσεις που να αναφέρονται στην οργάνωση και θεσμική-οικονομική υποστήριξη της Πανεπιστημιακής Έρευνας, που κατέχει πρωτεύουσα θέση στην παραγωγή ερευνητικού έργου, νέων ερευνητών και καινοτομίας. Συμπερασματικά θεωρούμε ότι πρέπει να γίνουν σημαντικές αλλαγές στο σχέδιο νόμου ώστε να μη διαταραχθεί αναίτια η λειτουργία των ερευνητικών κέντρων και να δοθεί έμφαση σε θέματα που θα βελτιώσουν την έρευνα όπως- πέραν των θετικών που ήδη αναφέρονται στο σχέδιο- είναι η επιλογή διευθυντών με καταξίωση στην έρευνα και διοίκηση, η συνεχής αξιολόγηση με κίνητρα για την ενίσχυση της αριστείας, η θεσμοθέτηση του κατάλληλου σχήματος για την αξιολόγηση των προτάσεων, η νομοθετική δέσμευση για την ετήσια αύξηση της πενιχρής εθνικής χρηματοδότησης (0,58% του Α.Ε.Π. το 2011) και την περιοδική, χωρίς χρονικά κενά καταβολή της (δεδομένου ότι τα χρονικά κενά στην χρηματοδότηση της έρευνας επηρεάζουν εξαιρετικά αρνητικά την εκπόνηση του ερευνητικού έργου που πρέπει να εκτελείται συνεχώς και απρόσκοπτα), η ενίσχυση του ρόλου των Ερευνητών και φυσικά η ενίσχυση των περιφερειακών ιδρυμάτων που έτσι κι αλλιώς είναι και στόχος της τρέχουσας Ευρωπαϊκής πολιτικής. Εκ μέρους του Περιφερειακού Οργάνου, Δημήτριος Δουγένης, Καθηγητής Ιατρικής Παν/μίου Πατρών