1. Η συνένωση της ισχύος για την έρευνα και καινοτομία που εδράζει τόσο στα ΑΕΙ όσο και στα ΕΚ είναι μια πρωτοποριακή ιδέα. Το νομικό πλαίσιο καθώς και η υποστήριξή της μέσα από μια διϋπουργική έχουν να προσφέρουν τα μέγιστα στο συντονισμό της Εθνικής αυτής προσπάθειας. Σ' ένα ευμετάβλητο οικονομικό αλλά και πολιτικό περιβάλλον μια τέτοια επιτροπή δύναται να εξασφαλίζει την άντληση πόρων από το έμψυχο αλλά και άψυχο δυναμικό της χώρας ώστε να εξυπηρετούνται οι Εθνικές πολιτικές και προτεραιότητες, ειδικά όταν πρόκειται για θέματα που άπτονται της Εθνικής οικονομίας και της αναπτυξιακής πορείας της χώρας. Από την επιτροπή όμως αυτή απουσιάζει το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας το οποίο διατηρεί αρκετές ομάδες με καθαρό προσανατολισμό στην Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη (ΕΤΑ).
2. Στην προσπάθεια της ανάπτυξης του νομοθετήματος αυτού δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι τα ΑΕΙ και τα ΕΚ είναι δύο χώροι με τελείως διαφορετικές προτεραιότητες. Στα ΑΕΙ η προτεραιότητα βαρύνει προς τη διαδικασία της παροχής γνώσης και εκπαίδευσης του μελλοντικού επιστημονικού δυναμικού της χώρας με δεδομένο ότι μέρος από τη γνώση αυτή θα πρέπει να παράγεται μέσα στα ΑΕΙ. Τα ΕΚ που επιβλέπονται από τη ΓΓΕΤ έχουν δημιουργηθεί με κύριο σκοπό την ΕΤΑ κυρίως μέσα από τη διεκδίκηση των ανταγωνιστικών Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων αλλά και την εξυπηρέτηση των Εθνικών προτεραιότητων και πολιτικών που έχουν τεθεί από την ίδια τη ΓΓΕΤ. Είναι προφανές, και ταυτόχρονα παρήγορο, ότι στοιχεία αριστείας βρίσκονται σε πολλές από τις ερευνητικές ομάδες που δραστηριοποιούνται και στους δύο χώρους. Επομένως, οι δράσεις του συντονισμού του δυναμικού αυτού θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές αυτές προτεραιότητες, κυρίως όταν πρόκειται για τη χάραξη των Εθνικών πολιτικών και την εξυπηρέτηση των υποχρέσεων της χώρας προς τις Ευρωπαϊκές αλλά και διεθνείς συνθήκες, συμβάσεις και πολιτικές.
3. Στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να προβλεφθούν εκείνες οι δομές οι οποίες δύνανται να υποστηρίξουν τα παραπάνω. Για παράδειγμα δεν μπορεί μια απλή καταλογογράφηση να εξυπηρετεί το στόχο για ενοποιημένο Χώρο Έρευνας και Καινοτομίας αν δεν υπάρχει Εθνική Υποδομή με τα στοιχεία του παραγόμενου έργου από το ερευνητικό (και προφανώς και διδακτικό) προσωπικό της χώρας, διαθέσιμα σε σχεδόν πραγματικό χρόνο. Αυτό απλά σημαίνει τη δημιουργία δικτυακής πύλης (portal) την οποία όλοι οι επιστήμονες (ανεξαρτήτως βαθμού ή σχέσης εργασίας, και με έδρα τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό) υποχρεούνται να ενημερώνουν ανά τακτά (ετήσια;) διαστήματα με τα στοιχεία απόδοσής τους σε όλα τα επίπεδα, από το καθαρά διοικητικό μέχρι το επιστημονικό και ερευνητικό. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να ενημερώνουν αντίστοιχη βάση δεδομένων ώστε να είναι δυνατή η αυτόματη άντλησή τους σε κάθε περίπτωση αξιολόγησης, κρίσης, ή οποιασδήποτε άλλης ενέργειας από οποιονδήποτε (από τον(την) Υπουργό μέχρι τον απλό πολίτη). Αυτό θα συνέβαλλε αποφασιστικά στον ενιαίο τρόπο αξιολόγησης του παραγόμενου έργου αλλά και στη διαφάνεια του χώρου. Επίσης, θα συνέβαλλε στην διασύνεδεση των επιστημών και των κλάδων τους (π.χ. θετικές και κοινωνικές επιστήμες).
4. Η ίδια Υποδομή θα πρέπει να υποστηρίζει και το διοικητικό έργο στα ΕΚ και τα ΑΕΙ από το πιο απλό υπηρεσιακό σημείωμα μέχρι τις αποφάσεις των πλέον υψηλόβαθμων διοικητικών δομών. Είναι απαράδεκτο να γίνεται λόγος για την κοινωνία της πληροφορίας στη χώρα και να δύναται ο πολίτης να καταθέτει ηλεκτρονικά τη φορολογική του δήλωση ενώ ο ερευνητής να μη δύναται να στείλει ούτε ένα απλό σημείωμα στη διοίκησή της Υπηρεσίας του. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις να πρέπει να καταθέτει σε χαρτί μια δέσμη από αιτήματα και δικαιολογητικά, τα οποία πρέπει προηγουμένως να υπογραφούν από τους αρμόδιους, για περιπτώσεις όπως για ένα απλό ταξίδι, στα πλαίσια ενός προγράμματος. Τέλος, είναι απαράδεκτο ο ερευνητής ή το μέλος ΔΕΠ να αφιερώνει τόσο χρόνο για την περαίωση αυτών των απλών και πολλαπλών καθημερινών υποθέσεων. Είναι ανήκουστο στην εποχή της διαφάνειας να μην υφίσταται το ηλεκτρονικό πρωτόκολλο στις Υπηρεσίας των ΕΚ και ΑΕΙ.
5. (σελ. 11) Είναι βασικό να προβλέψει ο Nομοθέτης τη συμμετοχή διεθνώς ανεγνωρισμένων επιστημόνων της αλλοδαπής στο μεγαλύτερο ποσοστό των επιτροπών αξιολογήσεων των ΑΕΙ και ΕΚ αλλά και σ' εκείνες των αξιολογήσεων των στελεχών τους ώστε να θεμελιωθούν αξιώτερα κριτήρια αριστείας στις κρίσεις αυτές αλλά και διαφάνεια. Η συμμετοχή τους δεν θα πρέπει να απαιτεί τη φυσική τους παρουσία αλλά την ενεργή τους παρουσία μέσα από τηλεφωνικές ή Video διασκέψεις. Το μέτρο αυτό είναι απαραίτητο για χώρες-μέλη στις οποίες ο όγκος του επιστημονικού δυναμικού είναι μικρός σε κάθε επιστημονικό κλάδο και επομένως όλοι γνωρίζουν τους πάντες στο χώρο. Η προβολή της εικόνας αυτής διαφαίνεται μάλλον να βαίνει δυσμενέστερη με βάση τον κανόνα του 1/10 (ή όποιον άλλο) στις νέες προσλήψεις στο δημόσιο τομέα. Επιπλέον, αποδεικνύεται βάναυσο για την Εθνική οικονομία να ξοδεύονται τόσα ποσά για τις μετακινήσεις των αξιολογητών, όταν τα ποσά αυτά μπορούν να εξοικονομηθούν και να δοθούν στην πραγματική κατεύθυνση της ΕΤΑ και όχι για την περαίωση διοικητικού έργου.
6. (σελ. 12) Εδώ ο Νομοθέτης φαίνεται να λησμονεί ότι η βασική προτεραιότητα των ΕΚ είναι η προσέλκυση πόρων από πολλαπλές πηγές (Ευρωπαϊκά και Εθνικά προγράμματα, παροχή υπηρεσιών, μελέτες, κλπ.) τόσο για τη στήριξη των δραστηριοτήτων τους αλλά όσο πλέον και για την ίδια την επιβίωσή τους. Ο ίδιος Νομοθέτης φαίνεται να λησμονεί ότι η κρατική επιχορήγηση των ΕΚ και ΑΕΙ με τα βίας φτάνει να καλύψει μισθούς τακτικού προσωπικού και εργαζομένων με καθεστώς αορίστου χρόνου, τα οποία μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις αργοπορούν με αποτέλεσμα να διαπιστώνονται περιοδικά “στάσεις πληρωμών”, σε ορισμένα από αυτά. Τα λειτουργικά έξοδα τπυ συνόλου των ΕΚ καλύπτονται από πόρους που τα ίδια προσελκύουν μέσα από τις δραστηριότητες του ερευνητικού τους προσωπικού. Κατά συνέπεια, η διάδοση και εφαρμογή των αποτελεσμάτων είναι μια άκρως επιθυμητή προσέγγιση όταν όμως η λειτουργία των ΕΚ και ΑΕΙ έχει εξασφαλιστεί ως βιώσιμη. Επιπλέον, οφείλει ο Νομοθέτης να εξασφαλίσει τον τρόπο με τον οποίο η βιομηχανία και οι αγορά θα ενσωματώσουν τις νέες και καινοτομικές υπηρεσίες και αγαθά μέσα από την κοινή δραστηριοποίησή τους με συμπράξεις με τον ενιαίο αυτό χώρο έρευνας και καινοτομίας. Όχι όμως με την απλή εφαρμογή προγραμμάτων στα οποία η εμπειρία έχει δείξει ότι ο ιδιωτικός τομέας συμμετέχει διότι δύναται να έχει άμεσο όφελος αλλά με την εφαρμογή σειράς εργαλείων (π.χ. φορολογικών ελαφρύνσεων, συμμετοχή του δημόσιου τομέα στην εργοδοσία νέων από τον ιδιωτικό, κλπ.) που θα δώσουν πραγματικά κίνητρα για συμπράξεις του ιδιωτικού τομέα με τον ενιαίο χώρο έρευνας και καινοτομίας.
7. (σελ. 13) Είναι προτιμότερο στο κείμενο να υπάρχει η λέξη “διαφάνεια” αντί της “λογοδοσίας” και αυτό αφορά στο σύνολο του κειμένου.
8. (σελ. 19) Προτεραιότητα στη σειρά του καταλόγου των κριτηρίων θα πρέπει να έχουν οι εισροές και όχι οι δημοσιεύσεις. Οι δημοσιεύσεις είναι προφανέστατα στοιχείο αριστείας και θα πρέπει να κατέχει περίβλεπτο θέση μεταξύ των κριτηρίων αλλά όχι το πρωταρχικό. Αριστεία χωρίς εισορές δεν μπορεί να αφορά ένα τέτοιο χώρο στο μέλλον. Με άλλα λόγια οι φορείς της ΕΤΑ θα πρέπει να έχουν και ιδίους τρόπους ώστε να συντηρούνται, να ευδοκιμούν αλλά και να εξελίσσονται, πέρα των κρατικών επιχορηγήσεων. Επιπλέον, ο όρος “δημοσιεύσεις” θα πρέπει να εμφανίζεται ως “δημοσιεύσεις σε διεθνή περιοδικά με κριτές” (articles in peer-reviewed journals) αν θέλουμε να έχει βαρύτητα αλλά και αποτέλεσμα στις αξιολογήσεις και στην αριστεία του χώρου, φυσικά. Τα σημεία 3 και 10 είναι ταυτόσημα. Τέλος οι θέσεις απασχόλισης θα πρέπει να βρίσκονται πολύ μπροστά στον κατάλογο, αμέσως μετά τις εισροές, κατά προτεραιότητα. Η καταπολέμηση της ανεργίας είναι πλέον Εθνική προτεραιότητα σε όλους τους τομείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
9. Τέλος, στο τελευταίο Κεφάλαιο λείπουν απτά κριτήρια αξιολόγισης για όλες τις βαθμίδες. Η ένταξη σε βαθμίδες θα πρέπει να συνοδεύεται τόσο από ποιοτικά όσο και από ποσοτικά κριτήρια, κοινά ή ισοδύναμα για όλο τον ενιαίο χώρο έρευνας και καινοτομίας και όχι διαφορετικής φύσης σε ΑΕΙ από ΤΕΙ. Αν δεν είναι δυνατό για το Νομοθέτη να το πράξει τώρα θα πρέπει να ορίσει διαδικασία μέσα από την οποία η Ελληνική ερευνητική κοινότητα θα εισηγηθεί τέτοια, συνεχώς βελτιούμενα και αναπροσαρμοζόμενα, κριτήρια σε συνέργεια με αντίστοιχες της αλλοδαπής, με στόχο τα κριτήρια να αφορούν στην αριστεία τόσο των φορέων όσο και των στελεχών σε παγκόσμια και όχι απλά σε Εθνική κλίμακα. Επίσης, η προσέγγιση αυτή εγγυάται πλήρη διαφάνεια στις αξιολογήσεις και αποτελεσματική λειτουργία των μηχανισμών αξιολόγησης στο διηνεκές. Τέλος, τα κριτήρια για τους Προέδρους και Γενικούς Διευθυντές είναι πολύ γενικά.
1. Η συνένωση της ισχύος για την έρευνα και καινοτομία που εδράζει τόσο στα ΑΕΙ όσο και στα ΕΚ είναι μια πρωτοποριακή ιδέα. Το νομικό πλαίσιο καθώς και η υποστήριξή της μέσα από μια διϋπουργική έχουν να προσφέρουν τα μέγιστα στο συντονισμό της Εθνικής αυτής προσπάθειας. Σ' ένα ευμετάβλητο οικονομικό αλλά και πολιτικό περιβάλλον μια τέτοια επιτροπή δύναται να εξασφαλίζει την άντληση πόρων από το έμψυχο αλλά και άψυχο δυναμικό της χώρας ώστε να εξυπηρετούνται οι Εθνικές πολιτικές και προτεραιότητες, ειδικά όταν πρόκειται για θέματα που άπτονται της Εθνικής οικονομίας και της αναπτυξιακής πορείας της χώρας. Από την επιτροπή όμως αυτή απουσιάζει το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας το οποίο διατηρεί αρκετές ομάδες με καθαρό προσανατολισμό στην Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη (ΕΤΑ). 2. Στην προσπάθεια της ανάπτυξης του νομοθετήματος αυτού δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι τα ΑΕΙ και τα ΕΚ είναι δύο χώροι με τελείως διαφορετικές προτεραιότητες. Στα ΑΕΙ η προτεραιότητα βαρύνει προς τη διαδικασία της παροχής γνώσης και εκπαίδευσης του μελλοντικού επιστημονικού δυναμικού της χώρας με δεδομένο ότι μέρος από τη γνώση αυτή θα πρέπει να παράγεται μέσα στα ΑΕΙ. Τα ΕΚ που επιβλέπονται από τη ΓΓΕΤ έχουν δημιουργηθεί με κύριο σκοπό την ΕΤΑ κυρίως μέσα από τη διεκδίκηση των ανταγωνιστικών Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων αλλά και την εξυπηρέτηση των Εθνικών προτεραιότητων και πολιτικών που έχουν τεθεί από την ίδια τη ΓΓΕΤ. Είναι προφανές, και ταυτόχρονα παρήγορο, ότι στοιχεία αριστείας βρίσκονται σε πολλές από τις ερευνητικές ομάδες που δραστηριοποιούνται και στους δύο χώρους. Επομένως, οι δράσεις του συντονισμού του δυναμικού αυτού θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές αυτές προτεραιότητες, κυρίως όταν πρόκειται για τη χάραξη των Εθνικών πολιτικών και την εξυπηρέτηση των υποχρέσεων της χώρας προς τις Ευρωπαϊκές αλλά και διεθνείς συνθήκες, συμβάσεις και πολιτικές. 3. Στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να προβλεφθούν εκείνες οι δομές οι οποίες δύνανται να υποστηρίξουν τα παραπάνω. Για παράδειγμα δεν μπορεί μια απλή καταλογογράφηση να εξυπηρετεί το στόχο για ενοποιημένο Χώρο Έρευνας και Καινοτομίας αν δεν υπάρχει Εθνική Υποδομή με τα στοιχεία του παραγόμενου έργου από το ερευνητικό (και προφανώς και διδακτικό) προσωπικό της χώρας, διαθέσιμα σε σχεδόν πραγματικό χρόνο. Αυτό απλά σημαίνει τη δημιουργία δικτυακής πύλης (portal) την οποία όλοι οι επιστήμονες (ανεξαρτήτως βαθμού ή σχέσης εργασίας, και με έδρα τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό) υποχρεούνται να ενημερώνουν ανά τακτά (ετήσια;) διαστήματα με τα στοιχεία απόδοσής τους σε όλα τα επίπεδα, από το καθαρά διοικητικό μέχρι το επιστημονικό και ερευνητικό. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να ενημερώνουν αντίστοιχη βάση δεδομένων ώστε να είναι δυνατή η αυτόματη άντλησή τους σε κάθε περίπτωση αξιολόγησης, κρίσης, ή οποιασδήποτε άλλης ενέργειας από οποιονδήποτε (από τον(την) Υπουργό μέχρι τον απλό πολίτη). Αυτό θα συνέβαλλε αποφασιστικά στον ενιαίο τρόπο αξιολόγησης του παραγόμενου έργου αλλά και στη διαφάνεια του χώρου. Επίσης, θα συνέβαλλε στην διασύνεδεση των επιστημών και των κλάδων τους (π.χ. θετικές και κοινωνικές επιστήμες). 4. Η ίδια Υποδομή θα πρέπει να υποστηρίζει και το διοικητικό έργο στα ΕΚ και τα ΑΕΙ από το πιο απλό υπηρεσιακό σημείωμα μέχρι τις αποφάσεις των πλέον υψηλόβαθμων διοικητικών δομών. Είναι απαράδεκτο να γίνεται λόγος για την κοινωνία της πληροφορίας στη χώρα και να δύναται ο πολίτης να καταθέτει ηλεκτρονικά τη φορολογική του δήλωση ενώ ο ερευνητής να μη δύναται να στείλει ούτε ένα απλό σημείωμα στη διοίκησή της Υπηρεσίας του. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις να πρέπει να καταθέτει σε χαρτί μια δέσμη από αιτήματα και δικαιολογητικά, τα οποία πρέπει προηγουμένως να υπογραφούν από τους αρμόδιους, για περιπτώσεις όπως για ένα απλό ταξίδι, στα πλαίσια ενός προγράμματος. Τέλος, είναι απαράδεκτο ο ερευνητής ή το μέλος ΔΕΠ να αφιερώνει τόσο χρόνο για την περαίωση αυτών των απλών και πολλαπλών καθημερινών υποθέσεων. Είναι ανήκουστο στην εποχή της διαφάνειας να μην υφίσταται το ηλεκτρονικό πρωτόκολλο στις Υπηρεσίας των ΕΚ και ΑΕΙ. 5. (σελ. 11) Είναι βασικό να προβλέψει ο Nομοθέτης τη συμμετοχή διεθνώς ανεγνωρισμένων επιστημόνων της αλλοδαπής στο μεγαλύτερο ποσοστό των επιτροπών αξιολογήσεων των ΑΕΙ και ΕΚ αλλά και σ' εκείνες των αξιολογήσεων των στελεχών τους ώστε να θεμελιωθούν αξιώτερα κριτήρια αριστείας στις κρίσεις αυτές αλλά και διαφάνεια. Η συμμετοχή τους δεν θα πρέπει να απαιτεί τη φυσική τους παρουσία αλλά την ενεργή τους παρουσία μέσα από τηλεφωνικές ή Video διασκέψεις. Το μέτρο αυτό είναι απαραίτητο για χώρες-μέλη στις οποίες ο όγκος του επιστημονικού δυναμικού είναι μικρός σε κάθε επιστημονικό κλάδο και επομένως όλοι γνωρίζουν τους πάντες στο χώρο. Η προβολή της εικόνας αυτής διαφαίνεται μάλλον να βαίνει δυσμενέστερη με βάση τον κανόνα του 1/10 (ή όποιον άλλο) στις νέες προσλήψεις στο δημόσιο τομέα. Επιπλέον, αποδεικνύεται βάναυσο για την Εθνική οικονομία να ξοδεύονται τόσα ποσά για τις μετακινήσεις των αξιολογητών, όταν τα ποσά αυτά μπορούν να εξοικονομηθούν και να δοθούν στην πραγματική κατεύθυνση της ΕΤΑ και όχι για την περαίωση διοικητικού έργου. 6. (σελ. 12) Εδώ ο Νομοθέτης φαίνεται να λησμονεί ότι η βασική προτεραιότητα των ΕΚ είναι η προσέλκυση πόρων από πολλαπλές πηγές (Ευρωπαϊκά και Εθνικά προγράμματα, παροχή υπηρεσιών, μελέτες, κλπ.) τόσο για τη στήριξη των δραστηριοτήτων τους αλλά όσο πλέον και για την ίδια την επιβίωσή τους. Ο ίδιος Νομοθέτης φαίνεται να λησμονεί ότι η κρατική επιχορήγηση των ΕΚ και ΑΕΙ με τα βίας φτάνει να καλύψει μισθούς τακτικού προσωπικού και εργαζομένων με καθεστώς αορίστου χρόνου, τα οποία μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις αργοπορούν με αποτέλεσμα να διαπιστώνονται περιοδικά “στάσεις πληρωμών”, σε ορισμένα από αυτά. Τα λειτουργικά έξοδα τπυ συνόλου των ΕΚ καλύπτονται από πόρους που τα ίδια προσελκύουν μέσα από τις δραστηριότητες του ερευνητικού τους προσωπικού. Κατά συνέπεια, η διάδοση και εφαρμογή των αποτελεσμάτων είναι μια άκρως επιθυμητή προσέγγιση όταν όμως η λειτουργία των ΕΚ και ΑΕΙ έχει εξασφαλιστεί ως βιώσιμη. Επιπλέον, οφείλει ο Νομοθέτης να εξασφαλίσει τον τρόπο με τον οποίο η βιομηχανία και οι αγορά θα ενσωματώσουν τις νέες και καινοτομικές υπηρεσίες και αγαθά μέσα από την κοινή δραστηριοποίησή τους με συμπράξεις με τον ενιαίο αυτό χώρο έρευνας και καινοτομίας. Όχι όμως με την απλή εφαρμογή προγραμμάτων στα οποία η εμπειρία έχει δείξει ότι ο ιδιωτικός τομέας συμμετέχει διότι δύναται να έχει άμεσο όφελος αλλά με την εφαρμογή σειράς εργαλείων (π.χ. φορολογικών ελαφρύνσεων, συμμετοχή του δημόσιου τομέα στην εργοδοσία νέων από τον ιδιωτικό, κλπ.) που θα δώσουν πραγματικά κίνητρα για συμπράξεις του ιδιωτικού τομέα με τον ενιαίο χώρο έρευνας και καινοτομίας. 7. (σελ. 13) Είναι προτιμότερο στο κείμενο να υπάρχει η λέξη “διαφάνεια” αντί της “λογοδοσίας” και αυτό αφορά στο σύνολο του κειμένου. 8. (σελ. 19) Προτεραιότητα στη σειρά του καταλόγου των κριτηρίων θα πρέπει να έχουν οι εισροές και όχι οι δημοσιεύσεις. Οι δημοσιεύσεις είναι προφανέστατα στοιχείο αριστείας και θα πρέπει να κατέχει περίβλεπτο θέση μεταξύ των κριτηρίων αλλά όχι το πρωταρχικό. Αριστεία χωρίς εισορές δεν μπορεί να αφορά ένα τέτοιο χώρο στο μέλλον. Με άλλα λόγια οι φορείς της ΕΤΑ θα πρέπει να έχουν και ιδίους τρόπους ώστε να συντηρούνται, να ευδοκιμούν αλλά και να εξελίσσονται, πέρα των κρατικών επιχορηγήσεων. Επιπλέον, ο όρος “δημοσιεύσεις” θα πρέπει να εμφανίζεται ως “δημοσιεύσεις σε διεθνή περιοδικά με κριτές” (articles in peer-reviewed journals) αν θέλουμε να έχει βαρύτητα αλλά και αποτέλεσμα στις αξιολογήσεις και στην αριστεία του χώρου, φυσικά. Τα σημεία 3 και 10 είναι ταυτόσημα. Τέλος οι θέσεις απασχόλισης θα πρέπει να βρίσκονται πολύ μπροστά στον κατάλογο, αμέσως μετά τις εισροές, κατά προτεραιότητα. Η καταπολέμηση της ανεργίας είναι πλέον Εθνική προτεραιότητα σε όλους τους τομείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. 9. Τέλος, στο τελευταίο Κεφάλαιο λείπουν απτά κριτήρια αξιολόγισης για όλες τις βαθμίδες. Η ένταξη σε βαθμίδες θα πρέπει να συνοδεύεται τόσο από ποιοτικά όσο και από ποσοτικά κριτήρια, κοινά ή ισοδύναμα για όλο τον ενιαίο χώρο έρευνας και καινοτομίας και όχι διαφορετικής φύσης σε ΑΕΙ από ΤΕΙ. Αν δεν είναι δυνατό για το Νομοθέτη να το πράξει τώρα θα πρέπει να ορίσει διαδικασία μέσα από την οποία η Ελληνική ερευνητική κοινότητα θα εισηγηθεί τέτοια, συνεχώς βελτιούμενα και αναπροσαρμοζόμενα, κριτήρια σε συνέργεια με αντίστοιχες της αλλοδαπής, με στόχο τα κριτήρια να αφορούν στην αριστεία τόσο των φορέων όσο και των στελεχών σε παγκόσμια και όχι απλά σε Εθνική κλίμακα. Επίσης, η προσέγγιση αυτή εγγυάται πλήρη διαφάνεια στις αξιολογήσεις και αποτελεσματική λειτουργία των μηχανισμών αξιολόγησης στο διηνεκές. Τέλος, τα κριτήρια για τους Προέδρους και Γενικούς Διευθυντές είναι πολύ γενικά.