Έχουμε επισημάνει στο πλαίσιο της Διαβούλευσης για την «Αναδιάρθρωση του Ερευνητικού Ιστού» ότι ήδη η Α΄Φάση της αναδιάθρωσης αυτής συνεπάγεται μια νέα υποβάθμιση της κοινωνικής έρευνας – μέσω της μετατροπής του ΕΚΚΕ σε Ινστιτούτο και τον εξοβελισμό των κοινωνικών επιστημών από τους ερευνητικούς θεσμούς.
Με αφορμή την ανάρτηση νέου υλικού («Σχέδιο Νόμου») στη παρούσα Διαβούλευση, που έχει αυτή τη φορά την τυπική μορφή νόμου, επανερχόμαστε για να επισημάνουμε συμπληρωματικά τα εξής:
1. Η Διαβούλευση επί σχεδίων νόμου αποσπασματικών και μη ολοκληρωμένων πλήττει το διάλογο με την ερευνητική κοινότητα
• Το νέο υλικό – «Σχέδιο Νόμου» είναι πανομοιότυπο με αυτό που διέρρευσε το Νοέμβριο του 2011 (εκδοχή 16/11/2011). Γεννιέται το ερώτημα γιατί το Υπουργείο επέλεξε να αναρτήσει στη Διαβούλευση (ημερομηνία ανάρτησης 05 Ιανουαρίου 2012) αντί του Σχεδίου Νόμου – το οποίο ήταν ήδη έτοιμο από τις 5 Ιανουαρίου 2012 (όπως προκύπτει από τον τίτλο του αρχείου) – ένα κείμενο συγγενές, μη ολοκληρωμένο και το οποίο δεν έχει τη μορφή νόμου.
• Οι επαναλαμβανόμενες ασάφειες και αναντιστοιχίες αρχικών ορισμών και προβλεπομένων διατάξεων δίνουν την εντύπωση ότι δεν έχει αποτυπωθεί η όλη σύλληψη στο «σχέδιο Νόμου», ούτε και έχει ολοκληρωθεί νομοτεχνικά η προετοιμασία του.
2. Το πεδίο εφαρμογής του «Σχεδίου Νόμου» ως προς τα «Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα που εποπτεύονται από την ΓΓΕΤ ...» είναι ασαφές.
• Το άρθρο 3 προβλέπει ότι « ... οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και στα Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα τα οποία εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ».
Το «Σχέδιο Νόμου» δεν κατονομάζει τα Κέντρα και Ινστιτούτα που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ. Επομένως η εφαρμογή του μελλοντικού νόμου θα γίνει επί ενός ασαφούς ερευνητικού τοπίου.
3. Υποδηλώνεται η μελλοντική νομική μορφή των Ερευνητικών Κέντρων
• στο άρθρο 1 ως Ερευνητικό Κέντρο ορίζεται «δημόσιο νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ...».
• στο άρθρο 19, παρ. 1, εδάφιο 1, επαναλαμβάνεται ότι τα Ερευνητικά Κέντρα είναι «δημόσια νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ...».
• στο άρθρο 27, παρ. 6 «τα ερευνητικά κέντρα ως ΝΠΙΔ»,
Ενώ δεν δηλώνεται με σαφήνεια η νομική μορφή έχουν τα Ερευνητικά Κέντρα της χώρας και κατ΄επέκταση ποια νομικά πρόσωπα μπορούν να θεωρηθούν Ερευνητικά Κέντρα της χώρας, ωστόσο η νομική αυτή μορφή υποδηλώνεται όταν γίνεται λόγος για τους πόρους των ερευνητικών κέντρων.
4. Δεν δηλώνεται με σαφήνεια ποια είναι τα Ερευνητικά Κέντρα που τελούν υπό κρατική εποπτεία.
• Στον ορισμό του Ερευνητικού Κέντρου του άρθρου 1 δεν γίνεται διάκριση μεταξύ Ερευνητικών Κέντρων που τελούν υπό «κρατική εποπτεία» και άλλων που δεν τελούν υπό τέτοια εποπτεία, ούτε αποσαφηνίζεται τι είναι η «κρατική εποπτεία».
• Το άρθρο 19 αναφέρεται στα Ερευνητικά Κέντρα που τελούν υπό «κρατική εποπτεία» χωρίς να ορίζει ποια είναι αυτά.
• Το «Σχέδιο Νόμου» σιωπά σε ό,τι αφορά τα εθνικά ερευνητικά κέντρα που έχουν σήμερα τη νομική μορφή του ΝΠΔΔ.
Το «Σχέδιο νόμου» εξουσιοδοτεί ένα νέο νόμο που θα απαντήσει στο ερώτημα ποια είναι τα Ερευνητικά Κέντρα που τελούν υπό «κρατική εποπτεία», αφήνοντας έτσι μετέωρα τα υφιστάμενα Ερευνητικά Κέντρα ως προς την ίδια τους την ύπαρξη αλλά και τη μελλοντική τους νομική μορφή (ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ).
5. Η υποκρυπτόμενη κατάργηση του ΕΚΚΕ γίνεται μέσω της μετατροπής του σε ένα και μόνον Ινστιτούτο, το επονομαζόμενο Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών.
• Το άρθρο 19, παρ. 3 του «Σχεδίου Νόμου» (νέο υλικό) στο δεύτερο εδάφιο αναφέρει με σαφήνεια ότι « τα Κέντρα απαρτίζονται από Ερευνητικά Ινστιτούτα με αντικείμενο την παραγωγή γνώσης και την ανάπτυξη εφαρμογών».
• Το άρθρο 25, παρ. 1 αναφέρει ότι «τα Ερευνητικά Κέντρα διαθρώνονται σε ινστιτούτα» και αυτά «αποτελούν μονάδες των Ερευνητικών Κέντρων».
Είναι φανερό ότι ένα Ινστιτούτο δεν συνιστά Κέντρο. Μέσω της προτεινόμενης συγχώνευσης των τριών ενεργών Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ υποκρύπτεται η κατάργηση του ΕΚΚΕ. Διότι δεν είναι κατανοητό ποιο το νόημα της σύστασης - ίδρυσης, με βάση τη διαδικασία της παρ. 1 του άρθρου 19, Ερευνητικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών με ένα μόνον Ινστιτούτο.
6. Δεν είναι σαφές τι νομική μορφή θα έχει το προτεινόμενο νέο Ινστιτούτο: θα αποτελέσει ένα νέο ΝΠΔΔ ή θα συσταθεί ως ΝΠΙΔ
• Το «Σχέδιο Νόμου» σιωπά ως προς τα είδη των Ινστιτούτων και το νομικό τους καθεστώς.
Στην περίπτωση κατά την οποία το νέο Ινστιτούτο θα συσταθεί ως ΝΠΙΔ οδηγούμαστε σε μία πολιτική επιλογή που οδηγεί στη μετατροπή της κοινωνικής έρευνας από δημόσιο αγαθό σε προϊόν που υπόκειται στους νόμους της αγοράς.
7. Η νομική διαδικασία κατάργησης του ΕΚΚΕ είναι άγνωστον αν σχετίζεται με την μελλοντική εφαρμογή του παρόντος «Σχεδίου Νόμου» σε περίπτωσαη που αυτό αποτελούσε την τελική μορφή ενός νόμου.
• Το άρθρο 19, παρ. 4 αναφέρει ότι «είναι δυνατόν να ενοποιούνται, χωρίζονται, μεταφέρονται (ολικά ή μερικά), μετατρέπονται και να καταργούνται Ερευνητικά Κέντρα και ινστιτούτα και να ρυθμίζονται οι μεταξύ τους σχέσεις»
Δεν είναι φανερό αν η υποκρυπτόμενη κατάργηση του ΕΚΚΕ σχεδιάζεται να γίνει με βάση την παρ. 4 του άρθρου 19 του ιδίου σχεδίου νόμου ή με συνοπτικές διαδικασίες που εκφεύγουν του ελέγχου της Βουλής όπως με Προεδρικά Διάταγματα, ή ακόμα και με Υπουργικές Αποφάσεις. Ένα τόσο σοβαρό θέμα της έρευνας - όπως είναι η κατάργηση του μοναδικού ερευνητικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών της χώρας - δεν είναι νοητό να μην υποβάλλεται σε δημόσια συζήτηση στη Βουλή. Οποιεσδήποτε άλλες επιλογές κινδυνεύουν να καταλύσουν τα υπάρχοντα θεσμικά αντίβαρα (διαδικασία ψήφισης Νόμου και συζήτηση στη Βουλή) και εν τέλει να στηρίζονται αποκλειστικώς στις αντιλήψεις της κας Υπουργού.
8. Η τύχη του «αυθύπαρκτου» νέου Ινστιτούτου εναπόκειται στην μελλοντική βούληση ενός άγνωστου νομοθέτη.
• Το άρθρο 19, παρ. 4 αναφέρει ότι «είναι δυνατόν να ενοποιούνται, χωρίζονται, μεταφέρονται (ολικά ή μερικά), μετατρέπονται και να καταργούνται Ερευνητικά Κέντρα και ινστιτούτα και να ρυθμίζονται οι μεταξύ τους σχέσεις»
Με τα προτεινόμενα δεν προκύπτει αν το νέο Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών - προιόν της ενοποίησης σύμφωνα με το παρόν «Σχέδιο Νόμου» ή αποτέλεσμα της συγχώνευσης σύμφωνα με την πρόταση «Αναδιάρθρωσης του Ερευνητικου Ιστού» - θα παραμείνει «αυθύπαρκτο Ινστιτούτο» ή αν θα μεταφερθεί κάπου αλλού, άγνωστον πότε, που και πως.
9. Η τύχη του «αυθύπαρκτου» νέου Ινστιτούτου είναι άρρηκτα δεμένη με τη διαμόρφωση του ΕΣΠΕΚ
• Στο άρθρο 41, παρ. 4Α, στο ΕΣΠΕΚ, «καθορίζονται .... οι στρατηγικοί στόχοι και προτεραιότητες πολιτικής για την έρευνα, ... , οι οποίοι προσανατολίζονται σε συγκεκριμένους τομείς προτεραιότητας η/και σε οριζόντιους άξονες της ΕΤΑΚ..»
Λόγω του ότι είναι άγνωστη η θέση που θα δοθεί στην κοινωνική έρευνα και στις κοινωνικές επιστήμες εντός του ΕΣΠΕΚ ουσιαστικά το προτεινόμενο Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών παραμένει και πάλι μετέωρο ως προς τις ερευνητικές του προοπτικές.
10. Η απώλεια του κρίσιμου στελεχιακού δυναμικού του Κέντρου μέσω της κατάργησης της μονιμότητας των ερευνητών Α΄και Β΄ βαθμίδας.
• στο άρθρο 31 παρ. 4 του Σχεδίου Νόμου αναφέρεται ότι «οι ερευνητές Α΄και Β΄ Βαθμίδας προσλαμβάνονται με καθεστώς ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου»
• στο άρθρο 31 παρ. 9 αναφέρεται ότι «ενθαρρύνεται η παροχή οικονομικών κινήτρων για το προσωπικό των ερευνητικών κέντρων με στόχο την προσέλκυση των εξωτερικών χρηματοδοτήσεων».
Όσα προτείνονται:
α) πλήττουν το εργασιακό καθεστώς των ερευνητών, εφόσον το μετατρέπουν σε καθεστώς επισφάλειας και ανασφάλειας, εξαρτώμενο από τις σχέσεις τους με τις εκάστοτε διοικήσεις των Κέντρων.
β) εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για την ανεξάρτητη και ελεύθερη έκφραση των ερευνητών σε θέματα της ερευνητικής τους εργασίας, όταν αυτοί, ως συμβασιούχοι πλέον, θα τελούν υπό εξάρτηση από τις εκάστοτε διοικήσεις των Κέντρων και τις σχέσεις αυτών με τους εκάστοτε χρηματοδότες.
γ) συνεπάγονται την απώλεια ενός πυρήνα έμπειρων ερευνητών Α΄και Β΄ Βαθμίδας που αποτελούν το μόνιμο στελεχιακό ερευνητικό δυναμικό του Κέντρου
γύρω από το οποίο συναρθρώνονται ερευνητικές ομάδες και πρωτοβουλίες, ενός δυναμικού που:
διαπνέεται από τις αρχές υπεράσπισης της έρευνας ως αγαθού στην υπηρεσία τη κοινωνίας (δημόσιο αγαθό) και όχι των ιδιωτικών συμφερόντων,
κατέχει ερευνητική εμπειρία και τεχνογνωσία, μέρος μιας μακράς ερευνητικής παράδοσης, που είναι αναγκαίο να μεταβιβαστεί στους νέους ερευνητές (κοινωνικο- ποίηση και εκπαίδευση νέων ερευνητών)
έχει ασχοληθεί συστηματικά, σοβαρά και συνεχόμενα με συγκεκριμένα ερευνητικά αντικείμενα έτσι ώστε να έχει αποκτήσει τις προϋποθέσεις για να διεκδικήσει Αριστεία στα αντικείμενα αυτά.
δ) μετατρέπουν τους ερευνητές σε κυνηγούς «οικονομικών θησαυρών», δηλαδή χρηματοδοτήσεων προς επιβίωση των ερευνητικών κέντρων, πράγμα που αποβαίνει σε βάρος της ίδιας της ερευνητικής εργασίας, εργασίας που απαιτεί αφοσίωση και σημαντικό χρόνο για εμβάθυνση – βασικές προϋποθέσεις για οποιαδήποτε καινοτόμο προσέγγιση.
ε) υποτάσσουν τις ερευνητικές προτεραιότητες στους νόμους της αγοράς, δηλαδή στη ζήτηση που διαμορφώνεται από τους εκάστοτε χρηματοδότες, σε βάρος της βασικής έρευνας που είναι και ο κορμός επί του οποίου μπορεί να στηριχθεί η προσανατολισμένη έρευνα.
11. Η απώλεια ενός σημαντικού μέρους του επιστημονικού προσωπικού του Κέντρου μέσω της κατάργησης της κατηγορίας των ΕΛΕ.
Το Σχέδιο Νόμου στο Κεφάλαιο Η΄ περί Προσωπικού σιωπά.
Εν κατακλείδι θέλουμε να επισημάνουμε ότι:
• το μεν προτεινόμενο «Σχέδιο Νόμου» δεν είναι από καμμία άποψη ώριμο να ακολουθήσει τη διαδικασία υποβολής του προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή,
• η δε σιωπή του ως προς την προστασία των Εθνικών Ερευνητικών Κέντρων που είναι ΝΠΔΔ δεν προοιωνίζει θετικές εξελίξεις για το χώρο της έρευνας.
• Σε ότι αφορά τη κοινωνική έρευνα αυτή πλήττεται άμεσα από το σχεδιαζόμενο, «ελεγχόμενο μετασχηματισμό» ο οποίος και συνεπάγεται την κατάργηση του ΕΚΚΕ μέσω της μετατροπής του σε ένα Ινστιτούτο.
• Οι εξελίξεις για την κοινωνική έρευνα και κατ΄επέκταση για τη κοινωνία προμηνύονται ιδιαίτερα αρνητικές σε μια στιγμή που η ελληνική κοινωνία μαστίζεται από σοβαρότατη κρίση.
Το Δ.Σ. του Συλλόγου Προσωπικού ΕΚΚΕ
Έχουμε επισημάνει στο πλαίσιο της Διαβούλευσης για την «Αναδιάρθρωση του Ερευνητικού Ιστού» ότι ήδη η Α΄Φάση της αναδιάθρωσης αυτής συνεπάγεται μια νέα υποβάθμιση της κοινωνικής έρευνας – μέσω της μετατροπής του ΕΚΚΕ σε Ινστιτούτο και τον εξοβελισμό των κοινωνικών επιστημών από τους ερευνητικούς θεσμούς. Με αφορμή την ανάρτηση νέου υλικού («Σχέδιο Νόμου») στη παρούσα Διαβούλευση, που έχει αυτή τη φορά την τυπική μορφή νόμου, επανερχόμαστε για να επισημάνουμε συμπληρωματικά τα εξής: 1. Η Διαβούλευση επί σχεδίων νόμου αποσπασματικών και μη ολοκληρωμένων πλήττει το διάλογο με την ερευνητική κοινότητα • Το νέο υλικό – «Σχέδιο Νόμου» είναι πανομοιότυπο με αυτό που διέρρευσε το Νοέμβριο του 2011 (εκδοχή 16/11/2011). Γεννιέται το ερώτημα γιατί το Υπουργείο επέλεξε να αναρτήσει στη Διαβούλευση (ημερομηνία ανάρτησης 05 Ιανουαρίου 2012) αντί του Σχεδίου Νόμου – το οποίο ήταν ήδη έτοιμο από τις 5 Ιανουαρίου 2012 (όπως προκύπτει από τον τίτλο του αρχείου) – ένα κείμενο συγγενές, μη ολοκληρωμένο και το οποίο δεν έχει τη μορφή νόμου. • Οι επαναλαμβανόμενες ασάφειες και αναντιστοιχίες αρχικών ορισμών και προβλεπομένων διατάξεων δίνουν την εντύπωση ότι δεν έχει αποτυπωθεί η όλη σύλληψη στο «σχέδιο Νόμου», ούτε και έχει ολοκληρωθεί νομοτεχνικά η προετοιμασία του. 2. Το πεδίο εφαρμογής του «Σχεδίου Νόμου» ως προς τα «Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα που εποπτεύονται από την ΓΓΕΤ ...» είναι ασαφές. • Το άρθρο 3 προβλέπει ότι « ... οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και στα Ερευνητικά Κέντρα και Ινστιτούτα τα οποία εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ». Το «Σχέδιο Νόμου» δεν κατονομάζει τα Κέντρα και Ινστιτούτα που εποπτεύονται από τη ΓΓΕΤ. Επομένως η εφαρμογή του μελλοντικού νόμου θα γίνει επί ενός ασαφούς ερευνητικού τοπίου. 3. Υποδηλώνεται η μελλοντική νομική μορφή των Ερευνητικών Κέντρων • στο άρθρο 1 ως Ερευνητικό Κέντρο ορίζεται «δημόσιο νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ...». • στο άρθρο 19, παρ. 1, εδάφιο 1, επαναλαμβάνεται ότι τα Ερευνητικά Κέντρα είναι «δημόσια νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ...». • στο άρθρο 27, παρ. 6 «τα ερευνητικά κέντρα ως ΝΠΙΔ», Ενώ δεν δηλώνεται με σαφήνεια η νομική μορφή έχουν τα Ερευνητικά Κέντρα της χώρας και κατ΄επέκταση ποια νομικά πρόσωπα μπορούν να θεωρηθούν Ερευνητικά Κέντρα της χώρας, ωστόσο η νομική αυτή μορφή υποδηλώνεται όταν γίνεται λόγος για τους πόρους των ερευνητικών κέντρων. 4. Δεν δηλώνεται με σαφήνεια ποια είναι τα Ερευνητικά Κέντρα που τελούν υπό κρατική εποπτεία. • Στον ορισμό του Ερευνητικού Κέντρου του άρθρου 1 δεν γίνεται διάκριση μεταξύ Ερευνητικών Κέντρων που τελούν υπό «κρατική εποπτεία» και άλλων που δεν τελούν υπό τέτοια εποπτεία, ούτε αποσαφηνίζεται τι είναι η «κρατική εποπτεία». • Το άρθρο 19 αναφέρεται στα Ερευνητικά Κέντρα που τελούν υπό «κρατική εποπτεία» χωρίς να ορίζει ποια είναι αυτά. • Το «Σχέδιο Νόμου» σιωπά σε ό,τι αφορά τα εθνικά ερευνητικά κέντρα που έχουν σήμερα τη νομική μορφή του ΝΠΔΔ. Το «Σχέδιο νόμου» εξουσιοδοτεί ένα νέο νόμο που θα απαντήσει στο ερώτημα ποια είναι τα Ερευνητικά Κέντρα που τελούν υπό «κρατική εποπτεία», αφήνοντας έτσι μετέωρα τα υφιστάμενα Ερευνητικά Κέντρα ως προς την ίδια τους την ύπαρξη αλλά και τη μελλοντική τους νομική μορφή (ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ). 5. Η υποκρυπτόμενη κατάργηση του ΕΚΚΕ γίνεται μέσω της μετατροπής του σε ένα και μόνον Ινστιτούτο, το επονομαζόμενο Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών. • Το άρθρο 19, παρ. 3 του «Σχεδίου Νόμου» (νέο υλικό) στο δεύτερο εδάφιο αναφέρει με σαφήνεια ότι « τα Κέντρα απαρτίζονται από Ερευνητικά Ινστιτούτα με αντικείμενο την παραγωγή γνώσης και την ανάπτυξη εφαρμογών». • Το άρθρο 25, παρ. 1 αναφέρει ότι «τα Ερευνητικά Κέντρα διαθρώνονται σε ινστιτούτα» και αυτά «αποτελούν μονάδες των Ερευνητικών Κέντρων». Είναι φανερό ότι ένα Ινστιτούτο δεν συνιστά Κέντρο. Μέσω της προτεινόμενης συγχώνευσης των τριών ενεργών Ινστιτούτων του ΕΚΚΕ υποκρύπτεται η κατάργηση του ΕΚΚΕ. Διότι δεν είναι κατανοητό ποιο το νόημα της σύστασης - ίδρυσης, με βάση τη διαδικασία της παρ. 1 του άρθρου 19, Ερευνητικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών με ένα μόνον Ινστιτούτο. 6. Δεν είναι σαφές τι νομική μορφή θα έχει το προτεινόμενο νέο Ινστιτούτο: θα αποτελέσει ένα νέο ΝΠΔΔ ή θα συσταθεί ως ΝΠΙΔ • Το «Σχέδιο Νόμου» σιωπά ως προς τα είδη των Ινστιτούτων και το νομικό τους καθεστώς. Στην περίπτωση κατά την οποία το νέο Ινστιτούτο θα συσταθεί ως ΝΠΙΔ οδηγούμαστε σε μία πολιτική επιλογή που οδηγεί στη μετατροπή της κοινωνικής έρευνας από δημόσιο αγαθό σε προϊόν που υπόκειται στους νόμους της αγοράς. 7. Η νομική διαδικασία κατάργησης του ΕΚΚΕ είναι άγνωστον αν σχετίζεται με την μελλοντική εφαρμογή του παρόντος «Σχεδίου Νόμου» σε περίπτωσαη που αυτό αποτελούσε την τελική μορφή ενός νόμου. • Το άρθρο 19, παρ. 4 αναφέρει ότι «είναι δυνατόν να ενοποιούνται, χωρίζονται, μεταφέρονται (ολικά ή μερικά), μετατρέπονται και να καταργούνται Ερευνητικά Κέντρα και ινστιτούτα και να ρυθμίζονται οι μεταξύ τους σχέσεις» Δεν είναι φανερό αν η υποκρυπτόμενη κατάργηση του ΕΚΚΕ σχεδιάζεται να γίνει με βάση την παρ. 4 του άρθρου 19 του ιδίου σχεδίου νόμου ή με συνοπτικές διαδικασίες που εκφεύγουν του ελέγχου της Βουλής όπως με Προεδρικά Διάταγματα, ή ακόμα και με Υπουργικές Αποφάσεις. Ένα τόσο σοβαρό θέμα της έρευνας - όπως είναι η κατάργηση του μοναδικού ερευνητικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών της χώρας - δεν είναι νοητό να μην υποβάλλεται σε δημόσια συζήτηση στη Βουλή. Οποιεσδήποτε άλλες επιλογές κινδυνεύουν να καταλύσουν τα υπάρχοντα θεσμικά αντίβαρα (διαδικασία ψήφισης Νόμου και συζήτηση στη Βουλή) και εν τέλει να στηρίζονται αποκλειστικώς στις αντιλήψεις της κας Υπουργού. 8. Η τύχη του «αυθύπαρκτου» νέου Ινστιτούτου εναπόκειται στην μελλοντική βούληση ενός άγνωστου νομοθέτη. • Το άρθρο 19, παρ. 4 αναφέρει ότι «είναι δυνατόν να ενοποιούνται, χωρίζονται, μεταφέρονται (ολικά ή μερικά), μετατρέπονται και να καταργούνται Ερευνητικά Κέντρα και ινστιτούτα και να ρυθμίζονται οι μεταξύ τους σχέσεις» Με τα προτεινόμενα δεν προκύπτει αν το νέο Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών - προιόν της ενοποίησης σύμφωνα με το παρόν «Σχέδιο Νόμου» ή αποτέλεσμα της συγχώνευσης σύμφωνα με την πρόταση «Αναδιάρθρωσης του Ερευνητικου Ιστού» - θα παραμείνει «αυθύπαρκτο Ινστιτούτο» ή αν θα μεταφερθεί κάπου αλλού, άγνωστον πότε, που και πως. 9. Η τύχη του «αυθύπαρκτου» νέου Ινστιτούτου είναι άρρηκτα δεμένη με τη διαμόρφωση του ΕΣΠΕΚ • Στο άρθρο 41, παρ. 4Α, στο ΕΣΠΕΚ, «καθορίζονται .... οι στρατηγικοί στόχοι και προτεραιότητες πολιτικής για την έρευνα, ... , οι οποίοι προσανατολίζονται σε συγκεκριμένους τομείς προτεραιότητας η/και σε οριζόντιους άξονες της ΕΤΑΚ..» Λόγω του ότι είναι άγνωστη η θέση που θα δοθεί στην κοινωνική έρευνα και στις κοινωνικές επιστήμες εντός του ΕΣΠΕΚ ουσιαστικά το προτεινόμενο Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών παραμένει και πάλι μετέωρο ως προς τις ερευνητικές του προοπτικές. 10. Η απώλεια του κρίσιμου στελεχιακού δυναμικού του Κέντρου μέσω της κατάργησης της μονιμότητας των ερευνητών Α΄και Β΄ βαθμίδας. • στο άρθρο 31 παρ. 4 του Σχεδίου Νόμου αναφέρεται ότι «οι ερευνητές Α΄και Β΄ Βαθμίδας προσλαμβάνονται με καθεστώς ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου» • στο άρθρο 31 παρ. 9 αναφέρεται ότι «ενθαρρύνεται η παροχή οικονομικών κινήτρων για το προσωπικό των ερευνητικών κέντρων με στόχο την προσέλκυση των εξωτερικών χρηματοδοτήσεων». Όσα προτείνονται: α) πλήττουν το εργασιακό καθεστώς των ερευνητών, εφόσον το μετατρέπουν σε καθεστώς επισφάλειας και ανασφάλειας, εξαρτώμενο από τις σχέσεις τους με τις εκάστοτε διοικήσεις των Κέντρων. β) εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για την ανεξάρτητη και ελεύθερη έκφραση των ερευνητών σε θέματα της ερευνητικής τους εργασίας, όταν αυτοί, ως συμβασιούχοι πλέον, θα τελούν υπό εξάρτηση από τις εκάστοτε διοικήσεις των Κέντρων και τις σχέσεις αυτών με τους εκάστοτε χρηματοδότες. γ) συνεπάγονται την απώλεια ενός πυρήνα έμπειρων ερευνητών Α΄και Β΄ Βαθμίδας που αποτελούν το μόνιμο στελεχιακό ερευνητικό δυναμικό του Κέντρου γύρω από το οποίο συναρθρώνονται ερευνητικές ομάδες και πρωτοβουλίες, ενός δυναμικού που: διαπνέεται από τις αρχές υπεράσπισης της έρευνας ως αγαθού στην υπηρεσία τη κοινωνίας (δημόσιο αγαθό) και όχι των ιδιωτικών συμφερόντων, κατέχει ερευνητική εμπειρία και τεχνογνωσία, μέρος μιας μακράς ερευνητικής παράδοσης, που είναι αναγκαίο να μεταβιβαστεί στους νέους ερευνητές (κοινωνικο- ποίηση και εκπαίδευση νέων ερευνητών) έχει ασχοληθεί συστηματικά, σοβαρά και συνεχόμενα με συγκεκριμένα ερευνητικά αντικείμενα έτσι ώστε να έχει αποκτήσει τις προϋποθέσεις για να διεκδικήσει Αριστεία στα αντικείμενα αυτά. δ) μετατρέπουν τους ερευνητές σε κυνηγούς «οικονομικών θησαυρών», δηλαδή χρηματοδοτήσεων προς επιβίωση των ερευνητικών κέντρων, πράγμα που αποβαίνει σε βάρος της ίδιας της ερευνητικής εργασίας, εργασίας που απαιτεί αφοσίωση και σημαντικό χρόνο για εμβάθυνση – βασικές προϋποθέσεις για οποιαδήποτε καινοτόμο προσέγγιση. ε) υποτάσσουν τις ερευνητικές προτεραιότητες στους νόμους της αγοράς, δηλαδή στη ζήτηση που διαμορφώνεται από τους εκάστοτε χρηματοδότες, σε βάρος της βασικής έρευνας που είναι και ο κορμός επί του οποίου μπορεί να στηριχθεί η προσανατολισμένη έρευνα. 11. Η απώλεια ενός σημαντικού μέρους του επιστημονικού προσωπικού του Κέντρου μέσω της κατάργησης της κατηγορίας των ΕΛΕ. Το Σχέδιο Νόμου στο Κεφάλαιο Η΄ περί Προσωπικού σιωπά. Εν κατακλείδι θέλουμε να επισημάνουμε ότι: • το μεν προτεινόμενο «Σχέδιο Νόμου» δεν είναι από καμμία άποψη ώριμο να ακολουθήσει τη διαδικασία υποβολής του προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή, • η δε σιωπή του ως προς την προστασία των Εθνικών Ερευνητικών Κέντρων που είναι ΝΠΔΔ δεν προοιωνίζει θετικές εξελίξεις για το χώρο της έρευνας. • Σε ότι αφορά τη κοινωνική έρευνα αυτή πλήττεται άμεσα από το σχεδιαζόμενο, «ελεγχόμενο μετασχηματισμό» ο οποίος και συνεπάγεται την κατάργηση του ΕΚΚΕ μέσω της μετατροπής του σε ένα Ινστιτούτο. • Οι εξελίξεις για την κοινωνική έρευνα και κατ΄επέκταση για τη κοινωνία προμηνύονται ιδιαίτερα αρνητικές σε μια στιγμή που η ελληνική κοινωνία μαστίζεται από σοβαρότατη κρίση. Το Δ.Σ. του Συλλόγου Προσωπικού ΕΚΚΕ