ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ – www.eee-researchers.gr
A. ΟΡΓΑΝΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Γενικές παρατηρήσεις
Η Ένωση Ελλήνων Ερευνητών (ΕΕΕ) έχει κατ’ επανάληψη εκφράσει δημοσίως τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι αυτό που απαιτείται σήμερα για τη βελτίωση του δημόσιου ερευνητικού συστήματος είναι βελτιωτικές ρυθμίσεις του καταστατικού νόμου της έρευνας 1514/1985 με έμφαση στα ακόλουθα:
- Βελτίωση του προτύπου διοίκησης των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων και αναβάθμιση του ρόλου του ερευνητή.
- Διαμόρφωση του ενιαίου χώρου εκπαίδευσης και έρευνας στο τριτοβάθμιο σύστημα.
- Αναδιάρθρωση και συντονισμός του ευρύτερου ερευνητικού ιστού της χώρας.
- Βελτίωση των μεθόδων διαχείρισης κονδυλίων και αλληλεπίδρασης με την ερευνητική δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα.
Το Υπουργείο Παιδείας, ΔΒΜΘ επέλεξε τη μέθοδο της “εκ του μηδενός έναρξης”, λες και το ερευνητικό σύστημα προέκυψε από παρθενογένεση. Αποτέλεσμα αυτής της επιλογής είναι η παρουσίαση (στην παρούσα διαβούλευση) μιας δέσμης ιδεών, οι οποίες αποτελούν ΣΥΜΠΙΛΗΜΑ υφισταμένων διατάξεων νόμων, ενώ τα νέα, κεντρικά στοιχεία που αναδεικνύονται από το υπό διαβούλευση κείμενο είναι:
- Η μετατροπή του δημόσιου ερευνητικού συστήματος σε ιδιωτικές εταιρείες υπό την “εποπτεία” του κράτους.
- Η υποβάθμιση, έως προσβλητική μεταχείριση, του θεσμού του ερευνητή - δημόσιου λειτουργού.
Η Ένωση Ελλήνων Ερευνητών (ΕΕΕ) κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: Στο βαθμό που ο πυρήνας της δέσμης ιδεών του Υπουργείου μετατραπεί σε νόμο θα δημιουργηθούν συνθήκες διάλυσης του δημόσιου ερευνητικού συστήματος, το οποίο με μόχθο οικοδομούμε πάνω από τριάντα χρόνια.
Ειδικές παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις:
1. Η Διυπουργική Επιτροπή
Η Διυπουργική επιτροπή προβλέπεται ήδη στο άρθρο 8 του “εν υπνώσει” ν. 3653/2008, ο οποίος, αν και νόμος του κράτους από το 2008, ουδέποτε ετέθη σε εφαρμογή (και από την κυβέρνηση που τον ψήφισε και από αυτές που ακολούθησαν).
Πρόταση της ΕΕΕ:
Η συνολική εθνική ερευνητική προσπάθεια, στην οποία εμπλέκονται τα δημόσια ερευνητικά εργαστήρια, τα εργαστήρια των μεγάλων επιχειρήσεων, καθώς και αυτά των μικρομεσαίων, θα πρέπει να αποτελεί το αντικείμενο συντονισμού των εμπλεκομένων υπουργείων υπό την αιγίδα μιας τελικής εποπτείας την οποία θα ασκεί στην παρούσα φάση η ΓΓΕΤ και, σύντομα, ένα νέο :
- Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Τεχνολογίας
2. Το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΤΕΚ)
Πρόκειται για θεσμό ο οποίος προβλέπεται ήδη από τον ν. 1514/1985 (άρθρο 4) και το ν. 3653/2008 (άρθρο 10). Ο θεσμός λειτουργεί πλέον των δύο δεκαετιών και αποτελεί μια θετική πρόνοια της νομοθεσίας. Η συγκρότησή του όμως με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης καθιστά τη λειτουργία του ευεπίφορη σε πολιτικές πιέσεις χωρίς να υφίστανται εξισορροπητικοί μηχανισμοί ελέγχου. Τούτο οδήγησε σε ορισμένες περιπτώσεις στην κατάχρηση από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας του συμβουλευτικού ρόλου του ΕΣΕΤ και στην εκμετάλλευση του υψηλού επιστημονικού κύρους των μελών του ΕΣΕΤ, προκειμένου να δικαιολογηθούν αποφάσεις ισχυρής μεν πολιτικής χροιάς, αμφιλεγόμενης δε επιστημονικής βαρύτητας (ιδιαίτερα κατά την περίοδο 2004-2009).
Πρόταση της ΕΕΕ:
Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο ποσοτικά τμήμα της ερευνητικής δραστηριότητας αναλογεί στα ΑΕΙ (αριθμός καθηγητών ΑΕΙ 15000, αριθμός Ερευνητών 600) και προκειμένου να διαμορφωθεί ο ενιαίος χώρος εκπαίδευσης και έρευνας, προτείνουμε τη δημιουργία ενός «Εθνικού Συμβουλίου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας», ως ανεξάρτητου συμβουλευτικού οργάνου της πολιτείας. Για την επιλογή των μελών του Συμβουλίου αυτού θα μπορούσαν να εφαρμοστούν οι ρυθμίσεις του άρθρου 13 του ν. 3653/2008. Θα πρέπει να υπάρχει πρόνοια για την εκπροσώπηση όλων των γνωστικών αντικειμένων, δεδομένου ότι οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες συνήθως δεν εκπροσωπούνται.
3. Η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ)
Για πολλά χρόνια η ΓΓΕΤ υπήρξε μια από τις καλές υπηρεσίες του ελληνικού δημοσίου. Διαμέσου της ΓΓΕΤ πέρασε όλη η ευρωπαϊκή εμπειρία (με τα προβλήματα και τις δυσκολίες της) των ερευνητικών προγραμμάτων στα ΑΕΙ, τα ΕΚ και τις επιχειρήσεις. Επιπλέον, η ΓΓΕΤ συντόνισε τρεις εξωτερικές αξιολογήσεις του -υπό την εποπτεία της- ερευνητικού συστήματος κατά μοναδικό τρόπο για τα ελληνικά δεδομένα. Την περίοδο 2004-2009 η υπηρεσία αποδυναμώθηκε σταδιακά και σήμερα βρίσκεται σε μια παρατεταμένη φάση ανασυγκρότησης, χωρίς παράλληλα να διαφαίνεται λύση στο πρόβλημα των υπαλλήλων της ΓΓΕΤ που μισθοδοτούνται από τα Ερευνητικά Κέντρα.
Πρόταση της ΕΕΕ:
Η ΓΓΕΤ επιτελεί για μια μεταβατική φάση το συντονιστικό έργο που θα έχει το μελλοντικό Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Τεχνολογίας, επικουρεί στη διαδικασία εξωτερικών αξιολογήσεων της ερευνητικής δραστηριότητας σε ΑΕΙ , ΕΚ, αλλά η ευθύνη της αξιολόγησης μεταφέρεται στην ΑΔΙΠ.
4. Εμπειρογνώμονας ή Τμήμα Έρευνας και Καινοτομίας στα Υπουργεία.
Ένα σημαντικό τμήμα των ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων που διαχειρίζονται τα υπουργεία και οι περιφέρειες έχει τη μορφή ερευνητικών προγραμμάτων. Απαιτείται εθνικός συντονισμός, αξιολόγηση, κατάργηση των «αποκλειστικών αναθέσεων» και επιτελικός ρόλος της ΓΓΕΤ.
Το θέμα έχει ευρύτερες διαστάσεις διότι αφορά γενικότερα προβλήματα ερευνητικής πολιτικής. Σχέδια νόμου, π.χ., για ζητήματα βιοηθικής, ενέργειας, περιβάλλοντος, πολιτισμικής/πολιτιστικής κληρονομιάς, ενίσχυσης του κοινωνικού ιστού, κλπ., δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται αποσπασματικά, με επιμέρους πολιτικές που ασκούνται από το κάθε υπουργείο.
Πρόταση της ΕΕΕ:
Στη θέση του «Εμπειρογνώμονα Έρευνας και Καινοτομίας» θα ήταν προτιμότερο το κάθε Υπουργείο να ορίσει ένα άτομο από τα εξειδικευμένα στελέχη του (το οποίο θα γνωρίζει τη λειτουργία του Υπουργείου και των φορέων που εξαρτώνται από αυτό) ως σύνδεσμο με τη ΓΓΕΤ, το οποίο θα ενημερώνει τη ΓΓΕΤ για τη ροή των προκηρύξεων, των εγκεκριμένων προγραμμάτων και χρηματοδοτήσεων στο οικείο Υπουργείο και, παράλληλα, θα ενημερώνει συνεχώς μία βάση δεδομένων της ΓΓΕΤ με τα βασικά στοιχεία για κάθε εγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα του Υπουργείου στο οποίο ανήκει, καθώς και για τα ερευνητικά του αποτελέσματα.
---------------------------------------------
ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:
Τα ανωτέρω σχόλια αναφέρονται κυρίως στο «σχέδιο νόμου 1» που τίθεται εδώ σε διαβούλευση υπό τη μορφή οκτώ (08) Άρθρων/Κεφαλαίων.
Το «σχέδιο νόμου 2» που δόθηκε στη διαβούλευση (μία ημέρα πριν από τη λήξη της προθεσμίας για διαβούλευση του «σχεδίου νόμου 1», στις 30 Ιανουαρίου) με περιθώριο για δημόσια συζήτηση μίας περίπου εβδομάδας (!) είναι ατελές και περιέχει αντιφατικές ρυθμίσεις.
Η ερευνητική κοινότητα ζητά από το Υπουργείο να δημοσιοποιήσει το επεξεργασμένο, τελικό προσχέδιο νόμου με όλες τις διατάξεις (και τις ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ) και να μεριμνήσει ώστε να υπάρξει ο απαραίτητος και ικανός χρόνος για ουσιαστικό διάλογο, επί του συνόλου των ρυθμίσεων που αυτό θα περιλαμβάνει.
Το Υπουργείο οφείλει επίσης να συντάξει την «έκθεση επί της δημόσιας διαβούλευσης», η οποία θα συνοδεύσει το σχέδιο νόμου στη διαδικασία συζήτησης και ψήφισής του από τη Βουλή των Ελλήνων (νέος κανονισμός της Βουλής, άρθρο 85, παρ. 3), από ΜΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΠΟΥ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΣΥΝΟΛΙΚΑ και όχι σε τρεις ‘δόσεις’, καθώς τουλάχιστον οι μεταβατικές διατάξεις θα πρέπει (σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στις «Μεταβατικές διατάξεις», άρθρο 08 του παρόντος) να υποβληθούν επίσης σε διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης.
Σημείωση: Το σύνολο των κειμένων που η Ένωση Ελλήνων Ερευνητών κατέθεσε στην παρούσα διαβούλευση βρίσκεται αναρτημένο στο http://eee-researchers.gr/Anakoinoseis-EEE/EEE_Keimena-Diavouleusis-Sxediou-Nomou-Ereunas.pdf
ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ – www.eee-researchers.gr A. ΟΡΓΑΝΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ Γενικές παρατηρήσεις Η Ένωση Ελλήνων Ερευνητών (ΕΕΕ) έχει κατ’ επανάληψη εκφράσει δημοσίως τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι αυτό που απαιτείται σήμερα για τη βελτίωση του δημόσιου ερευνητικού συστήματος είναι βελτιωτικές ρυθμίσεις του καταστατικού νόμου της έρευνας 1514/1985 με έμφαση στα ακόλουθα: - Βελτίωση του προτύπου διοίκησης των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων και αναβάθμιση του ρόλου του ερευνητή. - Διαμόρφωση του ενιαίου χώρου εκπαίδευσης και έρευνας στο τριτοβάθμιο σύστημα. - Αναδιάρθρωση και συντονισμός του ευρύτερου ερευνητικού ιστού της χώρας. - Βελτίωση των μεθόδων διαχείρισης κονδυλίων και αλληλεπίδρασης με την ερευνητική δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα. Το Υπουργείο Παιδείας, ΔΒΜΘ επέλεξε τη μέθοδο της “εκ του μηδενός έναρξης”, λες και το ερευνητικό σύστημα προέκυψε από παρθενογένεση. Αποτέλεσμα αυτής της επιλογής είναι η παρουσίαση (στην παρούσα διαβούλευση) μιας δέσμης ιδεών, οι οποίες αποτελούν ΣΥΜΠΙΛΗΜΑ υφισταμένων διατάξεων νόμων, ενώ τα νέα, κεντρικά στοιχεία που αναδεικνύονται από το υπό διαβούλευση κείμενο είναι: - Η μετατροπή του δημόσιου ερευνητικού συστήματος σε ιδιωτικές εταιρείες υπό την “εποπτεία” του κράτους. - Η υποβάθμιση, έως προσβλητική μεταχείριση, του θεσμού του ερευνητή - δημόσιου λειτουργού. Η Ένωση Ελλήνων Ερευνητών (ΕΕΕ) κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: Στο βαθμό που ο πυρήνας της δέσμης ιδεών του Υπουργείου μετατραπεί σε νόμο θα δημιουργηθούν συνθήκες διάλυσης του δημόσιου ερευνητικού συστήματος, το οποίο με μόχθο οικοδομούμε πάνω από τριάντα χρόνια. Ειδικές παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις: 1. Η Διυπουργική Επιτροπή Η Διυπουργική επιτροπή προβλέπεται ήδη στο άρθρο 8 του “εν υπνώσει” ν. 3653/2008, ο οποίος, αν και νόμος του κράτους από το 2008, ουδέποτε ετέθη σε εφαρμογή (και από την κυβέρνηση που τον ψήφισε και από αυτές που ακολούθησαν). Πρόταση της ΕΕΕ: Η συνολική εθνική ερευνητική προσπάθεια, στην οποία εμπλέκονται τα δημόσια ερευνητικά εργαστήρια, τα εργαστήρια των μεγάλων επιχειρήσεων, καθώς και αυτά των μικρομεσαίων, θα πρέπει να αποτελεί το αντικείμενο συντονισμού των εμπλεκομένων υπουργείων υπό την αιγίδα μιας τελικής εποπτείας την οποία θα ασκεί στην παρούσα φάση η ΓΓΕΤ και, σύντομα, ένα νέο : - Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Τεχνολογίας 2. Το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΤΕΚ) Πρόκειται για θεσμό ο οποίος προβλέπεται ήδη από τον ν. 1514/1985 (άρθρο 4) και το ν. 3653/2008 (άρθρο 10). Ο θεσμός λειτουργεί πλέον των δύο δεκαετιών και αποτελεί μια θετική πρόνοια της νομοθεσίας. Η συγκρότησή του όμως με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης καθιστά τη λειτουργία του ευεπίφορη σε πολιτικές πιέσεις χωρίς να υφίστανται εξισορροπητικοί μηχανισμοί ελέγχου. Τούτο οδήγησε σε ορισμένες περιπτώσεις στην κατάχρηση από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας του συμβουλευτικού ρόλου του ΕΣΕΤ και στην εκμετάλλευση του υψηλού επιστημονικού κύρους των μελών του ΕΣΕΤ, προκειμένου να δικαιολογηθούν αποφάσεις ισχυρής μεν πολιτικής χροιάς, αμφιλεγόμενης δε επιστημονικής βαρύτητας (ιδιαίτερα κατά την περίοδο 2004-2009). Πρόταση της ΕΕΕ: Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο ποσοτικά τμήμα της ερευνητικής δραστηριότητας αναλογεί στα ΑΕΙ (αριθμός καθηγητών ΑΕΙ 15000, αριθμός Ερευνητών 600) και προκειμένου να διαμορφωθεί ο ενιαίος χώρος εκπαίδευσης και έρευνας, προτείνουμε τη δημιουργία ενός «Εθνικού Συμβουλίου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας», ως ανεξάρτητου συμβουλευτικού οργάνου της πολιτείας. Για την επιλογή των μελών του Συμβουλίου αυτού θα μπορούσαν να εφαρμοστούν οι ρυθμίσεις του άρθρου 13 του ν. 3653/2008. Θα πρέπει να υπάρχει πρόνοια για την εκπροσώπηση όλων των γνωστικών αντικειμένων, δεδομένου ότι οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες συνήθως δεν εκπροσωπούνται. 3. Η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) Για πολλά χρόνια η ΓΓΕΤ υπήρξε μια από τις καλές υπηρεσίες του ελληνικού δημοσίου. Διαμέσου της ΓΓΕΤ πέρασε όλη η ευρωπαϊκή εμπειρία (με τα προβλήματα και τις δυσκολίες της) των ερευνητικών προγραμμάτων στα ΑΕΙ, τα ΕΚ και τις επιχειρήσεις. Επιπλέον, η ΓΓΕΤ συντόνισε τρεις εξωτερικές αξιολογήσεις του -υπό την εποπτεία της- ερευνητικού συστήματος κατά μοναδικό τρόπο για τα ελληνικά δεδομένα. Την περίοδο 2004-2009 η υπηρεσία αποδυναμώθηκε σταδιακά και σήμερα βρίσκεται σε μια παρατεταμένη φάση ανασυγκρότησης, χωρίς παράλληλα να διαφαίνεται λύση στο πρόβλημα των υπαλλήλων της ΓΓΕΤ που μισθοδοτούνται από τα Ερευνητικά Κέντρα. Πρόταση της ΕΕΕ: Η ΓΓΕΤ επιτελεί για μια μεταβατική φάση το συντονιστικό έργο που θα έχει το μελλοντικό Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Τεχνολογίας, επικουρεί στη διαδικασία εξωτερικών αξιολογήσεων της ερευνητικής δραστηριότητας σε ΑΕΙ , ΕΚ, αλλά η ευθύνη της αξιολόγησης μεταφέρεται στην ΑΔΙΠ. 4. Εμπειρογνώμονας ή Τμήμα Έρευνας και Καινοτομίας στα Υπουργεία. Ένα σημαντικό τμήμα των ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων που διαχειρίζονται τα υπουργεία και οι περιφέρειες έχει τη μορφή ερευνητικών προγραμμάτων. Απαιτείται εθνικός συντονισμός, αξιολόγηση, κατάργηση των «αποκλειστικών αναθέσεων» και επιτελικός ρόλος της ΓΓΕΤ. Το θέμα έχει ευρύτερες διαστάσεις διότι αφορά γενικότερα προβλήματα ερευνητικής πολιτικής. Σχέδια νόμου, π.χ., για ζητήματα βιοηθικής, ενέργειας, περιβάλλοντος, πολιτισμικής/πολιτιστικής κληρονομιάς, ενίσχυσης του κοινωνικού ιστού, κλπ., δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται αποσπασματικά, με επιμέρους πολιτικές που ασκούνται από το κάθε υπουργείο. Πρόταση της ΕΕΕ: Στη θέση του «Εμπειρογνώμονα Έρευνας και Καινοτομίας» θα ήταν προτιμότερο το κάθε Υπουργείο να ορίσει ένα άτομο από τα εξειδικευμένα στελέχη του (το οποίο θα γνωρίζει τη λειτουργία του Υπουργείου και των φορέων που εξαρτώνται από αυτό) ως σύνδεσμο με τη ΓΓΕΤ, το οποίο θα ενημερώνει τη ΓΓΕΤ για τη ροή των προκηρύξεων, των εγκεκριμένων προγραμμάτων και χρηματοδοτήσεων στο οικείο Υπουργείο και, παράλληλα, θα ενημερώνει συνεχώς μία βάση δεδομένων της ΓΓΕΤ με τα βασικά στοιχεία για κάθε εγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα του Υπουργείου στο οποίο ανήκει, καθώς και για τα ερευνητικά του αποτελέσματα. --------------------------------------------- ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Τα ανωτέρω σχόλια αναφέρονται κυρίως στο «σχέδιο νόμου 1» που τίθεται εδώ σε διαβούλευση υπό τη μορφή οκτώ (08) Άρθρων/Κεφαλαίων. Το «σχέδιο νόμου 2» που δόθηκε στη διαβούλευση (μία ημέρα πριν από τη λήξη της προθεσμίας για διαβούλευση του «σχεδίου νόμου 1», στις 30 Ιανουαρίου) με περιθώριο για δημόσια συζήτηση μίας περίπου εβδομάδας (!) είναι ατελές και περιέχει αντιφατικές ρυθμίσεις. Η ερευνητική κοινότητα ζητά από το Υπουργείο να δημοσιοποιήσει το επεξεργασμένο, τελικό προσχέδιο νόμου με όλες τις διατάξεις (και τις ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ) και να μεριμνήσει ώστε να υπάρξει ο απαραίτητος και ικανός χρόνος για ουσιαστικό διάλογο, επί του συνόλου των ρυθμίσεων που αυτό θα περιλαμβάνει. Το Υπουργείο οφείλει επίσης να συντάξει την «έκθεση επί της δημόσιας διαβούλευσης», η οποία θα συνοδεύσει το σχέδιο νόμου στη διαδικασία συζήτησης και ψήφισής του από τη Βουλή των Ελλήνων (νέος κανονισμός της Βουλής, άρθρο 85, παρ. 3), από ΜΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΠΟΥ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΣΥΝΟΛΙΚΑ και όχι σε τρεις ‘δόσεις’, καθώς τουλάχιστον οι μεταβατικές διατάξεις θα πρέπει (σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στις «Μεταβατικές διατάξεις», άρθρο 08 του παρόντος) να υποβληθούν επίσης σε διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης. Σημείωση: Το σύνολο των κειμένων που η Ένωση Ελλήνων Ερευνητών κατέθεσε στην παρούσα διαβούλευση βρίσκεται αναρτημένο στο http://eee-researchers.gr/Anakoinoseis-EEE/EEE_Keimena-Diavouleusis-Sxediou-Nomou-Ereunas.pdf