Αρχική Οργάνωση Λειτουργία Ιδρύματος Νεολαίας-Εθνικός Οργανισμός ΠιστοποίησηςΆρθρο 39: Θέματα πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσηςΣχόλιο του χρήστη ΑΔΡΙΑΝΟΣ Γ. ΜΟΥΤΑΒΕΛΗΣ | 24 Νοεμβρίου 2012, 19:57
Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Οι όμορφες προθέσεις [και τι μπορούμε να κάνουμε για να μην] όμορφα καίγονται Αδριανός Γ. Μουταβελής 4Η Περιφέρεια Σχολικού Συμβούλου Ειδικής Αγωγής & Εκπαίδευσης (http://users.sch.gr/moutavelis/autosch/joomla15/) Αναφορικά με το Σχέδιο Νόμου «Οργάνωση και Λειτουργία Ιδρύματος Νεολαίας και Δια Βίου Μάθησης και Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού και άλλες διατάξεις» και τις αναφορές στην Ειδική Αγωγή & Εκπαίδευσης (Άρθρο 39), επιτρέψτε μου να καταθέσω τις προσωπικές μου και μόνο, πρώτες παρατηρήσεις. Ζητώ εκ προοιμίου συγνώμη για τη χρήση α’ ενικού, καθώς και για παραπομπές σε σχετικά πονήματα. δεν πρόκειται για κανενός είδους αλαζονική διάθεση, αλλά για την ανάγκη διασύνδεσης αυτών που υποστηρίζονται στο έγγραφο. Αρχικά, σχετικά με τις όμορφες προθέσεις θα ήθελα να υπερθεματίσω την αναγκαιότητα ύπαρξης ΣΜΕΑΕ ως Σχολείων Υποστήριξης, καταθέτοντας για πολλοστή φορά παλαιότερες παρεμβάσεις για το ίδιο θέμα προς την Επιστημονική Κοινότητα μέσω του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας, καθώς και τοποθετήσεων σε επιστημονικές συναντήσεις. Παραπέμπω σε αυτές , με σεβασμό προς τον αναγνώστη και επαναλαμβάνω, μοναδική πρόθεση είναι να γίνουν κατανοητές οι παρακάτω παρατηρήσεις επί της ουσίας του νομοθετήματος. Από αυτές τις παρεμβάσεις, αλλά και από τη γενικότερη δεοντολογία μας ως Εκπαιδευτικοί στην Ειδικής Αγωγή, συνάγεται ότι μια εκπαιδευτικού τύπου προσέγγιση απαιτεί: 1. Σταθερότητα προσώπων και μέσων. Όμως, στο παρόν Σχέδιο Νόμου, η στελέχωση των Κέντρων Υποστήριξης ΕΑΕ και των ΕΔΕΑΥ μοιάζει να μην προβλέπει-προϋποθέτει ούτε στο ελάχιστο κάτι τέτοιο. Αντίθετα, εικάζεται η στελέχωση με ΕΕΠ από πόρους του ΕΣΠΑ (άρα κάθε σχολικό έτος μια “αρρύθμιστη κινούμενη άμμος προσωπικού”) που θυμίζει σε όλους, τις δύσκολες καταστάσεις Παράλληλης Στήριξης μέσω του αντίστοιχου Προγράμματος. 2. Ταχύτητα απόκρισης στο αίτημα. Αν θεωρήσουμε ότι η γραφειοκρατία αποτελεί τροχοπέδη της ταχύτητας, η δημιουργία μιας ακόμη Δομής μιας ακόμη επιτροπής (“Γραμματέας ορίζεται ο γραμματέας της σχολικής μονάδας” (;;;), Στις συνεδριάσεις της ΕΔΕΑΥ συμμετέχει, ως εισηγητής…) ανάμεσα σε άλλους θεσμούς (π.χ. ΚΕΔΔΥ, ΙΠΔ, Διευθύνσεις, Σχ. Σύμβουλοι Προσχολικής-Δημοτικής-Δευτεροβάθμιας-Ειδικής, Εκπ/κοι ΤΕ Παράλληλης …), οδηγεί μάλλον, το περιβάλλον σε μεγαλύτερη αταξία. Η τελευταία, ενισχύεται έντονα από την ανυπαρξία πόρων, η οποία χειμάζει σε βάθος χρόνου και αποτελεί πλέον ίδιον της Ειδικής Αγωγής & Εκπαίδευσης. Επιπλέον, άραγε, ποια να είναι η θέση των ανωτέρω υφιστάμενων θεσμών σε σχέση με τα Κέντρα Υποστήριξης ΕΑΕ και την ΕΔΕΑΥ; Και ποιό Πρωτόκολλο Συνεργασίας θα διέπει τις μεταξύ τους σχέσεις, με σκοπό την ταχύτητα και ουσιαστικότητα ανταπόκρισης στο αίτημα; 3. Ξεκάθαρη ταυτότητα του θεσμού: Σχετικά με την ταυτότητα του φορέα της ΕΔΥΑ, η οποία ταυτότητα κατευθύνει άλλωστε και την παρέμβαση, αναρωτιέται κανείς εάν είναι εκπαιδευτικού προσανατολισμού ή όχι ή και κάτι άλλο, αφού: - “Υποστηρίζει […] και τους αποφοίτους με αναπηρία”, - Ασχολείται και με “προσχολικής πρώιμης παρέμβασης σε συνεργασία με παιδιατρικές υπηρεσίες ή ΙΠΔ” καθώς και συμβουλευτική μη σχετική με την εκπαίδευση (για γονείς με παιδιά ηλικίας έως έξι (6) ετών). Τα ανωτέρω, σχεδόν στο σύνολό τους, a priori, δεν αφορούν στην εκπαίδευση (τουλάχιστον Π.Ε. και Δ.Ε.). Επιπλέον, το νομοθέτημα προβλέπει ότι η ΕΔΥΑ αφορά σε “μαθητές με διαπιστωμένη (από ποιόν;) δυσκολία μάθησης ή και συμπεριφοράς”. Όμως, με αυτόν τον τρόπο δεν μοιάζει να δίνεται ξεκάθαρη εστίαση σε μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, όπου ως ΕΑΕ έχουμε λόγο παρέμβασης, αντίθετα, υιοθετείται παρέμβαση και σε “άλλους μαθητές”, π.χ. με ζητήματα διαπολιτισμικής διαφοράς, πιθανής μη εστίασης της οικογένειας στην αξία του γνωστικού κτλ. Με άλλα λόγια δεν υφίσταται ξεκάθαρος προσανατολισμός του θεσμού. 4. Τεχνογνωσία: Καίτοι βασική προϋπόθεση, στο παρόν νομοθέτημα, δεν υφίσταται καμία πρόβλεψη για την τεχνογνωσία. Αντιθέτως, δεν διευκρινίζεται ποια θα είναι η θέση των ΣΜΕΑΕ με εστίαση σε συγκεκριμένη αναπηρία, όπως για παράδειγμα σχολεία για αισθητηριακές (ΣΜΕΑΕ Τυφλών, Κωφών) ή κινητικές αναπηρίες (π.χ. Εγκεφαλικής Παράλυσης), οι οποίες συχνά, διαθέτουν άριστη τεχνογνωσία αποκλειστικά όμως για την αναπηρία εστίασής τους και όχι για γενικότερα ζητήματα. Επιπλέον, αναρωτιέται κανείς ποιο θα είναι το πεδίο αναφοράς των Κέντρων Υποστήριξης ΕΑΕ σε σχέση με τη βαθμίδα εκπαίδευσης που θα υποστηρίζουν. Έτσι, για παράδειγμα, ένα Ειδικό Γυμνάσιο θα υποστηρίζει Νηπιαγωγεία, ή ένα Ειδικό Νηπιαγωγείο θα υποστηρίζει ένα Γ.Ε.Λ. της περιοχής; Με ποια τεχνογνωσία; 5. Υλικοτεχνική υποδομή: Άραγε με ποιο τρόπο θα στεγαστούν οι συγκεκριμένες δομές, με δεδομένο ότι πλήθος ΣΜΕΑΕ δεν έχουν αξιοπρεπή χώρο ούτε για το αυτονόητο (π.χ. Ειδικό Δ.Σ. Καλλιθέας με 4 τμήματα μαθητών σε μία αίθουσα). Τι εργαλεία π.χ. ψυχομετρικά και άλλα θα τους δοθούν και πότε; Προτάσεις Το συγκεκριμένο νομοθέτημα, υποθέτω, ότι ίσως έχει κατασκευαστεί σε ιδιαίτερα σύντομο χρονικό διάστημα, χωρίς να λαμβάνει όπως αποδεικνύεται από τα παραπάνω, αυτονόητες, βασικές παραμέτρους σχεδιασμού της εκπαιδευτικής πράξης. Προτείνουμε, εάν υφίσταται επιστημονική ομάδα του έργου να εξεταστούν τα παρακάτω: 1. Διερεύνηση εκπαιδευτικών μοντέλων της αλλοδαπής. 2. Σχεδιασμός με βάση τις ανωτέρω προϋποθέσεις και την ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα. 3. Σχεδιασμός με βάση τους διαθέσιμους πόρους και τη μελλοντική βιωσιμότητα. 4. Πειραματική εφαρμογή και μέτρηση σε μικροκλίμακα. Άλλωστε, η πρόσφατη εκπαιδευτική μας ιστορία αποδεικνύει ότι δεν είναι ωφέλιμο να δημιουργούμε εκπαιδευτικές πολιτικές, να περνούμε σε γενικεύσεις χωρίς την πραγματική πειραματική εφαρμογή, κυρίως δε, στον πλέον ευαίσθητο χώρο της Εκπαίδευσης, αυτόν της Ειδικής Αγωγής. Επιπρόσθετα, υπενθυμίζω στον αναγνώστη, το πολύπαθο του χώρου μας, από πληθώρα πεπαλαιωμένων ή και νεότερων, σαθρών νομοθετημάτων που δεν κατορθώνουν να αποδώσουν και να ανταποκριθούν στην εκπαιδευτική μας καθημερινότητα (π.χ. ΠΔ 603/82, ΦΕΚ 1319/02). Οι ανωτέρω προτάσεις μοιάζει να έχουν ελάχιστο κόστος και δυνατότητα εφαρμογής. Υποθέτω, εάν δεν δρομολογηθούν κι εάν δεν πλαισιωθούν με ακριβείς διευκρινήσεις οι διατάξεις του Σχεδίου Νόμου, ότι αναμένεται σύγχυση ρόλων, αύξηση του άγχους και της ανασφάλειας της εκπαιδευτικής κοινότητας, μείωση της αποτελεσματικότητας, υποβάθμιση του ρόλου και της δουλειάς των θεσμών της Ειδικής Εκπαίδευσης. Εν κατακλείδι, οι προτάσεις του Σχεδίου Νόμου σχετικά με τα Κέντρα Υποστήριξης ΕΑΕ και την ΕΔΕΑΥ, θεωρώ, ότι ως προς το πνεύμα κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, όμως το νομοθέτημα μοιάζει να αδικεί την πρώτη ιδέα και χρήζει παρέμβασης.