Το ζήτημα της αξιολόγησης του μαθητή είναι σε κάθε περίπτωση κομβικής σημασίας, ιδιαίτερα από τη στιγμή που η σχολική επίδοση και στις τρεις τάξεις του Λυκείου προσμετράται πλέον ως κριτήριο εισαγωγής στη τριτοβάθμια εκπαίδευση. Επιπλέον φαίνεται να επαναλαμβάνεται και αυτή τη φορά η ατυχής ταύτιση της αξιολόγησης με την εξέταση στα σχολικά μαθήματα και να εξαντλείται μονάχα σε αυτό. Στο σημέιο αυτό λοιπόν προκύπτουν ορισμένα εύλογα ερωτήματα:
Ερώτημα 1ο : Έχει συνεκτιμηθεί η επίδραση μιας συνεχούς και εντεινόμενης βαθμοθηρικής σκοπιμότητας εκ μέρους των μαθητών στις διαδικασίες και τα αποτελέσματα της αξιολόγησης τους; Για παράδειγμα, η επιστήμη της ψυχολογίας μας καταδεικνύει ότι κάτω από συνθήκες μεγάλης πίεσης και ανταγωνισμού, δεν αντιδρούν όλοι με τον ίδιο τρόπο, την ίδια συχνότητα και την ίδια έκταση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στις νεαρές ηλικίες.
Ερώτημα 2ο : Για ποιο λόγο δίνεται πολύ μεγάλη έμφαση στην εκπλήρωση γνωστικών κυρίως ικανοτήτων σε βάρος συναισθηματικών ή άλλων στόχων; Το επιχείρημα ότι το Λύκειο πρέπει να προετοιμάζει αποκλειστικά δυνατούς λύτες θεμάτων των πανελλαδικών εξετάσεων εκτός από αντιπαιδαγωγική, δεν μπορεί να ισχύσει για το σύνολο του μαθητικού δυναμικού.
Ερώτημα 3ο : Με ποια διαδικασία προβλέπεται η συμμετοχή του ίδιου του μαθητή στην αξιολογική του πορεία; Το μοντέλο ενός παντογνώστη αξιολογητή που χαράσσει μονάχος του τις διαδικασίες αξιολόγησης χωρίς να εξασφαλίζει την συνεργασία και την άποψη του αξιολογούμενου, δεν μπορεί από μόνη της να σταθεί.
Ερώτημα 4ο : Ποιος θα ορίζει το περιεχόμενο της λεγόμενης τράπεζας των θεμάτων και με ποιο τρόπο θα εξασφαλίζεται η συσχέτιση της αξιολογούμενης με την διδάσκουσα ύλη;
Ερώτημα 5ο : Έχει συνυπολογιστεί η τυχόν ελλιπής υλικοτεχνική υποδομή κάποιων σχολικών κτηρίων σε μια ενδεχόμενη δυσλειτουργία της αξιολόγησης του μαθητή; Αν για παράδειγμα μια σχολική μονάδα σε μια δύσβατη περιοχή δεν διαθέτει βιβλιοθήκη, πως θα μπορέσει να ανταποκριθεί ο μαθητής της μονάδας αυτής στο μάθημα της ερευνητικής εργασίας; Ή εάν τα εργαστήρια της δεν έχουν επάρκεια, τότε δεν δημιουργείται ανάλογο πρόβλημα σε μαθήματα εργαστηριακού τύπου; Όλα τα παραπάνω όμως, διαμορφώνουν ανισότητες στη σχολική επίδοση του μαθητή, που με τη σειρά τους επιδρούν αρνητικά στην αξιολόγηση του.
Το ζήτημα της αξιολόγησης του μαθητή είναι σε κάθε περίπτωση κομβικής σημασίας, ιδιαίτερα από τη στιγμή που η σχολική επίδοση και στις τρεις τάξεις του Λυκείου προσμετράται πλέον ως κριτήριο εισαγωγής στη τριτοβάθμια εκπαίδευση. Επιπλέον φαίνεται να επαναλαμβάνεται και αυτή τη φορά η ατυχής ταύτιση της αξιολόγησης με την εξέταση στα σχολικά μαθήματα και να εξαντλείται μονάχα σε αυτό. Στο σημέιο αυτό λοιπόν προκύπτουν ορισμένα εύλογα ερωτήματα: Ερώτημα 1ο : Έχει συνεκτιμηθεί η επίδραση μιας συνεχούς και εντεινόμενης βαθμοθηρικής σκοπιμότητας εκ μέρους των μαθητών στις διαδικασίες και τα αποτελέσματα της αξιολόγησης τους; Για παράδειγμα, η επιστήμη της ψυχολογίας μας καταδεικνύει ότι κάτω από συνθήκες μεγάλης πίεσης και ανταγωνισμού, δεν αντιδρούν όλοι με τον ίδιο τρόπο, την ίδια συχνότητα και την ίδια έκταση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στις νεαρές ηλικίες. Ερώτημα 2ο : Για ποιο λόγο δίνεται πολύ μεγάλη έμφαση στην εκπλήρωση γνωστικών κυρίως ικανοτήτων σε βάρος συναισθηματικών ή άλλων στόχων; Το επιχείρημα ότι το Λύκειο πρέπει να προετοιμάζει αποκλειστικά δυνατούς λύτες θεμάτων των πανελλαδικών εξετάσεων εκτός από αντιπαιδαγωγική, δεν μπορεί να ισχύσει για το σύνολο του μαθητικού δυναμικού. Ερώτημα 3ο : Με ποια διαδικασία προβλέπεται η συμμετοχή του ίδιου του μαθητή στην αξιολογική του πορεία; Το μοντέλο ενός παντογνώστη αξιολογητή που χαράσσει μονάχος του τις διαδικασίες αξιολόγησης χωρίς να εξασφαλίζει την συνεργασία και την άποψη του αξιολογούμενου, δεν μπορεί από μόνη της να σταθεί. Ερώτημα 4ο : Ποιος θα ορίζει το περιεχόμενο της λεγόμενης τράπεζας των θεμάτων και με ποιο τρόπο θα εξασφαλίζεται η συσχέτιση της αξιολογούμενης με την διδάσκουσα ύλη; Ερώτημα 5ο : Έχει συνυπολογιστεί η τυχόν ελλιπής υλικοτεχνική υποδομή κάποιων σχολικών κτηρίων σε μια ενδεχόμενη δυσλειτουργία της αξιολόγησης του μαθητή; Αν για παράδειγμα μια σχολική μονάδα σε μια δύσβατη περιοχή δεν διαθέτει βιβλιοθήκη, πως θα μπορέσει να ανταποκριθεί ο μαθητής της μονάδας αυτής στο μάθημα της ερευνητικής εργασίας; Ή εάν τα εργαστήρια της δεν έχουν επάρκεια, τότε δεν δημιουργείται ανάλογο πρόβλημα σε μαθήματα εργαστηριακού τύπου; Όλα τα παραπάνω όμως, διαμορφώνουν ανισότητες στη σχολική επίδοση του μαθητή, που με τη σειρά τους επιδρούν αρνητικά στην αξιολόγηση του.