Ύστερα από θητεία ενός χρόνου σε ΕΠΑΛ και χωρίς να διεκδικώ κανένα αλάθητο νομίζω ότι το νομοσχέδιο δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα της τεχνικής εκπαίδευσης. Ζητώ συγνώμη εκ των προτέρων για το μεγεθος του άρθρου.
Στα τεχνικά λύκεια λοιπόν, κατά τη γνώμη μου, η κατάσταση είναι απελπιστική. Είναι σημάντικό καταρχήν να κατανοηθεί ποιό είναι το πραγματικό πρόβλημα των τεχνικών λυκείων.
Σε κάθε τεχνικό λύκειο «συστεγάζονται» δύο ίσου μεγέθους αλλά διαφορετικά «λύκεια». Τα μισά περίπου παιδιά ενός τεχνικού λυκείου είναι μάλλον αδύνατοι (για το γενικό λύκειο) μαθητές που θέλουν να ασχοληθούν με κάποιο τεχνικό επάγγελμα και επιθυμούν να αποκτήσουν εξειδίκευση σε αυτό. Τα άλλα μισά παιδιά αποτελούνται από
α) παιδιά με τόσο μεγάλες μαθησιακές δυσκολίες που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν ακόμα και στο σημαντικά χαμηλό επίπεδο μάθησης των τεχνικών λυκείων. Έρχονται γιατί οι γονείς τους δεν έχουν που αλλού να τα πάνε και «μήπως πάρουν το χαρτί» (το οποίο και τελικά θα πάρουν)
β) παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς τέτοια, που δεν θα γίνονταν αποδεκτά σε ένα γενικό λύκειο, αλλά που φαίνεται να «περνάνε» μέσα στο γενικότερο μπάχαλο του τεχνικού.
γ) παιδιά που έχουν ερθει μόνο για να πάρουν βεβαίωση φοίτησης για τους γονείς τους για τον ΟΑΕΔ και δεν τους ενδιαφέρει το σχολείο. Έρχονται για κανένα τρίμηνο, για να βλέπουν τους φίλους τους και για χαβαλέ και όταν ξεπεράσουν τις 200 απουσίες (το όριο είναι 114!) εξαφανίζονται, αφού πρώτα έχουν διαλύσει το σχολείο
δ) παιδιά που θέλουν μόνο το απολυτήριο και ξέρουν ότι το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να παραβρίσκονται στο χώρο, να μην ενοχλούν πολύ και να μην κοπούν κατα λάθος από απουσίες.
ε) παιδιά που θέλουν να δουλέψουν ως τεχνικοί αλλά δεν θέλουν να μάθουν τίποτα για την τέχνη αυτή στο σχολείο. Θεωρούν πως ό,τι γνώση χρειάζονται θα τους τη μάθει ο εργοδότης, όταν προσληφθούν, και γι’αυτό αδιαφορούν πλήρως και επιδεικτικά για όλα τα γενικά μαθήματα, ενώ στα ειδικά μαθήματα η προσπάθειά τους είναι η ελάχιστη δυνατή. Είναι ηλεκτρολόγοι που δεν θεωρούν απαραίτητο να γνωρίζουν τη μονάδα ενέργειας, νοσηλεύτριες που δε θεωρούν απαραίτητη τη γνώση οργανικής χημείας (ή έστω ότι το σύμβολο του άνθρακα είναι το C) ή μηχανολόγοι που δεν μπορούν να σχεδιάσουν παράλληλη μιας ευθείας σε ένα σχήμα (όλα αυτά αποτελουν προσωπικές εμπειρίες).
Αν σε μια τάξη των 25 οι 5 δημιουργούν προβλήματα υπάρχουν τρόποι να τους διαχειριστείς και να τους απομονώσεις. Όταν όμως στα τεχνικά οι 12 στους 25 είναι εκτός ελέγχου (και οι υπόλοιποι μέτριοι ή αδύνατοι ως μαθητες) η διαχείρηση είναι αδύνατη. Έτσι, το αποτέλεσμα αυτής της «συνύπαρξης» των δύο περίπου ισομεγέθων ομάδων είναι ότι, μέσα στους 4-6 πρώτους μήνες της Α Λυκείου, η πλειοψηφια της πρώτης ομάδας θα αφομειωθεί πλήρως από τη δευτερη. Από εκεί και πέρα, μέσα στην τάξη γίνεται μάθημα όταν το θέλουν οι μαθητές, για όσο χρόνο θέλουν, στο επίπεδο δυσκολίας που θέλουν, με τον τρόπο που θέλουν, συμμετέχοντας όταν θέλουν και αν προσπαθήσεις να εφαρμόσεις στοιχειωδώς πράγματα που ζητά το υπουργείο, όπως αναλυτικό πρόγραμμα, ύλη, χρήση βιβλίου ή τετραδίου και μια υποτυπώδη ηρεμία στην τάξη, συναντάς λυσσαλαία αντίσταση, που ξεκινά από αδιαφορία και φτάνει σε προσβολές και βίαιες κινήσεις.
Προσωπική μου άποψη είναι ότι το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι έχουμε αποφοίτους που μαθαίνουν ελάχιστα σε σχέση με τον χρόνο που δαπανάται και τα χρήματα που ξοδεύονται. Ένα σημαντικό κομμάτι τους είναι λειτουργικά αναλφάβητοι (με μεγάλα προβλήματα στη γραφή και στις απλές μαθηματικές πράξεις) και ως ειδικευμένο προσωπικό είναι τεχνικοί μιας χρήσης, δηλαδή ξέρουν να κάνουν συγκεκριμένες εργασίες αλλά δεν έχουν τις βάσεις να εξελιχθούν σαν επαγγελματίες και να μην απαρχαιωθούν γρήγορα.
Ένα ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί έφτασε η κατάσταση σε αυτό το σημείο και κυρίως γιατί οι σύλλογοι καθηγητών που θα μπορούσαν να ανατρέψουν ως ένα βαθμό αυτή την κατάσταση μέσω της βαθμολογίας, της μειωμένης δικαιολόγησης των απουσιών και της αυστηρότερης εφαρμογής των κανόνων συμπεριφοράς, αφήνουν τα πραγματα να φτάσουν ώς εκει. Αν όμως εφαρμόσουν μεγαλύτερη αυστηρότητα, τότε ένα σημαντικό μέρος του μαθητικού τους δυναμικού θα εγκαταλείψει το τεχνικό λύκειο και, καθώς δεν υπάρχει άλλος τύπος λυκείου, θα εγκαταλείψουν και το σχολείο εντελώς. Αυτό είναι κάτι που προβληματίζει πολλούς εκπαιδευτικούς, όπως επίσης και το γεγονός ότι έτσι θα χάσουν τις οργανικές τους θέσεις .
Το πρόβλημα αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί αν απλά ξεχωρίσουμε τα δύο σχολεία που «συμβιώνουν» στο σημερινό τεχνικό λύκειο. Αν δημιουργήσουμε δηλαδή έναν τρίτο τύπο λυκείου, ο οποίος θα επικεντρώνεται στη σωστή κοινωνικοποίηση των μαθητών (μεσα από πολλές ώρες δραστηριοτήτων, μουσικής, θεάτρου, αθλητισμού) καθώς και στην πολύ καλη απόκτηση μόνο πολύ βασικών δεξιοτήτων (γλώσσας και αριθμητικής), χωρίς τίποτα εξειδικευμένο ή δύσκολο. Τέτοια σχολεία, που υπάρχουν σε άλλα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα, θα κράταγαν τα παιδιά αυτά στο σχολείο και μακριά από το δρόμο. Η εισαγωγή σε αυτά τα σχολεία θα ήταν υποχρεωτική για μαθητές, οι οποίοι σε εξετάσεις μετά το γυμνάσιο σημείωναν πολύ χαμηλές επιδόσεις και δεν επιθυμούσαν να επαναλάβουν την τάξη.
Το παρόν νομοσχέδιο, με όλες τις αλλαγές που προτείνει, δεν αντιμετωπίζει την παρουσία αυτού του μεγάλου αναλογικά κομματιού παιδιών, που δεν ενδιαφέρονται ουσιαστικά για τεχνική εκπαίδευση και που, παρόλα αυτά, θα εξακολουθήσουν να βρίσκονται στο τεχνικό και να δημιουργούν προβλήματα στη λειτουργία του.
Ύστερα από θητεία ενός χρόνου σε ΕΠΑΛ και χωρίς να διεκδικώ κανένα αλάθητο νομίζω ότι το νομοσχέδιο δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα της τεχνικής εκπαίδευσης. Ζητώ συγνώμη εκ των προτέρων για το μεγεθος του άρθρου. Στα τεχνικά λύκεια λοιπόν, κατά τη γνώμη μου, η κατάσταση είναι απελπιστική. Είναι σημάντικό καταρχήν να κατανοηθεί ποιό είναι το πραγματικό πρόβλημα των τεχνικών λυκείων. Σε κάθε τεχνικό λύκειο «συστεγάζονται» δύο ίσου μεγέθους αλλά διαφορετικά «λύκεια». Τα μισά περίπου παιδιά ενός τεχνικού λυκείου είναι μάλλον αδύνατοι (για το γενικό λύκειο) μαθητές που θέλουν να ασχοληθούν με κάποιο τεχνικό επάγγελμα και επιθυμούν να αποκτήσουν εξειδίκευση σε αυτό. Τα άλλα μισά παιδιά αποτελούνται από α) παιδιά με τόσο μεγάλες μαθησιακές δυσκολίες που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν ακόμα και στο σημαντικά χαμηλό επίπεδο μάθησης των τεχνικών λυκείων. Έρχονται γιατί οι γονείς τους δεν έχουν που αλλού να τα πάνε και «μήπως πάρουν το χαρτί» (το οποίο και τελικά θα πάρουν) β) παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς τέτοια, που δεν θα γίνονταν αποδεκτά σε ένα γενικό λύκειο, αλλά που φαίνεται να «περνάνε» μέσα στο γενικότερο μπάχαλο του τεχνικού. γ) παιδιά που έχουν ερθει μόνο για να πάρουν βεβαίωση φοίτησης για τους γονείς τους για τον ΟΑΕΔ και δεν τους ενδιαφέρει το σχολείο. Έρχονται για κανένα τρίμηνο, για να βλέπουν τους φίλους τους και για χαβαλέ και όταν ξεπεράσουν τις 200 απουσίες (το όριο είναι 114!) εξαφανίζονται, αφού πρώτα έχουν διαλύσει το σχολείο δ) παιδιά που θέλουν μόνο το απολυτήριο και ξέρουν ότι το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να παραβρίσκονται στο χώρο, να μην ενοχλούν πολύ και να μην κοπούν κατα λάθος από απουσίες. ε) παιδιά που θέλουν να δουλέψουν ως τεχνικοί αλλά δεν θέλουν να μάθουν τίποτα για την τέχνη αυτή στο σχολείο. Θεωρούν πως ό,τι γνώση χρειάζονται θα τους τη μάθει ο εργοδότης, όταν προσληφθούν, και γι’αυτό αδιαφορούν πλήρως και επιδεικτικά για όλα τα γενικά μαθήματα, ενώ στα ειδικά μαθήματα η προσπάθειά τους είναι η ελάχιστη δυνατή. Είναι ηλεκτρολόγοι που δεν θεωρούν απαραίτητο να γνωρίζουν τη μονάδα ενέργειας, νοσηλεύτριες που δε θεωρούν απαραίτητη τη γνώση οργανικής χημείας (ή έστω ότι το σύμβολο του άνθρακα είναι το C) ή μηχανολόγοι που δεν μπορούν να σχεδιάσουν παράλληλη μιας ευθείας σε ένα σχήμα (όλα αυτά αποτελουν προσωπικές εμπειρίες). Αν σε μια τάξη των 25 οι 5 δημιουργούν προβλήματα υπάρχουν τρόποι να τους διαχειριστείς και να τους απομονώσεις. Όταν όμως στα τεχνικά οι 12 στους 25 είναι εκτός ελέγχου (και οι υπόλοιποι μέτριοι ή αδύνατοι ως μαθητες) η διαχείρηση είναι αδύνατη. Έτσι, το αποτέλεσμα αυτής της «συνύπαρξης» των δύο περίπου ισομεγέθων ομάδων είναι ότι, μέσα στους 4-6 πρώτους μήνες της Α Λυκείου, η πλειοψηφια της πρώτης ομάδας θα αφομειωθεί πλήρως από τη δευτερη. Από εκεί και πέρα, μέσα στην τάξη γίνεται μάθημα όταν το θέλουν οι μαθητές, για όσο χρόνο θέλουν, στο επίπεδο δυσκολίας που θέλουν, με τον τρόπο που θέλουν, συμμετέχοντας όταν θέλουν και αν προσπαθήσεις να εφαρμόσεις στοιχειωδώς πράγματα που ζητά το υπουργείο, όπως αναλυτικό πρόγραμμα, ύλη, χρήση βιβλίου ή τετραδίου και μια υποτυπώδη ηρεμία στην τάξη, συναντάς λυσσαλαία αντίσταση, που ξεκινά από αδιαφορία και φτάνει σε προσβολές και βίαιες κινήσεις. Προσωπική μου άποψη είναι ότι το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι έχουμε αποφοίτους που μαθαίνουν ελάχιστα σε σχέση με τον χρόνο που δαπανάται και τα χρήματα που ξοδεύονται. Ένα σημαντικό κομμάτι τους είναι λειτουργικά αναλφάβητοι (με μεγάλα προβλήματα στη γραφή και στις απλές μαθηματικές πράξεις) και ως ειδικευμένο προσωπικό είναι τεχνικοί μιας χρήσης, δηλαδή ξέρουν να κάνουν συγκεκριμένες εργασίες αλλά δεν έχουν τις βάσεις να εξελιχθούν σαν επαγγελματίες και να μην απαρχαιωθούν γρήγορα. Ένα ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί έφτασε η κατάσταση σε αυτό το σημείο και κυρίως γιατί οι σύλλογοι καθηγητών που θα μπορούσαν να ανατρέψουν ως ένα βαθμό αυτή την κατάσταση μέσω της βαθμολογίας, της μειωμένης δικαιολόγησης των απουσιών και της αυστηρότερης εφαρμογής των κανόνων συμπεριφοράς, αφήνουν τα πραγματα να φτάσουν ώς εκει. Αν όμως εφαρμόσουν μεγαλύτερη αυστηρότητα, τότε ένα σημαντικό μέρος του μαθητικού τους δυναμικού θα εγκαταλείψει το τεχνικό λύκειο και, καθώς δεν υπάρχει άλλος τύπος λυκείου, θα εγκαταλείψουν και το σχολείο εντελώς. Αυτό είναι κάτι που προβληματίζει πολλούς εκπαιδευτικούς, όπως επίσης και το γεγονός ότι έτσι θα χάσουν τις οργανικές τους θέσεις . Το πρόβλημα αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί αν απλά ξεχωρίσουμε τα δύο σχολεία που «συμβιώνουν» στο σημερινό τεχνικό λύκειο. Αν δημιουργήσουμε δηλαδή έναν τρίτο τύπο λυκείου, ο οποίος θα επικεντρώνεται στη σωστή κοινωνικοποίηση των μαθητών (μεσα από πολλές ώρες δραστηριοτήτων, μουσικής, θεάτρου, αθλητισμού) καθώς και στην πολύ καλη απόκτηση μόνο πολύ βασικών δεξιοτήτων (γλώσσας και αριθμητικής), χωρίς τίποτα εξειδικευμένο ή δύσκολο. Τέτοια σχολεία, που υπάρχουν σε άλλα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα, θα κράταγαν τα παιδιά αυτά στο σχολείο και μακριά από το δρόμο. Η εισαγωγή σε αυτά τα σχολεία θα ήταν υποχρεωτική για μαθητές, οι οποίοι σε εξετάσεις μετά το γυμνάσιο σημείωναν πολύ χαμηλές επιδόσεις και δεν επιθυμούσαν να επαναλάβουν την τάξη. Το παρόν νομοσχέδιο, με όλες τις αλλαγές που προτείνει, δεν αντιμετωπίζει την παρουσία αυτού του μεγάλου αναλογικά κομματιού παιδιών, που δεν ενδιαφέρονται ουσιαστικά για τεχνική εκπαίδευση και που, παρόλα αυτά, θα εξακολουθήσουν να βρίσκονται στο τεχνικό και να δημιουργούν προβλήματα στη λειτουργία του.