Η Πανελλήνια Ένωση Βιοεπιστημόνων (ΠΕΒ), με αφορμή την ανακοίνωση του τελικού σχεδίου για το Νέο Λύκειο, είναι υποχρεωμένη να καταθέσει την άποψή της για το γενικό περίγραμμα των μέτρων, και ειδικότερα για την ιδιαίτερη θέση που επιφυλάσσουν για τη διδασκαλία της Βιολογίας στην εκπαιδευτική βαθμίδα του Λυκείου.
Αναφορικά λοιπόν με το περίγραμμα του Λυκείου που προδιαγράφουν οι νέες ρυθμίσεις οφείλουμε να διευκρινίσουμε τα ακόλουθα:
1ον Εξακολουθούμε να πιστεύουμε πως ο σχεδιασμός της εκπαιδευτικής βαθμίδας του Λυκείου πρέπει να γίνεται πρωτίστως με γνώμονα το είδος, το εύρος και το βάθος της γενικής παιδείας που παρέχει στο μαθητή και δευτερευόντως τις ανάγκες προετοιμασίας και επιλογής των υποψηφίων για τις σχολές της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Διατυπώνοντας αυτή τη θέση, γνωρίζουμε ότι έρχεται σε αντίθεση με την κυρίαρχη άποψη και στην πολιτεία, αλλά και στην κοινωνία, για το ρόλο του Λυκείου. Ρόλο που έχει καταδικάσει, από τα χρόνια των δεσμών ήδη, το Λύκειο σε μια εικονική εκπαιδευτική βαθμίδα την οποία ο μαθητής διεξέρχεται, ουσιαστικά μόνο για να αποκτήσει το τυπικό δικαίωμα συμμετοχής στις εισαγωγικές εξετάσεις.
Είναι επίσης κρίμα που εδώ και 30 χρόνια το Λύκειο, ανεπιτυχώς, προσπαθεί να χαράξει στην εκπαίδευση του μαθητή ανεξάρτητα μονοπάτια αυτοτελών μαθημάτων που δεν διασταυρώνονται. Είναι πλέον περισσότερο από σαφές ότι, τόσο στον ακαδημαϊκό όσο και στον επαγγελματικό βίο, αυτό που τώρα μετράει, δεν είναι η κατάρτιση ενός μελλοντικού επιστήμονα ή επαγγελματία με βάση την αυστηρή και μονολιθική πειθαρχία της επιστήμης ή του επαγγέλματός του, αλλά αν έχει αποκτήσει ευρεία παιδεία και δεξιότητες που τον καθιστούν ικανό να ανακαλύπτει και να συνδυάζει πληροφορίες και γνώσεις που προέρχονται από το σύνολο του επιστητού.
Αυτός είναι ο δρόμος για τη διαμόρφωση ολοκληρωμένων ανθρώπων, επιστημόνων και επαγγελματιών, που τα πνευματικά τους πονήματα δεν θα στερούνται του ορθολογισμού που διδάσκουν τα μαθηματικά, τα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά σχέδια που καταστρώνουν, οι χημικές ενώσεις που επινοούν, δεν θα έρχονται σε αντίθεση με το περιβάλλον και τις βιολογικές ανάγκες του ανθρώπου, που ο σεβασμός σε κάθε μορφή ζωής, σε κάθε φύλο, χρώμα ή χαρακτηριστικό, δεν θα είναι ηθικοπλαστική συνταγή, αλλά θα είναι προϊόν βαθιάς γνώσης του φαινομένου της ζωής, της πολυμορφίας του και της εξελικτικής διαδικασίας που το γέννησε.
2ον Στην κατεύθυνση αυτή θα επιθυμούσαμε ένα περισσότερο ανοικτό σχέδιο που θα έδινε τη δυνατότητα στο μαθητή να επιλέξει διαφορετικά μαθήματα, ακόμη και αν αυτά ανήκουν σε διαφορετικούς επιστημονικούς τομείς, ώστε στο τέλος των Λυκειακών σπουδών του να λαμβάνει ο ίδιος την ευθύνη για το σχεδιασμό του μονοπατιού γνώσης που επιθυμεί να ακολουθήσει.
Αντιλαμβανόμαστε φυσικά, ότι στις οικονομικές συνθήκες που βιώνουμε και με τις μικρές σχετικά σχολικές μονάδες που διαθέτουμε, είναι δύσκολος προς το παρόν ένας τέτοιος σχεδιασμός, αλλά θα μπορούσε όμως το προτεινόμενο σχέδιο να έχει ανοικτή αυτήν την προοπτική. Φοβόμαστε όμως ότι δεν το κάνει. Αντιθέτως έχει σχεδιαστεί για να υπηρετεί αυτό το αναχρονιστικό υπόλειμμα της συντεταγμένης πορείας ανά επιστημονικό πεδίο, στο διηνεκές.
Αναφορικά με την τύχη που επιφυλάσσει το προτεινόμενο σχέδιο για το μάθημα της Βιολογίας, έχουμε να επισημάνουμε τα εξής:
Επειδή ότι κάνουμε στην καθημερινότητά μας περιστρέφεται γύρω από τις δυνατότητες που δίνει η βιολογική υπόστασή μας, δεν αμφιβάλαμε ποτέ για το ότι η Βιολογία είναι απαραίτητο να αποτελεί μάθημα που οι μαθητές πρέπει να διδάσκονται, ανεξάρτητα από την επαγγελματική ή επιστημονική κατεύθυνση που επιθυμούν να ακολουθήσουν.
Αντιθέτως, πάντοτε θεωρούσαμε αυτονόητο (ακόμη και όταν η Βιολογία συνθλιβόταν στην προσχηματική της μιας ώρας την εβδομάδα, και τάξη παρά τάξη, διδασκαλίας της), πως τα μείζονα προβλήματα του καιρού μας, πολλά από τα οποία μάλιστα σχετίζονται με τις ατομικές επιλογές που κάνει ο πολίτης, για να γίνουν κατανοητά και επιλύσιμα, απαιτούν ένα ελάχιστο βιολογικού εγγραμματισμού.
Έτσι υπερασπιστήκαμε την ανάγκη το μάθημά μας να αποτελεί κορμό της παιδείας που παίρνει ο μαθητής στο Λύκειο, τόσο στο Γενικό όσο και στο Τεχνολογικό.
Η στάση αυτή δεν προερχόταν από κάποιου είδους βιολογικό πατριωτισμό, ούτε καθοδηγείτο από συντεχνιακές σκοπιμότητες, διότι είναι γνωστό πως και στο πρόσφατο παρελθόν αποδίδαμε το ίδιο (αν όχι περισσότερο) βάρος στη διδασκαλία βιολογίας ως μάθημα γενικής παιδείας και όχι ως μάθημα προσανατολισμού.
Για το λόγο αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να διατυπώσουμε την ικανοποίησή μας, διότι το προτεινόμενο σχέδιο, για πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης αποδίδει τα ελάχιστα που οφείλει στη διδασκαλία της Βιολογίας ως μάθημα γενικής παιδείας, καθώς της δίνει τη δυνατότητα να διδάσκεται σε επαρκή αριθμό ωρών στην Α΄ και Β΄ Λυκείου, εγκαταλείποντας τον προσχηματικό και παιδαγωγικά απρόσφορο βρόχο του μονόωρου μαθήματος. Σε αντίθεση, στο Επαγγελματικό λύκειο δεν προβλέπεται η διδασκαλία της Βιολογίας, με αποτέλεσμα οι γνώσεις που λαμβάνουν οι μαθητές σχετικά με την ίδια τους τη ζωή και το περιβάλλον τους να απουσιάζουν πλήρως από τη μόρφωση του 21ου αιώνα.
Αναφορικά δε με τη διδασκαλία της Βιολογίας ως μάθημα προσανατολισμού έχουμε να επισημάνουμε πως θα επιθυμούσαμε από τη διδασκαλία της να επωφελούνται όχι μόνο όσοι κατευθύνονται προς το πεδίο Υγείας, αλλά στο σύνολο των μαθητών της Θετικής Κατεύθυνσης.
Κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο διότι θα προσδώσει την απαραίτητη παιδεία, ώστε ο μαθηματικός να είναι ικανός να εκπονεί μαθηματικούς φορμαλισμούς για τη μελέτη του φαινομένου της ζωής, ο αρχιτέκτονας και ο πολιτικός μηχανικός να σχεδιάζουν και να κατασκευάζουν κτίρια που θα βρίσκονται σε αρμονία με το φυσικό περιβάλλον, ο χημικός να στρέφεται στη μελέτη των βιομορίων και να συνθέτει ενώσεις που είναι φιλικές προς το περιβάλλον και τους οργανισμούς, ο φυσικός να δραστηριοποιείται στον ακμάζοντα τομέα των νευροεπιστημών, ο μηχανολόγος να αξιοποιεί τη νανοτεχνολογία στις εφαρμογές υγείας.
Προφανώς κάτι τέτοιο είναι πολύ περισσότερο αναγκαίο για το μαθητή που επιθυμεί να κατευθυνθεί σε μια σειρά από πανεπιστημιακές σχολές και τεχνολογικά τμήματα, όπως λ.χ. η Γεωπονική, τα ίδια τα βιολογικά τμήματα κ.α΄, που ως βασικό κορμό των προγραμμάτων σπουδών τους έχουν τις βιοεπιστήμες.
Στην κατεύθυνση αυτή θα προτείναμε το πεδίο της Υγείας να μετονομαστεί σε πεδίο Επιστημών Ζωής και Περιβάλλοντος, ώστε να συμπεριλάβει όλες τις σχολές και τα τμήματα που σχετίζονται με τις Βιοεπιστήμες. Πιστεύουμε ότι αυτό και απόλυτα ρεαλιστικό είναι και περισσότερες επιλογές σχολών δίνει στους μαθητές.
Το ΔΣ της ΠΕΒ
Η Πανελλήνια Ένωση Βιοεπιστημόνων (ΠΕΒ), με αφορμή την ανακοίνωση του τελικού σχεδίου για το Νέο Λύκειο, είναι υποχρεωμένη να καταθέσει την άποψή της για το γενικό περίγραμμα των μέτρων, και ειδικότερα για την ιδιαίτερη θέση που επιφυλάσσουν για τη διδασκαλία της Βιολογίας στην εκπαιδευτική βαθμίδα του Λυκείου. Αναφορικά λοιπόν με το περίγραμμα του Λυκείου που προδιαγράφουν οι νέες ρυθμίσεις οφείλουμε να διευκρινίσουμε τα ακόλουθα: 1ον Εξακολουθούμε να πιστεύουμε πως ο σχεδιασμός της εκπαιδευτικής βαθμίδας του Λυκείου πρέπει να γίνεται πρωτίστως με γνώμονα το είδος, το εύρος και το βάθος της γενικής παιδείας που παρέχει στο μαθητή και δευτερευόντως τις ανάγκες προετοιμασίας και επιλογής των υποψηφίων για τις σχολές της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Διατυπώνοντας αυτή τη θέση, γνωρίζουμε ότι έρχεται σε αντίθεση με την κυρίαρχη άποψη και στην πολιτεία, αλλά και στην κοινωνία, για το ρόλο του Λυκείου. Ρόλο που έχει καταδικάσει, από τα χρόνια των δεσμών ήδη, το Λύκειο σε μια εικονική εκπαιδευτική βαθμίδα την οποία ο μαθητής διεξέρχεται, ουσιαστικά μόνο για να αποκτήσει το τυπικό δικαίωμα συμμετοχής στις εισαγωγικές εξετάσεις. Είναι επίσης κρίμα που εδώ και 30 χρόνια το Λύκειο, ανεπιτυχώς, προσπαθεί να χαράξει στην εκπαίδευση του μαθητή ανεξάρτητα μονοπάτια αυτοτελών μαθημάτων που δεν διασταυρώνονται. Είναι πλέον περισσότερο από σαφές ότι, τόσο στον ακαδημαϊκό όσο και στον επαγγελματικό βίο, αυτό που τώρα μετράει, δεν είναι η κατάρτιση ενός μελλοντικού επιστήμονα ή επαγγελματία με βάση την αυστηρή και μονολιθική πειθαρχία της επιστήμης ή του επαγγέλματός του, αλλά αν έχει αποκτήσει ευρεία παιδεία και δεξιότητες που τον καθιστούν ικανό να ανακαλύπτει και να συνδυάζει πληροφορίες και γνώσεις που προέρχονται από το σύνολο του επιστητού. Αυτός είναι ο δρόμος για τη διαμόρφωση ολοκληρωμένων ανθρώπων, επιστημόνων και επαγγελματιών, που τα πνευματικά τους πονήματα δεν θα στερούνται του ορθολογισμού που διδάσκουν τα μαθηματικά, τα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά σχέδια που καταστρώνουν, οι χημικές ενώσεις που επινοούν, δεν θα έρχονται σε αντίθεση με το περιβάλλον και τις βιολογικές ανάγκες του ανθρώπου, που ο σεβασμός σε κάθε μορφή ζωής, σε κάθε φύλο, χρώμα ή χαρακτηριστικό, δεν θα είναι ηθικοπλαστική συνταγή, αλλά θα είναι προϊόν βαθιάς γνώσης του φαινομένου της ζωής, της πολυμορφίας του και της εξελικτικής διαδικασίας που το γέννησε. 2ον Στην κατεύθυνση αυτή θα επιθυμούσαμε ένα περισσότερο ανοικτό σχέδιο που θα έδινε τη δυνατότητα στο μαθητή να επιλέξει διαφορετικά μαθήματα, ακόμη και αν αυτά ανήκουν σε διαφορετικούς επιστημονικούς τομείς, ώστε στο τέλος των Λυκειακών σπουδών του να λαμβάνει ο ίδιος την ευθύνη για το σχεδιασμό του μονοπατιού γνώσης που επιθυμεί να ακολουθήσει. Αντιλαμβανόμαστε φυσικά, ότι στις οικονομικές συνθήκες που βιώνουμε και με τις μικρές σχετικά σχολικές μονάδες που διαθέτουμε, είναι δύσκολος προς το παρόν ένας τέτοιος σχεδιασμός, αλλά θα μπορούσε όμως το προτεινόμενο σχέδιο να έχει ανοικτή αυτήν την προοπτική. Φοβόμαστε όμως ότι δεν το κάνει. Αντιθέτως έχει σχεδιαστεί για να υπηρετεί αυτό το αναχρονιστικό υπόλειμμα της συντεταγμένης πορείας ανά επιστημονικό πεδίο, στο διηνεκές. Αναφορικά με την τύχη που επιφυλάσσει το προτεινόμενο σχέδιο για το μάθημα της Βιολογίας, έχουμε να επισημάνουμε τα εξής: Επειδή ότι κάνουμε στην καθημερινότητά μας περιστρέφεται γύρω από τις δυνατότητες που δίνει η βιολογική υπόστασή μας, δεν αμφιβάλαμε ποτέ για το ότι η Βιολογία είναι απαραίτητο να αποτελεί μάθημα που οι μαθητές πρέπει να διδάσκονται, ανεξάρτητα από την επαγγελματική ή επιστημονική κατεύθυνση που επιθυμούν να ακολουθήσουν. Αντιθέτως, πάντοτε θεωρούσαμε αυτονόητο (ακόμη και όταν η Βιολογία συνθλιβόταν στην προσχηματική της μιας ώρας την εβδομάδα, και τάξη παρά τάξη, διδασκαλίας της), πως τα μείζονα προβλήματα του καιρού μας, πολλά από τα οποία μάλιστα σχετίζονται με τις ατομικές επιλογές που κάνει ο πολίτης, για να γίνουν κατανοητά και επιλύσιμα, απαιτούν ένα ελάχιστο βιολογικού εγγραμματισμού. Έτσι υπερασπιστήκαμε την ανάγκη το μάθημά μας να αποτελεί κορμό της παιδείας που παίρνει ο μαθητής στο Λύκειο, τόσο στο Γενικό όσο και στο Τεχνολογικό. Η στάση αυτή δεν προερχόταν από κάποιου είδους βιολογικό πατριωτισμό, ούτε καθοδηγείτο από συντεχνιακές σκοπιμότητες, διότι είναι γνωστό πως και στο πρόσφατο παρελθόν αποδίδαμε το ίδιο (αν όχι περισσότερο) βάρος στη διδασκαλία βιολογίας ως μάθημα γενικής παιδείας και όχι ως μάθημα προσανατολισμού. Για το λόγο αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να διατυπώσουμε την ικανοποίησή μας, διότι το προτεινόμενο σχέδιο, για πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης αποδίδει τα ελάχιστα που οφείλει στη διδασκαλία της Βιολογίας ως μάθημα γενικής παιδείας, καθώς της δίνει τη δυνατότητα να διδάσκεται σε επαρκή αριθμό ωρών στην Α΄ και Β΄ Λυκείου, εγκαταλείποντας τον προσχηματικό και παιδαγωγικά απρόσφορο βρόχο του μονόωρου μαθήματος. Σε αντίθεση, στο Επαγγελματικό λύκειο δεν προβλέπεται η διδασκαλία της Βιολογίας, με αποτέλεσμα οι γνώσεις που λαμβάνουν οι μαθητές σχετικά με την ίδια τους τη ζωή και το περιβάλλον τους να απουσιάζουν πλήρως από τη μόρφωση του 21ου αιώνα. Αναφορικά δε με τη διδασκαλία της Βιολογίας ως μάθημα προσανατολισμού έχουμε να επισημάνουμε πως θα επιθυμούσαμε από τη διδασκαλία της να επωφελούνται όχι μόνο όσοι κατευθύνονται προς το πεδίο Υγείας, αλλά στο σύνολο των μαθητών της Θετικής Κατεύθυνσης. Κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο διότι θα προσδώσει την απαραίτητη παιδεία, ώστε ο μαθηματικός να είναι ικανός να εκπονεί μαθηματικούς φορμαλισμούς για τη μελέτη του φαινομένου της ζωής, ο αρχιτέκτονας και ο πολιτικός μηχανικός να σχεδιάζουν και να κατασκευάζουν κτίρια που θα βρίσκονται σε αρμονία με το φυσικό περιβάλλον, ο χημικός να στρέφεται στη μελέτη των βιομορίων και να συνθέτει ενώσεις που είναι φιλικές προς το περιβάλλον και τους οργανισμούς, ο φυσικός να δραστηριοποιείται στον ακμάζοντα τομέα των νευροεπιστημών, ο μηχανολόγος να αξιοποιεί τη νανοτεχνολογία στις εφαρμογές υγείας. Προφανώς κάτι τέτοιο είναι πολύ περισσότερο αναγκαίο για το μαθητή που επιθυμεί να κατευθυνθεί σε μια σειρά από πανεπιστημιακές σχολές και τεχνολογικά τμήματα, όπως λ.χ. η Γεωπονική, τα ίδια τα βιολογικά τμήματα κ.α΄, που ως βασικό κορμό των προγραμμάτων σπουδών τους έχουν τις βιοεπιστήμες. Στην κατεύθυνση αυτή θα προτείναμε το πεδίο της Υγείας να μετονομαστεί σε πεδίο Επιστημών Ζωής και Περιβάλλοντος, ώστε να συμπεριλάβει όλες τις σχολές και τα τμήματα που σχετίζονται με τις Βιοεπιστήμες. Πιστεύουμε ότι αυτό και απόλυτα ρεαλιστικό είναι και περισσότερες επιλογές σχολών δίνει στους μαθητές. Το ΔΣ της ΠΕΒ