1) Βασικοί συντελεστές για την επίτευξη των σκοπών της εκπαίδευσης είναι τα αναλυτικά προγράμματα τα οποία όμως πρέπει να είναι σαφώς διατυπωμένα, κατά μάθημα και σκοπούς μέσα στα πλαίσια των γενικών και ειδικών, κατά βαθμίδα, σκοπών της εκπαίδευσης, και να έχουν εσωτερική συνοχή και ενιαία ανάπτυξη των περιεχομένων τους.
Η ανωτέρω παραδοχή δεν ικανοποιείται με την σύμπτυξη στο μάθημα της πολιτικής παιδείας τριών διακριτών γνωστικών αντικειμένων δηλαδή της Οικονομίας, της Κοινωνιολογίας και των Πολιτικών Θεσμών & Αρχών Δικαίου.
Επομένως για λόγους σαφήνειας του αναλυτικού προγράμματος, αντιστοιχίας γενικών και ειδικών σκοπών με τα ανάλογα γνωστικά αντικείμενα αλλά και λόγω συνοχής του προγράμματος, επιβάλλεται τα γνωστικά αντικείμενα της Οικονομίας, της Κοινωνιολογίας και των Πολιτικών Θεσμών & Αρχών Δικαίου να είναι διακριτά.
Επιπλέον σύμφωνα με το άρθρο 1 του σχεδίου νόμου « Το «Γενικό Λύκειο» αποτελεί εκπαιδευτική μονάδα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παροχής γενικής παιδείας και βαθμιαίας εμβάθυνσης και εξειδίκευσης στα επιμέρους γνωστικά αντικείμενα. Κατά συνέπεια τα γνωστικά αντικείμενα της Οικονομίας, της Κοινωνιολογίας και των Πολιτικών Θεσμών & Αρχών Δικαίου εάν δεν είναι διακριτά τούτο σημαίνει ότι η βαθμιαία εμβάθυνση και εξειδίκευση σε κάθε επιμέρους αντικείμενο, το οποίο εξετάζεται πανελλαδικώς, δεν θα διδάσκεται από τον ειδικό επιστήμονα.
Εξάλλου η σύμπτυξη των ανωτέρω μαθημάτων στην Α΄ λυκείου σε ένα τρίωρο την εβδομάδα, αλλά και στο ακατανόητο δίωρο της Β΄ λυκείου, οδηγεί σε αντιπαιδαγωγικά μονόωρα μαθήματα κατά αντικείμενο, γεγονός που στην πράξη οδηγεί στην υποβάθμιση και των τριών αλλά και στην αστοχία εκπλήρωσης των ειδικών σκοπών των εν λόγω μαθημάτων.
Συνεπώς και σύμφωνα με τα προαναφερόμενα στο μάθημα Πολιτική Παιδεία της Α΄ και Β΄ λυκείου τα γνωστικά αντικείμενα της Οικονομίας, της Κοινωνιολογίας και των Πολιτικών Θεσμών & Αρχών Δικαίου είναι επιβεβλημένο να είναι διακριτά. Επίσης στην Ομάδα Προσανατολισμού των Οικονομικών-Πολιτικών-Κοινωνικών Σπουδών της Γ΄ λυκείου και στο μάθημα Στοιχεία Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών, τα υπονοούμενα αντικείμενα της Κοινωνιολογίας και των Πολιτικών-Νομικών επιστημών πρέπει να είναι διακριτά.
2) Η Πολιτειακή Παιδεία ως γνωστικό αντικείμενο που στα αναλυτικά προγράμματα εμφανίστηκε διαχρονικά ως «Αγωγή του Πολίτη», « Στοιχεία Δημοκρατικού Πολιτεύματος», « εισαγωγή στο Δίκαιο και τους Πολιτικούς Θεσμούς», « Πολιτική και Δίκαιο», επιβάλλεται από το άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος:
« Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.»
Η Πολιτειακή Παιδεία συνδέεται με δύο από τους εννέα σκοπούς του Γενικού Λυκείου σύμφωνα με το άρθρο 2 του σχεδίου νόμου και οι οποίοι είναι :
«….δ) Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της διαφορετικότητας και της πολιτισμικής ετερότητας στο πλαίσιο μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας,
ε) Η ενδυνάμωση των αξιών της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης και η διαμόρφωση συνείδησης ενεργού πολίτη».
Προσδιορίζεται δε η ιδιότητα και ικανότητα του Πολίτη στο «Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Αναφοράς" του Παραρτήματος της Σύστασης του Eυρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006 (2006/962/ΕΚ) ως « μία από τις οκτώ βασικές ικανότητες, οι οποίες θεωρούνται εξίσου σημαντικές, τις οποίες χρειάζονται όλοι για την προσωπική τους ολοκλήρωση και ανάπτυξη και την προώθηση και ανάπτυξη των οποίων πρέπει τα Κράτη Μέλη να διασφαλίζουν δια των εκπαιδευτικών τους συστημάτων» .
Με βάση τα παραπάνω προκύπτει ότι η θεμελίωση της Πολιτειακής Παιδείας στα αναλυτικά προγράμματα, εδράζεται
Α) στο Σύνταγμα, β) συνδέεται και εξυπηρετεί δύο από τους εννέα σκοπούς του Γενικού Λυκείου σύμφωνα με το άρθρο 1 του σχεδίου νόμου και γ) στην Σύσταση 2006/962/ΕΚ του Eυρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006 (2006/962/ΕΚ).
Παρά την ανωτέρω θεμελίωση η αναλογία της Πολιτειακής Παιδείας ως γνωστικό αντικείμενο στο αναλυτικό πρόγραμμα, ενοποιούμενο και μη διακριτό αντικείμενο από την Οικονομία και Κοινωνιολογία στο μάθημα « Πολιτική Παιδεία» στην Α’ και Β΄ λυκείου αλλά και στο μάθημα της Γ΄ λυκείου «Στοιχεία Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών», είναι υποβαθμισμένη και δυσανάλογα μικρή. Η σύγχυσή της δε με το αντικείμενο της Οικονομίας υποδηλώνει σύγχυση ειδικών σκοπών. Συγκεκριμένα το αντικείμενο της Οικονομίας συνδέεται με διαφορετικό σκοπό από αυτό της Πολιτειακής Παιδείας και ειδικότερα , σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. ι) του σχεδίου νόμου, με την « καλλιέργεια δεξιοτήτων που θα διευκολύνουν την πρόσβαση των μαθητών στην αγορά εργασίας». Επίσης η Οικονομία συνδέεται με μια άλλη διακριτή ικανότητα από αυτή του ενεργού πολίτη όπως περιγράφεται στην ανωτέρω Σύσταση 2006/962/ΕΚ, δηλαδή με την « Πρωτοβουλία και επιχειρηματικότητα».
Ως εκ τούτου το αντικείμενο της Πολιτειακής Παιδείας (Πολιτικοί Θεσμοί & Αρχές Δικαίου) τόσο στο Γενικό όσο και στο Τεχνολογικό Λύκειο πρέπει να είναι αφενός διακριτό γνωστικό αντικείμενο, αφετέρου αναβαθμισμένο σε σχέση με το σχεδιαζόμενο αναλυτικό πρόγραμμα.
1) Βασικοί συντελεστές για την επίτευξη των σκοπών της εκπαίδευσης είναι τα αναλυτικά προγράμματα τα οποία όμως πρέπει να είναι σαφώς διατυπωμένα, κατά μάθημα και σκοπούς μέσα στα πλαίσια των γενικών και ειδικών, κατά βαθμίδα, σκοπών της εκπαίδευσης, και να έχουν εσωτερική συνοχή και ενιαία ανάπτυξη των περιεχομένων τους. Η ανωτέρω παραδοχή δεν ικανοποιείται με την σύμπτυξη στο μάθημα της πολιτικής παιδείας τριών διακριτών γνωστικών αντικειμένων δηλαδή της Οικονομίας, της Κοινωνιολογίας και των Πολιτικών Θεσμών & Αρχών Δικαίου. Επομένως για λόγους σαφήνειας του αναλυτικού προγράμματος, αντιστοιχίας γενικών και ειδικών σκοπών με τα ανάλογα γνωστικά αντικείμενα αλλά και λόγω συνοχής του προγράμματος, επιβάλλεται τα γνωστικά αντικείμενα της Οικονομίας, της Κοινωνιολογίας και των Πολιτικών Θεσμών & Αρχών Δικαίου να είναι διακριτά. Επιπλέον σύμφωνα με το άρθρο 1 του σχεδίου νόμου « Το «Γενικό Λύκειο» αποτελεί εκπαιδευτική μονάδα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παροχής γενικής παιδείας και βαθμιαίας εμβάθυνσης και εξειδίκευσης στα επιμέρους γνωστικά αντικείμενα. Κατά συνέπεια τα γνωστικά αντικείμενα της Οικονομίας, της Κοινωνιολογίας και των Πολιτικών Θεσμών & Αρχών Δικαίου εάν δεν είναι διακριτά τούτο σημαίνει ότι η βαθμιαία εμβάθυνση και εξειδίκευση σε κάθε επιμέρους αντικείμενο, το οποίο εξετάζεται πανελλαδικώς, δεν θα διδάσκεται από τον ειδικό επιστήμονα. Εξάλλου η σύμπτυξη των ανωτέρω μαθημάτων στην Α΄ λυκείου σε ένα τρίωρο την εβδομάδα, αλλά και στο ακατανόητο δίωρο της Β΄ λυκείου, οδηγεί σε αντιπαιδαγωγικά μονόωρα μαθήματα κατά αντικείμενο, γεγονός που στην πράξη οδηγεί στην υποβάθμιση και των τριών αλλά και στην αστοχία εκπλήρωσης των ειδικών σκοπών των εν λόγω μαθημάτων. Συνεπώς και σύμφωνα με τα προαναφερόμενα στο μάθημα Πολιτική Παιδεία της Α΄ και Β΄ λυκείου τα γνωστικά αντικείμενα της Οικονομίας, της Κοινωνιολογίας και των Πολιτικών Θεσμών & Αρχών Δικαίου είναι επιβεβλημένο να είναι διακριτά. Επίσης στην Ομάδα Προσανατολισμού των Οικονομικών-Πολιτικών-Κοινωνικών Σπουδών της Γ΄ λυκείου και στο μάθημα Στοιχεία Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών, τα υπονοούμενα αντικείμενα της Κοινωνιολογίας και των Πολιτικών-Νομικών επιστημών πρέπει να είναι διακριτά. 2) Η Πολιτειακή Παιδεία ως γνωστικό αντικείμενο που στα αναλυτικά προγράμματα εμφανίστηκε διαχρονικά ως «Αγωγή του Πολίτη», « Στοιχεία Δημοκρατικού Πολιτεύματος», « εισαγωγή στο Δίκαιο και τους Πολιτικούς Θεσμούς», « Πολιτική και Δίκαιο», επιβάλλεται από το άρθρο 16 παρ. 2 του Συντάγματος: « Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.» Η Πολιτειακή Παιδεία συνδέεται με δύο από τους εννέα σκοπούς του Γενικού Λυκείου σύμφωνα με το άρθρο 2 του σχεδίου νόμου και οι οποίοι είναι : «….δ) Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της διαφορετικότητας και της πολιτισμικής ετερότητας στο πλαίσιο μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας, ε) Η ενδυνάμωση των αξιών της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης και η διαμόρφωση συνείδησης ενεργού πολίτη». Προσδιορίζεται δε η ιδιότητα και ικανότητα του Πολίτη στο «Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Αναφοράς" του Παραρτήματος της Σύστασης του Eυρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006 (2006/962/ΕΚ) ως « μία από τις οκτώ βασικές ικανότητες, οι οποίες θεωρούνται εξίσου σημαντικές, τις οποίες χρειάζονται όλοι για την προσωπική τους ολοκλήρωση και ανάπτυξη και την προώθηση και ανάπτυξη των οποίων πρέπει τα Κράτη Μέλη να διασφαλίζουν δια των εκπαιδευτικών τους συστημάτων» . Με βάση τα παραπάνω προκύπτει ότι η θεμελίωση της Πολιτειακής Παιδείας στα αναλυτικά προγράμματα, εδράζεται Α) στο Σύνταγμα, β) συνδέεται και εξυπηρετεί δύο από τους εννέα σκοπούς του Γενικού Λυκείου σύμφωνα με το άρθρο 1 του σχεδίου νόμου και γ) στην Σύσταση 2006/962/ΕΚ του Eυρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006 (2006/962/ΕΚ). Παρά την ανωτέρω θεμελίωση η αναλογία της Πολιτειακής Παιδείας ως γνωστικό αντικείμενο στο αναλυτικό πρόγραμμα, ενοποιούμενο και μη διακριτό αντικείμενο από την Οικονομία και Κοινωνιολογία στο μάθημα « Πολιτική Παιδεία» στην Α’ και Β΄ λυκείου αλλά και στο μάθημα της Γ΄ λυκείου «Στοιχεία Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών», είναι υποβαθμισμένη και δυσανάλογα μικρή. Η σύγχυσή της δε με το αντικείμενο της Οικονομίας υποδηλώνει σύγχυση ειδικών σκοπών. Συγκεκριμένα το αντικείμενο της Οικονομίας συνδέεται με διαφορετικό σκοπό από αυτό της Πολιτειακής Παιδείας και ειδικότερα , σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. ι) του σχεδίου νόμου, με την « καλλιέργεια δεξιοτήτων που θα διευκολύνουν την πρόσβαση των μαθητών στην αγορά εργασίας». Επίσης η Οικονομία συνδέεται με μια άλλη διακριτή ικανότητα από αυτή του ενεργού πολίτη όπως περιγράφεται στην ανωτέρω Σύσταση 2006/962/ΕΚ, δηλαδή με την « Πρωτοβουλία και επιχειρηματικότητα». Ως εκ τούτου το αντικείμενο της Πολιτειακής Παιδείας (Πολιτικοί Θεσμοί & Αρχές Δικαίου) τόσο στο Γενικό όσο και στο Τεχνολογικό Λύκειο πρέπει να είναι αφενός διακριτό γνωστικό αντικείμενο, αφετέρου αναβαθμισμένο σε σχέση με το σχεδιαζόμενο αναλυτικό πρόγραμμα.