ΑΔΙΑΒΛΗΤΟ ΚΑΙ ΣΤΡΕΒΛΩΣΕΙΣ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΣΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ
Ο θεσμός των πανελλαδικών εξετάσεων για την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ένας από τους ελάχιστους αντικειμενικούς και αδιάβλητους θεσμούς της ελληνικής κοινωνίας και δύο από τα βασικά αιτήματα της κοινωνίας είναι αφενός η διατήρηση της αντικειμενικότητας και του αδιάβλητου του θεσμού και αφετέρου η διευκόλυνση γονέων και μαθητών να κάνουν τις καλύτερες δυνατές επιλογές στο λύκειο και τη διαδικασία πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου του υπουργείου, ως προς την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, εκτός από τους βαθμούς των τεσσάρων πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων θα υπολογίζεται, ως πέμπτος βαθμός, ο «Βαθμός Προαγωγής και Απόλυσης» (Β.Π.Α) δηλαδή ο «Σχολικός Βαθμός» του μαθητή. Ο Β.Π.Α. θα προκύπτει ως το σταθμισμένο άθροισμα των Σχολικών Βαθμών των τριών τάξεων του Γενικού Λυκείου, δηλαδή των Γενικών Βαθμών Προαγωγής της Α’ και Β’ τάξης και του Γενικού Βαθμού Απόλυσης της Γ’ τάξης του Γενικού Λυκείου (Άρθρο 4.4).
Ο κάθε Βαθμός Προαγωγής ή Απόλυσης θα «διορθώνεται» όταν είναι μεγαλύτερος του Μέσου Όρου (Μ.Ο.) των Πανελλαδικώς Εξεταζόμενων μαθημάτων, έτσι ώστε να μην απέχει περισσότερο από μια μονάδα από αυτόν. Επίσης ο κάθε Βαθμός Προαγωγής ή Απόλυσης θα «διορθώνεται» όταν είναι μικρότερος του Μ.Ο. των πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων, αναπροσαρμόζόμενος προς τα πάνω κατά μία το πολύ μονάδα (και μέχρι του ορίου του Μ.Ο.).
Σημειώνεται ότι η ρύθμιση αυτή έγινε με την τροποποίηση του αρχικού σχεδίου νόμου που δόθηκε στη δημοσιότητα την 14/8/13, ενώ στο αρχικό σχέδιο η «διόρθωση» γινόταν όταν ο Σχολικός Βαθμός ήταν μικρότερος (!) αλλά όχι όταν ήταν μεγαλύτερος του Μ.Ο. των βαθμών των πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων. Με τη διόρθωση της 14/8/13 η «πριμοδότηση» του Συνολικού Βαθμού Πρόσβασης από τον Σχολικό Βαθμό (Β.Π.Α.) ξαναμπαίνει σε λογικά πλαίσια αντίθετα με το αρχικό σχέδιο που θα οδηγούσε σε μια εξωφρενικά υψηλή πριμοδότηση του Συνολικού Βαθμού Πρόσβασης από τον Σχολικό Βαθμό και σοβαρότατα προβλήματα υποκειμενικότητας, διαβλητότητας και στρέβλωσης επιλογών.
Παρόλα αυτά ο συνυπολογισμός του Β.Π.Α., ο οποίος βασίζεται σε υψηλότατο βαθμό στην υποκειμενική κρίση των οικείων διδασκόντων, στο (συνολικό) Βαθμό Πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση εξακολουθεί να δημιουργεί προβλήματα στην αντικειμενικότητα και το αδιάβλητο του θεσμού. Επίσης, το γεγονός ότι η «διόρθωση» των Βαθμών Προαγωγής της Α’ και της Β’ Λυκείου δεν γίνεται στο τέλος της κάθε σχολικής χρονιάς αλλά θα γίνεται γνωστή στους μαθητές και τους γονείς τους με τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων, σε συνδυασμό με την απουσία επαγγελματικού προσανατολισμού στο λύκειο, δημιουργεί προβλήματα αποπροσανατολισμού και στρεβλώσεων στις επιλογές γονέων και μαθητών κατά τη διάρκεια του λυκείου και των διαδικασιών πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Α. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΛΗΤΟΤΗΤΑΣ
Τα στοιχεία της υποκειμενικότητας και της διαβλητότητας είναι υπαρκτά, όπως γνωρίζουμε από την πραγματικότητα του δημόσιου και του ιδιωτικού λυκείου επί δεκαετίες τώρα. Αυτό ήταν εμφανές και την περίοδο 1980-82 όταν ο Σχολικός Βαθμός έπαιζε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του Βαθμού Πρόσβασης αλλά και κατά την τελευταία δεκαπενταετία, με το σύστημα Αρσένη και τις εν συνεχεία τροποποιήσεις του, όπου ο Σχολικός Βαθμός παίζει έναν σχετικά μικρό, αλλά σημαντικό για οριακές περιπτώσεις, ρόλο στη διαμόρφωση του Γενικού Βαθμού Πρόσβασης.
Κατά τις δύο αυτές περιόδους μεγάλος αριθμός καθηγητών, ιδιαίτερα στην περιφέρεια, παρέδιδαν και παραδίδουν ιδιαίτερα μαθήματα στους μαθητές τους στο σχολείο, ατομικά ή σε γκρουπάκια, με Bonus τον υψηλό σχολικό βαθμό.
Παράλληλα, ακόμη και όταν ένας καθηγητής είναι αδέκαστος (και δεν αμφισβητούμε ότι οι περισσότεροι είναι τέτοιοι):
(α) Δεν μπορεί να είναι απολύτως αντικειμενικός ως προς την κρίση και τα κριτήρια αξιολόγησης και δεν βαθμολογεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως οι υπόλοιποι συνάδελφοί του.
(β) Οι διαπροσωπικές και συχνά συγγενικές σχέσεις, ιδιαίτερα στις μικρές κοινωνίες και όχι μόνο σε αυτές, δημιουργούν σοβαρά κίνητρα απόκλισης από την αντικειμενικότητα αλλά και το αδιάβλητο της κρίσης του καθηγητή.
(γ) Και πάλι στις μικρές αλλά και στις μεγαλύτερες κοινωνίες είναι τέτοια η πίεση της τοπικής κοινωνίας που είναι εξαιρετικά δύσκολο και έχει τεράστιο κοινωνικό κόστος για έναν καθηγητή να βαθμολογήσει έναν μαθητή του με χαμηλό βαθμό.
(δ) Σε πολλά ιδιωτικά σχολεία είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον καθηγητή να βαθμολογήσει με χαμηλό βαθμό έναν μαθητή του σε μάθημα που εξετάζεται και πανελλαδικά, ιδιαίτερα όταν είναι αμφίβολο το εργασιακό του μέλλον.
Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου η επίδοση του μαθητή στο κάθε μάθημα θα ισούται με τον μέσο όρο της προφορικής και της γραπτής επίδοσής του. Η γραπτή επίδοση θα υπολογίζεται από την εξέταση του μαθητή σε θέματα που θα προκύπτουν: α) σε ποσοστό 50%, με κλήρωση από τράπεζα θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας και β) σε ποσοστό 50%, με επιλογή του οικείου διδάσκοντα. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, τα γραπτά θα διορθώνονται από τον οικείο διδάσκοντα και η επιτήρηση θα γίνεται ενδοσχολικά. Έτσι η επίδοση του μαθητή στο κάθε μάθημα και κατά συνέπεια ο Β.Π.Α. (Σχολικός Βαθμός) της κάθε τάξης θα προκύπτει:
1. Κατά 75% (50% του προφορικού και 25% του γραπτού βαθμού με θέματα του οικείου διδάσκοντα), με απολύτως υποκειμενικό τρόπο.
2. Κατά 25% (θέματα με κλήρωση από την τράπεζα θεμάτων του Ε.Ο.Ε.) με αντικειμενικό τρόπο ως προς την επιλογή των θεμάτων αλλά με δυνητικά διαβλητό τρόπο ως προς τη διόρθωση και την επιτήρηση. Σημειώνουμε ότι το θέμα της επιτήρησης είναι εξαιρετικά σημαντικό, ιδιαίτερα εάν οι ερωτήσεις της τράπεζας θεμάτων είναι αντικειμενικού τύπου.
Έτσι, ο προτεινόμενος τρόπος υπολογισμού του Β.Π.Α. στο (Συνολικό) Βαθμό Πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως και στο απερχόμενο σύστημα πρόσβασης, θα εξακολουθήσει να δημιουργεί προβλήματα στους τομείς της αντικειμενικότητας και του αδιάβλητου και θα οδηγήσει στην επέκταση των ιδιαιτέρων μαθημάτων από καθηγητές των λυκείων στους μαθητές τους και στην Α' και Β' Λυκείου καθώς και στον "πληθωρισμό" των Σχολικών Βαθμών και στις τάξεις αυτές.
Β. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΠΟΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΣΤΡΕΒΛΩΣΗΣ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΚΑΙ ΓΟΝΕΩΝ
Ένα άλλο σοβαρό θέμα που προκύπτει από τον συνδυασμό των υψηλών βαθμών που θα λαμβάνουν οι περισσότεροι μαθητές κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στο λύκειο, για τους λόγους που αναπτύξαμε παραπάνω και του τρόπου «διόρθωσης» και συνυπολογισμού του Β.Π.Α. στο (Συνολικό) Βαθμό Πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, σε συνδυασμό με την απουσία επαγγελματικού προσανατολισμού στο λύκειο, είναι ο αποπροσανατολισμός των μαθητών και των γονέων τους σε όλη τη διάρκεια του Λυκείου και τις διαδικασίες πρόσβασης, καθώς θα θεωρούν ότι μπορούν να πετύχουν αντίστοιχα υψηλές βαθμολογίες στις πανελλαδικές εξετάσεις.
Λαμβάνοντας υψηλούς Γενικούς Βαθμούς Προαγωγής στην Α’ και τη Β’ Λυκείου, των οποίων η «διόρθωση» δεν θα γίνεται γνωστή παρά μόνο όταν ανακοινωθούν τα αποτελέσματα των πανελλαδικών (!), οι περισσότεροι μαθητές και γονείς θα θεωρούν ότι μπορούν να λάβουν τους ίδιους βαθμούς και στα πανελλαδικώς εξεταζομενα μαθήματα, όπου βέβαια, όπως συμβαίνει κατά την τελευταία δεκαπενταετία, το 18, 19 ή 20 θα γίνεται για τους περισσότερους 13, 9 ή 6.
Έτσι, οι μαθητές και οι γονείς δεν θα έχουν κάποια σοβαρή ένδειξη ώστε να κάνουν εκείνες τις διορθωτικές κινήσεις που θα μπορούσαν να κάνουν μετά το τέλος της Α’ ή της Β’ Λυκείου εάν είχαν τα αποτελέσματα μιας αντικειμενικής και αδιάβλητης αξιολόγησης, όπως π.χ. περισσότερη προσπάθεια, ενίσχυση στα μαθήματα που υστερούν, στροφή προς τα ΕΠΑ.Λ., επιλογή της σωστής Ομάδας Μαθημάτων Προσανατολισμού / Επιστημονικού Πεδίου κτλ.
Ειδικότερα όσον αφορά στο θέμα της επιλογής της σωστής Ομάδας Μαθημάτων Προσανατολισμού / Επιστημονικού Πεδίου σημειώνεται ότι στο πλαίσιο του προτεινόμενου συστήματος πρόσβασης ο κάθε μαθητής θα πρέπει στην αρχή της Γ' Λυκείου (μέχρι 20 Σεπτεμβρίου) να επιλέξει μια Ομάδα Μαθημάτων Προσανατολισμού (Ο.Μ.Ε.) που αντιστοιχεί σε ένα συγκεκριμένο Επιστημονικό Πεδίο Εξειδίκευσης (Ε.Π.Ε.) Σχολών και Τμημάτων της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Στο Άρθρο 4.2 αναφέρεται ότι κάθε Ο.Μ.Ε. αντιστοιχεί σε συγκεκριμένα
Ε.Π.Ε., αλλά εάν μελετήσει κάποιος τη δομή του προγράμματος της Γ' Λυκείου (Άρθρο 2.3) θα διαπιστώσει ότι η αντιστοιχία Ομάδων Μαθημάτων Προσανατολισμού με τα Επιστημονικά Πεδία είναι ένα προς ένα.
Είναι πιθανό να επιτρέπεται στο μαθητή να επιλέξει περισσότερα του ενός Επ. Πεδία (δεν ξεκαθαρίζεται από το σχέδιο νόμου) αλλά αυτό θα προϋποθέτει την παρακολούθηση περισσότερων μαθημάτων και σχολικών ωρών από τα προβλεπόμενα και αυτό θα πρέπει να δηλωθεί στην αρχή της Γ΄ Λυκείου. Επίσης θα πρέπει να μη συμπίπτουν οι ώρες διδασκαλίας. Σε κάθε περίπτωση για να έχει τη δυνατότητα να επιλέξει περισσότερα του ενός επιστημονικά πεδία ο μαθητής, θα πρέπει να παρακολουθήσει και να εξεταστεί πανελλαδικά σε περισσότερα των τεσσάρων μαθήματα (από ένα έως τρία επιπλέον μαθήματα για κάθε επιπλέον Ο.Μ.Ε./Ε.Π.Ε., ανάλογα με τη βασική Ο.Μ.Ε./Ε.Π.Ε., που έχει επιλέξει).
Επομένως, σε σχέση με το απερχόμενο σύστημα, στο πλαίσιο του προτεινόμενου συστήματος στην πράξη η δυνατότητα επιλογής Επιστημονικού Πεδίου του Υποψηφίου:
α. Περιορίζεται σημαντικά (Από 2-4 Επιστ. Πεδία στο 1) και
β. Μετατίθενται χρονικά προς το νωρίτερο: Από το Φεβρουάριο ή τον Ιούνιο της χρονιάς των Πανελλαδικών στο Σεπτέμβριο της προηγούμενης χρονιάς.
Έτσι είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν σοβαρότατες στρεβλώσεις στις επιλογές των υποψηφίων και στη διαδικασία εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση καθώς οι περισσότεροι θα φτάσουν στις πανελλαδικές θεωρώντας εσφαλμένα, π.χ. ότι μπορούν να πετύχουν επιδόσεις που θα τους εξασφαλίσουν εισαγωγή στις ιατρικές σχολές ή τις άλλες σχολές υψηλής ζήτησης.
Τα παραπάνω προβλήματα αποπροσανατολισμού και στρέβλωσης των επιλογών μπορούν να βελτιωθούν σημαντικά στο πλαίσιο του προτεινόμενου σχεδίου νόμου με τις εξής τροποποιήσεις:
1. Αντί της εξέτασης ανά μάθημα, ενδοσχολικά, με θέματα από την τράπεζα θεμάτων του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων (Ε.Ο.Ε.), στο τέλος της Α’ και της Β’ Λυκείου οι μαθητές να εξετάζονται, επί της διδακτέας ύλης όλων των γραπτώς εξεταζόμενων μαθημάτων, με ένα ενιαίο τεστ 2-3 ωρών αποτελούμενο από ερωτήσεις/σύντομες ασκήσεις αντικειμενικού τύπου από την τράπεζα θεμάτων του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων (Ε.Ο.Ε.).
Το τεστ θα πρέπει να διεξάγεται με προδιαγραφές θεματοδοσίας, επιτήρησης και βαθμολόγησης πανελλαδικών εξετάσεων με την ευθύνη του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων. Ούτως ή άλλως στο σχέδιο νόμου προβλέπεται ότι ο Ε.Ο.Ε. θα αποτελεί επιτελικό επιστημονικό φορέα αρμόδιο για ζητήματα που αφορούν και στις γραπτές προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις στο Γενικό και στο Επαγγελματικό Λύκειο. Επίσης στα αποτελέσματα του τεστ θα πρέπει να φαίνεται η συνολική επίδοση του μαθητή και η επίδοσή του ανά μάθημα.
2. Οι Β.Π.Α (Βαθμοί Προαγωγής) της Α’ και Β’ τάξης να προκύπτουν κατά 50% από τον σχολικό βαθμό (προφορικό και γραπτό με θέματα του οικείου διδάσκοντα) και κατά 50% από τον Βαθμό του Πανελλαδικού Αντικειμενικού Τεστ. Επιπλέον ο Σχολικός Βαθμός θα πρέπει να "διορθώνεται" στο τέλος της κάθε σχολικής χρονιάς, σύμφωνα με τον βαθμο του Πανελλαδικού Αντικειμενικού Τεστ με τον τρόπο που προβλέπεται στο διορθωμένο Σχέδιο Νόμου.
Στη Γ' Λυκείου ο Βαθμός Απόλυσης να διαμορφώνεται κατά 50% από τον Σχολικό Βαθμό (προφορικό και γραπτό) και κατά 50% από τον Μέσο Όρο των Πανελλαδικώς Εξεταζόμενων Μαθημάτων και να γίνεται «διόρθωση» του Σχολικού Βαθμού σύμφωνα με τον Πανελλαδικό Μέσο Όρο. Λόγω των πανελλαδικών εξετάσεων που θα ακολουθήσουν δεν είναι απαραίτητη η διεξαγωγή ενδοσχολικών ή πανελλαδικού αντικειμενικού τεστ από την τράπεζα θεμάτων στη Γ’ Λυκείου.
3. Στο δεύτερο εξάμηνο της Β' Λυκείου να διδάσκεται (με σοβαρότητα) το μάθημα του Επαγγελματικού Προσανατολισμού ώστε να βοηθούνται οι μαθητές να κάνουν τη σωστή επιλογή στην αρχή της Γ΄ Λυκείου.
Με την υλοποίηση των παραπάνω οι μαθητές και οι γονείς θα έχουν την πραγματική, αντικειμενική και αδιάβλητη εικόνα των γνώσεων του κάθε μαθητή συνολικά και ανά εξεταζόμενο μάθημα στο τέλος της Α’ και της Β’ Λυκείου και θα έχουν την απαραίτητη ενημέρωση ώστε να κάνουν τις σωστές επιλογές και τις διορθωτικές κινήσεις που απαιτούνται, στη Β' και τη Γ' Λυκείου, σύμφωνα με τις αντικειμενικές δυνατότητες και τις κλίσεις του μαθητή.
Γρηγόρης Κωνσταντόπουλος
Οικονομολόγος, Ph.D
ΑΔΙΑΒΛΗΤΟ ΚΑΙ ΣΤΡΕΒΛΩΣΕΙΣ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΣΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ Ο θεσμός των πανελλαδικών εξετάσεων για την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ένας από τους ελάχιστους αντικειμενικούς και αδιάβλητους θεσμούς της ελληνικής κοινωνίας και δύο από τα βασικά αιτήματα της κοινωνίας είναι αφενός η διατήρηση της αντικειμενικότητας και του αδιάβλητου του θεσμού και αφετέρου η διευκόλυνση γονέων και μαθητών να κάνουν τις καλύτερες δυνατές επιλογές στο λύκειο και τη διαδικασία πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου του υπουργείου, ως προς την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, εκτός από τους βαθμούς των τεσσάρων πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων θα υπολογίζεται, ως πέμπτος βαθμός, ο «Βαθμός Προαγωγής και Απόλυσης» (Β.Π.Α) δηλαδή ο «Σχολικός Βαθμός» του μαθητή. Ο Β.Π.Α. θα προκύπτει ως το σταθμισμένο άθροισμα των Σχολικών Βαθμών των τριών τάξεων του Γενικού Λυκείου, δηλαδή των Γενικών Βαθμών Προαγωγής της Α’ και Β’ τάξης και του Γενικού Βαθμού Απόλυσης της Γ’ τάξης του Γενικού Λυκείου (Άρθρο 4.4). Ο κάθε Βαθμός Προαγωγής ή Απόλυσης θα «διορθώνεται» όταν είναι μεγαλύτερος του Μέσου Όρου (Μ.Ο.) των Πανελλαδικώς Εξεταζόμενων μαθημάτων, έτσι ώστε να μην απέχει περισσότερο από μια μονάδα από αυτόν. Επίσης ο κάθε Βαθμός Προαγωγής ή Απόλυσης θα «διορθώνεται» όταν είναι μικρότερος του Μ.Ο. των πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων, αναπροσαρμόζόμενος προς τα πάνω κατά μία το πολύ μονάδα (και μέχρι του ορίου του Μ.Ο.). Σημειώνεται ότι η ρύθμιση αυτή έγινε με την τροποποίηση του αρχικού σχεδίου νόμου που δόθηκε στη δημοσιότητα την 14/8/13, ενώ στο αρχικό σχέδιο η «διόρθωση» γινόταν όταν ο Σχολικός Βαθμός ήταν μικρότερος (!) αλλά όχι όταν ήταν μεγαλύτερος του Μ.Ο. των βαθμών των πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων. Με τη διόρθωση της 14/8/13 η «πριμοδότηση» του Συνολικού Βαθμού Πρόσβασης από τον Σχολικό Βαθμό (Β.Π.Α.) ξαναμπαίνει σε λογικά πλαίσια αντίθετα με το αρχικό σχέδιο που θα οδηγούσε σε μια εξωφρενικά υψηλή πριμοδότηση του Συνολικού Βαθμού Πρόσβασης από τον Σχολικό Βαθμό και σοβαρότατα προβλήματα υποκειμενικότητας, διαβλητότητας και στρέβλωσης επιλογών. Παρόλα αυτά ο συνυπολογισμός του Β.Π.Α., ο οποίος βασίζεται σε υψηλότατο βαθμό στην υποκειμενική κρίση των οικείων διδασκόντων, στο (συνολικό) Βαθμό Πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση εξακολουθεί να δημιουργεί προβλήματα στην αντικειμενικότητα και το αδιάβλητο του θεσμού. Επίσης, το γεγονός ότι η «διόρθωση» των Βαθμών Προαγωγής της Α’ και της Β’ Λυκείου δεν γίνεται στο τέλος της κάθε σχολικής χρονιάς αλλά θα γίνεται γνωστή στους μαθητές και τους γονείς τους με τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων, σε συνδυασμό με την απουσία επαγγελματικού προσανατολισμού στο λύκειο, δημιουργεί προβλήματα αποπροσανατολισμού και στρεβλώσεων στις επιλογές γονέων και μαθητών κατά τη διάρκεια του λυκείου και των διαδικασιών πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Α. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΛΗΤΟΤΗΤΑΣ Τα στοιχεία της υποκειμενικότητας και της διαβλητότητας είναι υπαρκτά, όπως γνωρίζουμε από την πραγματικότητα του δημόσιου και του ιδιωτικού λυκείου επί δεκαετίες τώρα. Αυτό ήταν εμφανές και την περίοδο 1980-82 όταν ο Σχολικός Βαθμός έπαιζε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του Βαθμού Πρόσβασης αλλά και κατά την τελευταία δεκαπενταετία, με το σύστημα Αρσένη και τις εν συνεχεία τροποποιήσεις του, όπου ο Σχολικός Βαθμός παίζει έναν σχετικά μικρό, αλλά σημαντικό για οριακές περιπτώσεις, ρόλο στη διαμόρφωση του Γενικού Βαθμού Πρόσβασης. Κατά τις δύο αυτές περιόδους μεγάλος αριθμός καθηγητών, ιδιαίτερα στην περιφέρεια, παρέδιδαν και παραδίδουν ιδιαίτερα μαθήματα στους μαθητές τους στο σχολείο, ατομικά ή σε γκρουπάκια, με Bonus τον υψηλό σχολικό βαθμό. Παράλληλα, ακόμη και όταν ένας καθηγητής είναι αδέκαστος (και δεν αμφισβητούμε ότι οι περισσότεροι είναι τέτοιοι): (α) Δεν μπορεί να είναι απολύτως αντικειμενικός ως προς την κρίση και τα κριτήρια αξιολόγησης και δεν βαθμολογεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως οι υπόλοιποι συνάδελφοί του. (β) Οι διαπροσωπικές και συχνά συγγενικές σχέσεις, ιδιαίτερα στις μικρές κοινωνίες και όχι μόνο σε αυτές, δημιουργούν σοβαρά κίνητρα απόκλισης από την αντικειμενικότητα αλλά και το αδιάβλητο της κρίσης του καθηγητή. (γ) Και πάλι στις μικρές αλλά και στις μεγαλύτερες κοινωνίες είναι τέτοια η πίεση της τοπικής κοινωνίας που είναι εξαιρετικά δύσκολο και έχει τεράστιο κοινωνικό κόστος για έναν καθηγητή να βαθμολογήσει έναν μαθητή του με χαμηλό βαθμό. (δ) Σε πολλά ιδιωτικά σχολεία είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον καθηγητή να βαθμολογήσει με χαμηλό βαθμό έναν μαθητή του σε μάθημα που εξετάζεται και πανελλαδικά, ιδιαίτερα όταν είναι αμφίβολο το εργασιακό του μέλλον. Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου η επίδοση του μαθητή στο κάθε μάθημα θα ισούται με τον μέσο όρο της προφορικής και της γραπτής επίδοσής του. Η γραπτή επίδοση θα υπολογίζεται από την εξέταση του μαθητή σε θέματα που θα προκύπτουν: α) σε ποσοστό 50%, με κλήρωση από τράπεζα θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας και β) σε ποσοστό 50%, με επιλογή του οικείου διδάσκοντα. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, τα γραπτά θα διορθώνονται από τον οικείο διδάσκοντα και η επιτήρηση θα γίνεται ενδοσχολικά. Έτσι η επίδοση του μαθητή στο κάθε μάθημα και κατά συνέπεια ο Β.Π.Α. (Σχολικός Βαθμός) της κάθε τάξης θα προκύπτει: 1. Κατά 75% (50% του προφορικού και 25% του γραπτού βαθμού με θέματα του οικείου διδάσκοντα), με απολύτως υποκειμενικό τρόπο. 2. Κατά 25% (θέματα με κλήρωση από την τράπεζα θεμάτων του Ε.Ο.Ε.) με αντικειμενικό τρόπο ως προς την επιλογή των θεμάτων αλλά με δυνητικά διαβλητό τρόπο ως προς τη διόρθωση και την επιτήρηση. Σημειώνουμε ότι το θέμα της επιτήρησης είναι εξαιρετικά σημαντικό, ιδιαίτερα εάν οι ερωτήσεις της τράπεζας θεμάτων είναι αντικειμενικού τύπου. Έτσι, ο προτεινόμενος τρόπος υπολογισμού του Β.Π.Α. στο (Συνολικό) Βαθμό Πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως και στο απερχόμενο σύστημα πρόσβασης, θα εξακολουθήσει να δημιουργεί προβλήματα στους τομείς της αντικειμενικότητας και του αδιάβλητου και θα οδηγήσει στην επέκταση των ιδιαιτέρων μαθημάτων από καθηγητές των λυκείων στους μαθητές τους και στην Α' και Β' Λυκείου καθώς και στον "πληθωρισμό" των Σχολικών Βαθμών και στις τάξεις αυτές. Β. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΠΟΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΣΤΡΕΒΛΩΣΗΣ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΚΑΙ ΓΟΝΕΩΝ Ένα άλλο σοβαρό θέμα που προκύπτει από τον συνδυασμό των υψηλών βαθμών που θα λαμβάνουν οι περισσότεροι μαθητές κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στο λύκειο, για τους λόγους που αναπτύξαμε παραπάνω και του τρόπου «διόρθωσης» και συνυπολογισμού του Β.Π.Α. στο (Συνολικό) Βαθμό Πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, σε συνδυασμό με την απουσία επαγγελματικού προσανατολισμού στο λύκειο, είναι ο αποπροσανατολισμός των μαθητών και των γονέων τους σε όλη τη διάρκεια του Λυκείου και τις διαδικασίες πρόσβασης, καθώς θα θεωρούν ότι μπορούν να πετύχουν αντίστοιχα υψηλές βαθμολογίες στις πανελλαδικές εξετάσεις. Λαμβάνοντας υψηλούς Γενικούς Βαθμούς Προαγωγής στην Α’ και τη Β’ Λυκείου, των οποίων η «διόρθωση» δεν θα γίνεται γνωστή παρά μόνο όταν ανακοινωθούν τα αποτελέσματα των πανελλαδικών (!), οι περισσότεροι μαθητές και γονείς θα θεωρούν ότι μπορούν να λάβουν τους ίδιους βαθμούς και στα πανελλαδικώς εξεταζομενα μαθήματα, όπου βέβαια, όπως συμβαίνει κατά την τελευταία δεκαπενταετία, το 18, 19 ή 20 θα γίνεται για τους περισσότερους 13, 9 ή 6. Έτσι, οι μαθητές και οι γονείς δεν θα έχουν κάποια σοβαρή ένδειξη ώστε να κάνουν εκείνες τις διορθωτικές κινήσεις που θα μπορούσαν να κάνουν μετά το τέλος της Α’ ή της Β’ Λυκείου εάν είχαν τα αποτελέσματα μιας αντικειμενικής και αδιάβλητης αξιολόγησης, όπως π.χ. περισσότερη προσπάθεια, ενίσχυση στα μαθήματα που υστερούν, στροφή προς τα ΕΠΑ.Λ., επιλογή της σωστής Ομάδας Μαθημάτων Προσανατολισμού / Επιστημονικού Πεδίου κτλ. Ειδικότερα όσον αφορά στο θέμα της επιλογής της σωστής Ομάδας Μαθημάτων Προσανατολισμού / Επιστημονικού Πεδίου σημειώνεται ότι στο πλαίσιο του προτεινόμενου συστήματος πρόσβασης ο κάθε μαθητής θα πρέπει στην αρχή της Γ' Λυκείου (μέχρι 20 Σεπτεμβρίου) να επιλέξει μια Ομάδα Μαθημάτων Προσανατολισμού (Ο.Μ.Ε.) που αντιστοιχεί σε ένα συγκεκριμένο Επιστημονικό Πεδίο Εξειδίκευσης (Ε.Π.Ε.) Σχολών και Τμημάτων της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Στο Άρθρο 4.2 αναφέρεται ότι κάθε Ο.Μ.Ε. αντιστοιχεί σε συγκεκριμένα Ε.Π.Ε., αλλά εάν μελετήσει κάποιος τη δομή του προγράμματος της Γ' Λυκείου (Άρθρο 2.3) θα διαπιστώσει ότι η αντιστοιχία Ομάδων Μαθημάτων Προσανατολισμού με τα Επιστημονικά Πεδία είναι ένα προς ένα. Είναι πιθανό να επιτρέπεται στο μαθητή να επιλέξει περισσότερα του ενός Επ. Πεδία (δεν ξεκαθαρίζεται από το σχέδιο νόμου) αλλά αυτό θα προϋποθέτει την παρακολούθηση περισσότερων μαθημάτων και σχολικών ωρών από τα προβλεπόμενα και αυτό θα πρέπει να δηλωθεί στην αρχή της Γ΄ Λυκείου. Επίσης θα πρέπει να μη συμπίπτουν οι ώρες διδασκαλίας. Σε κάθε περίπτωση για να έχει τη δυνατότητα να επιλέξει περισσότερα του ενός επιστημονικά πεδία ο μαθητής, θα πρέπει να παρακολουθήσει και να εξεταστεί πανελλαδικά σε περισσότερα των τεσσάρων μαθήματα (από ένα έως τρία επιπλέον μαθήματα για κάθε επιπλέον Ο.Μ.Ε./Ε.Π.Ε., ανάλογα με τη βασική Ο.Μ.Ε./Ε.Π.Ε., που έχει επιλέξει). Επομένως, σε σχέση με το απερχόμενο σύστημα, στο πλαίσιο του προτεινόμενου συστήματος στην πράξη η δυνατότητα επιλογής Επιστημονικού Πεδίου του Υποψηφίου: α. Περιορίζεται σημαντικά (Από 2-4 Επιστ. Πεδία στο 1) και β. Μετατίθενται χρονικά προς το νωρίτερο: Από το Φεβρουάριο ή τον Ιούνιο της χρονιάς των Πανελλαδικών στο Σεπτέμβριο της προηγούμενης χρονιάς. Έτσι είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν σοβαρότατες στρεβλώσεις στις επιλογές των υποψηφίων και στη διαδικασία εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση καθώς οι περισσότεροι θα φτάσουν στις πανελλαδικές θεωρώντας εσφαλμένα, π.χ. ότι μπορούν να πετύχουν επιδόσεις που θα τους εξασφαλίσουν εισαγωγή στις ιατρικές σχολές ή τις άλλες σχολές υψηλής ζήτησης. Τα παραπάνω προβλήματα αποπροσανατολισμού και στρέβλωσης των επιλογών μπορούν να βελτιωθούν σημαντικά στο πλαίσιο του προτεινόμενου σχεδίου νόμου με τις εξής τροποποιήσεις: 1. Αντί της εξέτασης ανά μάθημα, ενδοσχολικά, με θέματα από την τράπεζα θεμάτων του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων (Ε.Ο.Ε.), στο τέλος της Α’ και της Β’ Λυκείου οι μαθητές να εξετάζονται, επί της διδακτέας ύλης όλων των γραπτώς εξεταζόμενων μαθημάτων, με ένα ενιαίο τεστ 2-3 ωρών αποτελούμενο από ερωτήσεις/σύντομες ασκήσεις αντικειμενικού τύπου από την τράπεζα θεμάτων του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων (Ε.Ο.Ε.). Το τεστ θα πρέπει να διεξάγεται με προδιαγραφές θεματοδοσίας, επιτήρησης και βαθμολόγησης πανελλαδικών εξετάσεων με την ευθύνη του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων. Ούτως ή άλλως στο σχέδιο νόμου προβλέπεται ότι ο Ε.Ο.Ε. θα αποτελεί επιτελικό επιστημονικό φορέα αρμόδιο για ζητήματα που αφορούν και στις γραπτές προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις στο Γενικό και στο Επαγγελματικό Λύκειο. Επίσης στα αποτελέσματα του τεστ θα πρέπει να φαίνεται η συνολική επίδοση του μαθητή και η επίδοσή του ανά μάθημα. 2. Οι Β.Π.Α (Βαθμοί Προαγωγής) της Α’ και Β’ τάξης να προκύπτουν κατά 50% από τον σχολικό βαθμό (προφορικό και γραπτό με θέματα του οικείου διδάσκοντα) και κατά 50% από τον Βαθμό του Πανελλαδικού Αντικειμενικού Τεστ. Επιπλέον ο Σχολικός Βαθμός θα πρέπει να "διορθώνεται" στο τέλος της κάθε σχολικής χρονιάς, σύμφωνα με τον βαθμο του Πανελλαδικού Αντικειμενικού Τεστ με τον τρόπο που προβλέπεται στο διορθωμένο Σχέδιο Νόμου. Στη Γ' Λυκείου ο Βαθμός Απόλυσης να διαμορφώνεται κατά 50% από τον Σχολικό Βαθμό (προφορικό και γραπτό) και κατά 50% από τον Μέσο Όρο των Πανελλαδικώς Εξεταζόμενων Μαθημάτων και να γίνεται «διόρθωση» του Σχολικού Βαθμού σύμφωνα με τον Πανελλαδικό Μέσο Όρο. Λόγω των πανελλαδικών εξετάσεων που θα ακολουθήσουν δεν είναι απαραίτητη η διεξαγωγή ενδοσχολικών ή πανελλαδικού αντικειμενικού τεστ από την τράπεζα θεμάτων στη Γ’ Λυκείου. 3. Στο δεύτερο εξάμηνο της Β' Λυκείου να διδάσκεται (με σοβαρότητα) το μάθημα του Επαγγελματικού Προσανατολισμού ώστε να βοηθούνται οι μαθητές να κάνουν τη σωστή επιλογή στην αρχή της Γ΄ Λυκείου. Με την υλοποίηση των παραπάνω οι μαθητές και οι γονείς θα έχουν την πραγματική, αντικειμενική και αδιάβλητη εικόνα των γνώσεων του κάθε μαθητή συνολικά και ανά εξεταζόμενο μάθημα στο τέλος της Α’ και της Β’ Λυκείου και θα έχουν την απαραίτητη ενημέρωση ώστε να κάνουν τις σωστές επιλογές και τις διορθωτικές κινήσεις που απαιτούνται, στη Β' και τη Γ' Λυκείου, σύμφωνα με τις αντικειμενικές δυνατότητες και τις κλίσεις του μαθητή. Γρηγόρης Κωνσταντόπουλος Οικονομολόγος, Ph.D