ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ – www.eee-researchers.gr
Παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις:
Άρθρο 5. - Σχέδιο Δράσης
Η ανάγκη ύπαρξης μεθοδικού σχεδίου και αποτελεσματικής προώθησης της επιστημονικής έρευνας και τεχνολογίας αποτελεί μια από τις βασικές πρόνοιες του Ν. 1514/1985, στο νομοθετικό κείμενο του οποίου αφιερώνεται σχετικό κεφάλαιο (Γ, άρθρα 5, 6, 7) υπό τον τίτλο “Πρόγραμμα Ανάπτυξης Έρευνας και Τεχνολογίας, ΠΑΕΤ”, το οποίο ψηφίζεται από τη Βουλή των Ελλήνων, είτε ως τμήμα του πενταετούς οικονομικού προγράμματος της χώρας, είτε αυτοτελώς.
Στην πράξη ουδέποτε ψηφίστηκε από τη Βουλή ΠΑΕΤ. Η κάθε κυβέρνηση κατά πάγια πρακτική περιλάμβανε στο πρόγραμμά της ορισμένες γενικές διακηρύξεις περί έρευνας, χωρίς να δίνεται καμία συνέχεια στο ζήτημα. Σημειώνουμε επίσης ότι, στην ανάλυση SWOT για το ελληνικό σύστημα Ε&Α που πραγματοποιήθηκε από τη Rand [A rapid review of the Greek research and development system, copyright 2011 RAND Corporation], στις πρώτες θέσεις του πίνακα με τις αδυναμίες του ελληνικού ερευνητικού συστήματος εμφανίζονται (α) η «Έλλειψη συνεπούς και αξιόπιστης χρηματοδότησης, αταξία στον κύκλο προκηρύξεων διαγωνισμών (ITT), αναξιοπιστία στο χρόνο πληρωμής» και (β) η «Έλλειψη εθνικής στρατηγικής, που οδηγεί σε έλλειψη προτεραιοτήτων και μιας συνεκτικής ερευνητικής κοινότητας». Οι ανωτέρω αδυναμίες δεν αντιμετωπίζονται θεσμικά στο υπό διαβούλευση ν/σ.
Αυτό που κρατά ζωντανή την ερευνητική δραστηριότητα στην Ελλάδα είναι κατ’ ουσίαν μια αντίστοιχη διαδικασία που με σοβαρότητα επιτελείται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη μορφή των Framework Programmes, τα οποία αποτελούν και το κύριο χρηματοδοτικό εργαλείο με το οποίο η Ε.Ε. χρηματοδοτεί επιστημονικές και τεχνολογικές δραστηριότητες. Πρόκειται για διαδικασία η οποία ξεκίνησε το 1984 και έκτοτε επαναλαμβάνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Η ΕΕΕ θεωρεί ότι ο αντίστοιχος εθνικός τακτικός στρατηγικός σχεδιασμός της έρευνας στη χώρα μας είναι επίσης επιβεβλημένος, όπως επιβεβλημένη είναι και η διασφάλιση των πόρων που απαιτούνται για την υλοποίησή του, ώστε η Ελλάδα να μην είναι πλέον μια από τις τελευταίες των χωρών της Ε.Ε και του ΟΟΣΑ ως προς την επένδυσή της σε Ε&Κ.
Αναγκαίος είναι, τέλος, ένας μηχανισμός αποτίμησης των αποτελεσμάτων κάθε υλοποιηθέντος πολυετούς προγράμματος ΕΤΑΚ, ο οποίος θα τροφοδοτεί με δεδομένα και θα υποβοηθά και τη χάραξη του επόμενου προγράμματος ΕΤΑΚ.
Πρόταση της ΕΕΕ:
Θα πρέπει να θεσμοθετηθεί ο μηχανισμός και οι διαδικασίες στη βάση των οποίων θα διαμορφώνεται το πολυετές πρόγραμμα ΕΤΑΚ.
Θα πρέπει επίσης να υπάρξουν προβλέψεις που:
(α) Να διασφαλίζουν τους πόρους που απαιτούνται για την υλοποίηση του πολυετούς προγράμματος ΕΤΑΚ.
(β) Να εξειδικεύουν το μηχανισμό αποτίμησης των αποτελεσμάτων κάθε υλοποιηθέντος προγράμματος ΕΤΑΚ, ο οποίος θα τροφοδοτεί με δεδομένα και θα υποβοηθά και τη χάραξη του επόμενου.
Το Σχέδιο Δράσης θα πρέπει να τίθεται σε διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης προ της ψήφισής του από τη Βουλή των Ελλήνων.
Οι αναφορές περί «επιχειρηματικότητας» στο παρόν Άρθρο γίνονται γενικώς, ενώ θα έπρεπε να περιλαμβάνουν τουλάχιστον τον προσδιορισμό «καινοτόμος».
ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ – www.eee-researchers.gr Παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις: Άρθρο 5. - Σχέδιο Δράσης Η ανάγκη ύπαρξης μεθοδικού σχεδίου και αποτελεσματικής προώθησης της επιστημονικής έρευνας και τεχνολογίας αποτελεί μια από τις βασικές πρόνοιες του Ν. 1514/1985, στο νομοθετικό κείμενο του οποίου αφιερώνεται σχετικό κεφάλαιο (Γ, άρθρα 5, 6, 7) υπό τον τίτλο “Πρόγραμμα Ανάπτυξης Έρευνας και Τεχνολογίας, ΠΑΕΤ”, το οποίο ψηφίζεται από τη Βουλή των Ελλήνων, είτε ως τμήμα του πενταετούς οικονομικού προγράμματος της χώρας, είτε αυτοτελώς. Στην πράξη ουδέποτε ψηφίστηκε από τη Βουλή ΠΑΕΤ. Η κάθε κυβέρνηση κατά πάγια πρακτική περιλάμβανε στο πρόγραμμά της ορισμένες γενικές διακηρύξεις περί έρευνας, χωρίς να δίνεται καμία συνέχεια στο ζήτημα. Σημειώνουμε επίσης ότι, στην ανάλυση SWOT για το ελληνικό σύστημα Ε&Α που πραγματοποιήθηκε από τη Rand [A rapid review of the Greek research and development system, copyright 2011 RAND Corporation], στις πρώτες θέσεις του πίνακα με τις αδυναμίες του ελληνικού ερευνητικού συστήματος εμφανίζονται (α) η «Έλλειψη συνεπούς και αξιόπιστης χρηματοδότησης, αταξία στον κύκλο προκηρύξεων διαγωνισμών (ITT), αναξιοπιστία στο χρόνο πληρωμής» και (β) η «Έλλειψη εθνικής στρατηγικής, που οδηγεί σε έλλειψη προτεραιοτήτων και μιας συνεκτικής ερευνητικής κοινότητας». Οι ανωτέρω αδυναμίες δεν αντιμετωπίζονται θεσμικά στο υπό διαβούλευση ν/σ. Αυτό που κρατά ζωντανή την ερευνητική δραστηριότητα στην Ελλάδα είναι κατ’ ουσίαν μια αντίστοιχη διαδικασία που με σοβαρότητα επιτελείται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη μορφή των Framework Programmes, τα οποία αποτελούν και το κύριο χρηματοδοτικό εργαλείο με το οποίο η Ε.Ε. χρηματοδοτεί επιστημονικές και τεχνολογικές δραστηριότητες. Πρόκειται για διαδικασία η οποία ξεκίνησε το 1984 και έκτοτε επαναλαμβάνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Η ΕΕΕ θεωρεί ότι ο αντίστοιχος εθνικός τακτικός στρατηγικός σχεδιασμός της έρευνας στη χώρα μας είναι επίσης επιβεβλημένος, όπως επιβεβλημένη είναι και η διασφάλιση των πόρων που απαιτούνται για την υλοποίησή του, ώστε η Ελλάδα να μην είναι πλέον μια από τις τελευταίες των χωρών της Ε.Ε και του ΟΟΣΑ ως προς την επένδυσή της σε Ε&Κ. Αναγκαίος είναι, τέλος, ένας μηχανισμός αποτίμησης των αποτελεσμάτων κάθε υλοποιηθέντος πολυετούς προγράμματος ΕΤΑΚ, ο οποίος θα τροφοδοτεί με δεδομένα και θα υποβοηθά και τη χάραξη του επόμενου προγράμματος ΕΤΑΚ. Πρόταση της ΕΕΕ: Θα πρέπει να θεσμοθετηθεί ο μηχανισμός και οι διαδικασίες στη βάση των οποίων θα διαμορφώνεται το πολυετές πρόγραμμα ΕΤΑΚ. Θα πρέπει επίσης να υπάρξουν προβλέψεις που: (α) Να διασφαλίζουν τους πόρους που απαιτούνται για την υλοποίηση του πολυετούς προγράμματος ΕΤΑΚ. (β) Να εξειδικεύουν το μηχανισμό αποτίμησης των αποτελεσμάτων κάθε υλοποιηθέντος προγράμματος ΕΤΑΚ, ο οποίος θα τροφοδοτεί με δεδομένα και θα υποβοηθά και τη χάραξη του επόμενου. Το Σχέδιο Δράσης θα πρέπει να τίθεται σε διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης προ της ψήφισής του από τη Βουλή των Ελλήνων. Οι αναφορές περί «επιχειρηματικότητας» στο παρόν Άρθρο γίνονται γενικώς, ενώ θα έπρεπε να περιλαμβάνουν τουλάχιστον τον προσδιορισμό «καινοτόμος».