Κύριε Υπουργέ,
Αρχικά θα ήθελα να εκφράσω την ικανοποίησή μου που μετά από δεκαετίας απραξίας το Ελληνικό κράτος επιχειρεί να καλύψει ένα σημαντικό κενό στη νομοθεσία για την ίδρυση και λειτουργία θρησκευτικών κοινοτήτων στη χώρα μας. Ως Έλληνας διαμαρτυρόμενος που εκκλησιάζομαι σε ευκτήριο οίκο της εκκλησίας Πεντηκοστής από μικρό παιδί, έχω ζήσει προσωπικά απρόκλητες επιθέσεις και μεροληπτική μεταχείριση, μόνο και μόνο επειδή δεν ήμουν Ορθόδοξος χριστιανός. Χαιρετίζω λοιπόν την προσπάθεια του νέου νόμου να δώσει ίσα δικαιώματα στη θρησκευτική λατρεία και των μη-ορθόδοξων Ελλήνων πολιτών, οι οποίοι (προσωπική μου γνώμη) είναι εξίσου συνεπείς στις υποχρεώσεις τους και πιστοί στο Σύνταγμα και τους νόμους αυτής της χώρας με κάθε ορθόδοξο.
Προσπαθώντας να συμβάλλω και εγώ στη δημιουργία ενός αποτελεσματικού και δίκαιου νόμου που δεν θα περιορίζει τις θρησκευτικές ελευθερίες στην πατρίδα μας, θα ήθελα να σας επιστήσω την προσοχή σε ορισμένα σημεία του νόμου που χρειάζονται περαιτέρω διευκρινήσεις.
Α. Ασάφεια σχετικά με τη σχέση των θεσμοθετούμενων νομικών προσώπων με τους υπάρχοντες και μελλοντικούς ευκτήριους οίκους
Στο νομοσχέδιο εισάγονται τρεις έννοιες: Η έννοια της θρησκευτικής κοινότητας (για την οποία δεν απαιτείται συγκεκριμένος αριθμός ατόμων), η έννοια του θρησκευτικού νομικού προσώπου (στο εξής θ.ν.π.) και η έννοια του εκκλησιαστικού νομικού προσώπου (στο εξής ε.ν.π.). Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί η έννοια του ευκτήριου οίκου που προϋπάρχει και αποτελεί την τρέχουσα μορφή οργάνωσης των θρησκευτικών κοινοτήτων στην Ελλάδα.
Το σχέδιο νόμου περιγράφει κατανοητά τη σχέση του θ.ν.π. με το ε.ν.π. (το οποίο αποτελεί μια συνοδική ένωση θ.ν.π.), αλλά δεν έχει καμία αναφορά στη σχέση του θ.ν.π. με τους (υπάρχοντες) ευκτήριους οίκους. Με δεδομένο ότι τα θ.ν.π. μπορούν να ιδρύουν ευκτήριους οίκους υπό την διοίκησή τους, φαίνεται ότι αποτελούν μία ευρύτερη οντότητα από αυτούς.
Επομένως σε τι αντιστοιχούν και πώς σχετίζονται με αυτά; Ίσως θα μπορούσε να υπάρχει μία αποσαφήνιση χρησιμοποιώντας αναλογίες από τη διοικητική οργάνωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπου οι διάφορες τοπικές ενορίες είναι οργανωμένες σε Μητροπόλεις, οι οποίες συνοδικά αποτελούν την Εκκλησία της Ελλάδος. Είναι για παράδειγμα ο ευκτήριος οίκος αντίστοιχος με την έννοια μιας ορθόδοξης ενορίας (όχι βέβαια ότι ταυτίζονται οι έννοιες αλλά ως μοντέλο διοικητικής οργάνωσης); Το θ.ν.π. είναι αντίστοιχο της ενορίας ή της μητρόπολης;
Νομίζω ότι ο νόμος θα έπρεπε να είναι πιο σαφείς στο σημείο αυτό και να προσδιορίζει τη σχετική θέση των θ.ν.π. και ε.ν.π. με τους υπάρχοντες και μελλοντικούς ευκτήριους οίκους.
Β. Νομική υπόσταση των υπαρχόντων ευκτήριων οίκων
Από το νομοσχέδιο απουσιάζει παντελώς μία νομική υπόσταση για τους ευκτήριους οίκους. Δεν σας κρύβω ότι αυτό το γεγονός έχει δημιουργήσει μια διάχυτη ανησυχία μεταξύ των ετεροδόξων Χριστιανών της χώρας μας σχετικά με το μέλλον των ευκτήριων οίκων που αυτή τη στιγμή λειτουργούν. Οι διαβεβαιώσεις της αιτιολογικής έκθεσης, ότι το καθεστώς λειτουργίας τους δεν αλλάζει, δεν είναι επαρκείς, αφ’ όσον δεν υπάρχει μία ρητή διαβεβαίωση στο σχέδιο νόμου.
Επιπλέον, αυτή τη στιγμή, για να μπορούν οι θρησκευτικές ομάδες να έχουν ιδιόκτητους χώρους λατρείας, αναγκάζονται να συστήσουν σωματεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, καθώς οι ευκτήριοι οίκοι δεν μπορούν να έχουν ΑΦΜ παρά μόνο κατά παραχώρηση. Δυστυχώς, αυτό θα συνεχίσει να υφίσταται και με το νέο νόμο, εφ’ όσον οι περισσότερες θρησκευτικές ομάδες δεν θα μπορέσουν να συστήσουν (λόγω της απαίτησης των 300 ατόμων) θ.ν.π.
Προτείνω, λοιπόν, πέραν των θ.ν.π. και των ε.ν.π. να δοθεί νομική προσωπικότητα και σε όλους τους υπάρχοντες ευκτήριους οίκους ώστε να μπορούν να έχουν περιουσιακά στοιχεία χωρίς να αναγκάζονται να καταφεύγουν σε έμμεσους τρόπους. Γιατί ένας ευκτήριος οίκος που αριθμεί 30 ή 50 μέλη σε μία μικρή επαρχιακή πόλη να μην μπορεί να έχει στην ιδιοκτησία του ένα μικρό ιδιόκτητο κτήριο για τις θρησκευτικές συγκεντρώσεις των πιστών του; (Προφανώς, περιπτώσεις ολιγομελών ευκτήριων οίκων με δυσανάλογα μεγάλη περιουσία θα πρέπει να υπόκεινται σε έλεγχο πόθεν έσχες).
Γ. Το όριο των 300 ατόμων για τη σύσταση θ.ν.π.
Το όριο των 300 ατόμων για τη σύσταση θ.ν.π. μπορεί να θεωρηθεί λογικό ή εξωφρενικό ανάλογα με το σκεπτικό του νομοθέτη περί του τι ακριβώς είναι το θ.ν.π.
Εάν το σκεπτικό του νομοθέτη προσδιορίζει το θρησκευτικό νομικό πρόσωπο ως μία τοπική οντότητα (σε επίπεδο χωριού, πόλης ή δήμου) αντίστοιχη με τις ορθόδοξες ενορίες, τότε το όριο είναι απαράδεκτο και προβληματικό. Είναι απαράδεκτο γιατί αποκλείει τους πάνω από 200 ευκτήριους οίκους που σήμερα υπάρχουν από το να αποκτήσουν νομική προσωπικότητα, καθώς μόνο ελάχιστοι από αυτούς (και μόνο στην Αθήνα) διαθέτουν τον απαιτούμενο αριθμό (ενήλικων) μελών. Επιπλέον είναι προβληματικό γιατί η υπάρχουσα νομοθεσία δίνει τη δυνατότητα σε 20 οικογένειες Ισραηλιτών να συγκροτήσουν νομικό πρόσωπο (το οποίο μάλιστα είναι ΝΠΔΔ) ενώ απαιτεί από τους ετερόδοξους σχεδόν 150 οικογένειες! Εκτός αυτού, υπάρχουν Ορθόδοξες ενορίες σε μικρά χωριά και μικρά νησιά όπου ο αριθμός μελών είναι ελάχιστος, και σίγουρα πολύ κάτω από 300 άτομα.
Μια λύση θα ήταν να προσδιοριστεί συγκεκριμένος αριθμός μελών που απαιτούνται, ανάλογα με το εύρος της γεωγραφικής περιοχής της ‘ενορίας’. Για παράδειγμα, αναφέρω την πρόταση της Αδελφότητας Εκκλησιών Πεντηκοστής Ελλάδας, να υπάρχει όριο 200 μελών για όλη την επικράτεια, 150 για επίπεδο περιφέρειας, 100 μέλη για επίπεδο νομού και 20 μέλη για επίπεδο δήμου.
Από την άλλη μεριά ίσως το σκεπτικό του νομοθέτη να είναι πως τα θ.ν.π. είναι το διοικητικό ανάλογο της ορθόδοξης μητρόπολης. Άλλωστε, η δυνατότητα που δίνεται στο θ.ν.π. να ιδρύει ευκτήριους οίκους, ησυχαστήρια, και άλλα ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, τα οποία υπάγονται κάτω από τη διοικητική και πνευματική του εποπτεία, παραπέμπει στις ορθόδοξες μητροπόλεις.
Σε αυτή την περίπτωση, και με δεδομένη την ήδη ύπαρξη των τοπικών ευκτήριων οίκων, το θ.ν.π. θα έπρεπε να μπορεί να συσταθεί είτε ανεξάρτητα είτε ως μία δευτεροβάθμια ένωση ευκτήριων οίκων με κοινή (όχι απλώς παρόμοια) ομολογία πίστης. Σε αυτή την περίπτωση προτείνω να δίνεται το δικαίωμα ίδρυσης θ.ν.π. με κοινή αίτηση τριών τουλάχιστον ευκτήριων οίκων, σε αντιστοιχία με το Εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο που συγκροτείται από τρία θρησκευτικά νομικά πρόσωπα. Φυσικά, το δικαίωμα να ιδρυθεί θ.ν.π. ανεξάρτητα, ως ένωση κάποιου αριθμού φυσικών προσώπων θα πρέπει να εξακολουθήσει να υπάρχει.
Δ. Γενική παρατήρηση σχετικά με τις Διαμαρτυρόμενες εκκλησίες της πατρίδας μας
Θα ήθελα να κλείσω τα σχόλιά μου με μερικές γενικές παρατηρήσεις σχετικά με τις Διαμαρτυρόμενες εκκλησίες που λειτουργούν στην πατρίδα μας. Στην Ορθόδοξη και την Καθολική εκκλησία, οι ενορίες έχουν απόλυτη ομοιομορφία θεολογικών απόψεων αλλά και λατρευτικής πρακτικής, σε σημείο που οποιαδήποτε απόκλιση να χαρακτηρίζεται σχισματική ή αιρετική.
Στις Διαμαρτυρόμενες εκκλησίες της πατρίδας μας και ιδιαίτερα ανάμεσα στις εκκλησίες που μετέχουν στον Πανελλήνιο Ευαγγελικό Σύνδεσμο (ΠΕΣ) η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική. Η γενική θεολογική συμφωνία στα ουσιώδη δόγματα της Αγίας Γραφής και της Χριστιανικής πίστης είναι αρκετή ώστε να δίνει στα μέλη του ΠΕΣ την απαιτούμενη ενότητα. Ωστόσο, στις λεπτομέρειες των θεολογικών απόψεων και κυρίως στην λατρευτική πρακτική, η κάθε εκκλησία είναι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ανεξάρτητη, πράγμα που θεωρείται απολύτως θεμιτό.
Αυτή η σχετική ανεξαρτησία της κάθε τοπικής εκκλησίας είναι για τους περισσότερους Έλληνες Διαμαρτυρόμενους ένα ουσιαστικό στοιχείο της θρησκευτικής μας ταυτότητας, και το παρόν σχέδιο νόμου με τους μη-ρεαλιστικούς περιορισμούς στον απαιτούμενο αριθμό μελών την θέτει υπό αμφισβήτηση. Θεωρώ λοιπόν ότι είναι ανάγκη να αναπροσδιοριστούν τα αριθμητικά κριτήρια για την νομική αναγνώριση των θρησκευτικών κοινοτήτων λαμβάνοντας υπόψιν την παρούσα κατάσταση και το παραπάνω ουσιαστικό στοιχείο.
Με τιμή
Κύριε Υπουργέ, Αρχικά θα ήθελα να εκφράσω την ικανοποίησή μου που μετά από δεκαετίας απραξίας το Ελληνικό κράτος επιχειρεί να καλύψει ένα σημαντικό κενό στη νομοθεσία για την ίδρυση και λειτουργία θρησκευτικών κοινοτήτων στη χώρα μας. Ως Έλληνας διαμαρτυρόμενος που εκκλησιάζομαι σε ευκτήριο οίκο της εκκλησίας Πεντηκοστής από μικρό παιδί, έχω ζήσει προσωπικά απρόκλητες επιθέσεις και μεροληπτική μεταχείριση, μόνο και μόνο επειδή δεν ήμουν Ορθόδοξος χριστιανός. Χαιρετίζω λοιπόν την προσπάθεια του νέου νόμου να δώσει ίσα δικαιώματα στη θρησκευτική λατρεία και των μη-ορθόδοξων Ελλήνων πολιτών, οι οποίοι (προσωπική μου γνώμη) είναι εξίσου συνεπείς στις υποχρεώσεις τους και πιστοί στο Σύνταγμα και τους νόμους αυτής της χώρας με κάθε ορθόδοξο. Προσπαθώντας να συμβάλλω και εγώ στη δημιουργία ενός αποτελεσματικού και δίκαιου νόμου που δεν θα περιορίζει τις θρησκευτικές ελευθερίες στην πατρίδα μας, θα ήθελα να σας επιστήσω την προσοχή σε ορισμένα σημεία του νόμου που χρειάζονται περαιτέρω διευκρινήσεις. Α. Ασάφεια σχετικά με τη σχέση των θεσμοθετούμενων νομικών προσώπων με τους υπάρχοντες και μελλοντικούς ευκτήριους οίκους Στο νομοσχέδιο εισάγονται τρεις έννοιες: Η έννοια της θρησκευτικής κοινότητας (για την οποία δεν απαιτείται συγκεκριμένος αριθμός ατόμων), η έννοια του θρησκευτικού νομικού προσώπου (στο εξής θ.ν.π.) και η έννοια του εκκλησιαστικού νομικού προσώπου (στο εξής ε.ν.π.). Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί η έννοια του ευκτήριου οίκου που προϋπάρχει και αποτελεί την τρέχουσα μορφή οργάνωσης των θρησκευτικών κοινοτήτων στην Ελλάδα. Το σχέδιο νόμου περιγράφει κατανοητά τη σχέση του θ.ν.π. με το ε.ν.π. (το οποίο αποτελεί μια συνοδική ένωση θ.ν.π.), αλλά δεν έχει καμία αναφορά στη σχέση του θ.ν.π. με τους (υπάρχοντες) ευκτήριους οίκους. Με δεδομένο ότι τα θ.ν.π. μπορούν να ιδρύουν ευκτήριους οίκους υπό την διοίκησή τους, φαίνεται ότι αποτελούν μία ευρύτερη οντότητα από αυτούς. Επομένως σε τι αντιστοιχούν και πώς σχετίζονται με αυτά; Ίσως θα μπορούσε να υπάρχει μία αποσαφήνιση χρησιμοποιώντας αναλογίες από τη διοικητική οργάνωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπου οι διάφορες τοπικές ενορίες είναι οργανωμένες σε Μητροπόλεις, οι οποίες συνοδικά αποτελούν την Εκκλησία της Ελλάδος. Είναι για παράδειγμα ο ευκτήριος οίκος αντίστοιχος με την έννοια μιας ορθόδοξης ενορίας (όχι βέβαια ότι ταυτίζονται οι έννοιες αλλά ως μοντέλο διοικητικής οργάνωσης); Το θ.ν.π. είναι αντίστοιχο της ενορίας ή της μητρόπολης; Νομίζω ότι ο νόμος θα έπρεπε να είναι πιο σαφείς στο σημείο αυτό και να προσδιορίζει τη σχετική θέση των θ.ν.π. και ε.ν.π. με τους υπάρχοντες και μελλοντικούς ευκτήριους οίκους. Β. Νομική υπόσταση των υπαρχόντων ευκτήριων οίκων Από το νομοσχέδιο απουσιάζει παντελώς μία νομική υπόσταση για τους ευκτήριους οίκους. Δεν σας κρύβω ότι αυτό το γεγονός έχει δημιουργήσει μια διάχυτη ανησυχία μεταξύ των ετεροδόξων Χριστιανών της χώρας μας σχετικά με το μέλλον των ευκτήριων οίκων που αυτή τη στιγμή λειτουργούν. Οι διαβεβαιώσεις της αιτιολογικής έκθεσης, ότι το καθεστώς λειτουργίας τους δεν αλλάζει, δεν είναι επαρκείς, αφ’ όσον δεν υπάρχει μία ρητή διαβεβαίωση στο σχέδιο νόμου. Επιπλέον, αυτή τη στιγμή, για να μπορούν οι θρησκευτικές ομάδες να έχουν ιδιόκτητους χώρους λατρείας, αναγκάζονται να συστήσουν σωματεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, καθώς οι ευκτήριοι οίκοι δεν μπορούν να έχουν ΑΦΜ παρά μόνο κατά παραχώρηση. Δυστυχώς, αυτό θα συνεχίσει να υφίσταται και με το νέο νόμο, εφ’ όσον οι περισσότερες θρησκευτικές ομάδες δεν θα μπορέσουν να συστήσουν (λόγω της απαίτησης των 300 ατόμων) θ.ν.π. Προτείνω, λοιπόν, πέραν των θ.ν.π. και των ε.ν.π. να δοθεί νομική προσωπικότητα και σε όλους τους υπάρχοντες ευκτήριους οίκους ώστε να μπορούν να έχουν περιουσιακά στοιχεία χωρίς να αναγκάζονται να καταφεύγουν σε έμμεσους τρόπους. Γιατί ένας ευκτήριος οίκος που αριθμεί 30 ή 50 μέλη σε μία μικρή επαρχιακή πόλη να μην μπορεί να έχει στην ιδιοκτησία του ένα μικρό ιδιόκτητο κτήριο για τις θρησκευτικές συγκεντρώσεις των πιστών του; (Προφανώς, περιπτώσεις ολιγομελών ευκτήριων οίκων με δυσανάλογα μεγάλη περιουσία θα πρέπει να υπόκεινται σε έλεγχο πόθεν έσχες). Γ. Το όριο των 300 ατόμων για τη σύσταση θ.ν.π. Το όριο των 300 ατόμων για τη σύσταση θ.ν.π. μπορεί να θεωρηθεί λογικό ή εξωφρενικό ανάλογα με το σκεπτικό του νομοθέτη περί του τι ακριβώς είναι το θ.ν.π. Εάν το σκεπτικό του νομοθέτη προσδιορίζει το θρησκευτικό νομικό πρόσωπο ως μία τοπική οντότητα (σε επίπεδο χωριού, πόλης ή δήμου) αντίστοιχη με τις ορθόδοξες ενορίες, τότε το όριο είναι απαράδεκτο και προβληματικό. Είναι απαράδεκτο γιατί αποκλείει τους πάνω από 200 ευκτήριους οίκους που σήμερα υπάρχουν από το να αποκτήσουν νομική προσωπικότητα, καθώς μόνο ελάχιστοι από αυτούς (και μόνο στην Αθήνα) διαθέτουν τον απαιτούμενο αριθμό (ενήλικων) μελών. Επιπλέον είναι προβληματικό γιατί η υπάρχουσα νομοθεσία δίνει τη δυνατότητα σε 20 οικογένειες Ισραηλιτών να συγκροτήσουν νομικό πρόσωπο (το οποίο μάλιστα είναι ΝΠΔΔ) ενώ απαιτεί από τους ετερόδοξους σχεδόν 150 οικογένειες! Εκτός αυτού, υπάρχουν Ορθόδοξες ενορίες σε μικρά χωριά και μικρά νησιά όπου ο αριθμός μελών είναι ελάχιστος, και σίγουρα πολύ κάτω από 300 άτομα. Μια λύση θα ήταν να προσδιοριστεί συγκεκριμένος αριθμός μελών που απαιτούνται, ανάλογα με το εύρος της γεωγραφικής περιοχής της ‘ενορίας’. Για παράδειγμα, αναφέρω την πρόταση της Αδελφότητας Εκκλησιών Πεντηκοστής Ελλάδας, να υπάρχει όριο 200 μελών για όλη την επικράτεια, 150 για επίπεδο περιφέρειας, 100 μέλη για επίπεδο νομού και 20 μέλη για επίπεδο δήμου. Από την άλλη μεριά ίσως το σκεπτικό του νομοθέτη να είναι πως τα θ.ν.π. είναι το διοικητικό ανάλογο της ορθόδοξης μητρόπολης. Άλλωστε, η δυνατότητα που δίνεται στο θ.ν.π. να ιδρύει ευκτήριους οίκους, ησυχαστήρια, και άλλα ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, τα οποία υπάγονται κάτω από τη διοικητική και πνευματική του εποπτεία, παραπέμπει στις ορθόδοξες μητροπόλεις. Σε αυτή την περίπτωση, και με δεδομένη την ήδη ύπαρξη των τοπικών ευκτήριων οίκων, το θ.ν.π. θα έπρεπε να μπορεί να συσταθεί είτε ανεξάρτητα είτε ως μία δευτεροβάθμια ένωση ευκτήριων οίκων με κοινή (όχι απλώς παρόμοια) ομολογία πίστης. Σε αυτή την περίπτωση προτείνω να δίνεται το δικαίωμα ίδρυσης θ.ν.π. με κοινή αίτηση τριών τουλάχιστον ευκτήριων οίκων, σε αντιστοιχία με το Εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο που συγκροτείται από τρία θρησκευτικά νομικά πρόσωπα. Φυσικά, το δικαίωμα να ιδρυθεί θ.ν.π. ανεξάρτητα, ως ένωση κάποιου αριθμού φυσικών προσώπων θα πρέπει να εξακολουθήσει να υπάρχει. Δ. Γενική παρατήρηση σχετικά με τις Διαμαρτυρόμενες εκκλησίες της πατρίδας μας Θα ήθελα να κλείσω τα σχόλιά μου με μερικές γενικές παρατηρήσεις σχετικά με τις Διαμαρτυρόμενες εκκλησίες που λειτουργούν στην πατρίδα μας. Στην Ορθόδοξη και την Καθολική εκκλησία, οι ενορίες έχουν απόλυτη ομοιομορφία θεολογικών απόψεων αλλά και λατρευτικής πρακτικής, σε σημείο που οποιαδήποτε απόκλιση να χαρακτηρίζεται σχισματική ή αιρετική. Στις Διαμαρτυρόμενες εκκλησίες της πατρίδας μας και ιδιαίτερα ανάμεσα στις εκκλησίες που μετέχουν στον Πανελλήνιο Ευαγγελικό Σύνδεσμο (ΠΕΣ) η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική. Η γενική θεολογική συμφωνία στα ουσιώδη δόγματα της Αγίας Γραφής και της Χριστιανικής πίστης είναι αρκετή ώστε να δίνει στα μέλη του ΠΕΣ την απαιτούμενη ενότητα. Ωστόσο, στις λεπτομέρειες των θεολογικών απόψεων και κυρίως στην λατρευτική πρακτική, η κάθε εκκλησία είναι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ανεξάρτητη, πράγμα που θεωρείται απολύτως θεμιτό. Αυτή η σχετική ανεξαρτησία της κάθε τοπικής εκκλησίας είναι για τους περισσότερους Έλληνες Διαμαρτυρόμενους ένα ουσιαστικό στοιχείο της θρησκευτικής μας ταυτότητας, και το παρόν σχέδιο νόμου με τους μη-ρεαλιστικούς περιορισμούς στον απαιτούμενο αριθμό μελών την θέτει υπό αμφισβήτηση. Θεωρώ λοιπόν ότι είναι ανάγκη να αναπροσδιοριστούν τα αριθμητικά κριτήρια για την νομική αναγνώριση των θρησκευτικών κοινοτήτων λαμβάνοντας υπόψιν την παρούσα κατάσταση και το παραπάνω ουσιαστικό στοιχείο. Με τιμή