• Σχόλιο του χρήστη 'Αγγελική' | 22 Απριλίου 2014, 18:12

    Θεωρώ από όσα έχω διαβάσει (κριτικά και χωρίς καμία προσπάθεια πρόταξης προσωπικών συμφερόντων) ότι κάποια ζητήματα δεν έχουν μελετηθεί όπως θα έπρεπε στο παρόν σχέδιο νόμου και χρήζουν περαιτέρω μελέτης, προβληματισμού - αν όχι αλλαγής. Καταρχήν θεωρώ απαράδεκτο να μοριοδοτούνται τα μεταπτυχιακά μόνο στην ειδική αγωγή και στη σχολική ψυχολογία και να μην μοριοδοτούνται καθόλου τα μεταπτυχιακά στο γνωστικό αντικείμενο ή γενικότερα στις επιστήμες της αγωγής. Μιλάμε για ακαδημαϊκά κριτήρια, επομένως αυτές οι περαιτέρω γνώσεις, η έρευνα και γενικότερα οι σπουδές που έχουμε κάνει θεωρούνται μικρότερης ή αμελητέας σημασίας; Μοριοδοτούνται δηλαδή, από τη μια μεταπτυχιακά και διδακτορικά αμφιβόλου ποιότητας και αξιοπιστίας π.χ. Ιταλίας, Βουλγαρίας κ.α. που δεν ξέρουμε πώς έχουν αποκτηθεί (αν όντως έχουν παρακολουθήσει οι κατέχοντες αυτά τα προγράμματα ή αν απέκτησαν αυτούς τους τίτλους συνήθως έναντι ισχυρών οικονομικών αντιτίμων) και από την άλλη μεταπτυχιακά και διδακτορικά, των οποίων η θεματική ορισμένες φορές σχετίζεται στο ελάχιστο με τους τομείς της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης. Πού ακριβώς υπάρχει η λεγόμενη αξιοκρατία; Στο γεγονός ότι κάποιοι είχαν την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν αυτούς τους τίτλους ή ήταν πολύ τυχεροί στη διατύπωση των τίτλων των εργασιών τους; Διερωτώμαι δε, όσον αφορά την παιδαγωγική κατάρτιση των εκπαιδευτικών των τεχνολογικών σπουδών, γιατί δεν λογίζεται ως ακαδημαϊκό κριτήριο; Αναφορικά με τα κοινωνικά κριτήρια: Οι άνθρωποι – εκπαιδευτικοί που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας πώς θα μπορούν να έχουν μια μεγαλύτερη πιθανότητα να βρουν εργασία και συνεπώς να εξασφαλίσουν την απαραίτητη γι’ αυτούς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, όταν καταργείται στην ουσία ο πίνακας Α’; Ή αν είναι τυχεροί και βρουν εργασία ως αναπληρωτές σε περιοχές (πολύ) μακριά από τον τόπο διαμονής τους, ποιος θα τους (υπο)στηρίξει στα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν; Πού υπάρχει η λεγόμενη κοινωνική μέριμνα γι’ αυτούς τους ανθρώπους ή η δυνατότητα στο όνειρο (καθώς πολλοί -ες δεν εργάζονται καν, παρά το γεγονός ότι ανήκαν στον πίνακα αυτόν); Υπενθυμίζω πως ο πίνακας Α’ εξασφάλιζε μια καλύτερη ποσόστωση για τα άτομα με σοβαρές αναπηρίες κι όχι το διορισμό τους ως αναπληρωτές… Ακόμα και η μοριοδότηση που δίνεται σε αυτά τα άτομα θεωρώ ότι είναι δυσανάλογη. Ένας γονέας με παιδί -ιά με αναπηρία (ο οποίος όμως μπορεί να εργαστεί πέρα από τις πολλές δυσκολίες που σαφώς αντιμετωπίζει στην καθημερινότητά του λόγω των προβλημάτων του -των παιδιού-ιών του), μοριοδοτείται το ίδιο με ένα άτομο που το ίδιο αντιμετωπίζει κάποια σοβαρής μορφής αναπηρία (π.χ. τύφλωση, μεσογειακή αναιμία, σκλήρυνση κατά πλάκας κ.α.). Δυστυχώς όμως, στα άτομα που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας και αναπηρίες δεν δίνεται η δυνατότητα να εργαστούν (γνωρίζουμε όλοι πως αντιμετωπίζονται στην αγορά εργασίας – καθώς αποκλείονται στην πλειονότητά τους) και συνεπώς αδυνατούν να εξασφαλίσουν και την απαραίτητη ιατροφαρκευτική για τα ίδια περίθαλψη, δυνατότητα που πιθανότατα να τους δινόταν μέσω του πίνακα Α’ (αφού είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες να εργαστούν ως αναπληρωτές). Και αυτό είναι το λιγότερο… Γιατί κατά την άποψή μου όλα τα άτομα είτε πλήττονται άμεσα, είτε έμμεσα από κάποιας μορφής σοβαρή αναπηρία πρέπει τουλάχιστον να έχουν δικαίωμα στην εργασία. Και δεν εννοώ μόνο αυτά τα άτομα, εννοώ όλους μας, αλλά πιστεύω σίγουρα το δικαίωμά τους στην εργασία ως εκπαιδευτικοί πλήττεται κατάφωρα από το παρόν σχέδιο νόμου και αναμφισβήτητα οδηγούνται σε κοινωνικό αποκλεισμό. Από τα παραπάνω θεωρώ λοιπόν, ότι είναι ολοφάνερο, πως υπάρχουν βασικά ζητήματα που σαφώς πρέπει να μελετηθούν από την αρχή, ώστε να μπορούμε να μιλάμε για αξιοκρατικά ακαδημαϊκά κριτήρια πρόσληψης των εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής και επίσης για κοινωνικά κριτήρια ενός κράτους με κοινωνικές ευαισθησίες…