Επίσημη θέση ΣΑΤΕΑ για μετεκπαίδευση και μεταπτυχιακά:
Η κατάργηση της διετούς, δημόσιας και δωρεάν μετεκπαίδευσης που προσέφεραν τα Διδασκαλεία της χώρας, δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στη στελέχωση της πρωτοβάθμιας ΕΑΕ.
Αφενός, στέρησε στους δασκάλους και νηπιαγωγούς την ουσιαστική μετεκπαίδευση/επιμόρφωση στις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και στην αντιμετώπιση τους στο σχολείο (ειδικό ή γενικό).
Αφετέρου, σηματοδότησε τη στροφή προς τα σεμινάρια και τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, ως λύσεις επιμόρφωσης/μετεκπαίδευσης. Η σύνδεση δε των σεμιναρίων και των μεταπτυχιακών (ν.3699/2008) με την εργασιακή αποκατάσταση των αναπληρωτών εκπαιδευτικών, αλλά και με τις υπηρεσιακές μεταβολές των μόνιμων εκπαιδευτικών οδήγησε σε ένα πρωτοφανές «εμπόριο» μεταπτυχιακών τίτλων και σεμιναρίων. Όμως, η μετεκπαίδευση στα Διδασκαλεία ήταν πρωτοπόρος θεσμός και πιο «αξιοκρατικός» από τα σεμινάρια και τα μεταπτυχιακά προγράμματα σε Ελλάδα και εξωτερικό. Απευθυνόταν σε όλους τους διορισμένους εκπαιδευτικούς και όχι μόνο σε όσους έχουν οικονομική άνεση. Ήταν πραγματικά πρωτοποριακό ν’ αναλαμβάνει η ίδια η Πολιτεία τις ευθύνες της απέναντι στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και στους γονείς τους και να μετεκπαιδεύει τους δασκάλους/νηπιαγωγούς της.
Σήμερα, για να μετεκπαιδευτεί ένας εκπαιδευτικός πρέπει να βγει στην «αγορά», να δει τι «προσφέρεται» σε σεμινάρια και μεταπτυχιακά προγράμματα και σε πολλές περιπτώσεις, είτε να ψάξει χρηματοδότηση π.χ. μια υποτροφία είτε να χρηματοδοτήσει ο ίδιος τις σπουδές του, συχνά με αυξημένο κόστος. Όμως η πρόσβαση στην εκπαίδευση (και στη μετεκπαίδευση), δεν θα έπρεπε να είναι κοινωνικό αγαθό; Γιατί για τους μαθητές μας, η δωρεάν πρόσβαση στην εκπαίδευση θεωρείται αδιαπραγμάτευτη (διαμαρτυρόμαστε αν μπει αντίτιμο στη σχολική φοίτηση), ενώ για τους εκπαιδευτικούς των μαθητών, η επιμόρφωση και η μετεκπαίδευση θα πρέπει να κοστολογείται ακριβά;
Πέρα από το «αξιοκρατικό» ή μη του ζητήματος (διότι υπάρχουν και ελάχιστα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών χωρίς αντίτιμο), υπάρχει μία ακόμα, πιο σημαντική διαφορά μεταξύ της μετεκπαίδευσης και των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών που προσφέρονται σήμερα σε Ελλάδα και κυρίως στο εξωτερικό.
Ως πρόγραμμα σπουδών, η μετεκπαίδευση είχε ακριβώς σκοπό να προετοιμάσει τους εκπαιδευτικούς να αντιμετωπίσουν τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στην ελληνική σχολική πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα:
με συγκεκριμένα (μη ενταξιακά ακόμα και σήμερα) αναλυτικά προγράμματα,
με συγκεκριμένα (μη ενταξιακά) ωρολόγια προγράμματα,
με σχολεία και τάξεις με σοβαρά χωροταξικά προβλήματα,
με σχολεία και τάξεις με υλικοτεχνικούς περιορισμούς, χωρίς εκπαιδευτικό υλικό,
με ένα μεγάλο μαθητικό δυναμικό σε γενικά και ειδικά σχολεία.
Η μετεκπαίδευση ήθελε λοιπόν να εξοπλίσει τον εκπαιδευτικό με τις γνώσεις και τις δεξιότητες που χρειάζεται για ν’ αντιμετωπίσει το πολυποίκιλο σχολικό περιβάλλον: το Ειδικό Σχολείο, το Τμήμα Ένταξης και φυσικά το ίδιο το Γενικό Σχολείο. Αυτά τα σχολικά πλαίσια που περιγράφηκαν είναι «η πραγματική ζωή», όπου καλείται ο εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής, σε σύνθετο περιβάλλον, να εκπαιδεύσει (ή να συντονίσει την εκπαίδευση) παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες, νοητική καθυστέρηση, αυτισμό, κινητικές αναπηρίες, ΔΕΠ-Υ, συναισθηματικές δυσκολίες κτλ. και φυσικά παιδιών τυπικής ανάπτυξης.
Καθότι ο εκπαιδευτικός Ειδικής Αγωγής έχει έναν πολυσύνθετο ρόλο (αξιολογεί, εκπαιδεύει, συντονίζει, συμβουλεύει, καθοδηγεί κτλ.) σε ένα πολυποίκιλο σχολικό περιβάλλον (ειδικό σχολείο, τμήμα ένταξης, παράλληλη στήριξη-τάξη συνεκπαίδευσης, γενική τάξη), η μετεκπαίδευση του δεν μπορεί να περιορίζεται απλώς στο να εξειδικευθεί κάποιος στην αντιμετώπιση μιας μορφής αναπηρίας/ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών π.χ. να εξειδικευθεί κάποιος μόνο στην Κώφωση. Αναμφίβολα ένας τέτοιος εκπαιδευτικός είναι πολύ χρήσιμος σε σχολικά πλαίσια όπου υπάρχουν κωφοί μαθητές. Σε άλλα πλαίσια όμως; Στο πλαίσιο μιας τάξης ειδικού σχολείου όπου μπορεί να υπάρχουν ταυτόχρονα μαθητές με νοητική καθυστέρηση, αυτισμό, ΔΕΠ-Υ; Επίσης, δε φτάνει ν’ ακολουθήσει κάποιος ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών στη σχολική ψυχολογία ή απλά να παρακολουθήσει ένα «θεωρητικό» μεταπτυχιακό (πολλές φορές εξ’ αποστάσεως, part-time, ευέλικτα, μέσω διαδικτυακής διδασκαλίας) χωρίς πρακτική άσκηση στις πραγματικές σχολικές δομές.
Ως ΣΑΤΕΑ θεωρούμε ότι ελάχιστα μεταπτυχιακά ακολουθούν τη λογική της μετεκπαίδευσης των Διδασκαλείων. Και ακόμα και αν τα αναγνωρίσουμε (επιστημονικά-παιδαγωγικά) αυτά τα λίγα ως μετεκπαίδευση, πιστεύουμε ότι αυτή η αναγνώριση σε θεσμικό επίπεδο καταργεί και την ανάγκη δημόσιας και δωρεάν μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών και την ύπαρξη των δύο δημόσιων πανεπιστημιακών τμημάτων ειδικής αγωγής. Για ποιο λόγο να υπάρχουν και να τα χρηματοδοτούν οι φορολογούμενοι; Το ζήτημα είναι λοιπόν και πολιτικής κατεύθυνσης: αν πρέπει να υπάρχει δημόσια και δωρεάν παιδεία, αν πρέπει να υπάρχει καθολική πρόσβαση στο πανεπιστήμιο για τους εκπαιδευτικούς, αν πρέπει κάποια στιγμή ένα πτυχίο να έχει επαγγελματικά δικαιώματα ή όχι.
Εδώ θα πρέπει να διαλύσουμε και μερικούς μύθους που αναπαράγονται π.χ. ότι δεν υπάρχουν πουθενά στον κόσμο προπτυχιακές σπουδές στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Αντιθέτως, υπάρχουν παντού και μάλιστα σε αξιόλογα πανεπιστήμια: στην Αμερική (The Pennsylvania State University, New York University κ.α.), στην Αυστραλία (University of New England, University of Southern Queensland κ.α.), στην Αγγλία (University of Winchester, Manchester Metropolitan University κ.α.), στη Γερμανία (Humboldt-Universität zu Berlin, Universität Oldenburg κ.α.), στην Ισπανία, Ιταλία, Σουηδία, Τουρκία κ.α. Σε κάποιες χώρες π.χ. Αγγλία, υπάρχει σαφώς η τάση να υπάρχουν μεταπτυχιακές σπουδές στην Ειδική (Special) και Συμπεριληπτική (Inclusive) Εκπαίδευση. Σε άλλες (Ηνωμένες Πολιτείες) υπάρχουν δεκάδες προπτυχιακά προγράμματα. Δεν πρέπει όμως να μπαίνουμε σε άστοχες συγκρίσεις των συστημάτων «εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών» και της σύνδεσης τους με επαγγελματικά δικαιώματα γιατί π.χ. στην Αγγλία, τα πτυχία είναι τριετούς φοίτησης και μπορείς ν’ αποκτήσεις το status του δασκάλου (Qualified Teacher Status) με ένα προπτυχιακό πρόγραμμα, μπορεί και όχι, και να χρειάζεσαι ειδικό πρόγραμμα να παρακολουθήσεις, εντός ή εκτός σχολείου (υπάρχουν πολλοί τρόποι για ν’ αποκτήσεις το QTS που δεν προϋποθέτουν βασικό τίτλο στα παιδαγωγικά). Τέλος, ίσως έχει νόημα να σημειώσουμε ότι πολλοί συνάδελφοι μας με βασικό πτυχίο στην ΕΑΕ εργάζονται σε χώρες του εξωτερικού (Γερμανία, Σουηδία κ.α.). Σε κάθε περίπτωση, όμως, η κάθε χώρα (ή πολιτεία) θέτει τα δικά της κριτήρια για την πρόσληψη εκπαιδευτικών στην ειδική και γενική εκπαίδευση.
Για όλους τους παραπάνω λόγους λοιπόν, οι ΣΑΤΕΑ δε θεωρούμε τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών αντίστοιχα και ισότιμα (και ως «εκπαίδευση των εκπαιδευτικών» αλλά και πολιτικά-θεσμικά) με τη διετή μετεκπαίδευση των διδασκαλείων ή με τις προπτυχιακές σπουδές στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση.
Συνεπείς στην παραπάνω θέση, οι ΣΑΤΕΑ ζητούμε να παίρνουν μετάθεση-απόσπαση στις δομές της πρωτοβάθμιας ΕΑΕ οι απόφοιτοι των Διδασκαλείων και των πανεπιστημιακών τμημάτων ειδικής αγωγής, ενώ οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί με μεταπτυχιακές σπουδές ή διδακτορικό μπορούν να προσφέρουν τα μέγιστα στην ένταξη των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες μέσα στις γενικές τάξεις. Μπορούν μάλιστα ν’ αναλαμβάνουν εκείνες τις τάξεις, όπου υπάρχουν μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες για να βοηθήσουν στην εκπαίδευση και ένταξή τους. Μην ξεχνάμε ότι η πλειοψηφία των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες βρίσκεται στις Γενικές Τάξεις.
Συνεπείς με την παραπάνω θέση (ότι τα μεταπτυχιακά δεν είναι αντίστοιχα και ισότιμα με τη μετεκπαίδευση και τις βασικές σπουδές), οι ΣΑΤΕΑ, στους πίνακες αναπληρωτών, ζητούμε ξεχωριστό πίνακα για τους αποφοίτους των πανεπιστημιακών τμημάτων ειδικής αγωγής ο οποίος θα εξαντλείται και στη συνέχεια θα προσλαμβάνονται εκπαιδευτικοί με μεταπτυχιακά (ή διδακτορικό, το οποίο αποτελεί έρευνα και όχι μετεκπαίδευση). Σε κανέναν δεν αποκλείουμε την πρόσβαση στις δομές της ειδικής αγωγής με αυτή τη θέση μας. Άλλωστε, όπως θίξαμε και παραπάνω, οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί γενικής αγωγής με μεταπτυχιακά μπορούν να προσφέρουν στην εκπαίδευση των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες μέσα από την πρόσληψή τους στις γενικές τάξεις (βρίσκονται ταυτόχρονα και στους πίνακες αναπληρωτών γενικής αγωγής).
Τέλος, θέλουμε να θίξουμε το γεγονός ότι κάθε ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΤΥΧΙΟ επιμόρφωση, εξειδίκευση, μετεκπαίδευση κτλ. έχει νόημα και αξία. Αξία που ήδη αποτυπώνεται και υλικά: δηλαδή μισθολογικά, ως προσόν διορισμού (μοριοδότηση στον ΑΣΕΠ), ως προσόν για να γίνει κάποιος στέλεχος της εκπαίδευσης. Άλλωστε πολλοί συνάδελφοί μας, απόφοιτοι των πανεπιστημιακών τμημάτων ειδικής αγωγής, έχουν ακολουθήσει μεταπτυχιακές σπουδές και καλά έχουν κάνει, για να εμπλουτίσουν τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους. Δεν πρέπει όμως να εξισώνουμε -χωρίς κριτήρια ως προς το περιεχόμενο- τις μεταπτυχιακές σπουδές με τη μετεκπαίδευση και το βασικό πτυχίο σπουδών στην ειδική αγωγή. Το γεγονός ότι το σχέδιο νόμου δεν περιλαμβάνει κανένα κριτήριο αξιολόγησης των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών (και δυστυχώς προσπαθεί να βάλει κριτήρια μόνο στα «σεμινάρια» -άρθρο 22, παρ.3 περ.i ζ), το γεγονός ότι ακόμα δεν έχει συσταθεί επιτροπή στο ΙΕΠ που θα εξετάζει τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών (περιλαμβάνεται διάταξη στο παρόν σχέδιο νόμου – άρθρο 32 παρ.4) δείχνει ότι η Πολιτεία πρέπει να πάρει μια κρίσιμη απόφαση σε αυτόν το νόμο για την ΕΑΕ και να προσέξει τα κριτήρια στελέχωσης της και εν τέλει την ποιότητα της. Με αυτήν την έννοια, η Πολιτεία πρέπει να πάρει μια απόφαση που δεν αφορά μόνον τους εκπαιδευτικούς, μόνιμους ή αναπληρωτές, αλλά κυρίως τους μαθητές και τις οικογένειες τους.
Θέσεις ΣΑΤΕΑ για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών
Οι ΣΑΤΕΑ έχουμε καταθέσει στο παρελθόν προτάσεις για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών ΕΑΕ («Προβλήματα στην Επιμόρφωση για την Παράλληλη Στήριξη» στο www.satea.gr). Οι ίδιοι έχουμε «υποφέρει» από διοικητικά ανοργάνωτες και σε περιεχόμενο «φτωχές» επιμορφωτικές διαδικασίες που φαίνονται να γίνονται για την κατανάλωση ευρωπαϊκών κονδυλίων και όχι για να βοηθήσουν πραγματικά τους εκπαιδευτικούς και εν τέλει τους μαθητές. Δεν κρύβουμε άλλωστε, ότι πολλές φορές –στη βάση των παραπάνω προβλημάτων- έχουν δημιουργηθεί σοβαρές τριβές μεταξύ επιμορφούμενων εκπαιδευτικών, επιμορφωτών και προσωπικού των ΠΕΚ.
Προτείνουμε:
- Οι επιμορφωτικές διαδικασίες πολλών ημερών να γίνονται στη αρχή του σχολικού έτους γιατί μόνον τότε αποκτούν νόημα.
- Ουσιαστική επιμόρφωση υψηλού επιστημονικού επιπέδου. Η επιμόρφωση να γίνεται με εκπαιδευτική άδεια για όλους τους εκπαιδευτικούς και βέβαια, ανά επιστημονικό πεδίο.
- Να επιλέγονται θέματα επιμόρφωσης σύγχρονα και πρακτικού χαρακτήρα (εφαρμογή θεωρίας στην πράξη).
- Να διαχωρίζονται οι επιμορφούμενοι εκπαιδευτικοί ανάλογα με τον κλάδο τους και να μην είναι όλοι μαζί (για να έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα η επιμόρφωση).
- Να αξιολογούνται οι επιμορφωτές και να καλούνται μόνον οι σχετικοί με το χώρο της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης.
- Να υλοποιούνται επιμορφώσεις στις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και για τους εκπαιδευτικούς Γενικής Αγωγής που έχουν στην τάξη τους μαθητές που χρειάζονται Παράλληλη Στήριξη, με θεματικές αναφορικά με τη φύση της αναπηρίας, το θεσμό της Παράλληλης Στήριξης, το ρόλο του Εκπαιδευτικού Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης αλλά και για την αναγκαία συνεργασία των δύο εκπαιδευτικών. Γενικότερα οι εκπαιδευτικοί Γενικής Αγωγής πρέπει να επιμορφώνονται στην αντιμετώπιση των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών (πέρα από τα ενδοσχολικά επιμορφωτικά σεμινάρια που κάνουν πολύ συχνά οι εκπαιδευτικοί ΕΑΕ).
- Να είναι οικιοθελής η συμμετοχή των εκπαιδευτικών στα επιμορφωτικά σεμινάρια λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική κρίση (έξοδα μετακίνησης), αλλά και την ομαλή λειτουργία των σχολείων και των οικογενειών των μαθητών, καθώς και της οικογενειακής καθημερινότητας του εκπαιδευτικού.
- Άμεση καταβολή των οδοιπορικών και λοιπών εξόδων.
- Όλων των ειδών τα σεμινάρια πρέπει να γίνονται εντός εργασιακού ωραρίου κι όχι απόγευμα. Να γίνονται σε περιοχές κοντά στον τόπο που βρίσκεται το σχολείο.
Επίσημη θέση ΣΑΤΕΑ για μετεκπαίδευση και μεταπτυχιακά: Η κατάργηση της διετούς, δημόσιας και δωρεάν μετεκπαίδευσης που προσέφεραν τα Διδασκαλεία της χώρας, δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στη στελέχωση της πρωτοβάθμιας ΕΑΕ. Αφενός, στέρησε στους δασκάλους και νηπιαγωγούς την ουσιαστική μετεκπαίδευση/επιμόρφωση στις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και στην αντιμετώπιση τους στο σχολείο (ειδικό ή γενικό). Αφετέρου, σηματοδότησε τη στροφή προς τα σεμινάρια και τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, ως λύσεις επιμόρφωσης/μετεκπαίδευσης. Η σύνδεση δε των σεμιναρίων και των μεταπτυχιακών (ν.3699/2008) με την εργασιακή αποκατάσταση των αναπληρωτών εκπαιδευτικών, αλλά και με τις υπηρεσιακές μεταβολές των μόνιμων εκπαιδευτικών οδήγησε σε ένα πρωτοφανές «εμπόριο» μεταπτυχιακών τίτλων και σεμιναρίων. Όμως, η μετεκπαίδευση στα Διδασκαλεία ήταν πρωτοπόρος θεσμός και πιο «αξιοκρατικός» από τα σεμινάρια και τα μεταπτυχιακά προγράμματα σε Ελλάδα και εξωτερικό. Απευθυνόταν σε όλους τους διορισμένους εκπαιδευτικούς και όχι μόνο σε όσους έχουν οικονομική άνεση. Ήταν πραγματικά πρωτοποριακό ν’ αναλαμβάνει η ίδια η Πολιτεία τις ευθύνες της απέναντι στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και στους γονείς τους και να μετεκπαιδεύει τους δασκάλους/νηπιαγωγούς της. Σήμερα, για να μετεκπαιδευτεί ένας εκπαιδευτικός πρέπει να βγει στην «αγορά», να δει τι «προσφέρεται» σε σεμινάρια και μεταπτυχιακά προγράμματα και σε πολλές περιπτώσεις, είτε να ψάξει χρηματοδότηση π.χ. μια υποτροφία είτε να χρηματοδοτήσει ο ίδιος τις σπουδές του, συχνά με αυξημένο κόστος. Όμως η πρόσβαση στην εκπαίδευση (και στη μετεκπαίδευση), δεν θα έπρεπε να είναι κοινωνικό αγαθό; Γιατί για τους μαθητές μας, η δωρεάν πρόσβαση στην εκπαίδευση θεωρείται αδιαπραγμάτευτη (διαμαρτυρόμαστε αν μπει αντίτιμο στη σχολική φοίτηση), ενώ για τους εκπαιδευτικούς των μαθητών, η επιμόρφωση και η μετεκπαίδευση θα πρέπει να κοστολογείται ακριβά; Πέρα από το «αξιοκρατικό» ή μη του ζητήματος (διότι υπάρχουν και ελάχιστα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών χωρίς αντίτιμο), υπάρχει μία ακόμα, πιο σημαντική διαφορά μεταξύ της μετεκπαίδευσης και των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών που προσφέρονται σήμερα σε Ελλάδα και κυρίως στο εξωτερικό. Ως πρόγραμμα σπουδών, η μετεκπαίδευση είχε ακριβώς σκοπό να προετοιμάσει τους εκπαιδευτικούς να αντιμετωπίσουν τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στην ελληνική σχολική πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα: με συγκεκριμένα (μη ενταξιακά ακόμα και σήμερα) αναλυτικά προγράμματα, με συγκεκριμένα (μη ενταξιακά) ωρολόγια προγράμματα, με σχολεία και τάξεις με σοβαρά χωροταξικά προβλήματα, με σχολεία και τάξεις με υλικοτεχνικούς περιορισμούς, χωρίς εκπαιδευτικό υλικό, με ένα μεγάλο μαθητικό δυναμικό σε γενικά και ειδικά σχολεία. Η μετεκπαίδευση ήθελε λοιπόν να εξοπλίσει τον εκπαιδευτικό με τις γνώσεις και τις δεξιότητες που χρειάζεται για ν’ αντιμετωπίσει το πολυποίκιλο σχολικό περιβάλλον: το Ειδικό Σχολείο, το Τμήμα Ένταξης και φυσικά το ίδιο το Γενικό Σχολείο. Αυτά τα σχολικά πλαίσια που περιγράφηκαν είναι «η πραγματική ζωή», όπου καλείται ο εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής, σε σύνθετο περιβάλλον, να εκπαιδεύσει (ή να συντονίσει την εκπαίδευση) παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες, νοητική καθυστέρηση, αυτισμό, κινητικές αναπηρίες, ΔΕΠ-Υ, συναισθηματικές δυσκολίες κτλ. και φυσικά παιδιών τυπικής ανάπτυξης. Καθότι ο εκπαιδευτικός Ειδικής Αγωγής έχει έναν πολυσύνθετο ρόλο (αξιολογεί, εκπαιδεύει, συντονίζει, συμβουλεύει, καθοδηγεί κτλ.) σε ένα πολυποίκιλο σχολικό περιβάλλον (ειδικό σχολείο, τμήμα ένταξης, παράλληλη στήριξη-τάξη συνεκπαίδευσης, γενική τάξη), η μετεκπαίδευση του δεν μπορεί να περιορίζεται απλώς στο να εξειδικευθεί κάποιος στην αντιμετώπιση μιας μορφής αναπηρίας/ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών π.χ. να εξειδικευθεί κάποιος μόνο στην Κώφωση. Αναμφίβολα ένας τέτοιος εκπαιδευτικός είναι πολύ χρήσιμος σε σχολικά πλαίσια όπου υπάρχουν κωφοί μαθητές. Σε άλλα πλαίσια όμως; Στο πλαίσιο μιας τάξης ειδικού σχολείου όπου μπορεί να υπάρχουν ταυτόχρονα μαθητές με νοητική καθυστέρηση, αυτισμό, ΔΕΠ-Υ; Επίσης, δε φτάνει ν’ ακολουθήσει κάποιος ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών στη σχολική ψυχολογία ή απλά να παρακολουθήσει ένα «θεωρητικό» μεταπτυχιακό (πολλές φορές εξ’ αποστάσεως, part-time, ευέλικτα, μέσω διαδικτυακής διδασκαλίας) χωρίς πρακτική άσκηση στις πραγματικές σχολικές δομές. Ως ΣΑΤΕΑ θεωρούμε ότι ελάχιστα μεταπτυχιακά ακολουθούν τη λογική της μετεκπαίδευσης των Διδασκαλείων. Και ακόμα και αν τα αναγνωρίσουμε (επιστημονικά-παιδαγωγικά) αυτά τα λίγα ως μετεκπαίδευση, πιστεύουμε ότι αυτή η αναγνώριση σε θεσμικό επίπεδο καταργεί και την ανάγκη δημόσιας και δωρεάν μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών και την ύπαρξη των δύο δημόσιων πανεπιστημιακών τμημάτων ειδικής αγωγής. Για ποιο λόγο να υπάρχουν και να τα χρηματοδοτούν οι φορολογούμενοι; Το ζήτημα είναι λοιπόν και πολιτικής κατεύθυνσης: αν πρέπει να υπάρχει δημόσια και δωρεάν παιδεία, αν πρέπει να υπάρχει καθολική πρόσβαση στο πανεπιστήμιο για τους εκπαιδευτικούς, αν πρέπει κάποια στιγμή ένα πτυχίο να έχει επαγγελματικά δικαιώματα ή όχι. Εδώ θα πρέπει να διαλύσουμε και μερικούς μύθους που αναπαράγονται π.χ. ότι δεν υπάρχουν πουθενά στον κόσμο προπτυχιακές σπουδές στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Αντιθέτως, υπάρχουν παντού και μάλιστα σε αξιόλογα πανεπιστήμια: στην Αμερική (The Pennsylvania State University, New York University κ.α.), στην Αυστραλία (University of New England, University of Southern Queensland κ.α.), στην Αγγλία (University of Winchester, Manchester Metropolitan University κ.α.), στη Γερμανία (Humboldt-Universität zu Berlin, Universität Oldenburg κ.α.), στην Ισπανία, Ιταλία, Σουηδία, Τουρκία κ.α. Σε κάποιες χώρες π.χ. Αγγλία, υπάρχει σαφώς η τάση να υπάρχουν μεταπτυχιακές σπουδές στην Ειδική (Special) και Συμπεριληπτική (Inclusive) Εκπαίδευση. Σε άλλες (Ηνωμένες Πολιτείες) υπάρχουν δεκάδες προπτυχιακά προγράμματα. Δεν πρέπει όμως να μπαίνουμε σε άστοχες συγκρίσεις των συστημάτων «εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών» και της σύνδεσης τους με επαγγελματικά δικαιώματα γιατί π.χ. στην Αγγλία, τα πτυχία είναι τριετούς φοίτησης και μπορείς ν’ αποκτήσεις το status του δασκάλου (Qualified Teacher Status) με ένα προπτυχιακό πρόγραμμα, μπορεί και όχι, και να χρειάζεσαι ειδικό πρόγραμμα να παρακολουθήσεις, εντός ή εκτός σχολείου (υπάρχουν πολλοί τρόποι για ν’ αποκτήσεις το QTS που δεν προϋποθέτουν βασικό τίτλο στα παιδαγωγικά). Τέλος, ίσως έχει νόημα να σημειώσουμε ότι πολλοί συνάδελφοι μας με βασικό πτυχίο στην ΕΑΕ εργάζονται σε χώρες του εξωτερικού (Γερμανία, Σουηδία κ.α.). Σε κάθε περίπτωση, όμως, η κάθε χώρα (ή πολιτεία) θέτει τα δικά της κριτήρια για την πρόσληψη εκπαιδευτικών στην ειδική και γενική εκπαίδευση. Για όλους τους παραπάνω λόγους λοιπόν, οι ΣΑΤΕΑ δε θεωρούμε τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών αντίστοιχα και ισότιμα (και ως «εκπαίδευση των εκπαιδευτικών» αλλά και πολιτικά-θεσμικά) με τη διετή μετεκπαίδευση των διδασκαλείων ή με τις προπτυχιακές σπουδές στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Συνεπείς στην παραπάνω θέση, οι ΣΑΤΕΑ ζητούμε να παίρνουν μετάθεση-απόσπαση στις δομές της πρωτοβάθμιας ΕΑΕ οι απόφοιτοι των Διδασκαλείων και των πανεπιστημιακών τμημάτων ειδικής αγωγής, ενώ οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί με μεταπτυχιακές σπουδές ή διδακτορικό μπορούν να προσφέρουν τα μέγιστα στην ένταξη των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες μέσα στις γενικές τάξεις. Μπορούν μάλιστα ν’ αναλαμβάνουν εκείνες τις τάξεις, όπου υπάρχουν μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες για να βοηθήσουν στην εκπαίδευση και ένταξή τους. Μην ξεχνάμε ότι η πλειοψηφία των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες βρίσκεται στις Γενικές Τάξεις. Συνεπείς με την παραπάνω θέση (ότι τα μεταπτυχιακά δεν είναι αντίστοιχα και ισότιμα με τη μετεκπαίδευση και τις βασικές σπουδές), οι ΣΑΤΕΑ, στους πίνακες αναπληρωτών, ζητούμε ξεχωριστό πίνακα για τους αποφοίτους των πανεπιστημιακών τμημάτων ειδικής αγωγής ο οποίος θα εξαντλείται και στη συνέχεια θα προσλαμβάνονται εκπαιδευτικοί με μεταπτυχιακά (ή διδακτορικό, το οποίο αποτελεί έρευνα και όχι μετεκπαίδευση). Σε κανέναν δεν αποκλείουμε την πρόσβαση στις δομές της ειδικής αγωγής με αυτή τη θέση μας. Άλλωστε, όπως θίξαμε και παραπάνω, οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί γενικής αγωγής με μεταπτυχιακά μπορούν να προσφέρουν στην εκπαίδευση των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες μέσα από την πρόσληψή τους στις γενικές τάξεις (βρίσκονται ταυτόχρονα και στους πίνακες αναπληρωτών γενικής αγωγής). Τέλος, θέλουμε να θίξουμε το γεγονός ότι κάθε ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΤΥΧΙΟ επιμόρφωση, εξειδίκευση, μετεκπαίδευση κτλ. έχει νόημα και αξία. Αξία που ήδη αποτυπώνεται και υλικά: δηλαδή μισθολογικά, ως προσόν διορισμού (μοριοδότηση στον ΑΣΕΠ), ως προσόν για να γίνει κάποιος στέλεχος της εκπαίδευσης. Άλλωστε πολλοί συνάδελφοί μας, απόφοιτοι των πανεπιστημιακών τμημάτων ειδικής αγωγής, έχουν ακολουθήσει μεταπτυχιακές σπουδές και καλά έχουν κάνει, για να εμπλουτίσουν τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους. Δεν πρέπει όμως να εξισώνουμε -χωρίς κριτήρια ως προς το περιεχόμενο- τις μεταπτυχιακές σπουδές με τη μετεκπαίδευση και το βασικό πτυχίο σπουδών στην ειδική αγωγή. Το γεγονός ότι το σχέδιο νόμου δεν περιλαμβάνει κανένα κριτήριο αξιολόγησης των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών (και δυστυχώς προσπαθεί να βάλει κριτήρια μόνο στα «σεμινάρια» -άρθρο 22, παρ.3 περ.i ζ), το γεγονός ότι ακόμα δεν έχει συσταθεί επιτροπή στο ΙΕΠ που θα εξετάζει τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών (περιλαμβάνεται διάταξη στο παρόν σχέδιο νόμου – άρθρο 32 παρ.4) δείχνει ότι η Πολιτεία πρέπει να πάρει μια κρίσιμη απόφαση σε αυτόν το νόμο για την ΕΑΕ και να προσέξει τα κριτήρια στελέχωσης της και εν τέλει την ποιότητα της. Με αυτήν την έννοια, η Πολιτεία πρέπει να πάρει μια απόφαση που δεν αφορά μόνον τους εκπαιδευτικούς, μόνιμους ή αναπληρωτές, αλλά κυρίως τους μαθητές και τις οικογένειες τους. Θέσεις ΣΑΤΕΑ για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών Οι ΣΑΤΕΑ έχουμε καταθέσει στο παρελθόν προτάσεις για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών ΕΑΕ («Προβλήματα στην Επιμόρφωση για την Παράλληλη Στήριξη» στο www.satea.gr). Οι ίδιοι έχουμε «υποφέρει» από διοικητικά ανοργάνωτες και σε περιεχόμενο «φτωχές» επιμορφωτικές διαδικασίες που φαίνονται να γίνονται για την κατανάλωση ευρωπαϊκών κονδυλίων και όχι για να βοηθήσουν πραγματικά τους εκπαιδευτικούς και εν τέλει τους μαθητές. Δεν κρύβουμε άλλωστε, ότι πολλές φορές –στη βάση των παραπάνω προβλημάτων- έχουν δημιουργηθεί σοβαρές τριβές μεταξύ επιμορφούμενων εκπαιδευτικών, επιμορφωτών και προσωπικού των ΠΕΚ. Προτείνουμε: - Οι επιμορφωτικές διαδικασίες πολλών ημερών να γίνονται στη αρχή του σχολικού έτους γιατί μόνον τότε αποκτούν νόημα. - Ουσιαστική επιμόρφωση υψηλού επιστημονικού επιπέδου. Η επιμόρφωση να γίνεται με εκπαιδευτική άδεια για όλους τους εκπαιδευτικούς και βέβαια, ανά επιστημονικό πεδίο. - Να επιλέγονται θέματα επιμόρφωσης σύγχρονα και πρακτικού χαρακτήρα (εφαρμογή θεωρίας στην πράξη). - Να διαχωρίζονται οι επιμορφούμενοι εκπαιδευτικοί ανάλογα με τον κλάδο τους και να μην είναι όλοι μαζί (για να έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα η επιμόρφωση). - Να αξιολογούνται οι επιμορφωτές και να καλούνται μόνον οι σχετικοί με το χώρο της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης. - Να υλοποιούνται επιμορφώσεις στις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και για τους εκπαιδευτικούς Γενικής Αγωγής που έχουν στην τάξη τους μαθητές που χρειάζονται Παράλληλη Στήριξη, με θεματικές αναφορικά με τη φύση της αναπηρίας, το θεσμό της Παράλληλης Στήριξης, το ρόλο του Εκπαιδευτικού Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης αλλά και για την αναγκαία συνεργασία των δύο εκπαιδευτικών. Γενικότερα οι εκπαιδευτικοί Γενικής Αγωγής πρέπει να επιμορφώνονται στην αντιμετώπιση των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών (πέρα από τα ενδοσχολικά επιμορφωτικά σεμινάρια που κάνουν πολύ συχνά οι εκπαιδευτικοί ΕΑΕ). - Να είναι οικιοθελής η συμμετοχή των εκπαιδευτικών στα επιμορφωτικά σεμινάρια λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική κρίση (έξοδα μετακίνησης), αλλά και την ομαλή λειτουργία των σχολείων και των οικογενειών των μαθητών, καθώς και της οικογενειακής καθημερινότητας του εκπαιδευτικού. - Άμεση καταβολή των οδοιπορικών και λοιπών εξόδων. - Όλων των ειδών τα σεμινάρια πρέπει να γίνονται εντός εργασιακού ωραρίου κι όχι απόγευμα. Να γίνονται σε περιοχές κοντά στον τόπο που βρίσκεται το σχολείο.