Οι υπάρχοντες μηχανισμοί παρακολούθησης και αξιολόγησης είναι εξαιρετικά χρονοβόροι, γραφειοκρατικοί και αναποτελεσματικοί. Σε ένα έργο «Συνεργασία» έχω ανταλλάξει μέχρι σήμερα 600 περίπου μηνύματα για θέματα διοικητικής παρακολούθησης και σε ένα «Θαλής» 300. Οι ερευνητές του έργου σπαταλούν χρόνο στο να υπογράφουν και να υπογράφουν ξανά (σε κάθε μικρή μεταβολή) τριπλότυπες συμβάσεις, πίνακες παρακολούθησης της δουλειάς τους ανά ώρα και να υποβάλλουν λεπτομερείς φακέλους δικαιολογητικών για κάθε ταξίδι. Παράλληλα υπάρχουν άνθρωποι στον ΕΛΚΕ μου συντάσσουν, κινούν και καταχωρίζουν για κάθε έργο δεκάδες έγγραφα κάθε μήνα. Όλο αυτό το διοικητικό βάρος αφαιρεί πόρους από την έρευνα που θα έπρεπε να γίνεται.
Προτείνω η παρακολούθηση και αξιολόγηση να βασίζονται σχεδόν αποκλειστικά στα αποτελέσματα / εκροές (outputs) (π.χ. δημοσιεύσεις, διπλώματα ευρεσιτεχνίας, ερευνητές που βρήκαν δουλειά) και όχι στην αναλυτική παρακολούθηση των δαπανών / εισροών (inputs) (π.χ. η σημερινή υποχρέωση όλα τα αναλώσιμα να αγοράζονται μαζικά).
Θα πρέπει στα πλαίσια του Εθνικού Στρατηγικού πλαισίου για έρευνα και τεχνολογία να θεσπιστούν συγκεκριμένοι φιλόδοξοι ποσοτικοί στόχοι για το διοικητικό βάρος των μηχανισμών παρακολούθησης και αξιολόγησης. Αυτοί θα πρέπει να εκφραστούν σε όρους χρόνου (π.χ. Ν ώρες ανά μήνα για κάθε ερευνητή και Μ για κάθε επιστημονικό υπεύθυνο) και απαιτούμενων εγγράφων (π.χ. 10 σελίδες ανά έργο / έτος). Ακολουθούν μερικές ιδέες.
Για Ευρωπαϊκά χρηματοδοτούμενα έργα θα πρέπει η ΓΓΕΤΚ με κατάλληλη διαπραγμάτευση και με την ΕΕ) να αφαιρεί διοικητικό βάρος από τους φορείς υλοποίησης, αντί να τους προσθέτει. Για έργα που υλοποιούνται από εθνικούς πόρους θα πρέπει η παρακολούθηση να σχεδιαστεί από την αρχή ώστε να έχει το ελάχιστο δυνατό διοικητικό βάρος. Για παράδειγμα, αν αξιολόγηση γίνεται με βάση δημοσιεύσεις, αυτές να αντλούνται από τη βάση δεδομένων που τηρεί το ΕΚΤ. Για την παρακολούθηση των δαπανών μπορεί να χορηγείται από τη ΓΓΕΤΚ σε κάθε ερευνητή πιστωτική κάρτα με συγκεκριμένο όριο ανά έργο και η χρέωση όλων των δαπανών στην κάρτα να αποτελεί τη μόνη του διοικητική υποχρέωση. Είναι αυτονόητο ότι η ΓΓΕΤΚ θα μπορεί στη συνέχεια να κάνει σε συγκεκριμένο μικρό χρονικό διάστημα ex post δειγματοληπτικούς ελέγχους σκοπιμότητας και νομιμότητας των δαπανών.
Οι υπάρχοντες μηχανισμοί παρακολούθησης και αξιολόγησης είναι εξαιρετικά χρονοβόροι, γραφειοκρατικοί και αναποτελεσματικοί. Σε ένα έργο «Συνεργασία» έχω ανταλλάξει μέχρι σήμερα 600 περίπου μηνύματα για θέματα διοικητικής παρακολούθησης και σε ένα «Θαλής» 300. Οι ερευνητές του έργου σπαταλούν χρόνο στο να υπογράφουν και να υπογράφουν ξανά (σε κάθε μικρή μεταβολή) τριπλότυπες συμβάσεις, πίνακες παρακολούθησης της δουλειάς τους ανά ώρα και να υποβάλλουν λεπτομερείς φακέλους δικαιολογητικών για κάθε ταξίδι. Παράλληλα υπάρχουν άνθρωποι στον ΕΛΚΕ μου συντάσσουν, κινούν και καταχωρίζουν για κάθε έργο δεκάδες έγγραφα κάθε μήνα. Όλο αυτό το διοικητικό βάρος αφαιρεί πόρους από την έρευνα που θα έπρεπε να γίνεται. Προτείνω η παρακολούθηση και αξιολόγηση να βασίζονται σχεδόν αποκλειστικά στα αποτελέσματα / εκροές (outputs) (π.χ. δημοσιεύσεις, διπλώματα ευρεσιτεχνίας, ερευνητές που βρήκαν δουλειά) και όχι στην αναλυτική παρακολούθηση των δαπανών / εισροών (inputs) (π.χ. η σημερινή υποχρέωση όλα τα αναλώσιμα να αγοράζονται μαζικά). Θα πρέπει στα πλαίσια του Εθνικού Στρατηγικού πλαισίου για έρευνα και τεχνολογία να θεσπιστούν συγκεκριμένοι φιλόδοξοι ποσοτικοί στόχοι για το διοικητικό βάρος των μηχανισμών παρακολούθησης και αξιολόγησης. Αυτοί θα πρέπει να εκφραστούν σε όρους χρόνου (π.χ. Ν ώρες ανά μήνα για κάθε ερευνητή και Μ για κάθε επιστημονικό υπεύθυνο) και απαιτούμενων εγγράφων (π.χ. 10 σελίδες ανά έργο / έτος). Ακολουθούν μερικές ιδέες. Για Ευρωπαϊκά χρηματοδοτούμενα έργα θα πρέπει η ΓΓΕΤΚ με κατάλληλη διαπραγμάτευση και με την ΕΕ) να αφαιρεί διοικητικό βάρος από τους φορείς υλοποίησης, αντί να τους προσθέτει. Για έργα που υλοποιούνται από εθνικούς πόρους θα πρέπει η παρακολούθηση να σχεδιαστεί από την αρχή ώστε να έχει το ελάχιστο δυνατό διοικητικό βάρος. Για παράδειγμα, αν αξιολόγηση γίνεται με βάση δημοσιεύσεις, αυτές να αντλούνται από τη βάση δεδομένων που τηρεί το ΕΚΤ. Για την παρακολούθηση των δαπανών μπορεί να χορηγείται από τη ΓΓΕΤΚ σε κάθε ερευνητή πιστωτική κάρτα με συγκεκριμένο όριο ανά έργο και η χρέωση όλων των δαπανών στην κάρτα να αποτελεί τη μόνη του διοικητική υποχρέωση. Είναι αυτονόητο ότι η ΓΓΕΤΚ θα μπορεί στη συνέχεια να κάνει σε συγκεκριμένο μικρό χρονικό διάστημα ex post δειγματοληπτικούς ελέγχους σκοπιμότητας και νομιμότητας των δαπανών.