Αρχική Υπηρεσιακές Μεταβολές του Εκπαιδευτικού Προσωπικού - Κρίση και την Επιλογή των Στελεχών της ΕκπαίδευσηςΒ΄ Κρίση και Επιλογή των Στελεχών της ΕκπαίδευσηςΣχόλιο του χρήστη Λινάρδος Νίκος | 2 Δεκεμβρίου 2009, 15:39
Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Κατά την άποψή μου, όλα τα στελέχη της εκπαίδευσης πρέπει να διαθέτουν, πέραν των αυξημένων ακαδημαϊκών-επιστημονικών προσόντων και της διοικητικής εμπειρίας, και πραγματική διδακτική προϋπηρεσία. Αυτή τους κρατά σε επαφή με τη σχολική πραγματικότητα (μπορεί, κατ’ αναλογία, ένας σύμβουλος οδικής ασφάλειας να μην ξέρει ή να έχει χρόνια να οδηγήσει αυτοκίνητο;). Η προαπαιτούμενη συνολική εκπαιδευτική προϋπηρεσία πρέπει να είναι τόση, ώστε το υποψήφιο στέλεχος να έχει δοκιμαστεί επαρκώς στην εκπαιδευτική πράξη, αλλά δεν πρέπει να είναι απαγορευτική για νέους ανθρώπους που έχουν όρεξη και ικανότητες για να θητεύσουν σε θέσεις ευθύνης. Η συνέντευξη πρέπει να διατηρηθεί, γιατί μόνο τα «μετρήσιμα» προσόντα δεν επαρκούν για να διαμορφωθεί ολοκληρωμένη άποψη για την προσωπικότητα του υποψηφίου (είναι εξάλλου διεθνής πρακτική για κάθε θέση ευθύνης σε όλους τους επαγγελματικούς χώρους). Η αλήθεια βέβαια είναι ότι καμιά επιτροπή δεν μπορεί κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης να αξιολογήσει με ακρίβεια την οξυδέρκεια, την όρεξη για δουλειά, το αίσθημα ευθύνης, τη συναισθηματική σταθερότητα, την ικανότητα λήψης αποφάσεων, την εκπαιδευτική συγκρότηση… την προσωπικότητα εν γένει του υποψηφίου, μπορεί όμως να αποκομίσει μια γενική εντύπωση. Είναι επίσης αληθές ότι δεκαετίες αναξιοκρατίας και αδιαφάνειας έχουν δικαιολογημένα κλονίσει την εμπιστοσύνη του εκπαιδευτικού κόσμου στη διαδικασία της συνέντευξης. Για όλους τους παραπάνω λόγους, η συνέντευξη πρέπει να αποτελεί το τελευταίο στάδιο επιλογής μεταξύ υποψηφίων που έχουν ήδη ξεχωρίσει για τα μετρήσιμα προσόντα τους. Η γραπτή δοκιμασία για την επιλογή στελεχών –και μάλιστα σε νεφελώδες αντικείμενο και με ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής- όχι μόνο δεν μπορεί να αναδείξει τους ικανούς, αλλά είναι κατά τη γνώμη μου σχεδόν προσβλητική. Τέλος, επιτρέψτε μου να επισημάνω ότι κανένα σύστημα ανάδειξης των στελεχών της εκπαίδευσης, όσο δίκαιο κι αν είναι, δεν θα οδηγήσει σε ουσιαστική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού έργου, αν δεν παράσχουμε στα στελέχη τα απαραίτητα θεσμικά εργαλεία και οικονομικά κίνητρα (αξιοπρεπές επίδομα θέσεως ευθύνης). Και κυρίως πρέπει να προσέξουμε τον διευθυντή της σχολικής μονάδας και να του δώσουμε ουσιαστικές αρμοδιότητες. Σήμερα ο διευθυντής διαχειρίζεται έγγραφα και εγκυκλίους, χωρίς να μπορεί να δράσει ουσιαστικά, είτε υπέρ των εκπαιδευτικών που προσφέρουν περισσότερα από τα τυπικά είτε κατά των προκλητικά αδιάφορων.