Σχόλιο που αφορά στο Άρθρο 8: Όταν ένα Πανεπιστήμιο ανακηρύσσει έναν αφυπηρετήσαντα καθηγητή ως Ομότιμο, από τη μια μεριά τον τιμά για το διδακτικό, ερευνητικό και εν γένει ακαδημαϊκό του έργο, από την άλλη θεωρεί ότι με τη νέα ιδιότητα του αυτή (ως Ομότιμου Καθηγητή) μπορεί να συνεχίσει, εφόσον το επιθυμεί , να παρέχει πολλές υπηρεσίες πέραν των διδακτικών – διοικητικών και άλλων υποχρεώσεων που είχε ως εν ενεργεία Καθηγητής.
Οι υπηρεσίες αυτές αναφέρονται ασφαλώς σε Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών, σε εκπονήσεις διδακτορικών και μεταδιδακτορικών διατριβών, διπλωματικών εργασιών και σε συμμετοχές σε ερευνητικά προγράμματα.
Η προσφορά των παραπάνω υπηρεσιών, μπορεί να μην είναι πάντα από τη θέση του Επιστημονικού Υπεύθυνου, αν και αυτό θα έπρεπε να συμβαίνει σε ειδικές περιπτώσεις απαιτήσεων επιστημονικής εξειδίκευσης. Πέραν αυτού οι επιστημονικές απαιτήσεις και ανάγκες των Πανεπιστημίων, ειδικότερα κατά την πρόσφατη περίοδο της κρίσης, όπου απομειώνεται ανεπίτρεπτα ο αριθμός των ενεργεία Καθηγητών, δημιουργεί την πρόσθετη ανάγκη κάλυψής τους και από τους Ομότιμους.
Προσωπικά, έχοντας αφυπηρετήσει από το 2000 και έχοντας ανακηρυχτεί Ομότιμος Καθηγητής, από το Πάντειο Πανεπιστήμιο το 2001, προσφέρω -χωρίς αμοιβή- τις υπηρεσίες μου, καλύπτοντας ερευνητικές –εκπαιδευτικές ανάγκες του Τμήματος Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης. Ομοίως, η παρουσία μου επεκτείνεται και σε άλλα ΑΕΙ.
Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν είναι: Θεωρεί ο νομοθέτης ότι η συνολική μου προσφορά είναι πλέον μη αναγκαία; Ενώ αντίθετα η προσφορά αντίστοιχων υπηρεσιών από μη Ομότιμους συνταξιούχους είναι περισσότερο αναγκαία και άρα νόμιμη, αυτομάτως αποδεκτή και ενδεχομένως και αμειβόμενη;
Τα παραπάνω αποτελούν κατάφορη παραβίαση συνταγματικών δικαιωμάτων και η προτεινόμενη αυτή ρύθμιση προκαλεί άνιση και άδικη μεταχείριση μεταξύ των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Σχόλιο που αφορά στο Άρθρο 8: Όταν ένα Πανεπιστήμιο ανακηρύσσει έναν αφυπηρετήσαντα καθηγητή ως Ομότιμο, από τη μια μεριά τον τιμά για το διδακτικό, ερευνητικό και εν γένει ακαδημαϊκό του έργο, από την άλλη θεωρεί ότι με τη νέα ιδιότητα του αυτή (ως Ομότιμου Καθηγητή) μπορεί να συνεχίσει, εφόσον το επιθυμεί , να παρέχει πολλές υπηρεσίες πέραν των διδακτικών – διοικητικών και άλλων υποχρεώσεων που είχε ως εν ενεργεία Καθηγητής. Οι υπηρεσίες αυτές αναφέρονται ασφαλώς σε Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών, σε εκπονήσεις διδακτορικών και μεταδιδακτορικών διατριβών, διπλωματικών εργασιών και σε συμμετοχές σε ερευνητικά προγράμματα. Η προσφορά των παραπάνω υπηρεσιών, μπορεί να μην είναι πάντα από τη θέση του Επιστημονικού Υπεύθυνου, αν και αυτό θα έπρεπε να συμβαίνει σε ειδικές περιπτώσεις απαιτήσεων επιστημονικής εξειδίκευσης. Πέραν αυτού οι επιστημονικές απαιτήσεις και ανάγκες των Πανεπιστημίων, ειδικότερα κατά την πρόσφατη περίοδο της κρίσης, όπου απομειώνεται ανεπίτρεπτα ο αριθμός των ενεργεία Καθηγητών, δημιουργεί την πρόσθετη ανάγκη κάλυψής τους και από τους Ομότιμους. Προσωπικά, έχοντας αφυπηρετήσει από το 2000 και έχοντας ανακηρυχτεί Ομότιμος Καθηγητής, από το Πάντειο Πανεπιστήμιο το 2001, προσφέρω -χωρίς αμοιβή- τις υπηρεσίες μου, καλύπτοντας ερευνητικές –εκπαιδευτικές ανάγκες του Τμήματος Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης. Ομοίως, η παρουσία μου επεκτείνεται και σε άλλα ΑΕΙ. Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν είναι: Θεωρεί ο νομοθέτης ότι η συνολική μου προσφορά είναι πλέον μη αναγκαία; Ενώ αντίθετα η προσφορά αντίστοιχων υπηρεσιών από μη Ομότιμους συνταξιούχους είναι περισσότερο αναγκαία και άρα νόμιμη, αυτομάτως αποδεκτή και ενδεχομένως και αμειβόμενη; Τα παραπάνω αποτελούν κατάφορη παραβίαση συνταγματικών δικαιωμάτων και η προτεινόμενη αυτή ρύθμιση προκαλεί άνιση και άδικη μεταχείριση μεταξύ των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας.