Σε ότι αφορά την απουσία πρόβλεψης για μετάβασης υφιστάμενου (διοικητικού ) προσωπικού σε βαθμίδα ΕΤΕΠ, θεωρώ ότι αποτελεί σημαντική έλλειψη του νομοσχεδίου: ένας αριθμός διοικητικών υπαλλήλων στα Πανεπιστήμια, βάσει των αυξημένων επιστημονικών γνώσεων και εξειδικευμένων δεξιοτήτων του, είναι επιφορτισμένο με ξεκάθαρα εργαστηριακό ή ερευνητικό αντικείμενο, με αποφάσεις των Κοσμητειών ή των Τμημάτων, στο πλαίσιο κάλυψης τεχνικών αλλά και εκπαιδευτικών αναγκών. Οι υπάλληλοι αυτοί απασχολούνται σε κλινικές, εργαστήρια, και σε κάθε λογής εκπαιδευτικές υπομονάδες των Ιδρυμάτων, παρέχοντας επιστημονική γνώση και εμπειρία.
Από την άλλη, οι υπάλληλοι αυτοί ανήκουν στο διοικητικό προσωπικό, με αποτέλεσμα να υπόκεινται το ωράριο και τον τρόπο αξιολόγησης από διοικητικούς προϊσταμένους (που δε γνωρίζουν τη φύση και την αποτελεσματικότητα του έργου που προσφέρουν) ενώ παράλληλα η εργαστηριακή και εκπαιδευτική τους υπόσταση προϋποθέτει συχνά απογευματινές παρουσίες (στο πλαίσιο συμμετοχής σε εργαστηριακά μαθήματα, για την ορθή και έγκαιρη προετοιμασία ασκήσεων, οργάνων, μηχανημάτων, κ.λπ.), γεγονός που τους υποχρεώνει να υπερβαίνουν το δημοσιοϋπαλληλικό ωράριο των οκτώ (8) ωρών.
Επιπροσθέτως, η διττή ιδιότητα των εν λόγω υπαλλήλων επιφέρει σοβαρά προβλήματα τόσο στους ίδιους (που αισθάνονται πολλές φορές απομονωμένοι και, εντελώς άδικα, προνομιούχοι διοικητικοί υπάλληλοι) όσο και για την πανεπιστημιακή υπομονάδα, η οποία αξιοποιεί μεν προσωπικό με αυξημένα επιστημονικά προσόντα για τις εκπαιδευτικές και ερευνητικές/ εργαστηριακές ανάγκες, το οποίο όμως δεν παύει να απαρτίζεται από διοικητικούς υπαλλήλους, προτάσσοντας συχνά πυκνά διάφορα εμπόδια και προβλήματα.
Δεν μπορεί να γίνει κατανοητό από πλευράς μου πως η Πολιτεία δεν μεριμνά για το θέμα αυτό, προσδιορίζοντας την πραγματική ιδιότητα των εν λόγω διοικητικών υπαλλήλων και προσδίδοντάς τους την βαθμίδα που ουσιαστικά υπηρετούν. Μια τέτοιου είδους μετάβαση δε συνεπάγεται ούτε οικονομική επιβάρυνση αλλά ούτε και ουσιαστική μεταβολή της λειτουργίας των πανεπιστημιακών υπομονάδων, αφού αυτοί οι άνθρωποι και σήμερα λειτουργούν ως ΕΤΕΠ.
Η μνημονευόμενη μετάβαση διοικητικών υπαλλήλων σε βαθμίδα ΕΤΕΠ έχει ήδη ολοκληρωθεί σε πέντε (5) πανεπιστημιακά Ιδρύματα της χώρας, με την έκδοση σχετικού ΦΕΚ (1250Β’/16-5-2014 για το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, 1610Β’/18-6-2014 για το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1849Β’/7-7-2014 για το Πολυτεχνείο Κρήτης, 2875Β’/27-10-2014 για το Πανεπιστήμιο Κρήτης και πρόσφατα το ΦΕΚ 290Β’/25-2-2015 και για τη Σχολή Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων) αλλά υπάρχουν ακόμη διοικήσεις πανεπιστημίων που αρνούνται να προχωρήσουν σε μια αντίστοιχη κίνηση, επικαλούμενες νομική ανεπάρκεια και προσεγγίζοντας το ζήτημα από την κοντόφθαλμη σκοπιά του ωραρίου που υπόκειται η εκάστοτε βαθμίδα και θεωρώντας όλους τους αιτούντες αυτής της μετάβασης, επί της ουσίας, αργόσχολους οι οποίοι θέλουν να απαλλαγούν από το δημοσιοϋπαλληλικό ωράριο. Οι περισσότεροι των εν λόγω υπαλλήλων συμπληρώνουν περισσότερες ώρες εργασίας από το προβλεπόμενο και υπό έλεγχο ωράριο των οκτώ ωρών ημερησίως, εάν η αποδοτικότητα και η αποτελεσματικότητα ενός εργαζόμενου μετράται μονάχα από την ποσοτικοποίηση του ωραρίου και,δει, σε ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα.
Παρακαλώ την Πολιτεία να επανεξετάσει το ζήτημα μετάβασης διοικητικών υπαλλήλων, με κατάλληλα προσόντα, στη βαθμίδα ΕΤΕΠ, αποδίδοντας δικαιοσύνη και ισονομία αλλά και αποσαφηνίζοντας τις εργασιακές σχέσεις σε όλο το φάσμα της πανεπιστημιακής κοινότητας.
Σε ότι αφορά την απουσία πρόβλεψης για μετάβασης υφιστάμενου (διοικητικού ) προσωπικού σε βαθμίδα ΕΤΕΠ, θεωρώ ότι αποτελεί σημαντική έλλειψη του νομοσχεδίου: ένας αριθμός διοικητικών υπαλλήλων στα Πανεπιστήμια, βάσει των αυξημένων επιστημονικών γνώσεων και εξειδικευμένων δεξιοτήτων του, είναι επιφορτισμένο με ξεκάθαρα εργαστηριακό ή ερευνητικό αντικείμενο, με αποφάσεις των Κοσμητειών ή των Τμημάτων, στο πλαίσιο κάλυψης τεχνικών αλλά και εκπαιδευτικών αναγκών. Οι υπάλληλοι αυτοί απασχολούνται σε κλινικές, εργαστήρια, και σε κάθε λογής εκπαιδευτικές υπομονάδες των Ιδρυμάτων, παρέχοντας επιστημονική γνώση και εμπειρία. Από την άλλη, οι υπάλληλοι αυτοί ανήκουν στο διοικητικό προσωπικό, με αποτέλεσμα να υπόκεινται το ωράριο και τον τρόπο αξιολόγησης από διοικητικούς προϊσταμένους (που δε γνωρίζουν τη φύση και την αποτελεσματικότητα του έργου που προσφέρουν) ενώ παράλληλα η εργαστηριακή και εκπαιδευτική τους υπόσταση προϋποθέτει συχνά απογευματινές παρουσίες (στο πλαίσιο συμμετοχής σε εργαστηριακά μαθήματα, για την ορθή και έγκαιρη προετοιμασία ασκήσεων, οργάνων, μηχανημάτων, κ.λπ.), γεγονός που τους υποχρεώνει να υπερβαίνουν το δημοσιοϋπαλληλικό ωράριο των οκτώ (8) ωρών. Επιπροσθέτως, η διττή ιδιότητα των εν λόγω υπαλλήλων επιφέρει σοβαρά προβλήματα τόσο στους ίδιους (που αισθάνονται πολλές φορές απομονωμένοι και, εντελώς άδικα, προνομιούχοι διοικητικοί υπάλληλοι) όσο και για την πανεπιστημιακή υπομονάδα, η οποία αξιοποιεί μεν προσωπικό με αυξημένα επιστημονικά προσόντα για τις εκπαιδευτικές και ερευνητικές/ εργαστηριακές ανάγκες, το οποίο όμως δεν παύει να απαρτίζεται από διοικητικούς υπαλλήλους, προτάσσοντας συχνά πυκνά διάφορα εμπόδια και προβλήματα. Δεν μπορεί να γίνει κατανοητό από πλευράς μου πως η Πολιτεία δεν μεριμνά για το θέμα αυτό, προσδιορίζοντας την πραγματική ιδιότητα των εν λόγω διοικητικών υπαλλήλων και προσδίδοντάς τους την βαθμίδα που ουσιαστικά υπηρετούν. Μια τέτοιου είδους μετάβαση δε συνεπάγεται ούτε οικονομική επιβάρυνση αλλά ούτε και ουσιαστική μεταβολή της λειτουργίας των πανεπιστημιακών υπομονάδων, αφού αυτοί οι άνθρωποι και σήμερα λειτουργούν ως ΕΤΕΠ. Η μνημονευόμενη μετάβαση διοικητικών υπαλλήλων σε βαθμίδα ΕΤΕΠ έχει ήδη ολοκληρωθεί σε πέντε (5) πανεπιστημιακά Ιδρύματα της χώρας, με την έκδοση σχετικού ΦΕΚ (1250Β’/16-5-2014 για το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, 1610Β’/18-6-2014 για το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1849Β’/7-7-2014 για το Πολυτεχνείο Κρήτης, 2875Β’/27-10-2014 για το Πανεπιστήμιο Κρήτης και πρόσφατα το ΦΕΚ 290Β’/25-2-2015 και για τη Σχολή Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων) αλλά υπάρχουν ακόμη διοικήσεις πανεπιστημίων που αρνούνται να προχωρήσουν σε μια αντίστοιχη κίνηση, επικαλούμενες νομική ανεπάρκεια και προσεγγίζοντας το ζήτημα από την κοντόφθαλμη σκοπιά του ωραρίου που υπόκειται η εκάστοτε βαθμίδα και θεωρώντας όλους τους αιτούντες αυτής της μετάβασης, επί της ουσίας, αργόσχολους οι οποίοι θέλουν να απαλλαγούν από το δημοσιοϋπαλληλικό ωράριο. Οι περισσότεροι των εν λόγω υπαλλήλων συμπληρώνουν περισσότερες ώρες εργασίας από το προβλεπόμενο και υπό έλεγχο ωράριο των οκτώ ωρών ημερησίως, εάν η αποδοτικότητα και η αποτελεσματικότητα ενός εργαζόμενου μετράται μονάχα από την ποσοτικοποίηση του ωραρίου και,δει, σε ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα. Παρακαλώ την Πολιτεία να επανεξετάσει το ζήτημα μετάβασης διοικητικών υπαλλήλων, με κατάλληλα προσόντα, στη βαθμίδα ΕΤΕΠ, αποδίδοντας δικαιοσύνη και ισονομία αλλά και αποσαφηνίζοντας τις εργασιακές σχέσεις σε όλο το φάσμα της πανεπιστημιακής κοινότητας.