Αρχική Ρυθμίσεις για την ανώτατη εκπαίδευσηΆρθρο 42: Μεταβατικές και Τελικές διατάξεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και ΚαινοτομίαΣχόλιο του χρήστη Σύλλογος Εργαζομένων Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας | 26 Ιουνίου 2015, 17:28
Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Άρθρο 42: Μεταβατικές και Τελικές διατάξεις για την Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία Σχόλιο παραγράφου 2: Τα ερευνητικά κέντρα, σύμφωνα με τον Ν. 4310/14 (άρθ. 47.1), όφειλαν εντός αποκλειστικής χρονικής προθεσμίας (εξαμήνου) να συντάξουν ή να προσαρμόσουν στις διατάξεις του Νόμου τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας τους και τον υποβάλλουν προς έγκριση, επί ποινή αναστολής της χρηματοδότησης. Για την αποφυγή δυσλειτουργιών, παρερμηνειών και καθυστέρησης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των εν ισχύ διατάξεων του Νόμου 4310/14, και κυρίως προκειμένου να υπάρξει ενιαία αντιμετώπιση όλων των ΕΚ κάτω από το ίδιο θεσμικό πλαίσιο, προτείνουμε την κατασκευή προτύπου Ενιαίου Εσωτερικού Κανονισμού για όλα τα ΕΚ και τυχόν διαφοροποιήσεις ανά ΕΚ να γίνουν επ’ αυτού. Προς την κατεύθυνση της διασφάλισης της ποιότητας του τελικού αποτελέσματος και της επιτάχυνσης κατασκευής του πρότυπου Ενιαίου Εσωτερικού Κανονισμού, προτείνεται να συσταθεί επιτροπή για την κατασκευή του προτύπου, υπό την εποπτεία του Υπουργείου και της ΓΓΕΤ, στην οποία να συμμετέχουν εκπρόσωποι της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Ερευνητικών Κέντρων-Ιδρυμάτων και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων σε Ερευνητικά Ιδρύματα Ιδιωτικού Δικαίου. Τροποποίηση: «Οι εσωτερικοί κανονισμοί ή οργανισμοί λειτουργίας των ερευνητικών κέντρων του άρθρου 19 του Ν. 4310/14 λαμβάνουν υπόψη το πρότυπο Ενιαίου Εσωτερικού Κανονισμού που προτείνεται από την ΓΓΕΤ. Τα υφιστάμενα ερευνητικά κέντρα και τα ινστιτούτα τους, οι τεχνολογικοί φορείς, που εποπτεύονται από το ΥΠΟΠΑΙΘ οφείλουν να συντάξουν ή προσαρμόσουν στις διατάξεις του παρόντος νόμου τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας τους σύμφωνα με το πρότυπο και τον υποβάλλουν προς έγκριση έως τις 31.12.2015. Η μη συμμόρφωση προς τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου έχει ως συνέπεια την αναστολή της χορήγησης κάθε δημόσιας χρηματοδότησης». Σχόλιο παραγράφου 7: Η συγκεκριμένη διάταξη αποτελεί στιγμιαία εφαρμογή – και μάλιστα ατελή και χωρίς συνέχεια - της Ευρωπαϊκής Σύστασης της 11ης Μαρτίου 2005 «Χάρτα του Ερευνητή», που αποτελεί κριτήριο χρηματοδότησης του ευρωπαϊκού χρηματοδοτικού πλαισίου Horizon 2020. Με την προτεινόμενη διάταξη προκύπτουν σημαντικά νομικά προβλήματα στην εφαρμογή της, καθώς τροποποιούνται αναδρομικά διατάξεις σε μία διαδικασία που βάσει του Ν. 4310/14 θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί εντός αποκλειστικής χρονικής προθεσμίας (6 μηνών). Συγκεκριμένα νομικά και λειτουργικά προβλήματα αποτελούν: Α) η περιοριστική χρήση του όρου «Ερευνητή/ΕΛΕ» αντί του όρου «Ερευνητή ή/και ΕΛΕ», η δήλωση βαθμίδας και η αναδρομική μεταβολή ως προς το δυσμενέστερο του νομικού καθεστώτος του αιτουμένου σχέση με τον Ν. 4310/2014: Από την προτεινόμενη διατύπωση της παρ. 7 οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως ο ενδιαφερόμενος – αιτούμενος, παρότι έχει ήδη αιτηθεί την κρίση του σε θέση Ερευνητή ή/και ΕΛΕ, θα πρέπει να υποβάλλει συμπληρωματική σε αυτήν αίτηση στην οποία να αυτοπεριορίζει το αίτημά του μόνο για μια κατηγορία Ερευνητή/ΕΛΕ σε συγκεκριμένη βαθμίδα, κατά τη δική του κρίση και εκτιμήσεις για τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του, χωρίς όμως τις εκτιμήσεις αυτές να μπορεί να τις εδράζει με ασφάλεια στα κριτήρια που θέτει ο νόμος, τα οποία είναι αρκετά ασαφή και αόριστα (και όχι ποσοτικά ή ποιοτικά μετρήσιμα), και συνεπώς δεν μπορούν να οδηγήσουν μετά βεβαιότητας σε συγκεκριμένο (θετικό) αποτέλεσμα. Έτσι, ελλοχεύει ο κίνδυνος ο ενδιαφερόμενος να αιτηθεί κατά τις εκτιμήσεις του την κατάληψη συγκεκριμένης βαθμίδας (π.χ. Α), και το όργανο κρίσης, έχοντας διαφορετική «αντίληψη» για τα ουσιαστικά προσόντα του και κατά την υποκειμενική κρίση του, να απορρίψει την αίτηση αυτή, «καταδικάζοντας» ουσιαστικά τον ενδιαφερόμενο στην παραμονή του στη θέση που κατέχει, παρά το γεγονός ότι κάλλιστα θα μπορούσε να καταλάβει την αμέσως επόμενη βαθμίδα (π.χ., Β). Έτσι όμως, αποστερώντας από το όργανο κρίσης τη δυνατότητα να κρίνει ελεύθερα και να κατατάξει με αναλυτική τεκμηρίωση, η οποία να μπορεί να αντικρουστεί από τον ίδιο τον εργαζόμενο, ακόμα και στην αμέσως επόμενη χαμηλότερη (ή ενδεχομένως και μεγαλύτερη) βαθμίδα από αυτήν που ο τελευταίος αιτείται, οδηγούμαστε τελικώς σε ανεπιεική αποτελέσματα και σε οριακά αντισυνταγματική παραβίαση του σκοπού της μεταβατικής αυτής διάταξης, ο οποίος όταν εισήχθη δεν ήταν άλλος παρά η δίκαιη επίλυση της εργασιακής εκκρεμότητας ενός μεγάλου αριθμού επιστημόνων στα Ερευνητικά Κέντρα (ΕΚ) κατά τη μετάβαση στο νέο καθεστώς, με την αξιολογική κατάταξη τους σε προσωποπαγείς θέσεις, που να ανταποκρίνονται επακριβώς στα προσόντα αλλά και στο ήδη ερευνητικό έργο τους. Ούτε φυσικά αποτελεί λύση να πρέπει ο ενδιαφερόμενος να υποαξιολογήσει τον εαυτό του και να αιτηθεί την κατάταξη του σε χαμηλότερη βαθμίδα από αυτήν που αξιοκρατικά δικαιούται, φοβούμενος εσωτερικές πιέσεις και προκειμένου να αποσοβήσει τον κίνδυνο απόρριψης της αίτησης του και εγκλωβισμού του στην υφιστάμενη κατάστασή του. Συνεπώς οι υποψήφιοι πρέπει να κριθούν με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά βαθμίδα από το όργανο κρίσης και να τους αποδοθεί η μεγαλύτερη βαθμίδα σύμφωνα με τα προσόντα τους. Με σκεπτικό αυτό διασφαλίζεται και η δυνατότητα ένταξης του προσωπικού σε ανώτερη από την αιτηθείσα βαθμίδα, εάν αυτό κριθεί ορθό κατά την υποκειμενική κρίση του οργάνου κρίσης. Β) το νομικό παράλογο του καθορισμού του γνωστικού αντικειμένου της θέσης από τον Διευθυντή του Ινστιτούτου και όχι από τον ίδιο τον αιτούμενο. Η προτεινόμενη διατύπωση εισάγει το νομικό παράλογο σύμφωνα με το οποίο δεν είναι ο αιτούμενος αυτός που προσδιορίζει το τι αιτείται (εν προκειμένω το γνωστικό του αντικείμενο), παρά ένας τρίτος - ο Διευθυντής του Ινστιτούτου ή το Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο - που παρά την επιστημονική του κατάρτιση προφανώς είναι αδύνατον να έχουν καλύτερη γνώση του βιογραφικού και των ερευνητικών επιτευγμάτων ενός αιτούμενου από τον ίδιο. Η συγκεκριμένη εσωτερική μετάταξη μετά από κρίση, ενός ήδη μονίμου εργαζομένου (τακτικό προσωπικό) που δρα ερευνητικά εντός του ΕΚ δεν αποτελεί νέα πρόσληψη, ως εκ τούτου αυτή δεν αποτελεί θεσμοθέτηση των αναγκαίων θέσεων του ΕΚ, ούτε κατάρτιση του οργανωτικού σχήματός του, αλλά ουσιαστική απορρόφηση/αξιοποίηση υπάρχοντος επιστημονικού τακτικού προσωπικού που ήδη προσφέρει σε συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο που το τελευταίο κατέχει. Επιπρόσθετα, με τον προσδιορισμό του γνωστικού του αντικειμένου από τον Διευθυντή Ινστιτούτου ελλοχεύει ο κίνδυνος η κρίση να οδηγηθεί σε αρνητικό αποτέλεσμα. Γ) η διαφανής επιλογή εξωτερικών κριτών με κλήρο και ο καθορισμός διαδικασίας ενστάσεων με διασφάλιση της εγκυρότητας του αποτελέσματος. Προκειμένου να διασφαλισθεί η διαφάνεια και η εγκυρότητα της διαδικασίας, μιας και οι ενδιαφερόμενοι είναι ήδη τακτικό προσωπικό στους ερευνητικούς φορείς, και για την αποτροπή επιλεκτικής σύστασης επιτροπής με προειλημμένο αρνητικό αποτέλεσμα, η επιτροπή αξιολόγησης θα πρέπει να συγκροτείται από εξωτερικούς κριτές που επιλέγονται με τυχαίο τρόπο (με κλήρωση από π.χ. τον Εθνικό κατάλογο κριτών) και βάσει του γνωστικού αντικειμένου του αιτούμενου. Παράλληλα για τους ίδιους λόγους, θα πρέπει να προβλεφθεί διαδικασία υποβολής ενστάσεων, η οποία θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι θα είναι αυστηρά αντικειμενική και αποστειρωμένη από τυχόν συντεχνιακές κατευθύνσεις και πιέσεις. Για τους λόγους αυτούς η διαδικασία ενστάσεων θα πρέπει να ανατεθεί στην ευθύνη εποπτείας του ΕΣΕΤ. Δ) η εκ νέου εισαγωγή αποκλειστικής ημερομηνίας για την ολοκλήρωση των κρίσεων: με δεδομένο ότι η διαδικασία των κρίσεων θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί εντός αποκλειστικής προθεσμίας (8/6/15), για την αποφυγή τεχνητών καθυστερήσεων εφαρμογής της διάταξης θα πρέπει να εμπεριέχεται εκ νέου αποκλειστική προθεσμία (η 31/12/2015) με τη λήξη της οποίας οι κρίσεις θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί. Προτεινόμενη Τροποποίηση: 7. Η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Α. Οι ΕΛΕ, οποιασδήποτε βαθμίδας, που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελούν προσωπικό Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Αυτοτελούς Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα, που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων και έχουν υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/2014 όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, καταλαμβάνουν μετά από κρίση προσωποπαγή θέση ερευνητή εντός του φορέα τους. Για το σκοπό αυτό, οι ΕΛΕ πρέπει να υποβάλουν συμπληρωματική αίτηση για την κατάληψη θέσης, μετά από κρίση, ερευνητή βαθμίδας, με συνοδευτικό βιογραφικό και τεκμηριωτικό υλικό. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον αιτούμενο, μετά και από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν.1514/1985. Οι υποψήφιοι κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα. Όλες οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν.1514/1985. Η τελική απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του Ερευνητικού Κέντρου ή τον διευθυντή του Αυτοτελούς Ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Οι ΕΛΕ όλων των βαθμίδων που κρίνονται επιτυχώς συνάπτουν σχέση εργασίας αορίστου χρόνου (ΝΠΙΔ) ή μονίμου σε δημόσιο ερευνητικό οργανισμό ή τεχνολογικό φορέα (ΝΠΔΔ) όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παρ. 3 και 4 του ν.1514/85, όπως έχει τροποποιηθεί και επανήλθε σε ισχύ με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση που ήδη κατείχαν. Αρμόδιο όργανο να επιλαμβάνεται των ενστάσεων επί της διαδικασίας ορίζεται το ΕΣΕΤ ή από τη συγκρότησή του το ΕΣΕΤΑΚ. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.12.2015. Β. Το εν γένει ειδικό επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό (μόνιμο ή με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου) που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και αποτελεί προσωπικό του Ερευνητικού Κέντρου ή Ινστιτούτου ή Αυτοτελούς Ινστιτούτου ή Τεχνολογικού Φορέα που εποπτεύεται από τον αρμόδιο για θέματα έρευνας Αναπληρωτή Υπουργό Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων και έχει υποβάλει αίτηση εντός της τρίμηνης προθεσμίας που προέβλεπε η παράγραφος 6 του άρθρου 47 του ν.4310/2014, όπως αυτή ίσχυε έως την δημοσίευση του παρόντος, καταλαμβάνουν μετά από κρίση προσωποπαγή θέση ερευνητή ή ΕΛΕ εντός του φορέα τους. Για το σκοπό αυτό, το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης πρέπει να υποβάλει συμπληρωματική αίτηση για την κατάληψη θέσης, μετά από κρίση, ερευνητή βαθμίδας ή/και ΕΛΕ βαθμίδας, με συνοδευτικό βιογραφικό και τεκμηριωτικό υλικό. Το γνωστικό αντικείμενο της υπό πλήρωση θέσης προσδιορίζεται από τον αιτούμενο, μετά και από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του άρθρου 10 παρ. 4 του ν.1514/1985. Οι υποψήφιοι για θέσεις ερευνητή κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 18 (παρ. 2, 4 και 5) του ν.4310/2014 όπως έχει αναδιατυπωθεί με τον παρόντα. Οι υποψήφιοι για θέσεις ΕΛΕ κρίνονται με βάση τα ελάχιστα προσόντα ανά ερευνητική βαθμίδα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του παρόντος νόμου και του εσωτερικού κανονισμού του φορέα τους. Όλες οι κρίσεις θα διενεργούνται από 5μελείς επιτροπές κρίσης που συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 3α και γ του ν.1514/1985. Η τελική απόφαση της επιτροπής κρίσης υποβάλλεται στο ΔΣ του Ερευνητικού Κέντρου ή τον διευθυντή του Αυτοτελούς Ινστιτούτου και είναι δεσμευτική. Το προσωπικό της παρούσας περίπτωσης που κρίνεται επιτυχώς για οιαδήποτε θέση και βαθμίδα συνάπτει σχέση εργασίας αορίστου χρόνου σε ΝΠΙΔ ή μονίμου σε δημόσιο ερευνητικό οργανισμό ή τεχνολογικό φορέα (ΝΠΔΔ) όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παρ. 3 και 4 του ν.1514/85, όπως έχει τροποποιηθεί και επανήλθε σε ισχύ με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση αρνητικής κρίσης οι υποψήφιοι διατηρούν την θέση (μόνιμη ή αορίστου χρόνου) που ήδη κατείχαν. Αρμόδιο όργανο να επιλαμβάνεται των ενστάσεων ορίζεται το ΕΣΕΤ ή από τη συγκρότησή του το ΕΣΕΤΑΚ. Οι διαδικασίες κρίσης πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31.12.2015. Γ. Όλες ανεξαιρέτως οι αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 6 του άρθρου 47 του ν. 4310/14 θα πρέπει να ακολουθήσουν τη διαδικασία και τους λοιπούς όρους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Για την ενιαία αντιμετώπιση όλων αιτήσεων, αιτήσεις που έχουν κριθεί μέχρι την ψήφιση του παρόντος επαναλαμβάνονται σύμφωνα με τη διαδικασία και τους όρους του παρόντος». Το πλήρες κείμενο του ΣΕΙΤΕ: http://www.forth.gr/se/pdfs/ΣΕΙΤΕ_2015-06-26_259.pdf