ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΤΟΜΕΩΝ ΣΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ
Στο πλαίσιο των σχολιασμών επί του κατατεθέντος σχεδίου νόμου (στην παρούσα ιστοσελίδα), ο κύριος Θ. Στουραΐτης (την 20η/6/2015) και η κυρία Β. Μπούμα (την 27η/6/2015) εξέφρασαν την άποψη ότι θα ήταν προτιμότερη η κατάργηση των Τομέων (που επανέρχονται ως όργανα διοικήσεως), στηριζόμενοι σε μια σειρά επιχειρημάτων.
Ας μου επιτραπεί να παραθέσω και εγώ μια σειρά αντεπιχειρημάτων (ήτοι επιχειρημάτων προς την αντίθετη κατεύθυνση) που συνηγορούν υπέρ της αναγκαιότητας διατηρήσεως του θεσμού των Τομέων.
Κατ' αρχάς οι Τομείς είναι (για ευνόητους λόγους) επιβεβλημένοι (κατά κανόνα) σε ΠΟΛΥΠΛΗΘΗ Τμήματα, οι Γενικές Συνελεύσεις των οποίων σχηματίζονται μέσω της αρχής της αντιπροσωπευτικότητας. (Με ποια μέθοδο, π.χ., θα επιλέγοντο τα 30+2 μέλη της Γ.Σ. ενός Τμήματος έχοντος 40-150 μέλη Δ.Ε.Π. βάσει των προβλεπομένων στην παρ. 3 του άρθρου 7, εάν δεν μεσολαβούσαν οι Τομείς; Με κλήρωση; Εν τοιαύτη περιπτώσει, μια τέτοια διαδικασία τυχαίας επιλογής θα μπορούσε να οδηγήσει στη συζήτηση προτάσεων προερχομένων μόνον από έναν περιορισμένο αριθμό ειδικοτήτων, καθώς και στην ύπαρξη μελών Δ.Ε.Π. χωρίς ΚΑΜΙΑ συμμετοχή στη λήψη οιασδήποτε αποφάσεως .)
Οι Τομείς συντείνουν
1) στη διοικητική αποκέντρωση και στον εύστοχο επιμερισμό αρμοδιοτήτων,
2) στην αποφυγή ισοπεδώσεως των επιμέρους γνωστικών αντικειμένων,
3) στην άσκηση ελέγχου μέσω πιο δημοκρατικών διαδικασιών,
4) στην αποφόρτιση των συνεδριάσεων της Γ.Σ. του Τμήματος από ειδική θεματολογία που αφορά σε ολίγους (καθιστώντας τες συντομότερες και αποδοτικότερες).
Η μέσω του νόμου 4009/2011 (κατ' ουσίαν) κατάργηση του Τμήματος (department), του Τομέα (division) και των λοιπών θεσμοθετημένων διοικητικών υποδιαιρέσεων, και η απευθείας υπαγωγή τους (απλώς ως … «Προγραμμάτων Σπουδών») σε κάποια Σχολή ήταν εντελώς αβάσιμη και επιζήμια. Ισοπέδωνε τα πάντα υποτάσσοντάς τα στις βουλήσεις και ορέξεις του «βασιλέως κοσμήτορος» και των αυλικών του, αποδυνάμωνε τις διαδικασίες ασκήσεως δημοκρατικού ελέγχου (του σχεδιασμού και της εκτελέσεως) διοικητικών πράξεων (εκ των κάτω προς τα επάνω) και αποστερούσε από μικρές ομάδες μελών Δ.Ε.Π. με κοινό ή άμεσα συγγενικό γνωστικό αντικείμενο, την προώθηση και τον συντονισμό της διδασκαλίας του κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο, με σεβασμό στις ιδιαιτερότητες των επιμέρους επιστημονικών κλάδων.
Η από τον κύριο Στουραΐτη προτεινόμενη αντικατάσταση των Τομέων μέσω επιτροπών (ο σχηματισμός των οποίων επαφίεται στον πρόεδρο του Τμήματος βάσει του εδ. γ) της παρ. 8 του άρθρου 7) είναι προβληματική στην πράξη: Ο πρόεδρος έχει τη δυνατότητα να συγκροτεί τις όποιες επιτροπές με αμιγώς προσωπικά κριτήρια και προσωπικές προτιμήσεις, ΑΠΟΚΛΕΙΟΝΤΑΣ (κατά το δοκούν) πληθώρα μελών Δ.Ε.Π. κατά τη στελέχωσή τους, επιβάλλοντας (κατ' αυτόν τον τρόπο) ένα σύστημα ολιγαρχικής διοικήσεως.
Επίσης, τα όσα διαδίδονται από διάφορες πηγές, ότι (δήθεν) οι Τομείς αποτελούν θλιβερά απομεινάρια της εποχής των Εδρών, είναι παντελώς αναληθή. Το μόνο κοινό που είχαν οι Τομείς και οι Έδρες ήταν ο τρόπος χωρισμού και σχηματισμού αυτών, ήτοι ανά γνωστικό αντικείμενο. Κατά τα άλλα, οι Τομείς βρίσκονται στον αντίποδα των Εδρών: Κανείς βασιλεύς, κανείς αρχηγός, καμία χρεία υποκύψεων. Κάθε μέλος ενός Τομέα διαχειρίζεται την ψήφο του όπως αυτό νομίζει. Έχει αρκετό χρόνο να αναπτύξει την επιχειρηματολογία του, αισθάνεται δε άνετα, αφού συνδιαλέγεται με συναδέλφους που είναι ειδικοί για ειδικό κύκλο μαθημάτων και ειδικής μορφής ερευνητικές δραστηριότητες. (Όσες διαφωνίες και διαφορετικές απόψεις κι αν υπάρξουν, οδηγούνται σε διακανονισμό μέσω του σεβασμού της αρχής της πλειοψηφίας. Και αντιστρόφως• μία μειοψηφούσα άποψη μπορεί, ύστερα από διεξοδικές συζητήσεις και επανεξετάσεις των δεδομένων, να μετατραπεί κάποια στιγμή ευκολότερα σε πλειοψηφούσα απ’ ό,τι συμβαίνει σε ευρύτερα σύνολα διδασκόντων.)
Τέλος, πιστεύω ότι είναι ιδιαίτερα σημαντική ΚΑΙ η θέσπιση του εδ. γ) της παρ. 10 του άρθρου 7, μέσω του οποίου ρυθμίζεται η κατανομή του υπηρετούντος προσωπικού σε Τομείς , η διαδικασία μετονομασίας ενός Τομέα, η αλλαγή γνωστικού αντικειμένου, η δυνατότητα εντάξεως ενός μέλους Δ.Ε.Π. σε Τομέα διαφορετικό του αρχικού κ.ά. ΧΩΡΙΣ ΧΡΟΝΟΤΡΙΒΕΣ, ήτοι χωρίς να απαιτούνται υπουργικές αποφάσεις, όπως συνέβαινε στον Ν. 1268/1982.
Βάσει των προαναφερθέντων είμαι της γνώμης ότι οι παράγραφοι του άρθρου 7 οι αναφερόμενοι στους Τομείς εμπεριέχουν ΣΩΣΤΕΣ και ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ μεταρρυθμίσεις και διατάξεις (με μόνη εξαίρεση ένα, κατά πάσα πιθανότητα, ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΑΘΟΣ που έχει παρεισφρήσει στο εδ. δ) της παρ. 11, για το οποίο έχω ήδη στείλει ειδικό σχόλιο στην παρούσα ιστοσελίδα την 21η/6/2015).
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΤΟΜΕΩΝ ΣΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ Στο πλαίσιο των σχολιασμών επί του κατατεθέντος σχεδίου νόμου (στην παρούσα ιστοσελίδα), ο κύριος Θ. Στουραΐτης (την 20η/6/2015) και η κυρία Β. Μπούμα (την 27η/6/2015) εξέφρασαν την άποψη ότι θα ήταν προτιμότερη η κατάργηση των Τομέων (που επανέρχονται ως όργανα διοικήσεως), στηριζόμενοι σε μια σειρά επιχειρημάτων. Ας μου επιτραπεί να παραθέσω και εγώ μια σειρά αντεπιχειρημάτων (ήτοι επιχειρημάτων προς την αντίθετη κατεύθυνση) που συνηγορούν υπέρ της αναγκαιότητας διατηρήσεως του θεσμού των Τομέων. Κατ' αρχάς οι Τομείς είναι (για ευνόητους λόγους) επιβεβλημένοι (κατά κανόνα) σε ΠΟΛΥΠΛΗΘΗ Τμήματα, οι Γενικές Συνελεύσεις των οποίων σχηματίζονται μέσω της αρχής της αντιπροσωπευτικότητας. (Με ποια μέθοδο, π.χ., θα επιλέγοντο τα 30+2 μέλη της Γ.Σ. ενός Τμήματος έχοντος 40-150 μέλη Δ.Ε.Π. βάσει των προβλεπομένων στην παρ. 3 του άρθρου 7, εάν δεν μεσολαβούσαν οι Τομείς; Με κλήρωση; Εν τοιαύτη περιπτώσει, μια τέτοια διαδικασία τυχαίας επιλογής θα μπορούσε να οδηγήσει στη συζήτηση προτάσεων προερχομένων μόνον από έναν περιορισμένο αριθμό ειδικοτήτων, καθώς και στην ύπαρξη μελών Δ.Ε.Π. χωρίς ΚΑΜΙΑ συμμετοχή στη λήψη οιασδήποτε αποφάσεως .) Οι Τομείς συντείνουν 1) στη διοικητική αποκέντρωση και στον εύστοχο επιμερισμό αρμοδιοτήτων, 2) στην αποφυγή ισοπεδώσεως των επιμέρους γνωστικών αντικειμένων, 3) στην άσκηση ελέγχου μέσω πιο δημοκρατικών διαδικασιών, 4) στην αποφόρτιση των συνεδριάσεων της Γ.Σ. του Τμήματος από ειδική θεματολογία που αφορά σε ολίγους (καθιστώντας τες συντομότερες και αποδοτικότερες). Η μέσω του νόμου 4009/2011 (κατ' ουσίαν) κατάργηση του Τμήματος (department), του Τομέα (division) και των λοιπών θεσμοθετημένων διοικητικών υποδιαιρέσεων, και η απευθείας υπαγωγή τους (απλώς ως … «Προγραμμάτων Σπουδών») σε κάποια Σχολή ήταν εντελώς αβάσιμη και επιζήμια. Ισοπέδωνε τα πάντα υποτάσσοντάς τα στις βουλήσεις και ορέξεις του «βασιλέως κοσμήτορος» και των αυλικών του, αποδυνάμωνε τις διαδικασίες ασκήσεως δημοκρατικού ελέγχου (του σχεδιασμού και της εκτελέσεως) διοικητικών πράξεων (εκ των κάτω προς τα επάνω) και αποστερούσε από μικρές ομάδες μελών Δ.Ε.Π. με κοινό ή άμεσα συγγενικό γνωστικό αντικείμενο, την προώθηση και τον συντονισμό της διδασκαλίας του κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο, με σεβασμό στις ιδιαιτερότητες των επιμέρους επιστημονικών κλάδων. Η από τον κύριο Στουραΐτη προτεινόμενη αντικατάσταση των Τομέων μέσω επιτροπών (ο σχηματισμός των οποίων επαφίεται στον πρόεδρο του Τμήματος βάσει του εδ. γ) της παρ. 8 του άρθρου 7) είναι προβληματική στην πράξη: Ο πρόεδρος έχει τη δυνατότητα να συγκροτεί τις όποιες επιτροπές με αμιγώς προσωπικά κριτήρια και προσωπικές προτιμήσεις, ΑΠΟΚΛΕΙΟΝΤΑΣ (κατά το δοκούν) πληθώρα μελών Δ.Ε.Π. κατά τη στελέχωσή τους, επιβάλλοντας (κατ' αυτόν τον τρόπο) ένα σύστημα ολιγαρχικής διοικήσεως. Επίσης, τα όσα διαδίδονται από διάφορες πηγές, ότι (δήθεν) οι Τομείς αποτελούν θλιβερά απομεινάρια της εποχής των Εδρών, είναι παντελώς αναληθή. Το μόνο κοινό που είχαν οι Τομείς και οι Έδρες ήταν ο τρόπος χωρισμού και σχηματισμού αυτών, ήτοι ανά γνωστικό αντικείμενο. Κατά τα άλλα, οι Τομείς βρίσκονται στον αντίποδα των Εδρών: Κανείς βασιλεύς, κανείς αρχηγός, καμία χρεία υποκύψεων. Κάθε μέλος ενός Τομέα διαχειρίζεται την ψήφο του όπως αυτό νομίζει. Έχει αρκετό χρόνο να αναπτύξει την επιχειρηματολογία του, αισθάνεται δε άνετα, αφού συνδιαλέγεται με συναδέλφους που είναι ειδικοί για ειδικό κύκλο μαθημάτων και ειδικής μορφής ερευνητικές δραστηριότητες. (Όσες διαφωνίες και διαφορετικές απόψεις κι αν υπάρξουν, οδηγούνται σε διακανονισμό μέσω του σεβασμού της αρχής της πλειοψηφίας. Και αντιστρόφως• μία μειοψηφούσα άποψη μπορεί, ύστερα από διεξοδικές συζητήσεις και επανεξετάσεις των δεδομένων, να μετατραπεί κάποια στιγμή ευκολότερα σε πλειοψηφούσα απ’ ό,τι συμβαίνει σε ευρύτερα σύνολα διδασκόντων.) Τέλος, πιστεύω ότι είναι ιδιαίτερα σημαντική ΚΑΙ η θέσπιση του εδ. γ) της παρ. 10 του άρθρου 7, μέσω του οποίου ρυθμίζεται η κατανομή του υπηρετούντος προσωπικού σε Τομείς , η διαδικασία μετονομασίας ενός Τομέα, η αλλαγή γνωστικού αντικειμένου, η δυνατότητα εντάξεως ενός μέλους Δ.Ε.Π. σε Τομέα διαφορετικό του αρχικού κ.ά. ΧΩΡΙΣ ΧΡΟΝΟΤΡΙΒΕΣ, ήτοι χωρίς να απαιτούνται υπουργικές αποφάσεις, όπως συνέβαινε στον Ν. 1268/1982. Βάσει των προαναφερθέντων είμαι της γνώμης ότι οι παράγραφοι του άρθρου 7 οι αναφερόμενοι στους Τομείς εμπεριέχουν ΣΩΣΤΕΣ και ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ μεταρρυθμίσεις και διατάξεις (με μόνη εξαίρεση ένα, κατά πάσα πιθανότητα, ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΑΘΟΣ που έχει παρεισφρήσει στο εδ. δ) της παρ. 11, για το οποίο έχω ήδη στείλει ειδικό σχόλιο στην παρούσα ιστοσελίδα την 21η/6/2015).