Η εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή/και αναπηρία διαφέρει ριζικά από την εκπαίδευση μαθητών τυπικής ανάπτυξης. Αυτό περιλαμβάνει συγκεκριμένες μεθόδους, τεχνικές, υλικά, λογισμικά και φυσικά γνώση της κάθε περίπτωσης ειδικών αναγκών, ώστε να γίνει σωστή κάλυψη των αναγκών του κάθε μαθητή. Ένας μαθητής με ΔΕΠΠΥ, ένας με αυτισμό και ένας με εγκεφαλική παράλυση χρήζει τελείως διαφορετικής μεταχείρισης από τους μαθητές τυπικής ανάπτυξης (καθώς και μεταξύ τους). Για να μπορέσει ένας εκπαιδευτικός να διδάξει, για παράδειγμα, ένα μαθητή με προβλήματα όρασης, πρέπει να γνωρίζει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μαθητές με προβλήματα όρασης, τον τύπο της αναπηρίας όρασης, καθώς και τους τρόπους/υλικά με τα οποία θα υποστηρίξει το συγκεκριμένο μαθητή με βάση τη δυσκολία του. Οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής έχουν εκπαιδευτεί κατάλληλα, τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο, ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν μια πληθώρα μαθητών με ειδικές ανάγκες.
Εάν λοιπόν σκεφτούμε την εκπαίδευση ως το λειτούργημα που είναι, δεν δύναται εκπαιδευτικοί που έχουν εκπαιδευτεί στη γενική αγωγή να υποστηρίζουν μαθητές με ειδικές ανάγκες και αναπηρίες. Όπως πολύ σωστά έχει αναφερθεί ήδη, οι εκπαιδευτικοί γενικής αγωγής, ολοκληρώνοντας μεταπτυχιακές ή και διδακτορικές σπουδές στην ειδική αγωγή, οπλίζονται κατάλληλα, ώστε να υποστηρίζουν τους μαθητές τους με ειδικές ανάγκες, μέσα στη γενική τάξη, όταν δεν υπάρχει παράλληλη στήριξη. Έχουμε ξεχάσει το ρόλο αυτό των γενικών παιδαγωγών. Είναι τόσο κρίμα αυτοί οι μαθητές με 12 ώρες παράλληλης στήριξης να μένουν χωρίς καμία υποστήριξη μέσα στην τάξη, όταν λείπει ο ειδικός παιδαγωγός, επειδή ο δάσκαλος της τάξης δε γνωρίζει πώς να τους βοηθήσει. Είναι τόσο σημαντικό οι δάσκαλοι γενικής αγωγής να γνωρίζουν για τις ειδικές ανάγκες, όμως να χρησιμοποιούν τις τόσο σημαντικές γνώσεις αυτές, για να υποστηρίξουν τους μαθητές στη γενική τάξη, όπως τους οδηγεί ο βασικός τίτλος σπουδών τους.
Καταλαβαίνω πως οι καιροί είναι δύσκολοι, όμως δεν είναι σωστό να υποβαθμίζεται ο βασικός τίτλος σπουδών και να καταργείται μια ολόκληρη επιστήμη (αυτή της ειδικής αγωγής), για κοινωνικούς και προσωπικούς λόγους.
Κανένα μεταπτυχιακό δε μπορεί να είναι ισότιμο με τις βασικές σπουδές. Γιατί, για παράδειγμα, κάποιος με μεταπτυχιακό στην Ψυχολογία να μη μπορεί να ασκήσει το επάγγελμα του ψυχολόγου, αλλά κάποιος με μεταπτυχιακό στην ειδική αγωγή αν μπορεί να γίνει ειδικός παιδαγωγός; Επίσης, η ιατρική και οδοντιατρική είναι συγγενικές επιστήμες, αλλά, γιατί δεν ζητούν οι γιατροί να αναγνωριστούν ως οδοντίατροι και το αντίστροφο; Επιπλέον, οι απόφοιτοι του τμήματος ειδικής αγωγής του Βόλου, έχουν ολοκληρώσει ένα χρόνο πρακτικής άσκησης σε γενικά σχολεία, σε γενικές τάξεις, διδάσκοντας μαθητές τυπικής ανάπτυξης και στην πορεία άλλο ένα χρόνο σε πλαίσια ειδικής αγωγής. Έχοντας, λοιπόν, και θεωρητικό και πρακτικό υπόβαθρο στην γενική παιδαγωγική, δε μπορούν να διδάξουν σε γενικές τάξεις, επειδή ο βασικός τίτλος σπουδών τους είναι στην ειδική αγωγή και όχι τη γενική.
Στην Ελλάδα, ο βασικός τίτλος σπουδών μας είναι αυτός που καθορίζει το επάγγελμά μας, και ως έχει, με τμήματα στην γενική και την ειδική αγωγή, υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός, όπως σε τόσα άλλα επαγγέλματα. Ας σκεφτούμε, σας παρακαλώ, τους μαθητές και όχι τα προσωπικά συμφέροντα. Συμφωνώ, πως όταν κάποιος έχει αγάπη και θέληση μπορεί να βοηθήσει, όμως κανείς δεν βάζει ένα δάσκαλο να γίνει ψυχολόγος, κι ας ξέρει από ψυχολογία. Αντιθέτως, ένας δάσκαλος με μεταπτυχικό στην ψυχολογία, μπορέι κάλλιστα να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις τους από το μεταπτυχκό αυτό, προκειμένου να γίνει καλύτερος παιδαγωγός. Το ίδιο πρέπει να ισχύει και στην ειδική αγωγή.
Η εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή/και αναπηρία διαφέρει ριζικά από την εκπαίδευση μαθητών τυπικής ανάπτυξης. Αυτό περιλαμβάνει συγκεκριμένες μεθόδους, τεχνικές, υλικά, λογισμικά και φυσικά γνώση της κάθε περίπτωσης ειδικών αναγκών, ώστε να γίνει σωστή κάλυψη των αναγκών του κάθε μαθητή. Ένας μαθητής με ΔΕΠΠΥ, ένας με αυτισμό και ένας με εγκεφαλική παράλυση χρήζει τελείως διαφορετικής μεταχείρισης από τους μαθητές τυπικής ανάπτυξης (καθώς και μεταξύ τους). Για να μπορέσει ένας εκπαιδευτικός να διδάξει, για παράδειγμα, ένα μαθητή με προβλήματα όρασης, πρέπει να γνωρίζει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μαθητές με προβλήματα όρασης, τον τύπο της αναπηρίας όρασης, καθώς και τους τρόπους/υλικά με τα οποία θα υποστηρίξει το συγκεκριμένο μαθητή με βάση τη δυσκολία του. Οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής έχουν εκπαιδευτεί κατάλληλα, τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο, ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν μια πληθώρα μαθητών με ειδικές ανάγκες. Εάν λοιπόν σκεφτούμε την εκπαίδευση ως το λειτούργημα που είναι, δεν δύναται εκπαιδευτικοί που έχουν εκπαιδευτεί στη γενική αγωγή να υποστηρίζουν μαθητές με ειδικές ανάγκες και αναπηρίες. Όπως πολύ σωστά έχει αναφερθεί ήδη, οι εκπαιδευτικοί γενικής αγωγής, ολοκληρώνοντας μεταπτυχιακές ή και διδακτορικές σπουδές στην ειδική αγωγή, οπλίζονται κατάλληλα, ώστε να υποστηρίζουν τους μαθητές τους με ειδικές ανάγκες, μέσα στη γενική τάξη, όταν δεν υπάρχει παράλληλη στήριξη. Έχουμε ξεχάσει το ρόλο αυτό των γενικών παιδαγωγών. Είναι τόσο κρίμα αυτοί οι μαθητές με 12 ώρες παράλληλης στήριξης να μένουν χωρίς καμία υποστήριξη μέσα στην τάξη, όταν λείπει ο ειδικός παιδαγωγός, επειδή ο δάσκαλος της τάξης δε γνωρίζει πώς να τους βοηθήσει. Είναι τόσο σημαντικό οι δάσκαλοι γενικής αγωγής να γνωρίζουν για τις ειδικές ανάγκες, όμως να χρησιμοποιούν τις τόσο σημαντικές γνώσεις αυτές, για να υποστηρίξουν τους μαθητές στη γενική τάξη, όπως τους οδηγεί ο βασικός τίτλος σπουδών τους. Καταλαβαίνω πως οι καιροί είναι δύσκολοι, όμως δεν είναι σωστό να υποβαθμίζεται ο βασικός τίτλος σπουδών και να καταργείται μια ολόκληρη επιστήμη (αυτή της ειδικής αγωγής), για κοινωνικούς και προσωπικούς λόγους. Κανένα μεταπτυχιακό δε μπορεί να είναι ισότιμο με τις βασικές σπουδές. Γιατί, για παράδειγμα, κάποιος με μεταπτυχιακό στην Ψυχολογία να μη μπορεί να ασκήσει το επάγγελμα του ψυχολόγου, αλλά κάποιος με μεταπτυχιακό στην ειδική αγωγή αν μπορεί να γίνει ειδικός παιδαγωγός; Επίσης, η ιατρική και οδοντιατρική είναι συγγενικές επιστήμες, αλλά, γιατί δεν ζητούν οι γιατροί να αναγνωριστούν ως οδοντίατροι και το αντίστροφο; Επιπλέον, οι απόφοιτοι του τμήματος ειδικής αγωγής του Βόλου, έχουν ολοκληρώσει ένα χρόνο πρακτικής άσκησης σε γενικά σχολεία, σε γενικές τάξεις, διδάσκοντας μαθητές τυπικής ανάπτυξης και στην πορεία άλλο ένα χρόνο σε πλαίσια ειδικής αγωγής. Έχοντας, λοιπόν, και θεωρητικό και πρακτικό υπόβαθρο στην γενική παιδαγωγική, δε μπορούν να διδάξουν σε γενικές τάξεις, επειδή ο βασικός τίτλος σπουδών τους είναι στην ειδική αγωγή και όχι τη γενική. Στην Ελλάδα, ο βασικός τίτλος σπουδών μας είναι αυτός που καθορίζει το επάγγελμά μας, και ως έχει, με τμήματα στην γενική και την ειδική αγωγή, υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός, όπως σε τόσα άλλα επαγγέλματα. Ας σκεφτούμε, σας παρακαλώ, τους μαθητές και όχι τα προσωπικά συμφέροντα. Συμφωνώ, πως όταν κάποιος έχει αγάπη και θέληση μπορεί να βοηθήσει, όμως κανείς δεν βάζει ένα δάσκαλο να γίνει ψυχολόγος, κι ας ξέρει από ψυχολογία. Αντιθέτως, ένας δάσκαλος με μεταπτυχικό στην ψυχολογία, μπορέι κάλλιστα να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις τους από το μεταπτυχκό αυτό, προκειμένου να γίνει καλύτερος παιδαγωγός. Το ίδιο πρέπει να ισχύει και στην ειδική αγωγή.