ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ!!!ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ -Π.Ε.Σ.Ε.Α.-
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ
Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- προσηλωμένος σταθερά στη θεμελιώδη αρχή ότι η εκπαίδευση αποτελεί βασικό παράγοντα που συμβάλλει στην αυτονομία και στην ανεξαρτησία όλων των ανθρώπων, με τις συνεχείς παρεμβάσεις του πάνω από δύο δεκαετίες υπερασπίζεται το δικαίωμα των παιδιών με αναπηρία και των παιδιών με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες να έχουν πραγματικά το δικαίωμα της δωρεάν δημόσιας παιδείας σ’ όλες τις βαθμίδες, να έχουν το δικαίωμα της ειδικής φροντίδας: όχι μόνο στους νόμους αλλά και στην πράξη. Η ειδική αγωγή και εκπαίδευση αποτελεί μέρος της νομοθεσίας για τη γενική εκπαίδευση, θέτοντας στην πράξη τις νομοθετικές και διοικητικές προϋποθέσεις για την ένταξη των μαθητών με ειδικές ανάγκες (Προεδρικό Διάταγμα 603/1983 και το Ν. 1566/1985 (άρθρα 12, 13, 14, 32, 33, 34, και 35). Παρ’ όλα αυτά όλοι οι νόμοι και πληθώρα κανονιστικών διατάξεων, με εξαίρεση το Ν. 1566/1985, αντιμετώπισαν διαχωριστικά το θεσμό της ειδικής αγωγής με αποτέλεσμα την προώθηση της ιατροποίησης, της κατηγοριοποίησης και του διαχωρισμού των εκπαιδευτικών καθώς και την ανατροπή των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζόμενων στο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης (ωρομισθία, ελαστικές εργασιακές σχέσεις ΕΣΠΑ, καταστρατήγηση ωραρίου ΕΣΠΑ-ΟΑΕΔ).
Πριν από 17 έτη, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε το Ν. 2817/2000 με τον οποίο το ελληνικό κράτος υιοθέτησε πλήρως (;) την φιλοσοφία της ένταξης ενσωματώνοντας στην ελληνική νομοθεσία όλες τις Διεθνείς Συμβάσεις και Διακηρύξεις για τα Δικαιώματα των Παιδιών και των Αναπήρων. Δημιούργησε μια προοδευτική βάση και γέννησε θετικό κλίμα προσδοκιών σε όσους προασπίζονταν με συνέπεια και ήθος τα δικαιώματα, τις ίσες ευκαιρίες και την εξασφάλιση της ισονομίας στο κοινωνικό, πολιτικό και εκπαιδευτικό σύστημα για τα ανάπηρα άτομα και τα άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Ωστόσο μέχρι σήμερα δεν υπήρξε η στοιχειώδης έστω πολιτική βούληση ώστε οι προσδοκίες να μεταφραστούν σε πράξη. Το Υπουργείο Παιδείας, παρά τις θετικές ρυθμίσεις όπως του ν. 4415/2016, παίρνει μέτρα για την αποτελεσματικότερη και την αποδοτικότερη μνημονιακά πολιτική. Μετά τις συγχωνεύσεις των σχολείων επί υπουργίας της κ. Διαμαντοπούλου (2011), που υπηρέτησαν αποκλειστικά τη λογιστική της «εξοικονόμησης πόρων», μέσα από την περικοπή οργανικών και λειτουργικών θέσεων εργασίας εκπαιδευτικών, έτσι και τώρα τροποποίησε τον νόμο 3699/2008 που στο άρθ. 6 ανέφερε ότι «στα τμήματα που φοιτούν μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες πρέπει να μειώνεται αναλογικά ο αριθμός των μαθητών και οι παραπάνω μαθητές να κατανέμονται εξίσου στα τμήματα της ίδιας τάξης» με το άρθρο 11 του ν. 4452/2017, σύμφωνα με το οποίο «ο αριθμός των μαθητών του τμήματος μπορεί να μειώνεται και να υπολείπεται συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές από το μέγιστο προβλεπόμενο… εφόσον στο σχολείο δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης». Ενισχύοντας τον συγκεντρωτισμό και την γραφειοκρατία σε βάρος της εκπαίδευσης των μαθητών δίνει την αρμοδιότητα στον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης. Αυτό έρχεται σε συνέχεια των Ρυθμίσεων που αφορούν την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση του νόμου 4368/2016 (ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) οι οποίες αιφνιδίασαν αρνητικά την εκπαιδευτική κοινότητα και τους γονείς.
Την τελευταία εξαετία οι σχολικές δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης δέχθηκαν πολλές «τροποποιητικές» νομοθετικές ρυθμίσεις για την εξυπηρέτηση των μνημονιακών πολιτικών, με συρρίκνωση σχολικών δομών, συγχωνεύσεις και υποβαθμίσεις σχολικών μονάδων. Συνεχείς ήταν οι προσπάθειες αλλοίωσης του ρόλου των Τμημάτων Ένταξης, καθώς και της κατάργησής τους. Δεκάδες Τμήματα Ένταξης έκλεισαν με το πρόσχημα της μη φοίτησης μαθητών(!!!) με τη συνεργασία διαφόρων Διευθυντών Εκπαίδευσης & ΚΕΔΔΥ. Σε πολλές περιπτώσεις υπήρξε αλλοίωση του ρόλου του Τμήματος Ένταξης (Τ.Ε.) με την υποκατάσταση του εκπαιδευτικού του Τ.Ε. σε ρόλο εκπαιδευτικού Παράλληλης Στήριξης «παραβλέποντας» το γεγονός ότι τα δύο μέτρα εκπαιδευτικής υποστήριξης είναι διαφορετικά και σχεδιασμένα να εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες» (ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ, 2009 ΠΟΡΙΣΜΑ: Εφαρμογή του θεσμού της παράλληλης στήριξης μαθητών µε αναπηρία ή µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες). Επίσης στα Σχέδια Νόμου για την ΕΑΕ του κ. Αρβανιτόπουλου, η Παράλληλη Στήριξη δε δινόταν στα σχολεία που είχαν Τ.Ε. παρότι ο Νόμος δεν περιορίζει την παροχή Παράλληλης Στήριξης αποκλειστικά σε περιπτώσεις όπου στο σχολείο του μαθητή δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης (Ν. 3699/2008, άρθρο 6).
Το θεσμικό πλαίσιο για την λειτουργία του Τμήματος Ένταξης είναι σαφές. Ο κυριότερος λόγος για την ίδρυση Τμημάτων Ένταξης δεν είναι άλλος από τον αυξημένο αριθμό των μαθητών με αναπηρία και ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και την δέσμευση και υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα που διασφαλίζουν μεταξύ άλλων την ενιαία, ποιοτική και ελεύθερη πρόσβαση όλων των μαθητών στην εκπαίδευση και την απαιτούμενη υποστήριξη μέσα στο γενικό εκπαιδευτικό σύστημα, προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματική εκπαίδευσή τους (άρθρο 21 παρ. 6 του Συντάγματος, το άρθρο 1 του ν. 3699/2008 και το άρθρο 24 του ν. 4074/2012). Το Δημόσιο Σχολείο με τα Τμήματα Ένταξης παρέχει τη μοναδική δυνατότητα παροχής δωρεάν ειδικής εκπαίδευσης.
Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- έχει ζητήσει την κατάργηση της συγκεκριμένης τροπολογίας γιατί αλλάζει τη Λειτουργία και το Ρόλο των Τμημάτων Ένταξης και ο Εκπαιδευτικός του Τ.Ε. καλείται σε ρόλους που ενυπάρχουν σε άλλους θεσμούς όπως η Παράλληλη Στήριξη (ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΕΣΕΑ 15-2-2016). Υπενθυμίζεται ότι «αν το μόνο το οποίο παλεύουμε είναι να τα βγάλουμε πέρα με νούμερα και αριθμούς, με κόστη και ζημιές και δεν αντιλαμβανόμαστε την μεγάλη κοινωνική ανταποδοτικότητα της εκπαίδευσης για το μέλλον για τα νέα παιδιά, για τις νέες γενιές που είναι η επένδυση στη γνώση και σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς ταξικούς φραγμούς, τότε δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι εξελίξεις θα μας προσπεράσουν πάρα πολύ γρήγορα» (Α. Τσίπρας, 23-9-2010 Διαβούλευση της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία). Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- επισημαίνει ως άμεσα και αναγκαία θεσμικά και πολιτικά μέτρα τα παρακάτω:Ενιαίος νόμος για την Εκπαίδευση. Η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της γενικής εκπαίδευσης. Οι ειδικές νομοθετικές παρεμβάσεις όπου και όταν απαιτούνται, θα πρέπει να είναι μέρος της γενικότερης νομοθετικής παρέμβασης, να εναρμονίζεται με τους γενικούς και ειδικούς στόχους, να συνυφαίνεται με την γενική εκπαιδευτική διαδικασία και κατά κανόνα να υλοποιούνται στους χώρους, τα πλαίσια και τα προγράμματα της γενικής εκπαίδευσης. Ο Βασικός στόχος, το σχολείο της γειτονιάς να γίνει «ένα Σχολείο για Όλους» με την εισαγωγή μιας σειράς αλλαγών, μέσω των οποίων τα ίδια τα σχολεία θα αναδιαρθρώνονται, προκειμένου να μειωθούν τα εμπόδια στη μάθηση και στη συμμετοχή όλων των παιδιών σύμφωνα με τη φιλοσοφία της συμπερίληψης. Σε μια τέτοια κατεύθυνση, σε έναν ουσιαστικό και δημοκρατικό διάλογο έχουν θέση θέματα όπως: α) η πρώιμη παρέμβαση που πρέπει να πάρει συγκεκριμένη μορφή ώστε να γίνει πράξη το δικαίωμα όλων των παιδιών να συμμετέχουν στην εκπαίδευση όσο πιο γρήγορα και έτοιμα μπορούν, β) η προσχολική εκπαίδευση με Τμήματα Ένταξης στα Νηπιαγωγεία πλήρως στελεχωμένα με εκπαιδευτικούς και υποστηρικτικό προσωπικό, γ) οι δομικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν στα σχολεία Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ώστε να εξασφαλίζουν σε όλα τα παιδιά πραγματική πρόσβαση στα εφόδια της εκπαίδευσης, δ) Ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου του εκπαιδευτικού θεσμού των ΚΕΔΔΥ σε εκπαιδευτική κατεύθυνση και ενίσχυση του Υποστηρικτικού ρόλου τους, ε) η ενίσχυση της επαγγελματικής εκπαίδευσης των παιδιών με αναπηρία, και στ) κατάργηση της διάταξης του ν.3699/2008 για την Ιδιωτική Παράλληλη Στήριξη που μετακυλύει την ευθύνη στους γονείς για τη φοίτηση των παιδιών τους στο γενικό σχολείο και έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα το οποίο ορίζει με σαφήνεια στο άρθρο 21 παργρ. 6 ότι: «τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας». Διασφάλιση των πιστώσεων για την ειδική αγωγή από τον τακτικό προϋπολογισμό. Άμεσοι διορισμοί εκπαιδευτικών γενικής και ειδικής αγωγής, ΕΕΠ, ΕΒΠ στα γενικά και ειδικά σχολεία, με τα ίδια κριτήρια διορισμού που ισχύουν σε όλη την εκπαίδευση. Σε ό, τι αφορά το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης για το διορισμό αναπληρωτών ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το Σχολικό Έτος 2017-2018, που αναρτήθηκε προσφάτως στο σύστημα της Διαύγειας στην ηλεκτρονική διαβούλευση και αφορά τον «Καθορισμό Κριτηρίων Πρόσληψης Αναπληρωτών Εκπαιδευτικών στις Δομές της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης», σύμφωνα με το άρθρο 48 του Ν.4415/2016, το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- τόνισε με Υπομνήματά του -από το έτος 2011- την αναγκαιότητα κατάργησης του πελατειακού άρθρου 56 του Νόμου 3966/2011, που καταργούσε σε μια νύχτα όλες τις οργανικές θέσεις όλων των νηπιαγωγών ειδικής αγωγής ΠΕ60 και όλων των δασκάλων ειδικής αγωγής ΠΕ70 «παραδίνοντας τες» αποκλειστικά στους νέους κλάδους ΠΕ61 & ΠΕ71. Γι’ αυτό χαιρέτισε την κατάργηση του άρθρου 56 του Νόμου 3966/2011 με το άρθρο 48 του Νόμου 4415/2016 που αποκατάστησε την δημοκρατική νομιμότητα και την ισονομία ανάμεσα τους εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Το ίδιο πράξαμε και το 2003 όταν ο Νόμος 3194/2003 κατηγοριοποιούσε και πρότασσε τους συναδέλφους μας με μεταπτυχιακούς τίτλους στους διορισμούς αναπληρωτών και στις υπηρεσιακές μεταβολές των μονίμων (μεταθέσεις-αποσπάσεις) σε βάρος των νηπιαγωγών και των δασκάλων ειδικής αγωγής του Μαράσλειου Διδασκαλείου και των Διδασκαλείων.Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- με αφορμή το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης για το διορισμό αναπληρωτών ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το Σχολικό Έτος 2017-2018, προτείνει: α) την αύξηση της μοριοδότησης της προϋπηρεσίας στις δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, ως υπέρτατη αναγνώριση του Κράτους σε αυτούς που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην αγωγή και εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία, και β) να ληφθεί υπόψη το άρθρο 21 του Συντάγματος της Ελλάδας και το άρθρο 24 του Νόμου 4074/2012 για να υπάρξει εξορθολογισμός της μοριοδότησης των ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων (εκπαιδευτικοί με αναπηρία, γονείς παιδιών με αναπηρία και πολύτεκνοι εκπαιδευτικοί), χωρίς να αφήνει την παραμικρή υπόνοια αδικιών και προνομιακής μεταχείρισης εις βάρος των μη αναπήρων εκπαιδευτικών. Υπενθυμίζουμε ότι η εκπαίδευση, ως θεσμός, είναι καθολικός και ενιαίος. Οι οποιαδήποτε διαφοροποιήσεις «λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση» (Κ. Γαβρόγλου: Υπουργός Παιδείας, 2017) οφείλουν να λαμβάνουν συνολικά υπόψη, τις ιδιαιτερότητες των παιδιών και να προσαρμόζονται σ’ αυτές, διατηρώντας πάντα την βασική, κεντρική, στοχοθεσία της εκπαίδευσης που είναι η ολόπλευρη βελτίωση των χαρακτηριστικών των παιδιών, σε συνάρτηση με τις δυνατότητες τους.
ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ!!!ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- προσηλωμένος σταθερά στη θεμελιώδη αρχή ότι η εκπαίδευση αποτελεί βασικό παράγοντα που συμβάλλει στην αυτονομία και στην ανεξαρτησία όλων των ανθρώπων, με τις συνεχείς παρεμβάσεις του πάνω από δύο δεκαετίες υπερασπίζεται το δικαίωμα των παιδιών με αναπηρία και των παιδιών με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες να έχουν πραγματικά το δικαίωμα της δωρεάν δημόσιας παιδείας σ’ όλες τις βαθμίδες, να έχουν το δικαίωμα της ειδικής φροντίδας: όχι μόνο στους νόμους αλλά και στην πράξη. Η ειδική αγωγή και εκπαίδευση αποτελεί μέρος της νομοθεσίας για τη γενική εκπαίδευση, θέτοντας στην πράξη τις νομοθετικές και διοικητικές προϋποθέσεις για την ένταξη των μαθητών με ειδικές ανάγκες (Προεδρικό Διάταγμα 603/1983 και το Ν. 1566/1985 (άρθρα 12, 13, 14, 32, 33, 34, και 35). Παρ’ όλα αυτά όλοι οι νόμοι και πληθώρα κανονιστικών διατάξεων, με εξαίρεση το Ν. 1566/1985, αντιμετώπισαν διαχωριστικά το θεσμό της ειδικής αγωγής με αποτέλεσμα την προώθηση της ιατροποίησης, της κατηγοριοποίησης και του διαχωρισμού των εκπαιδευτικών καθώς και την ανατροπή των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζόμενων στο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης (ωρομισθία, ελαστικές εργασιακές σχέσεις ΕΣΠΑ, καταστρατήγηση ωραρίου ΕΣΠΑ-ΟΑΕΔ). Πριν από 17 έτη, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε το Ν. 2817/2000 με τον οποίο το ελληνικό κράτος υιοθέτησε πλήρως (;) την φιλοσοφία της ένταξης ενσωματώνοντας στην ελληνική νομοθεσία όλες τις Διεθνείς Συμβάσεις και Διακηρύξεις για τα Δικαιώματα των Παιδιών και των Αναπήρων. Δημιούργησε μια προοδευτική βάση και γέννησε θετικό κλίμα προσδοκιών σε όσους προασπίζονταν με συνέπεια και ήθος τα δικαιώματα, τις ίσες ευκαιρίες και την εξασφάλιση της ισονομίας στο κοινωνικό, πολιτικό και εκπαιδευτικό σύστημα για τα ανάπηρα άτομα και τα άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Ωστόσο μέχρι σήμερα δεν υπήρξε η στοιχειώδης έστω πολιτική βούληση ώστε οι προσδοκίες να μεταφραστούν σε πράξη. Το Υπουργείο Παιδείας, παρά τις θετικές ρυθμίσεις όπως του ν. 4415/2016, παίρνει μέτρα για την αποτελεσματικότερη και την αποδοτικότερη μνημονιακά πολιτική. Μετά τις συγχωνεύσεις των σχολείων επί υπουργίας της κ. Διαμαντοπούλου (2011), που υπηρέτησαν αποκλειστικά τη λογιστική της «εξοικονόμησης πόρων», μέσα από την περικοπή οργανικών και λειτουργικών θέσεων εργασίας εκπαιδευτικών, έτσι και τώρα τροποποίησε τον νόμο 3699/2008 που στο άρθ. 6 ανέφερε ότι «στα τμήματα που φοιτούν μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες πρέπει να μειώνεται αναλογικά ο αριθμός των μαθητών και οι παραπάνω μαθητές να κατανέμονται εξίσου στα τμήματα της ίδιας τάξης» με το άρθρο 11 του ν. 4452/2017, σύμφωνα με το οποίο «ο αριθμός των μαθητών του τμήματος μπορεί να μειώνεται και να υπολείπεται συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές από το μέγιστο προβλεπόμενο… εφόσον στο σχολείο δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης». Ενισχύοντας τον συγκεντρωτισμό και την γραφειοκρατία σε βάρος της εκπαίδευσης των μαθητών δίνει την αρμοδιότητα στον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης. Αυτό έρχεται σε συνέχεια των Ρυθμίσεων που αφορούν την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση του νόμου 4368/2016 (ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) οι οποίες αιφνιδίασαν αρνητικά την εκπαιδευτική κοινότητα και τους γονείς. Την τελευταία εξαετία οι σχολικές δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης δέχθηκαν πολλές «τροποποιητικές» νομοθετικές ρυθμίσεις για την εξυπηρέτηση των μνημονιακών πολιτικών, με συρρίκνωση σχολικών δομών, συγχωνεύσεις και υποβαθμίσεις σχολικών μονάδων. Συνεχείς ήταν οι προσπάθειες αλλοίωσης του ρόλου των Τμημάτων Ένταξης, καθώς και της κατάργησής τους. Δεκάδες Τμήματα Ένταξης έκλεισαν με το πρόσχημα της μη φοίτησης μαθητών(!!!) με τη συνεργασία διαφόρων Διευθυντών Εκπαίδευσης & ΚΕΔΔΥ. Σε πολλές περιπτώσεις υπήρξε αλλοίωση του ρόλου του Τμήματος Ένταξης (Τ.Ε.) με την υποκατάσταση του εκπαιδευτικού του Τ.Ε. σε ρόλο εκπαιδευτικού Παράλληλης Στήριξης «παραβλέποντας» το γεγονός ότι τα δύο μέτρα εκπαιδευτικής υποστήριξης είναι διαφορετικά και σχεδιασμένα να εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες» (ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ, 2009 ΠΟΡΙΣΜΑ: Εφαρμογή του θεσμού της παράλληλης στήριξης μαθητών µε αναπηρία ή µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες). Επίσης στα Σχέδια Νόμου για την ΕΑΕ του κ. Αρβανιτόπουλου, η Παράλληλη Στήριξη δε δινόταν στα σχολεία που είχαν Τ.Ε. παρότι ο Νόμος δεν περιορίζει την παροχή Παράλληλης Στήριξης αποκλειστικά σε περιπτώσεις όπου στο σχολείο του μαθητή δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης (Ν. 3699/2008, άρθρο 6). Το θεσμικό πλαίσιο για την λειτουργία του Τμήματος Ένταξης είναι σαφές. Ο κυριότερος λόγος για την ίδρυση Τμημάτων Ένταξης δεν είναι άλλος από τον αυξημένο αριθμό των μαθητών με αναπηρία και ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και την δέσμευση και υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα που διασφαλίζουν μεταξύ άλλων την ενιαία, ποιοτική και ελεύθερη πρόσβαση όλων των μαθητών στην εκπαίδευση και την απαιτούμενη υποστήριξη μέσα στο γενικό εκπαιδευτικό σύστημα, προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματική εκπαίδευσή τους (άρθρο 21 παρ. 6 του Συντάγματος, το άρθρο 1 του ν. 3699/2008 και το άρθρο 24 του ν. 4074/2012). Το Δημόσιο Σχολείο με τα Τμήματα Ένταξης παρέχει τη μοναδική δυνατότητα παροχής δωρεάν ειδικής εκπαίδευσης. Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- έχει ζητήσει την κατάργηση της συγκεκριμένης τροπολογίας γιατί αλλάζει τη Λειτουργία και το Ρόλο των Τμημάτων Ένταξης και ο Εκπαιδευτικός του Τ.Ε. καλείται σε ρόλους που ενυπάρχουν σε άλλους θεσμούς όπως η Παράλληλη Στήριξη (ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΕΣΕΑ 15-2-2016). Υπενθυμίζεται ότι «αν το μόνο το οποίο παλεύουμε είναι να τα βγάλουμε πέρα με νούμερα και αριθμούς, με κόστη και ζημιές και δεν αντιλαμβανόμαστε την μεγάλη κοινωνική ανταποδοτικότητα της εκπαίδευσης για το μέλλον για τα νέα παιδιά, για τις νέες γενιές που είναι η επένδυση στη γνώση και σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς ταξικούς φραγμούς, τότε δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι εξελίξεις θα μας προσπεράσουν πάρα πολύ γρήγορα» (Α. Τσίπρας, 23-9-2010 Διαβούλευση της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία). Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- επισημαίνει ως άμεσα και αναγκαία θεσμικά και πολιτικά μέτρα τα παρακάτω:Ενιαίος νόμος για την Εκπαίδευση. Η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της γενικής εκπαίδευσης. Οι ειδικές νομοθετικές παρεμβάσεις όπου και όταν απαιτούνται, θα πρέπει να είναι μέρος της γενικότερης νομοθετικής παρέμβασης, να εναρμονίζεται με τους γενικούς και ειδικούς στόχους, να συνυφαίνεται με την γενική εκπαιδευτική διαδικασία και κατά κανόνα να υλοποιούνται στους χώρους, τα πλαίσια και τα προγράμματα της γενικής εκπαίδευσης. Ο Βασικός στόχος, το σχολείο της γειτονιάς να γίνει «ένα Σχολείο για Όλους» με την εισαγωγή μιας σειράς αλλαγών, μέσω των οποίων τα ίδια τα σχολεία θα αναδιαρθρώνονται, προκειμένου να μειωθούν τα εμπόδια στη μάθηση και στη συμμετοχή όλων των παιδιών σύμφωνα με τη φιλοσοφία της συμπερίληψης. Σε μια τέτοια κατεύθυνση, σε έναν ουσιαστικό και δημοκρατικό διάλογο έχουν θέση θέματα όπως: α) η πρώιμη παρέμβαση που πρέπει να πάρει συγκεκριμένη μορφή ώστε να γίνει πράξη το δικαίωμα όλων των παιδιών να συμμετέχουν στην εκπαίδευση όσο πιο γρήγορα και έτοιμα μπορούν, β) η προσχολική εκπαίδευση με Τμήματα Ένταξης στα Νηπιαγωγεία πλήρως στελεχωμένα με εκπαιδευτικούς και υποστηρικτικό προσωπικό, γ) οι δομικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν στα σχολεία Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ώστε να εξασφαλίζουν σε όλα τα παιδιά πραγματική πρόσβαση στα εφόδια της εκπαίδευσης, δ) Ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου του εκπαιδευτικού θεσμού των ΚΕΔΔΥ σε εκπαιδευτική κατεύθυνση και ενίσχυση του Υποστηρικτικού ρόλου τους, ε) η ενίσχυση της επαγγελματικής εκπαίδευσης των παιδιών με αναπηρία, και στ) κατάργηση της διάταξης του ν.3699/2008 για την Ιδιωτική Παράλληλη Στήριξη που μετακυλύει την ευθύνη στους γονείς για τη φοίτηση των παιδιών τους στο γενικό σχολείο και έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα το οποίο ορίζει με σαφήνεια στο άρθρο 21 παργρ. 6 ότι: «τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας». Διασφάλιση των πιστώσεων για την ειδική αγωγή από τον τακτικό προϋπολογισμό. Άμεσοι διορισμοί εκπαιδευτικών γενικής και ειδικής αγωγής, ΕΕΠ, ΕΒΠ στα γενικά και ειδικά σχολεία, με τα ίδια κριτήρια διορισμού που ισχύουν σε όλη την εκπαίδευση. Σε ό, τι αφορά το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης για το διορισμό αναπληρωτών ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το Σχολικό Έτος 2017-2018, που αναρτήθηκε προσφάτως στο σύστημα της Διαύγειας στην ηλεκτρονική διαβούλευση και αφορά τον «Καθορισμό Κριτηρίων Πρόσληψης Αναπληρωτών Εκπαιδευτικών στις Δομές της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης», σύμφωνα με το άρθρο 48 του Ν.4415/2016, το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- τόνισε με Υπομνήματά του -από το έτος 2011- την αναγκαιότητα κατάργησης του πελατειακού άρθρου 56 του Νόμου 3966/2011, που καταργούσε σε μια νύχτα όλες τις οργανικές θέσεις όλων των νηπιαγωγών ειδικής αγωγής ΠΕ60 και όλων των δασκάλων ειδικής αγωγής ΠΕ70 «παραδίνοντας τες» αποκλειστικά στους νέους κλάδους ΠΕ61 & ΠΕ71. Γι’ αυτό χαιρέτισε την κατάργηση του άρθρου 56 του Νόμου 3966/2011 με το άρθρο 48 του Νόμου 4415/2016 που αποκατάστησε την δημοκρατική νομιμότητα και την ισονομία ανάμεσα τους εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Το ίδιο πράξαμε και το 2003 όταν ο Νόμος 3194/2003 κατηγοριοποιούσε και πρότασσε τους συναδέλφους μας με μεταπτυχιακούς τίτλους στους διορισμούς αναπληρωτών και στις υπηρεσιακές μεταβολές των μονίμων (μεταθέσεις-αποσπάσεις) σε βάρος των νηπιαγωγών και των δασκάλων ειδικής αγωγής του Μαράσλειου Διδασκαλείου και των Διδασκαλείων.Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- με αφορμή το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης για το διορισμό αναπληρωτών ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το Σχολικό Έτος 2017-2018, προτείνει: α) την αύξηση της μοριοδότησης της προϋπηρεσίας στις δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, ως υπέρτατη αναγνώριση του Κράτους σε αυτούς που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην αγωγή και εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία, και β) να ληφθεί υπόψη το άρθρο 21 του Συντάγματος της Ελλάδας και το άρθρο 24 του Νόμου 4074/2012 για να υπάρξει εξορθολογισμός της μοριοδότησης των ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων (εκπαιδευτικοί με αναπηρία, γονείς παιδιών με αναπηρία και πολύτεκνοι εκπαιδευτικοί), χωρίς να αφήνει την παραμικρή υπόνοια αδικιών και προνομιακής μεταχείρισης εις βάρος των μη αναπήρων εκπαιδευτικών. Υπενθυμίζουμε ότι η εκπαίδευση, ως θεσμός, είναι καθολικός και ενιαίος. Οι οποιαδήποτε διαφοροποιήσεις «λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση» (Κ. Γαβρόγλου: Υπουργός Παιδείας, 2017) οφείλουν να λαμβάνουν συνολικά υπόψη, τις ιδιαιτερότητες των παιδιών και να προσαρμόζονται σ’ αυτές, διατηρώντας πάντα την βασική, κεντρική, στοχοθεσία της εκπαίδευσης που είναι η ολόπλευρη βελτίωση των χαρακτηριστικών των παιδιών, σε συνάρτηση με τις δυνατότητες τους.