Αρχική Αναδιοργάνωση των δομών υποστήριξης της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και άλλες διατάξειςΆρθρο 30 – Θητεία στελεχών και ανάληψη υπηρεσίαςΣχόλιο του χρήστη ΕΛΕΝΗ ΜΠΕΝΙΑΤΑ | 21 Μαρτίου 2018, 12:29
Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Η τριετής θητεία (έναντι τουλάχιστον της τετραετούς )θα πρέπει να επανεξεταστεί, α)εφόσον οι δομές της εκπ/σης (Δ/νσεις, Περιφερειακές, Κεντρική υπηρεσία του ΥΠΠΕΘ) αναλώνουν πολύτιμο χρόνο κάθε τρία χρόνια για τις κρίσεις στελεχών αναστέλλοντας πολλές από τις βασικές λειτουργίες τους για μεγάλο διάστημα, ενώ παράλληλα, για αρκετό διάστημα πριν και μετά τις κρίσεις η εκπαιδευτική κοινότητα και ιδιαίτερα οι σχολικές μονάδες, διανύουν μια περίοδο «στασιμότητας» και αναμονής, στην οποία παρατηρούνται εντάσεις και ανταγωνισμοί, γενικά μια περίοδο «μη κανονικότητας». β)Επιπλέον, εμποδίζει ένα στέλεχος σε οποιαδήποτε θέση υπηρετεί να επενδύσει σε μακροπρόθεσμους στόχους και να εισπράξει την προστιθέμενη αξία σε βάθος χρόνου ενθαρρύνοντας προσπάθειες ή στόχους που έχουν σχετικά άμεσο, επικοινωνιακό και επιφανειακό κατά κανόνα προσανατολισμό, εκδοχή που εντείνεται από το γεγονός ότι θα πρέπει ταυτόχρονα κάθε στέλεχος να αξιολογηθεί θετικά από τους υφισταμένους του. Το παραπάνω πλαίσιο, αν συνδυαστεί με την παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου, «δεν επιτρέπεται η επιλογή για τρίτη συναπτή θητεία σε όμοια θέση στελέχους της εκπαίδευσης» διαμορφώνει το προφίλ ενός «διεκπεραιωτικού» και «αναλώσιμου», στελέχους, ενός στελέχους το οποίο θα πρέπει να δίνει έμφαση στο να είναι περισσότερο «αρεστό» με ό,τι θετικό ή αρνητικό μπορεί αυτό να συνεπάγεται, ενώ δεν απαιτείται να διαθέτει ιδιαίτερες γνώσεις , εμπειρία και δεξιότητες για τη θέση στην οποία επιλέγεται. Επιπλέον, το γεγονός ότι οι δυο παραπάνω προϋποθέσεις (δηλ. της τριετούς θητείας και το όριο των δύο θητειών) ισχύουν αποκλειστικά για τα στελέχη της εκπαίδευσης, τα οποία ούτε χρήματα διαχειρίζονται ούτε υπηρετούν σε μια υπηρεσία που ενέχει υποψίες διαπλοκής και συνδιαλλαγής, δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά για τη σκοπιμότητά τους, εφόσον: αφενός στοχοποιεί, υποβαθμίζει και ενοχοποιεί την έννοια «στέλεχος» υποβάλλοντας με έμμεσο τρόπο, ένα τεχνητό διαχωρισμό στην εκπαιδευτική κοινότητα, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τη συνεργασία και τις σχέσεις αμοιβαίου σεβασμού μεταξύ τους. Αφετέρου, η συγκεκριμένη διάταξη αντιβαίνει την αρχή της ίσης μεταχείρισης (άρθ 4 του Συντάγματος) σε σχέση με τα υπόλοιπα στελέχη του δημόσιου τομέα και τις βασικές αρχές επαγγελματικής ανάπτυξης. Ποιοι άλλοι Δ/ντές και Προϊστάμενοι υπηρεσιών έχουν πλαφόν στις θητείες και επιστρέφουν στη θέση από την οποία ξεκίνησαν. Άλλωστε μοριοδοτώντας τα 20 χρόνια διδακτικής υπηρεσίας και, ταυτόχρονα, βάζοντας ανώτατο όριο στα επιστημονικά προσόντα, εξασφαλίζεται στον ανώτατο βαθμό η επαφή με τη διδακτική πράξη, που πολύ σωστά θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση, κατά την οποία ό,τι είχε κάποιος να δώσει στην τάξη το έδωσε. Δε θα διαφωνήσω ότι υπάρχουν στελέχη και δομές της εκπαίδευσης τα οποία δεν επιτελούν σωστά το ρόλο τους ούτε εξυπηρετούν ικανοποιητικά τις ανάγκες για τις οποίες θεσπίστηκαν, όπως υπάρχουν αντίστοιχα άτομα και δομές σε όλη την πυραμίδα της εκπαίδευσης. Προς αυτή την κατεύθυνση έχουμε καταθέσει ουσιαστικές προτάσεις βελτίωσης και εποπτείας όλων των δομών της εκπαίδευσης και προς το ΙΕΠ και το ΥΠΠΕΘ με το σκεπτικό ότι λύση δεν είναι η κατάργηση ή η υποβάθμιση μιας δομής, η οποία αποτελεί οργανικό μέρος της πυραμίδας της εκπαίδευσης, αλλά η λήψη των ενδεικνυόμενων και ριζικών μέτρων για την θεραπεία των όποιων δυσλειτουργιών. Εν κατακλείδι, θεωρώντας ότι τα 21 χρόνια διδακτικής μου υπηρεσίας και η δεκαετής υπηρεσία μου ως στέλεχος της εκπαίδευσης, σε όλη τη διάρκεια της οποίας η επαφή μου με τη σχολική τάξη, όπως και πολλών στελεχών που συνεργάζομαι, δε διακόπηκε, μου επιτρέπουν να επισημάνω ότι οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις θα πρέπει να εξεταστούν πολύ σοβαρά και να τροποποιηθούν με γνώμονα όχι το συμφέρον των όποιων στελεχών ή την «ικανοποίηση» καλώς ή κακώς εννοούμενων προσδοκιών και συντεχνιακών συμφερόντων αλλά το συμφέρον και μόνο της εκπαίδευσης.