Το περιεχόμενο του άρθρου 5 συνιστά εξόφθαλμη διακριτική μεταχείριση μεταξύ των υφιστάμενων φοιτητών του ΤΕΙ Ηπείρου και των φοιτητών των πρώην ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά. Εφόσον στους φοιτητές των πρώην ΤΕΙ ΑΘήνας και Πειραιά δόθηκε η δυνατότητα να επιλέξουν κατά πόσο θα αποφοιτήσουν από τα Τμήματα των ΤΕΙ ή από τα νέα Τμήματα του Πανεπιστημίου Δ. Αττικής, θα πρέπει να δοθεί η αντίστοιχη δυνατότητα και στους φοιτητές του ΤΕΙ Ηπείρου. Οποιαδήποτε διαφορετική αντιμετώπιση αποτελεί διακριτική μεταχείριση το οποίο έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις συνταγματικές προβλέψεις και επομένως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να καταπέσει στα δικαστήρια, εφόσον προσφύγει έστω και ένας θιγόμενος φοιτητής. Πέρα όμως από την νομική διάσταση του θέματος υπάρχει και η πρακτική όπου και εκεί θα μπορούσε κάποιος να καταθέσει πληθώρα επιχειρημάτων υπέρ της ύπαρξης της προαναφερόμενης δυνατότητας.
Εφόσον οι υφιστάμενοι φοιτητές του ΤΕΙ Ηπείρου θα συνεχίσουν να φοιτούν ακολουθώντας το πρόγραμμα σπουδών του ΤΕΙ, αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στο κάθε Τμήμα θα υπάρχουν δύο προγράμματα σπουδών (ένα για τους φοιτητές του ΤΕΙ και ένα για τους φοιτητές του Πανεπιστημίου), άρα οι απαιτήσεις σε διδακτικό προσωπικό θα είναι σχεδόν διπλάσιες και επομένως και το κόστος λειτουργίας θα είναι πολύ υψηλό με ότι αυτό συνεπάγεται. Η μόνο περίπτωση να μειωθεί το κόστος είναι να υπάρχουν κοινά μαθήματα μεταξύ του ΤΕΙ και του Πανεπιστημίου. Μα σε αυτήν την περίπτωση πώς θα δικαιολογηθεί το γεγονός ότι οι φοιτητές θα παρακολουθούν τα ίδια μαθήματα αλλά θα αποφοιτούν με άλλο τίτλο σπουδών;
Τα υφιστάμενα τμήματα ΤΕΙ, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου θα συνεχίσουν να δέχονται πρωτοετείς φοιτητές και στο επόμενο ακαδημαϊκό έτος 2018-2019. Εδώ όμως τίθεται ένα σοβαρό ερώτημα: Ποιος υποψήφιος φοιτητής ο οποίος θα δώσει φέτος πανελλήνιες εξετάσεις θα επιλέξει να φοιτήσει στα τμήματα του ΤΕΙ Ηπείρου τα οποία από την επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά θα πάψουν να υπάρχουν; Υπάρχει κάποιος σκεπτόμενος ο οποίος πιστεύει ότι τα υφιστάμενα τμήματα του ΤΕΙ Ηπείρου θα μπορέσουν να διατηρήσουν την ελκυστικότητά τους (όπως αυτή εκφράζεται από την βάση εισαγωγής) υπό αυτές τις συνθήκες υποβάθμισης των προγραμμάτων σπουδών και γενικότερα του ονόματος των τμημάτων;
Για τα επόμενα επτά τουλάχιστον έτη, μέχρι δηλαδή να αποφοιτήσουν οι φοιτητές που θα εισαχθούν το ακαδημαϊκό έτος 2018-2019, θεωρητικά θα υπάρχουν δύο προγράμματα σπουδών σε κάθε πρώην τμήμα του ΤΕΙ Ηπείρου. Επειδή δεν αναμένεται να προσληφθούν μέλη ΔΕΠ σε κάθε τμήμα για να καλύψουν τις διδακτικές ώρες για δύο προγράμματα σπουδών, το πιο πιθανόν είναι τα μέλη ΔΕΠ να επιλέξουν να διδάσκουν κυρίως στο πρόγραμμα σπουδών του πανεπιστημίου παραμελώντας ή αδιαφορώντας για το πρόγραμμα σπουδών του ΤΕΙ. Αυτό θα έχει ως άμεση συνέπεια την υποβάθμιση της ποιότητας σπουδών στα τμήματα του ΤΕΙ το οποίο αποτελεί κατάφωρη αδικία για τους υφιστάμενους φοιτητές των τμημάτων του ΤΕΙ. Οι υφιστάμενοι φοιτητές του ΤΕΙ επέλεξαν να φοιτήσουν στα εν λόγω τμήματα λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων, το πρόγραμμα σπουδών την ύπαρξη ή όχι αντίστοιχων πανεπιστημιακών τμημάτων, τα μέλη ΔΕΠ του τμήματος, τις ερευνητικές κατευθύνσεις των τμημάτων κ.α. Όλα τα προαναφερόμενα θα αλλοιωθούν με την προτεινόμενη ύπαρξη παράλληλων προγραμμάτων σπουδών ΤΕΙ και πανεπιστημίου.
Στο νόμο ίδρυσης του πανεπιστημίου Δ. Αττικής ενώ θεωρητικά υπάρχει η δυνατότητα κάποιος φοιτητής να ακολουθήσει το παλαιό πρόγραμμα σπουδών και να αποφοιτήσει από το ΤΕΙ, ο νομοθέτης θέλοντας για ευνόητους κυρίως οικονομικούς λόγους, να αποτρέψει τέτοιες περιπτώσεις εισήγαγε διάταξη με την οποία εάν κάποιος φοιτητής επιλέξει να αποφοιτήσει από το πρώην Τμήμα ΤΕΙ τότε δεν θα έχει στο μέλλον την δυνατότητα να αλλάξει αυτήν του την απόφαση. Πώς είναι δυνατόν μέσα σε μερικούς μήνες ο ίδιος νομοθέτης αντιμετωπίζει την ίδια περίπτωση με εντελώς άλλη πρακτική για την οποία δεν υπάρχει κανένα σοβαρό επιχείρημα;
Το περιεχόμενο του άρθρου 5 συνιστά εξόφθαλμη διακριτική μεταχείριση μεταξύ των υφιστάμενων φοιτητών του ΤΕΙ Ηπείρου και των φοιτητών των πρώην ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά. Εφόσον στους φοιτητές των πρώην ΤΕΙ ΑΘήνας και Πειραιά δόθηκε η δυνατότητα να επιλέξουν κατά πόσο θα αποφοιτήσουν από τα Τμήματα των ΤΕΙ ή από τα νέα Τμήματα του Πανεπιστημίου Δ. Αττικής, θα πρέπει να δοθεί η αντίστοιχη δυνατότητα και στους φοιτητές του ΤΕΙ Ηπείρου. Οποιαδήποτε διαφορετική αντιμετώπιση αποτελεί διακριτική μεταχείριση το οποίο έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις συνταγματικές προβλέψεις και επομένως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να καταπέσει στα δικαστήρια, εφόσον προσφύγει έστω και ένας θιγόμενος φοιτητής. Πέρα όμως από την νομική διάσταση του θέματος υπάρχει και η πρακτική όπου και εκεί θα μπορούσε κάποιος να καταθέσει πληθώρα επιχειρημάτων υπέρ της ύπαρξης της προαναφερόμενης δυνατότητας. Εφόσον οι υφιστάμενοι φοιτητές του ΤΕΙ Ηπείρου θα συνεχίσουν να φοιτούν ακολουθώντας το πρόγραμμα σπουδών του ΤΕΙ, αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στο κάθε Τμήμα θα υπάρχουν δύο προγράμματα σπουδών (ένα για τους φοιτητές του ΤΕΙ και ένα για τους φοιτητές του Πανεπιστημίου), άρα οι απαιτήσεις σε διδακτικό προσωπικό θα είναι σχεδόν διπλάσιες και επομένως και το κόστος λειτουργίας θα είναι πολύ υψηλό με ότι αυτό συνεπάγεται. Η μόνο περίπτωση να μειωθεί το κόστος είναι να υπάρχουν κοινά μαθήματα μεταξύ του ΤΕΙ και του Πανεπιστημίου. Μα σε αυτήν την περίπτωση πώς θα δικαιολογηθεί το γεγονός ότι οι φοιτητές θα παρακολουθούν τα ίδια μαθήματα αλλά θα αποφοιτούν με άλλο τίτλο σπουδών; Τα υφιστάμενα τμήματα ΤΕΙ, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου θα συνεχίσουν να δέχονται πρωτοετείς φοιτητές και στο επόμενο ακαδημαϊκό έτος 2018-2019. Εδώ όμως τίθεται ένα σοβαρό ερώτημα: Ποιος υποψήφιος φοιτητής ο οποίος θα δώσει φέτος πανελλήνιες εξετάσεις θα επιλέξει να φοιτήσει στα τμήματα του ΤΕΙ Ηπείρου τα οποία από την επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά θα πάψουν να υπάρχουν; Υπάρχει κάποιος σκεπτόμενος ο οποίος πιστεύει ότι τα υφιστάμενα τμήματα του ΤΕΙ Ηπείρου θα μπορέσουν να διατηρήσουν την ελκυστικότητά τους (όπως αυτή εκφράζεται από την βάση εισαγωγής) υπό αυτές τις συνθήκες υποβάθμισης των προγραμμάτων σπουδών και γενικότερα του ονόματος των τμημάτων; Για τα επόμενα επτά τουλάχιστον έτη, μέχρι δηλαδή να αποφοιτήσουν οι φοιτητές που θα εισαχθούν το ακαδημαϊκό έτος 2018-2019, θεωρητικά θα υπάρχουν δύο προγράμματα σπουδών σε κάθε πρώην τμήμα του ΤΕΙ Ηπείρου. Επειδή δεν αναμένεται να προσληφθούν μέλη ΔΕΠ σε κάθε τμήμα για να καλύψουν τις διδακτικές ώρες για δύο προγράμματα σπουδών, το πιο πιθανόν είναι τα μέλη ΔΕΠ να επιλέξουν να διδάσκουν κυρίως στο πρόγραμμα σπουδών του πανεπιστημίου παραμελώντας ή αδιαφορώντας για το πρόγραμμα σπουδών του ΤΕΙ. Αυτό θα έχει ως άμεση συνέπεια την υποβάθμιση της ποιότητας σπουδών στα τμήματα του ΤΕΙ το οποίο αποτελεί κατάφωρη αδικία για τους υφιστάμενους φοιτητές των τμημάτων του ΤΕΙ. Οι υφιστάμενοι φοιτητές του ΤΕΙ επέλεξαν να φοιτήσουν στα εν λόγω τμήματα λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων, το πρόγραμμα σπουδών την ύπαρξη ή όχι αντίστοιχων πανεπιστημιακών τμημάτων, τα μέλη ΔΕΠ του τμήματος, τις ερευνητικές κατευθύνσεις των τμημάτων κ.α. Όλα τα προαναφερόμενα θα αλλοιωθούν με την προτεινόμενη ύπαρξη παράλληλων προγραμμάτων σπουδών ΤΕΙ και πανεπιστημίου. Στο νόμο ίδρυσης του πανεπιστημίου Δ. Αττικής ενώ θεωρητικά υπάρχει η δυνατότητα κάποιος φοιτητής να ακολουθήσει το παλαιό πρόγραμμα σπουδών και να αποφοιτήσει από το ΤΕΙ, ο νομοθέτης θέλοντας για ευνόητους κυρίως οικονομικούς λόγους, να αποτρέψει τέτοιες περιπτώσεις εισήγαγε διάταξη με την οποία εάν κάποιος φοιτητής επιλέξει να αποφοιτήσει από το πρώην Τμήμα ΤΕΙ τότε δεν θα έχει στο μέλλον την δυνατότητα να αλλάξει αυτήν του την απόφαση. Πώς είναι δυνατόν μέσα σε μερικούς μήνες ο ίδιος νομοθέτης αντιμετωπίζει την ίδια περίπτωση με εντελώς άλλη πρακτική για την οποία δεν υπάρχει κανένα σοβαρό επιχείρημα;