Η ίδρυση του Κέντρου Ερευνών Ηπείρου (Κ.Ε.ΗΠ) στα πλαίσια της συγχώνευσης του ΤΕΙ Ηπείρου με το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων αποτελεί μια καινοτόμα μεταρρύθμιση διότι οδηγεί στη θεσμοθέτηση ενός υπέρ-φορέα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έρευνας το οποίο ενσωματώνει όλες τις ακαδημαικές και ερευνητικές μονάδες της περιφέρειας. Παράλληλα με την δημιουργία νέων ινστιτούτων θα ήταν εύλογο να ενταχθούν στο Κ.Ε.ΗΠ. και υφιστάμενα ερευνητικά ινστιτούτα που έχουν ως κύρια ερευνητική έδρα την περιφέρεια της Ηπείρου ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος αλληλοκάλυψης στα ερευνητικά αντικείμενα που θεραπεύουν. Η ενσωμάτωση υφιστάμενων ερευνητικών ινστιτούτων ή δημιουργία νέων πρέπει να αποτελέσει κύρια επιδίωξη και στις επόμενες συγχωνεύσεις ΑΕΙ-ΤΕΙ για την δημιουργία ενός ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου για όλες τις δομές της ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας σε κάθε γεωγραφική περιφέρεια. Μόνο με τέτοιου είδους πρακτικές θα διασφαλιστεί α) η βέλτιστη αξιοποίηση των υφιστάμενων ερευνητικών υποδομών και β) ο ορθολογικός σχεδιασμός ανάπτυξης νέων υποδομών, στην κατεύθυνση της συμπληρωματικότητας και της εξοικονόμησης πόρων. Κατά αυτό τον τρόπο θα εξαλειφθεί και το ιδιότυπο καθεστώς «προσωπικής ιδιοκτησίας» ερευνητικών υποδομών που παρατηρείται σε ορισμένους ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς φορείς της χώρας.
Η ίδρυση του Κέντρου Ερευνών Ηπείρου (Κ.Ε.ΗΠ) στα πλαίσια της συγχώνευσης του ΤΕΙ Ηπείρου με το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων αποτελεί μια καινοτόμα μεταρρύθμιση διότι οδηγεί στη θεσμοθέτηση ενός υπέρ-φορέα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έρευνας το οποίο ενσωματώνει όλες τις ακαδημαικές και ερευνητικές μονάδες της περιφέρειας. Παράλληλα με την δημιουργία νέων ινστιτούτων θα ήταν εύλογο να ενταχθούν στο Κ.Ε.ΗΠ. και υφιστάμενα ερευνητικά ινστιτούτα που έχουν ως κύρια ερευνητική έδρα την περιφέρεια της Ηπείρου ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος αλληλοκάλυψης στα ερευνητικά αντικείμενα που θεραπεύουν. Η ενσωμάτωση υφιστάμενων ερευνητικών ινστιτούτων ή δημιουργία νέων πρέπει να αποτελέσει κύρια επιδίωξη και στις επόμενες συγχωνεύσεις ΑΕΙ-ΤΕΙ για την δημιουργία ενός ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου για όλες τις δομές της ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας σε κάθε γεωγραφική περιφέρεια. Μόνο με τέτοιου είδους πρακτικές θα διασφαλιστεί α) η βέλτιστη αξιοποίηση των υφιστάμενων ερευνητικών υποδομών και β) ο ορθολογικός σχεδιασμός ανάπτυξης νέων υποδομών, στην κατεύθυνση της συμπληρωματικότητας και της εξοικονόμησης πόρων. Κατά αυτό τον τρόπο θα εξαλειφθεί και το ιδιότυπο καθεστώς «προσωπικής ιδιοκτησίας» ερευνητικών υποδομών που παρατηρείται σε ορισμένους ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς φορείς της χώρας.