ΣΑΝΔ ΜΕΑ
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Αξιότιμε κύριε υπουργέ,
Ο ΣΑΝΔ ΜΕΑ εκφράζει την αντίθεση του αναφορικά με το αρ, 3 στο νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας που αφορά τη συγχώνευση του ΤΕΙ Ηπείρου με το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και την ίδρυση νέου Τμήματος Ειδικής Αγωγής στο Παν Ιωάννινων ,καθώς η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι και προέκταση της γενικής εκπαίδευσής και σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως ένα διακριτό επιστημονικό πεδίο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση μία τέτοιου είδους απόφαση στερείται επιστημονικής βάσης και στοιχειώδους σχέσης με τη θεωρία και πράξη της συνεκπαίδευσης. Δεδομένων των σχετικών δεσμεύσεων της Ελλάδας, που αφορούν σε βασικά δικαιώματα των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (ΕΕΑ) ή/και αναπηρία, βασική επιδίωξη της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας και της Πολιτείας θα έπρεπε να είναι η εφαρμογή ενός παιδοκεντρικού ενταξιακού εκπαιδευτικού συστήματος, ικανού να ανταποκριθεί στις ανάγκες όλων των παιδιών και κατ’ επέκταση, μίας κοινωνίας χωρίς διακρίσεις.
Αντί αυτού, στο αρ.3 π.2γ στο παρόν νομοσχέδιο, με την ίδρυση νέου τμήματος ΕΑΕ η ειδική εκπαίδευση αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστό και ανεξάρτητο από την γενική εκπαίδευση σύστημα, γεγονός που ενισχύει τη δημιουργία χάσματος μεταξύ των δύο. Το παραπάνω οδηγεί στη δημιουργία εκπαιδευτικών μοντέλων που όχι μόνο δεν προάγουν τη συνεκπαίδευση με ίσους ορούς όλων των μαθητών αλλά αντίθετα αποτελούν οπισθοδρόμηση και ομοιάζουν με μοντέλα εκπαίδευσης παλιότερων δεκαετιών και τα οποία έχουν απορριφθεί από την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα λόγω των συνεπειών τους στην εκπαίδευση
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή/και αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον γενικό παιδαγωγό. Αντιθέτως η εκπαίδευση του ειδικού παιδαγωγού στην ειδική αγωγή αποτελεί εξειδίκευση η οποία θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική του εκπαίδευση στη γενική αγωγή (Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, 1994).
Διερωτάται κάνεις :
Ποιος είναι ο πραγματικός στόχος που εξυπηρετεί η ίδρυση νέου τμήματος για την ειδική εκπαίδευση; Αν ο στόχος αυτός είναι η σχολική και κατ’ επέκταση κοινωνική ένταξη των μαθητών με ΕΕΑ ή/και αναπηρία, με ποιο ακριβώς τρόπο τούτος μπορεί να επιτευχθεί; Μπορεί άραγε να επιτευχθεί με τη δημιουργία ενός ακόμη τμήματος ειδικής αγωγής; Σε ποια καταγεγραμμένα επιστημονικά και ερευνητικά δεδομένα στηρίζεται η αποκοπή της ειδικής από τη γενική εκπαίδευση; Με ποιο τρόπο η εναρμόνιση των δύο σχετίζεται με την επίτευξη του στόχου της ένταξης;
Ποια είναι τα θεωρητικά και ερευνητικά δεδομένα που υποδεικνύουν ότι η βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για την γενική τάξη είναι περιττή για την ποιοτική εκπαίδευση των παιδιών με ΕΕΑ ή/και αναπηρία. Σε ποια δεδομένα στηρίζεται η αναγνώριση του ειδικού παιδαγωγού ως ξεχωριστή επαγγελματική και επιστημονική οντότητα από τον γενικό παιδαγωγό, η οποία μάλιστα καθορίζεται από τις βασικές σπουδές και όχι από τις συμπληρωματικές σπουδές εξειδίκευσης;
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από Ευρωπαϊκούς και Διεθνείς οργανισμούς προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, είναι απαραίτητο να υπάρχουν στοιχεία μετά από σχετική συστηματική έρευνα της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος σπουδών ( έχει άραγε μελετηθεί και εκπονηθεί;) του προς ίδρυση τμήματος ειδικής αγωγής με την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης στους μαθητές;
Ο ΣΑΝΔ ΜΕΑ μελετώντας τα κείμενα ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών θεωρεί ότι η δημιουργία και λειτουργία ακόμη ενός τμήματος ειδικής αγωγής στα Ιωάννινα παλινδρόμηση και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον πρόσφατο συμπεριληπτικο νόμο 4415/16 και την υπ’ Αριθμ. 61048/Ε2 (1) ΦΕΚ 1239 /τ.Β’/ 10-4-17 υπ. Απόφαση , νομοθετικές ρυθμίσεις που μετά από πολλά χρόνια έφεραν την εκπαίδευση στον ορθό επιστημονικά δρόμο. ¨Όμως την παρούσα στιγμή αντί τα παραπάνω νομοθετήματα να αποτελέσουν την βάση για μια ποιοτική και αποτελεσματική συνεκπαίδευση γίνεται απόπειρα ακαδημαϊκής «επένδυσης» που παραπέμπει σε διαχωριστικά εκπαιδευτικά μοντέλα προκειμένου να εξυπηρετήσει συντεχνιακά συμφέροντα. Ο ΣΑΝΔ ΜΕΑ κάνει έκκληση:
• ΤΟ Υπουργείο Παιδείας & Θρησκευμάτων να στραφεί ως οφείλει, στην πραγματική εναρμόνιση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος με τις αρχές της ενταξιακής εκπαίδευσης όπως αυτές περιγράφονται και αναλύονται στην σχετική επιστημονική βιβλιογραφία και τα σχετικά κείμενα ευρωπαϊκών και διεθνών φορέων.
• Ζητάμε την απόσυρση του αρ.3 π.2γ του παρόντος νομοσχεδίου .
• Αιτούμαστε την άμεση εκκίνηση διαδικασίας αποτίμησης της παρούσας κατάστασης της ενταξιακής εκπαίδευσης στην Ελλάδα σε πολιτικό επίπεδο και σε επίπεδο πρακτικής εφαρμογής βάσει σαφώς προσδιορισμένων ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών συνεκπαίδευσης, καθώς τα στοιχεία αυτά είναι απαραίτητα για την τεκμηρίωση της αναγκαιότητας ενός νέου νόμου για την ενιαία ενταξιακή εκπαίδευση και την διαμόρφωση των επιμέρους στόχων του.
ΣΑΝΔ ΜΕΑ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ Αξιότιμε κύριε υπουργέ, Ο ΣΑΝΔ ΜΕΑ εκφράζει την αντίθεση του αναφορικά με το αρ, 3 στο νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας που αφορά τη συγχώνευση του ΤΕΙ Ηπείρου με το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και την ίδρυση νέου Τμήματος Ειδικής Αγωγής στο Παν Ιωάννινων ,καθώς η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι και προέκταση της γενικής εκπαίδευσής και σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως ένα διακριτό επιστημονικό πεδίο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση μία τέτοιου είδους απόφαση στερείται επιστημονικής βάσης και στοιχειώδους σχέσης με τη θεωρία και πράξη της συνεκπαίδευσης. Δεδομένων των σχετικών δεσμεύσεων της Ελλάδας, που αφορούν σε βασικά δικαιώματα των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (ΕΕΑ) ή/και αναπηρία, βασική επιδίωξη της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας και της Πολιτείας θα έπρεπε να είναι η εφαρμογή ενός παιδοκεντρικού ενταξιακού εκπαιδευτικού συστήματος, ικανού να ανταποκριθεί στις ανάγκες όλων των παιδιών και κατ’ επέκταση, μίας κοινωνίας χωρίς διακρίσεις. Αντί αυτού, στο αρ.3 π.2γ στο παρόν νομοσχέδιο, με την ίδρυση νέου τμήματος ΕΑΕ η ειδική εκπαίδευση αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστό και ανεξάρτητο από την γενική εκπαίδευση σύστημα, γεγονός που ενισχύει τη δημιουργία χάσματος μεταξύ των δύο. Το παραπάνω οδηγεί στη δημιουργία εκπαιδευτικών μοντέλων που όχι μόνο δεν προάγουν τη συνεκπαίδευση με ίσους ορούς όλων των μαθητών αλλά αντίθετα αποτελούν οπισθοδρόμηση και ομοιάζουν με μοντέλα εκπαίδευσης παλιότερων δεκαετιών και τα οποία έχουν απορριφθεί από την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα λόγω των συνεπειών τους στην εκπαίδευση Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή/και αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον γενικό παιδαγωγό. Αντιθέτως η εκπαίδευση του ειδικού παιδαγωγού στην ειδική αγωγή αποτελεί εξειδίκευση η οποία θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική του εκπαίδευση στη γενική αγωγή (Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, 1994). Διερωτάται κάνεις : Ποιος είναι ο πραγματικός στόχος που εξυπηρετεί η ίδρυση νέου τμήματος για την ειδική εκπαίδευση; Αν ο στόχος αυτός είναι η σχολική και κατ’ επέκταση κοινωνική ένταξη των μαθητών με ΕΕΑ ή/και αναπηρία, με ποιο ακριβώς τρόπο τούτος μπορεί να επιτευχθεί; Μπορεί άραγε να επιτευχθεί με τη δημιουργία ενός ακόμη τμήματος ειδικής αγωγής; Σε ποια καταγεγραμμένα επιστημονικά και ερευνητικά δεδομένα στηρίζεται η αποκοπή της ειδικής από τη γενική εκπαίδευση; Με ποιο τρόπο η εναρμόνιση των δύο σχετίζεται με την επίτευξη του στόχου της ένταξης; Ποια είναι τα θεωρητικά και ερευνητικά δεδομένα που υποδεικνύουν ότι η βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για την γενική τάξη είναι περιττή για την ποιοτική εκπαίδευση των παιδιών με ΕΕΑ ή/και αναπηρία. Σε ποια δεδομένα στηρίζεται η αναγνώριση του ειδικού παιδαγωγού ως ξεχωριστή επαγγελματική και επιστημονική οντότητα από τον γενικό παιδαγωγό, η οποία μάλιστα καθορίζεται από τις βασικές σπουδές και όχι από τις συμπληρωματικές σπουδές εξειδίκευσης; Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από Ευρωπαϊκούς και Διεθνείς οργανισμούς προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, είναι απαραίτητο να υπάρχουν στοιχεία μετά από σχετική συστηματική έρευνα της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος σπουδών ( έχει άραγε μελετηθεί και εκπονηθεί;) του προς ίδρυση τμήματος ειδικής αγωγής με την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης στους μαθητές; Ο ΣΑΝΔ ΜΕΑ μελετώντας τα κείμενα ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών θεωρεί ότι η δημιουργία και λειτουργία ακόμη ενός τμήματος ειδικής αγωγής στα Ιωάννινα παλινδρόμηση και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον πρόσφατο συμπεριληπτικο νόμο 4415/16 και την υπ’ Αριθμ. 61048/Ε2 (1) ΦΕΚ 1239 /τ.Β’/ 10-4-17 υπ. Απόφαση , νομοθετικές ρυθμίσεις που μετά από πολλά χρόνια έφεραν την εκπαίδευση στον ορθό επιστημονικά δρόμο. ¨Όμως την παρούσα στιγμή αντί τα παραπάνω νομοθετήματα να αποτελέσουν την βάση για μια ποιοτική και αποτελεσματική συνεκπαίδευση γίνεται απόπειρα ακαδημαϊκής «επένδυσης» που παραπέμπει σε διαχωριστικά εκπαιδευτικά μοντέλα προκειμένου να εξυπηρετήσει συντεχνιακά συμφέροντα. Ο ΣΑΝΔ ΜΕΑ κάνει έκκληση: • ΤΟ Υπουργείο Παιδείας & Θρησκευμάτων να στραφεί ως οφείλει, στην πραγματική εναρμόνιση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος με τις αρχές της ενταξιακής εκπαίδευσης όπως αυτές περιγράφονται και αναλύονται στην σχετική επιστημονική βιβλιογραφία και τα σχετικά κείμενα ευρωπαϊκών και διεθνών φορέων. • Ζητάμε την απόσυρση του αρ.3 π.2γ του παρόντος νομοσχεδίου . • Αιτούμαστε την άμεση εκκίνηση διαδικασίας αποτίμησης της παρούσας κατάστασης της ενταξιακής εκπαίδευσης στην Ελλάδα σε πολιτικό επίπεδο και σε επίπεδο πρακτικής εφαρμογής βάσει σαφώς προσδιορισμένων ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών συνεκπαίδευσης, καθώς τα στοιχεία αυτά είναι απαραίτητα για την τεκμηρίωση της αναγκαιότητας ενός νέου νόμου για την ενιαία ενταξιακή εκπαίδευση και την διαμόρφωση των επιμέρους στόχων του.