Η επιλογή και απόφασή των ήδη φοιτούντων μαθητών σε πρότυπα γυμνάσια να δώσουν εισαγωγικές εξετάσεις σε απαιτητικά αλλά διακεκριμένα και καινοτόμα σχολεία, ήταν βασισμένη σε ένα ευρύτερο οικογενειακό πλαίσιο ψυχολογικής και οικονομικής στήριξης. Οι εξουθενωτικές ώρες μελέτης και προετοιμασίας, η διαχείριση του άγχους των εισαγωγικών εξετάσεων μιας τόσο μικρής ηλικιακής ομάδας υποψηφίων, η αντιμετώπιση των ίδιων των εξετάσεων που προσομοιάζουν τις πανελλήνιες (δεδομένου του μεγάλου αριθμού των υποψηφίων και των λιγοστών επιτυχόντων), η συνολικά κοπιαστική και μακρόχρονη προετοιμασία των παιδιών και η ενίσχυση της προσδοκίας τους να φοιτήσουν σε ένα πρότυπο σχολείο, βασίστηκε στη ισχύ ενός συγκεκριμένου νομοθετικού πλαισίου και των προϋποθέσεών του που ρητά καθόριζε ότι η φοίτησή τους θα είναι ενιαία και θα αφορά και τις δύο βαθμίδες (Γυμνασίου-Λυκείου) με άμεση διασύνδεση και μετάβαση, ακολουθώντας τη σχολική πορεία από το Γυμνάσιο προς στο Λύκειο που υπόκειται μόνο στις ενδοσχολικές απολυτήριες εξετάσεις (άρθρο 90, παρ. 1 του Ν.4610/2019). Η συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών που ήδη φοιτούν στα πρότυπα γυμνάσια έχουν ενσυνείδητο το κίνητρο της επιμέλειας και της καλλιέργειας της αριστείας. Είναι σαφές και απολύτως θεμιτό ότι η άριστη πορεία των εισαχθέντων μαθητών θα πρέπει να είναι διαρκής και σταθερή σε όλα τα έτη φοίτησής τους. Αυτό όμως είναι κάτι που δεν εξασφαλίζεται με τη θεσμοθέτηση νέων εξετάσεων στην αλλαγή βαθμίδας από το Γυμνάσιο στο Λύκειο για πολλούς, ευνόητους και ουσιαστικούς λόγους με τον σημαντικότερο από όλους να είναι η ταπεινωτική τοποθέτηση των αποδεδειγμένα άριστων μαθητών σε μηδενική βάση εισαγωγής τους για την επόμενη βαθμίδα. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν δικλίδες ασφαλείας στη διατήρηση της αριστείας και των υψηλών επιδόσεών τους μέσα από μορφές ελέγχου όπως ενδεικτικά η εφαρμογή δεσμευτικών ορίων σε έναν υψηλό βαθμό αποφοίτησης, γεγονός που θα διατηρήσει και θα ενισχύσει τις σχολικές τους επιδόσεις. Ωστόσο, το κάθε μορφής εξεταστικό πλαίσιο (ακόμη και για τους πιο ικανούς και επιμελείς μαθητές), ελλοχεύει τον κίνδυνο της αποτυχίας, της απογοήτευσης, της δυσβάσταχτης ψυχικής και σωματικής κούρασης, της αλλαγής των συνθηκών της ατομικής σταθερότητας αλλά και της οικογενειακής συνοχής. Δεν ωφελεί να «ταλαιπωρούμε», να «αμφισβητούμε», να «τιμωρούμε», να «αιφνιδιάζουμε» και να αγχώνουμε τους μαθητές εκείνους που αποδεδειγμένα και συνειδητά κόπιασαν για την αδιάβλητη εισαγωγή τους σε αυτά τα σχολεία. Αποτελούν ένα υψηλού επιπέδου μαθητικό υλικό, έτοιμο για αξιοποίηση και περαιτέρω ενδυνάμωση. Θα ήταν φρόνιμο και εποικοδομητικό να προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε όλοι μας, με σεβασμό και αυτοσυγκράτηση στο βαθμό που μας αναλογεί, την έννοια της «αριστείας» ως μία ευρύτερη κοινωνική αρετή ως ένα κίνητρο ανάδειξης των ανθρώπινων ικανοτήτων, ως ένα μέσο προκοπής και αυτοβελτίωσης και όχι ως ένα διαρκές προϊόν ανταγωνισμού, βαθμοθηρίας και εξόντωσης της προσωπικότητας και της ψυχής των παιδιών μας…
Η επιλογή και απόφασή των ήδη φοιτούντων μαθητών σε πρότυπα γυμνάσια να δώσουν εισαγωγικές εξετάσεις σε απαιτητικά αλλά διακεκριμένα και καινοτόμα σχολεία, ήταν βασισμένη σε ένα ευρύτερο οικογενειακό πλαίσιο ψυχολογικής και οικονομικής στήριξης. Οι εξουθενωτικές ώρες μελέτης και προετοιμασίας, η διαχείριση του άγχους των εισαγωγικών εξετάσεων μιας τόσο μικρής ηλικιακής ομάδας υποψηφίων, η αντιμετώπιση των ίδιων των εξετάσεων που προσομοιάζουν τις πανελλήνιες (δεδομένου του μεγάλου αριθμού των υποψηφίων και των λιγοστών επιτυχόντων), η συνολικά κοπιαστική και μακρόχρονη προετοιμασία των παιδιών και η ενίσχυση της προσδοκίας τους να φοιτήσουν σε ένα πρότυπο σχολείο, βασίστηκε στη ισχύ ενός συγκεκριμένου νομοθετικού πλαισίου και των προϋποθέσεών του που ρητά καθόριζε ότι η φοίτησή τους θα είναι ενιαία και θα αφορά και τις δύο βαθμίδες (Γυμνασίου-Λυκείου) με άμεση διασύνδεση και μετάβαση, ακολουθώντας τη σχολική πορεία από το Γυμνάσιο προς στο Λύκειο που υπόκειται μόνο στις ενδοσχολικές απολυτήριες εξετάσεις (άρθρο 90, παρ. 1 του Ν.4610/2019). Η συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών που ήδη φοιτούν στα πρότυπα γυμνάσια έχουν ενσυνείδητο το κίνητρο της επιμέλειας και της καλλιέργειας της αριστείας. Είναι σαφές και απολύτως θεμιτό ότι η άριστη πορεία των εισαχθέντων μαθητών θα πρέπει να είναι διαρκής και σταθερή σε όλα τα έτη φοίτησής τους. Αυτό όμως είναι κάτι που δεν εξασφαλίζεται με τη θεσμοθέτηση νέων εξετάσεων στην αλλαγή βαθμίδας από το Γυμνάσιο στο Λύκειο για πολλούς, ευνόητους και ουσιαστικούς λόγους με τον σημαντικότερο από όλους να είναι η ταπεινωτική τοποθέτηση των αποδεδειγμένα άριστων μαθητών σε μηδενική βάση εισαγωγής τους για την επόμενη βαθμίδα. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν δικλίδες ασφαλείας στη διατήρηση της αριστείας και των υψηλών επιδόσεών τους μέσα από μορφές ελέγχου όπως ενδεικτικά η εφαρμογή δεσμευτικών ορίων σε έναν υψηλό βαθμό αποφοίτησης, γεγονός που θα διατηρήσει και θα ενισχύσει τις σχολικές τους επιδόσεις. Ωστόσο, το κάθε μορφής εξεταστικό πλαίσιο (ακόμη και για τους πιο ικανούς και επιμελείς μαθητές), ελλοχεύει τον κίνδυνο της αποτυχίας, της απογοήτευσης, της δυσβάσταχτης ψυχικής και σωματικής κούρασης, της αλλαγής των συνθηκών της ατομικής σταθερότητας αλλά και της οικογενειακής συνοχής. Δεν ωφελεί να «ταλαιπωρούμε», να «αμφισβητούμε», να «τιμωρούμε», να «αιφνιδιάζουμε» και να αγχώνουμε τους μαθητές εκείνους που αποδεδειγμένα και συνειδητά κόπιασαν για την αδιάβλητη εισαγωγή τους σε αυτά τα σχολεία. Αποτελούν ένα υψηλού επιπέδου μαθητικό υλικό, έτοιμο για αξιοποίηση και περαιτέρω ενδυνάμωση. Θα ήταν φρόνιμο και εποικοδομητικό να προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε όλοι μας, με σεβασμό και αυτοσυγκράτηση στο βαθμό που μας αναλογεί, την έννοια της «αριστείας» ως μία ευρύτερη κοινωνική αρετή ως ένα κίνητρο ανάδειξης των ανθρώπινων ικανοτήτων, ως ένα μέσο προκοπής και αυτοβελτίωσης και όχι ως ένα διαρκές προϊόν ανταγωνισμού, βαθμοθηρίας και εξόντωσης της προσωπικότητας και της ψυχής των παιδιών μας…