Η συνολικά κοπιαστική και μακρόχρονη προετοιμασία των παιδιών και η ενίσχυση της προσδοκίας τόσο η δική μας όσο και των παιδιών μας να φοιτήσουν σε ένα πρότυπο σχολείο, βασίστηκε σε ένα συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο που ρητά καθόριζε ότι η φοίτησή τους θα είναι ενιαία και θα αφορά και τις δύο βαθμίδες (Γυμνασίου-Λυκείου) με άμεση διασύνδεση και μετάβαση, ακολουθώντας τη σχολική πορεία από το Γυμνάσιο προς το Λύκειο που υπόκειται μόνο στις ενδοσχολικές απολυτήριες εξετάσεις (άρθρο 90, παρ. 1 του Ν.4610/2019). Κατ’ αναλογία, στην ιδιωτική εκπαίδευση, οι υποτροφίες που χορηγούνται στους μαθητές κατά την εισαγωγή τους στην Α΄ Γυμνασίου έχουν 6ετη χρονικό ορίζοντα. Σήμερα, όμως, το ξεκάθαρο αυτό πλαίσιο με τον 6ετή ορίζοντα ανατρέπεται για τα παιδιά που φοιτούν στην Α΄ και Β΄ γυμνασίου και σύμφωνα με την προτεινόμενη διάταξη, θα πρέπει να υποστούν εκ νέου την δοκιμασία των εξετάσεων για την φοίτησή τους στην Α΄ Λυκείου.
Άραγε ποιο είναι το σκεπτικό που οδήγησε σε αυτή την προτεινόμενη νομοθετική διάταξη; Τίθεται υπό αμφισβήτηση ότι ένας απόφοιτος Προτύπου Γυμνασίου είναι ικανός να φοιτήσει στο Πρότυπο Λύκειο, παρόλο που έχει επιλεγεί με αδιάβλητες εισαγωγικές εξετάσεις, διδάσκεται από επιλεγμένους/αξιολογημένους εκπαιδευτικούς και καθημερινά υποβάλλεται σε αξιολόγηση πολλαπλάσιας έντασης και δυσκολίας σε σύγκριση με τις μη Πρότυπες μονάδες Δημόσιας εκπαίδευσης; Πιστεύω ότι η συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών που ήδη φοιτούν στα πρότυπα γυμνάσια έχουν ενσυνείδητο το κίνητρο της επιμέλειας και της καλλιέργειας της αριστείας. Φαντάζομαι ότι δεν αμφισβητείται η παρεχόμενη εκπαίδευση και το επίπεδο των Προτύπων Γυμνασίων, σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με άλλους όρους και όχι με την επιπλέον δοκιμασία και ψυχική φθορά των παιδιών μας. Είναι σαφές και απολύτως θεμιτό ότι η άριστη πορεία των εισαχθέντων μαθητών θα πρέπει να είναι διαρκής και σταθερή σε όλα τα έτη φοίτησής τους. Αυτό όμως είναι κάτι που δεν εξασφαλίζεται με τη θεσμοθέτηση νέων εξετάσεων στην αλλαγή βαθμίδας από το Γυμνάσιο στο Λύκειο για πολλούς, ευνόητους και ουσιαστικούς λόγους.
Τι είναι αυτό που τελικά δεν καλύπτεται από τα παραπάνω αλλά θα το επιβεβαιώσει μια εκ νέου γραπτή δοκιμασία; Ποιο το όφελος να γεμίζουν οι εφηβικές ψυχές με συναισθήματα δυσφορίας, όπως ο θυμός και το άγχος και ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη τα παιδιά να μιλούν για θυμό απέναντι στην πολιτεία, στο εκπαιδευτικό σύστημα, στα πρόσωπα που καθορίζουν την εκπαιδευτική πολιτική; Δεν γνωρίζω αν οι συντάκτες αυτής της νομοθετικής πρωτοβουλίας συμβουλεύτηκαν ειδικούς επιστήμονες και παιδοψυχολόγους, σχετικά με τον αντίκτυπο αυτών των προτάσεων στην ψυχή των παιδιών μας. Είναι σημαντικό, τέτοιου είδους προτάσεις, που χαρακτηρίζονται και ως «τομές» στην παιδεία να μην υποβάλλονται τόσο αψήφιστα αγνοώντας τις επιπτώσεις σε ένα μέρος της μαθητικής κοινότητας.
Κατά την άποψή μου δεν ωφελεί να «αιφνιδιάζουμε» και να δοκιμάζουμε τους μαθητές εκείνους που κόπιασαν για την εισαγωγή τους σε αυτά τα σχολεία. Αποτελούν ένα υψηλού επιπέδου μαθητικό υλικό, έτοιμο για αξιοποίηση και περαιτέρω ενδυνάμωση. Θα ήταν φρόνιμο και εποικοδομητικό να προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε όλοι μας, με σεβασμό και αυτοσυγκράτηση στο βαθμό που μας αναλογεί, την έννοια της «αριστείας».
Η συνολικά κοπιαστική και μακρόχρονη προετοιμασία των παιδιών και η ενίσχυση της προσδοκίας τόσο η δική μας όσο και των παιδιών μας να φοιτήσουν σε ένα πρότυπο σχολείο, βασίστηκε σε ένα συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο που ρητά καθόριζε ότι η φοίτησή τους θα είναι ενιαία και θα αφορά και τις δύο βαθμίδες (Γυμνασίου-Λυκείου) με άμεση διασύνδεση και μετάβαση, ακολουθώντας τη σχολική πορεία από το Γυμνάσιο προς το Λύκειο που υπόκειται μόνο στις ενδοσχολικές απολυτήριες εξετάσεις (άρθρο 90, παρ. 1 του Ν.4610/2019). Κατ’ αναλογία, στην ιδιωτική εκπαίδευση, οι υποτροφίες που χορηγούνται στους μαθητές κατά την εισαγωγή τους στην Α΄ Γυμνασίου έχουν 6ετη χρονικό ορίζοντα. Σήμερα, όμως, το ξεκάθαρο αυτό πλαίσιο με τον 6ετή ορίζοντα ανατρέπεται για τα παιδιά που φοιτούν στην Α΄ και Β΄ γυμνασίου και σύμφωνα με την προτεινόμενη διάταξη, θα πρέπει να υποστούν εκ νέου την δοκιμασία των εξετάσεων για την φοίτησή τους στην Α΄ Λυκείου. Άραγε ποιο είναι το σκεπτικό που οδήγησε σε αυτή την προτεινόμενη νομοθετική διάταξη; Τίθεται υπό αμφισβήτηση ότι ένας απόφοιτος Προτύπου Γυμνασίου είναι ικανός να φοιτήσει στο Πρότυπο Λύκειο, παρόλο που έχει επιλεγεί με αδιάβλητες εισαγωγικές εξετάσεις, διδάσκεται από επιλεγμένους/αξιολογημένους εκπαιδευτικούς και καθημερινά υποβάλλεται σε αξιολόγηση πολλαπλάσιας έντασης και δυσκολίας σε σύγκριση με τις μη Πρότυπες μονάδες Δημόσιας εκπαίδευσης; Πιστεύω ότι η συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών που ήδη φοιτούν στα πρότυπα γυμνάσια έχουν ενσυνείδητο το κίνητρο της επιμέλειας και της καλλιέργειας της αριστείας. Φαντάζομαι ότι δεν αμφισβητείται η παρεχόμενη εκπαίδευση και το επίπεδο των Προτύπων Γυμνασίων, σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με άλλους όρους και όχι με την επιπλέον δοκιμασία και ψυχική φθορά των παιδιών μας. Είναι σαφές και απολύτως θεμιτό ότι η άριστη πορεία των εισαχθέντων μαθητών θα πρέπει να είναι διαρκής και σταθερή σε όλα τα έτη φοίτησής τους. Αυτό όμως είναι κάτι που δεν εξασφαλίζεται με τη θεσμοθέτηση νέων εξετάσεων στην αλλαγή βαθμίδας από το Γυμνάσιο στο Λύκειο για πολλούς, ευνόητους και ουσιαστικούς λόγους. Τι είναι αυτό που τελικά δεν καλύπτεται από τα παραπάνω αλλά θα το επιβεβαιώσει μια εκ νέου γραπτή δοκιμασία; Ποιο το όφελος να γεμίζουν οι εφηβικές ψυχές με συναισθήματα δυσφορίας, όπως ο θυμός και το άγχος και ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη τα παιδιά να μιλούν για θυμό απέναντι στην πολιτεία, στο εκπαιδευτικό σύστημα, στα πρόσωπα που καθορίζουν την εκπαιδευτική πολιτική; Δεν γνωρίζω αν οι συντάκτες αυτής της νομοθετικής πρωτοβουλίας συμβουλεύτηκαν ειδικούς επιστήμονες και παιδοψυχολόγους, σχετικά με τον αντίκτυπο αυτών των προτάσεων στην ψυχή των παιδιών μας. Είναι σημαντικό, τέτοιου είδους προτάσεις, που χαρακτηρίζονται και ως «τομές» στην παιδεία να μην υποβάλλονται τόσο αψήφιστα αγνοώντας τις επιπτώσεις σε ένα μέρος της μαθητικής κοινότητας. Κατά την άποψή μου δεν ωφελεί να «αιφνιδιάζουμε» και να δοκιμάζουμε τους μαθητές εκείνους που κόπιασαν για την εισαγωγή τους σε αυτά τα σχολεία. Αποτελούν ένα υψηλού επιπέδου μαθητικό υλικό, έτοιμο για αξιοποίηση και περαιτέρω ενδυνάμωση. Θα ήταν φρόνιμο και εποικοδομητικό να προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε όλοι μας, με σεβασμό και αυτοσυγκράτηση στο βαθμό που μας αναλογεί, την έννοια της «αριστείας».