• Σχόλιο του χρήστη 'Μανόλης Μπουρναζάκης' | 26 Απριλίου 2020, 00:23

    Μετά από το σύντομο διάλειμμα με τα κάθε λογής χειροκροτήματα, τις επευφημίες, τα γλυκόλογα, τις ευχές αγάπης και τις ψευδεπίγραφες ευχαριστίες προς τους δημόσιους λειτουργούς, επιστρέφουμε σταδιακά αλλά σταθερά στη γνώριμη πραγματικότητα. Πίσω ολοταχώς στην συνήθη ιδεοληπτική, εχθρική, διχαστική και υπονομευτική αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών. Πίσω στην αποδιοργάνωση – αλλοτρίωση της δημόσιας παιδείας από τις τόσο προσφιλείς σε κάποιους “κενοτομίες” (βλ. αλλαγές στο νηπιαγωγείο, κοινοτοπίες περί επιχειρηματικότητας, ψηφιακές υπερβολές, ερευνητικές εργασίες, ανάπτυξη ήπιων δεξιοτήτων, προσαρμογή με τις διεθνείς τάσεις κ.ά). Καθώς φαίνεται, ακόμη και οι μεγαλύτερες δοκιμασίες (οικονομικές, κοινωνικές, απειλές δημόσιας υγείας) δεν μπορούν να μεταβάλλουν τις δογματικές σκέψεις κάποιων, εδώ ταιριάζει το γνωστό: “ο λύκος τρίχα αλλάζει, γνώμη δεν αλλάζει”. Βρισκόμαστε, επομένως, εν μέσω της υγειονομικής κρίσης, αντιμέτωποι με μια ακόμη "μεταρρύθμιση" ή ακόμη ακριβέστερα μια αντιμεταρρύθμιση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Με μια ακόμη αναδιάρθρωση των προγραμμάτων του ελληνικού σχολείου, που εύλογα προκαλεί ερωτήματα πολλά. Ερωτήματα που αφορούν τις επιλογές της σημερινής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας, τόσο σε ό,τι αφορά την αναγκαιότητα των επικείμενων αλλαγών (ή ορθότερα ανατροπών) στην εκπαιδευτική λειτουργία, όσο και στην αδικαιολόγητη σπουδή να έρθουν αυτές οι αλλαγές εν μέσω πανδημίας, με τα σχολεία κλειστά και με την εκπαιδευτική κοινότητα (μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικούς) σε συνθήκες αβεβαιότητας, ανησυχίας και ανασφάλειας για το τι μέλει γενέσθαι. Θα αναφερθώ, εδώ, σε ορισμένες από τις επικείμενες αλλαγές του λυκείου, καθώς έχω υπηρετήσει σε λύκειο (Γενικό και Επαγγελματικό) τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Έχοντας όμως περάσει κι από τις άλλες βαθμίδες, βλέπω με κατάπληξη και έντονη ανησυχία, ως γονιός και ως παιδαγωγός, μια αδικαιολόγητη προχειρότητα και επιπολαιότητα στους ειδήμονες του υπουργείου παιδείας, που αφορά τις επιχειρούμενες αλλαγές σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης και τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τις μορφωτικές ανάγκες των παιδιών μας. Σε δύο, κατά τη γνώμη μου, βασικές γραμμές βασίζεται όλο το νομοθετικό εγχείρημα που έχουμε μπροστά μας αυτές τις μέρες. Πρώτη γραμμή, οποιαδήποτε εκπαιδευτική αλλαγή φέρει την σφραγίδα της προηγούμενης κυβέρνησης, ανεξάρτητα αν είναι θετική ή αν έχει την αποδοχή της εκπαιδευτικής κοινότητας πρέπει να καθαιρεθεί (εδώ έχουμε σκληρό πολιτικό πόκερ, το μοναδικό επίδικο είναι η πολιτική ήττα του αντιπάλου). Δεύτερη γραμμή, είναι η γνωστή ιδεοληπτική, επικίνδυνη και φαιδρή πεποίθηση της διάκρισης των επιστημών σε χρήσιμες και μη χρήσιμες επιστήμες, και σε γνωστικά αντικείμενα που μετατρέπουν τα παιδιά από αγαθούς (δεξιούς;) αμνούς σε αριστερά πειθήνια πρόβατα! Η δεύτερη αυτή θεώρηση έχει τις ρίζες της στην πεισματική εμμονή της ακραίας πτέρυγας του κυβερνώντος κόμματος σε ανορθολογικές θέσεις και φενακισμούς, που έχουν διαποτίσει συνολικά ως φαίνεται τα πρόσωπα της σημερινής κυβέρνησης. Σημειώνω επιγραμματικά και διατυπώνω την πλήρη διαφωνία μου για τα παρακάτω: 1. Όριο ηλικίας για εγγραφή στην επαγγελματική εκπαίδευση. Γιατί; Οδηγεί αναπότρεπτα στη συρρίκνωση των ΕΠΑΛ, κλείσιμο τομέων και ειδικοτήτων, απαξίωση συναδέλφων εκπαιδευτικών και οριστικό κλείσιμο πολλών επαρχιακών σχολείων. Στέρηση χιλιάδων μαθητών από το δικαίωμα μια δεύτερης ευκαιρίας στη εκπαίδευση. 2. Κατάργηση 7ώρου στην τρίτη λυκείου. Κατά γενική ομολογία, μαθητών και καθηγητών, λειτούργησε εξαιρετικά. Σωστή προετοιμασία για τις πανελλαδικές (σε έκταση και βάθος της διδασκόμενης ύλης) και ικανοποιητικός χρόνος για να αφομοιωθούν όλα όσα διδάσκονται οι μαθητές. 3. Μείωση των ομάδων προσανατολισμού. Οδηγεί σε υπερπληθυσμό μαθητών στις τάξεις, επιστροφή στα γνωστά προβλήματα αδιαφορίας, δυσχέρειες στην διδασκαλία και την κάλυψη της ύλης. 4. Αξιολόγηση. Τα σχολεία δεν είναι επιχειρήσεις, ούτε ποδοσφαιρικές ανώνυμες εταιρείες για να λειτουργούν με βάση τα πριμ, τα bonus, management by objective, την ταπείνωση του αντιπάλου – ανταγωνιστή μαθητή ή εκπαιδευτικού. Τα σχολεία δεν είναι αρένες ανταγωνισμού για το ποιος θα πρωτεύσει (τουλάχιστον δεν πρέπει αυτός να είναι κυρίαρχος σκοπός – χαιρόμαστε ασφαλώς όταν οι μαθητές μας προοδεύουν, αλλά δεν τους μετατρέπουμε σε άλογα κούρσας). Τα σχολεία είναι κοινωνικοί θεσμοί, κυψέλες γνώσης, αγάπης, αλληλοσεβασμού και ελευθερίας. Επιχειρείται σταθερά και πεισματικά (με όχημα μια κάποια αξιολόγηση – εκπαιδευτικού, σχολικής μονάδος κτλ), η μετατόπιση ευθυνών και η δημιουργία αποδιοπομπαίων τράγων. Οι εκπαιδευτικοί και οι σχολικές μονάδες θα φορτωθούν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τα διαχρονικά προβλήματα και τις εγκληματικές ασυνέπειες των κυβερνήσεων. Και θα δίδονται βορά με κάθε ευκαιρία στη χλεύη, την συκοφαντία και την κακόπιστη κριτική των γνωστών δημοσιογράφων και του αγοραίου πλήθους. 5. Υποβάθμιση κοινωνικών επιστημών – αντικατάσταση κοινωνιολογίας. Ντροπή και πάλι ντροπή. Ιταμή και αναιτιολόγητη η κατάργησή της από πανελλαδικό μάθημα, δίχως καμία τεκμηρίωση. Όταν πληθώρα πανεπιστημιακών σχολών και τα περισσότερα τμήματα κοινωνικών επιστημών, που ενδιαφέρουν πολλούς από τους μαθητές της ομάδας ανθρωπιστικών σπουδών, έχουν ως βασικό προαπαιτούμενο στοιχειώδεις κοινωνιολογικές γνώσεις, έννοιες, αναλυτικά και ερμηνευτικά εργαλεία, μεθόδους και κοινωνικές θεωρήσεις που οι μαθητές κατακτούν μέσα από το μάθημα της κοινωνιολογίας. Το δίλημμα της κυβέρνησης “λατινικά ή κοινωνιολογία” έρχεται για να διχάσει πάλι τον εκπαιδευτικό κόσμο. Οι συνάδελφοι φιλόλογοι να μην πέσουν σ’ αυτή την παγίδα! Υπάρχει πληθώρα φιλολογικών μαθημάτων σε γυμνάσιο και λύκειο, και μια επιλογή των λατινικών ως μάθημα στο λύκειο. Στις ομάδες προσανατολισμού, δεν πρέπει να κυριαρχούν ιδιοκτησιακές λογικές από κάποιες ειδικότητες – αυτό αποτελεί και ένα θεμελιώδες μάθημα ζωής για μαθητές και καθηγητές –, οι διαφορετικές επιστήμες μπορούν και πρέπει να συνυπάρχουν, να συνδιαλέγονται και να ερμηνεύουν πολύπλευρα τις ποικίλες όψεις του ανθρώπινου πολιτισμού, της κοινωνίας, της ιστορίας. Οι περισσότεροι καλόπιστοι συνάδελφοι και η πλειοψηφία των μαθητών της ανθρωπιστικής κατεύθυνσης αναγνώρισαν την αξία της κοινωνιολογίας και τη συμβολή της (άμεση και έμμεση) στην καλύτερη κατανόηση της ιστορικής γνώσης, την βελτίωση των μαθητικών επιδόσεων (συγγραφή κειμένων και έκφραση) σε συναφή μαθήματα, καθώς και την αυτονόητη ανάπτυξη ολιστικής κοινωνιολογικής σκέψης και της δημοκρατικής συνείδησης των μαθητών. Κλείνω με την επισήμανση πως τις απαρχές της κοινωνιολογικής σκέψης τις εντοπίζουμε στη σκέψη των μεγάλων αρχαίων φιλοσόφων και στα έργα τους, οι οποίοι στοχάζονται, μελετούν και αναλύουν το κοινωνικό πράττειν, τον ορθό τρόπο διακυβέρνησης και τη συγκρότηση της δίκαιης πολιτείας. Αμφισβητώντας και θέτοντας υπό την κρίση του ορθού Λόγου παγιωμένες και κυρίαρχες αντιλήψεις της εποχής τους. Μανόλης Μπουρναζάκης Εκπαιδευτικός ΠΕ78