Το συγκεκριμένο άρθρο εκτός του ότι είναι αντιδημοκριτικό και αναχρονιστικό, δεν αντιμετωπίζει ατόμα τα όποια κάνουν την ίδια δουλειά (ίδια γνωστικά αντικείμενα )με τον ίδιο τρόπο. Θα πρέπει ο νομοθέτης το υπουργείο δηλαδή να εφαρμόσει οριζόντια ότι ισχύει σε όλα τα ΑΕΙ χωρίς διακρίσεις.
Θα σας αναφέρω ένα ενδεικτικό παράδειγμα, αυτή τη στιγμή σε ΑΕΙ της χώρας υπάρχει Επίκουρος ( πρώην καθηγητής εφαρμογών ΤΕΙ - πρώην ΕΕΠ με διδακτορικό) με ψήφο, υπάρχει λέκτορας εφαρμογών (χωρίς διδακτορικό ίσως και χωρίς μεταπτυχιακό πρώην καθηγήτης εφαρμογών - πρώην ΕΕΠ - ΤΕΙ) με ψήφο και στο ιδιο Πανεπιστήμιο ΕΕΠ (με διδακτορικό και μεταπτυχιακό και ερευνητικό έργο) με ψήφο 0,20 μέχρι σήμερα και σύμφωνα με το άρθρο 62 χωρίς ψήφο (όλοι οι παραπάνω διδάσκουν το ίδιο γνωστικό αντικέιμενο). Οι στρεβλώσεις λοιπόν δεν αντιμετωπίζονται με στρεβλώσεις αλλά ούτε και με άκριτες εντάξεις όλων σε καθηγητικές βαθμίδες.
Αυτό που θα μπορούσε να γίνει είναι ότι έγινε στα πρώην ΤΕΙ και νέα Πανεπιστημία δηλαδή σε πρώτη φάση μετονομασία της βαθμίδας των ΕΕΠ σε λέκτορες ή λέκτορες εφαρμογών. Σε αυτήν την βαθμίδα να ενταχθούν και τα ΕΔΙΠ που έχουν διδακτορικό και τους έχει ανατεθεί διδακτικό έργο από τα τμήματα . (Το προφίλ αυτής της βαθμίδας είναι το σημερινό των ΕΕΠ όπως το ορίζει ο νομοθέτης (διδακτορικό – αυτοδύναμο διδακτικό έργο). Στην περίπτωση που έχουμε μεγάλο αριθμό αξιόλογων ερευνητών που δεν έχουν διδακτικό έργο για την ένταξη στην βαθμίδα θα μπορούσε να ισχύει το : « αποδεδειγμένο αυτοδύναμο διδακτικό ή αποδεδειγμένο αυτοδύναμο ερευνητικό έργο».
Το οικονομικό κόστος αυτής της τροπολογίας για τη χώρα είναι μηδενικό για τα ΕΕΠ και πολύ μικρό για τα ΕΔΙΠ τα οποία θα ενταχθούν στην βαθμίδα αυτήν και θα πάρουν τη μισθολογική διαφορά ΕΕΠ – ΕΔΙΠ.
Στη συνέχεια από αυτή την βαθμίδα όσοι έχουν και τα επιπλέον προσόντα που απαιτεί ο νομοθέτης διδακτικό – ερευνητικό – διοικητικό έργο να μπορούν να εξελίσσονται σε βαθμίδα μη μόνιμου επίκουρου στο γνωστικό αντικείμενο που θεραπεύουν με ανοιχτές διαδικασίες και όπως ορίζει ο νόμος. (χωρίς φυσικά να χάνουν την μονιμότητα τους σε περίπτωση μη εκλογής – εδώ θα πρέπει να τους δίνει ο νόμος τη δυνατότητα να μπορούν να ζητήσουν εξέλιξη στην βαθμίδα του επίκουρου τουλάχιστον δύο φορές).
Η παραπάνω πρόταση διρθώνει τις βαθμίδες στα ΑΕΙ χώρις να αδικεί ούτε τους ενδιαφερόμενους, ούτε τα ΑΕΙ αλλά ούτε και την κοινωνία σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές.
Το συγκεκριμένο άρθρο εκτός του ότι είναι αντιδημοκριτικό και αναχρονιστικό, δεν αντιμετωπίζει ατόμα τα όποια κάνουν την ίδια δουλειά (ίδια γνωστικά αντικείμενα )με τον ίδιο τρόπο. Θα πρέπει ο νομοθέτης το υπουργείο δηλαδή να εφαρμόσει οριζόντια ότι ισχύει σε όλα τα ΑΕΙ χωρίς διακρίσεις. Θα σας αναφέρω ένα ενδεικτικό παράδειγμα, αυτή τη στιγμή σε ΑΕΙ της χώρας υπάρχει Επίκουρος ( πρώην καθηγητής εφαρμογών ΤΕΙ - πρώην ΕΕΠ με διδακτορικό) με ψήφο, υπάρχει λέκτορας εφαρμογών (χωρίς διδακτορικό ίσως και χωρίς μεταπτυχιακό πρώην καθηγήτης εφαρμογών - πρώην ΕΕΠ - ΤΕΙ) με ψήφο και στο ιδιο Πανεπιστήμιο ΕΕΠ (με διδακτορικό και μεταπτυχιακό και ερευνητικό έργο) με ψήφο 0,20 μέχρι σήμερα και σύμφωνα με το άρθρο 62 χωρίς ψήφο (όλοι οι παραπάνω διδάσκουν το ίδιο γνωστικό αντικέιμενο). Οι στρεβλώσεις λοιπόν δεν αντιμετωπίζονται με στρεβλώσεις αλλά ούτε και με άκριτες εντάξεις όλων σε καθηγητικές βαθμίδες. Αυτό που θα μπορούσε να γίνει είναι ότι έγινε στα πρώην ΤΕΙ και νέα Πανεπιστημία δηλαδή σε πρώτη φάση μετονομασία της βαθμίδας των ΕΕΠ σε λέκτορες ή λέκτορες εφαρμογών. Σε αυτήν την βαθμίδα να ενταχθούν και τα ΕΔΙΠ που έχουν διδακτορικό και τους έχει ανατεθεί διδακτικό έργο από τα τμήματα . (Το προφίλ αυτής της βαθμίδας είναι το σημερινό των ΕΕΠ όπως το ορίζει ο νομοθέτης (διδακτορικό – αυτοδύναμο διδακτικό έργο). Στην περίπτωση που έχουμε μεγάλο αριθμό αξιόλογων ερευνητών που δεν έχουν διδακτικό έργο για την ένταξη στην βαθμίδα θα μπορούσε να ισχύει το : « αποδεδειγμένο αυτοδύναμο διδακτικό ή αποδεδειγμένο αυτοδύναμο ερευνητικό έργο». Το οικονομικό κόστος αυτής της τροπολογίας για τη χώρα είναι μηδενικό για τα ΕΕΠ και πολύ μικρό για τα ΕΔΙΠ τα οποία θα ενταχθούν στην βαθμίδα αυτήν και θα πάρουν τη μισθολογική διαφορά ΕΕΠ – ΕΔΙΠ. Στη συνέχεια από αυτή την βαθμίδα όσοι έχουν και τα επιπλέον προσόντα που απαιτεί ο νομοθέτης διδακτικό – ερευνητικό – διοικητικό έργο να μπορούν να εξελίσσονται σε βαθμίδα μη μόνιμου επίκουρου στο γνωστικό αντικείμενο που θεραπεύουν με ανοιχτές διαδικασίες και όπως ορίζει ο νόμος. (χωρίς φυσικά να χάνουν την μονιμότητα τους σε περίπτωση μη εκλογής – εδώ θα πρέπει να τους δίνει ο νόμος τη δυνατότητα να μπορούν να ζητήσουν εξέλιξη στην βαθμίδα του επίκουρου τουλάχιστον δύο φορές). Η παραπάνω πρόταση διρθώνει τις βαθμίδες στα ΑΕΙ χώρις να αδικεί ούτε τους ενδιαφερόμενους, ούτε τα ΑΕΙ αλλά ούτε και την κοινωνία σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές.