Με το νομοσχέδιο που ανακοίνωσε για διαβούλευση το Υπ. Παιδείας, αναβαθμίζεται ο ρόλος αλλά και ο θεσμός των Προτύπων και Πειραματικών Σχολείων, αφού οι ρυθμίσεις για το θέμα αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικές και καταλαμβάνουν μεγάλο ποσοστό της έκτασης του νομοσχεδίου. Είναι εμφανής η προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα ξεκάθαρο λειτουργικό πλαίσιο για τα εν λόγω σχολεία και το προσωπικό τους, η βούληση να αντιμετωπιστούν θέματα σύνδεσης των σχολείων αυτών με την τριτοβάθμια εκπαίδευση και έρευνα, ενώ υιοθετείται μια αναπτυξιακή προοπτική αφού περιλαμβάνεται η πρόνοια για την αύξηση του αριθμού των δύο κατηγοριών σχολείων σε όλη τη χώρα.
Παρά ταύτα εντοπίζονται σημεία και αποφάσεις που ενδεχομένως θα δημιουργήσουν προβλήματα στην ανάπτυξη του θεσμού και θα υπονομεύσουν την προσπάθεια για την εδραίωση και προσφορά των σχολείων. Εκφράζουμε τον προβληματισμό μας για την αρνητική επίδραση αυτών των σημείων στην ανάπτυξη του θεσμού των προτύπων σχολείων στο μέλλον. Μέσα στο νέο προτεινόμενο πλαίσιο η αριστεία και η επίτευξη της φαίνεται να συνδέεται κυρίως με τις εξετάσεις εισαγωγής και την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, ενώ φαίνεται να επαναλαμβάνεται το ολίσθημα των προηγούμενων νομοθετικών ρυθμίσεων, βάσει των οποίων οι μόνες διαφορές των Προτύπων και Πειραματικών Σχολείων είναι ο διαφορετικός τρόπος εισαγωγής (εξετάσεις και κλήρωση) που προσδιορίζει ουσιαστικά και τα χαρακτηριστικά του μαθητικού πληθυσμού.
Επιπροσθέτως εντοπίσαμε πολλά στοιχεία και ιδέες του Ν.3966/2011, ιδιαίτερα στις σχέσεις των Σχολείων αυτών με τα Πανεπιστήμια. Καλό θα είναι ο νομοθέτης να προβληματιστεί πρωτίστως για τους λόγους για τους οποίους δεν εφαρμόστηκαν οι συγκεκριμένες διατάξεις μέχρι σήμερα, ώστε να βεβαιωθεί ότι με το νέο νομοθέτημα θα εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη εφαρμογή τους.
Επιγραμματικά τα ζητήματα - προβλήματα που έχουμε εντοπίσει είναι τα εξής:
1. Οι εξετάσεις μεταξύ Γυμνασίου Λυκείου για τα Πρότυπα δημιουργούν προβλήματα στους μαθητές και τις οικογένειες τους, αποδομούν τον υπερτοπικό χαρακτήρα των Π.Σ. και ενισχύουν την παραπαιδεία καθιστώντας τα σχολεία διαρκή εξεταστικά κέντρα.
2. Αντιστοίχως ανάλογο πρόβλημα εντοπίζεται στην επανακλήρωση των θέσεων στα Πειραματικά Σχολεία.
3. Η έλλειψη κινήτρων για τους Καθηγητές που θα διδάξουν στα Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία. Δεν φαίνεται να υπάρχουν συγκεκριμένα κίνητρα (μοριοδότηση για επιλογή σε θέσεις ευθύνης, διαχείριση ωραρίου, θέσπιση υπερωριών) για τους εκπαιδευτικούς αυξημένων προσόντων που θα επιλέξουν και θα επιλεγούν να διδάξουν σε αυτά τα σχολεία, παρότι είναι εμφανής ο αυξημένος και πολυεπίπεδος φόρτος εργασίας τους.
4. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια μετρήσιμα και παρατηρήσιμα, να είναι αμφίδρομη και πολυεπίπεδη.
5. Οι απόφοιτοι των Σχολείων ενώ επιθυμούν να προσφέρουν μένουν έξω από τη ζωή, τις δράσεις και τις ανάγκες του Σχολείου.
6. Δεν εξασφαλίζονται νέες και απτές πηγές χρηματοδότησης των σχολείων αυτών προκειμένου να ανταποκριθούν στις πολλές και ποικίλες δραστηριότητες τους.
7. Δεν ενισχύεται η οργανωσιακή δομή του κάθε σχολείου, ώστε να συμβάλλει και αυτή στην βελτίωση της ποιότητας του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου (π.χ δημιουργία Γραφείου Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, Μονάδα Συμβουλευτικής Υποστήριξης κ.α, ύπαρξη Γραμματέα Σχολείου κ.α)
Με το νομοσχέδιο που ανακοίνωσε για διαβούλευση το Υπ. Παιδείας, αναβαθμίζεται ο ρόλος αλλά και ο θεσμός των Προτύπων και Πειραματικών Σχολείων, αφού οι ρυθμίσεις για το θέμα αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικές και καταλαμβάνουν μεγάλο ποσοστό της έκτασης του νομοσχεδίου. Είναι εμφανής η προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα ξεκάθαρο λειτουργικό πλαίσιο για τα εν λόγω σχολεία και το προσωπικό τους, η βούληση να αντιμετωπιστούν θέματα σύνδεσης των σχολείων αυτών με την τριτοβάθμια εκπαίδευση και έρευνα, ενώ υιοθετείται μια αναπτυξιακή προοπτική αφού περιλαμβάνεται η πρόνοια για την αύξηση του αριθμού των δύο κατηγοριών σχολείων σε όλη τη χώρα. Παρά ταύτα εντοπίζονται σημεία και αποφάσεις που ενδεχομένως θα δημιουργήσουν προβλήματα στην ανάπτυξη του θεσμού και θα υπονομεύσουν την προσπάθεια για την εδραίωση και προσφορά των σχολείων. Εκφράζουμε τον προβληματισμό μας για την αρνητική επίδραση αυτών των σημείων στην ανάπτυξη του θεσμού των προτύπων σχολείων στο μέλλον. Μέσα στο νέο προτεινόμενο πλαίσιο η αριστεία και η επίτευξη της φαίνεται να συνδέεται κυρίως με τις εξετάσεις εισαγωγής και την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, ενώ φαίνεται να επαναλαμβάνεται το ολίσθημα των προηγούμενων νομοθετικών ρυθμίσεων, βάσει των οποίων οι μόνες διαφορές των Προτύπων και Πειραματικών Σχολείων είναι ο διαφορετικός τρόπος εισαγωγής (εξετάσεις και κλήρωση) που προσδιορίζει ουσιαστικά και τα χαρακτηριστικά του μαθητικού πληθυσμού. Επιπροσθέτως εντοπίσαμε πολλά στοιχεία και ιδέες του Ν.3966/2011, ιδιαίτερα στις σχέσεις των Σχολείων αυτών με τα Πανεπιστήμια. Καλό θα είναι ο νομοθέτης να προβληματιστεί πρωτίστως για τους λόγους για τους οποίους δεν εφαρμόστηκαν οι συγκεκριμένες διατάξεις μέχρι σήμερα, ώστε να βεβαιωθεί ότι με το νέο νομοθέτημα θα εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη εφαρμογή τους. Επιγραμματικά τα ζητήματα - προβλήματα που έχουμε εντοπίσει είναι τα εξής: 1. Οι εξετάσεις μεταξύ Γυμνασίου Λυκείου για τα Πρότυπα δημιουργούν προβλήματα στους μαθητές και τις οικογένειες τους, αποδομούν τον υπερτοπικό χαρακτήρα των Π.Σ. και ενισχύουν την παραπαιδεία καθιστώντας τα σχολεία διαρκή εξεταστικά κέντρα. 2. Αντιστοίχως ανάλογο πρόβλημα εντοπίζεται στην επανακλήρωση των θέσεων στα Πειραματικά Σχολεία. 3. Η έλλειψη κινήτρων για τους Καθηγητές που θα διδάξουν στα Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία. Δεν φαίνεται να υπάρχουν συγκεκριμένα κίνητρα (μοριοδότηση για επιλογή σε θέσεις ευθύνης, διαχείριση ωραρίου, θέσπιση υπερωριών) για τους εκπαιδευτικούς αυξημένων προσόντων που θα επιλέξουν και θα επιλεγούν να διδάξουν σε αυτά τα σχολεία, παρότι είναι εμφανής ο αυξημένος και πολυεπίπεδος φόρτος εργασίας τους. 4. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια μετρήσιμα και παρατηρήσιμα, να είναι αμφίδρομη και πολυεπίπεδη. 5. Οι απόφοιτοι των Σχολείων ενώ επιθυμούν να προσφέρουν μένουν έξω από τη ζωή, τις δράσεις και τις ανάγκες του Σχολείου. 6. Δεν εξασφαλίζονται νέες και απτές πηγές χρηματοδότησης των σχολείων αυτών προκειμένου να ανταποκριθούν στις πολλές και ποικίλες δραστηριότητες τους. 7. Δεν ενισχύεται η οργανωσιακή δομή του κάθε σχολείου, ώστε να συμβάλλει και αυτή στην βελτίωση της ποιότητας του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου (π.χ δημιουργία Γραφείου Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, Μονάδα Συμβουλευτικής Υποστήριξης κ.α, ύπαρξη Γραμματέα Σχολείου κ.α)