Η Κα Υπουργός Παιδείας, ο Πρωθυπουργός και πολλά άλλα στελέχη της Κυβέρνησης πέτυχαν μετά από (ανταγωνιστικές ομολογουμένως) εξετάσεις την εισαγωγή τους στο Κολλέγιο Αθηνών, στην Γ’ τάξη του Δημοτικού, και εν συνεχεία φοίτησαν και αποφοίτησαν από το σχολείο αυτό προαγόμενοι από τάξη σε τάξη μόνο μέσω ενδοσχολικών εξετάσεων. Αναρωτιέμαι πώς θα τους φαινόταν εάν κάποια στιγμή στη μέση της φοίτησής τους (π.χ. στο δημοτικό ή στο γυμνάσιο) τους απέλυαν ξαφνικά και τους εξανάγκαζαν, εφόσον το επιθυμούσαν, να υποβληθούν σε ευρείας κλίμακας εξετάσεις συναγωνιζόμενοι οποιονδήποτε συνομήλικό τους το επιθυμούσε, προκειμένου να συνεχίσουν να φοιτούν στο ίδιο σχολείο.
Εύλογα θα αναρωτιόνταν: Αυτό δεν θα έπρεπε να το ξέρουμε πριν καν δώσουμε τις εξετάσεις εισαγωγής μας στην Γ’ Δημοτικού, προκειμένου να επιλέξουμε άλλο ενδεχομένως σχολείο ή να μείνουμε σε αυτό που ήμασταν και να τα «δώσουμε όλα» για να εισαχθούμε στις δεύτερες εξετάσεις; Γιατί να ξοδέψουν οι γονείς μας χρήματα για την προετοιμασία μας και εν συνεχεία την φοίτησή μας, γιατί να αλλάξουμε σχολικό περιβάλλον και γιατί να ρισκάρουμε να γίνουμε «μπαλάκια» από το ένα σχολείο στο άλλο και πίσω στο πρώτο με όλες τις προφανείς δυσμενείς επιπτώσεις στην ψυχοσύνθεση ενός παιδιού (ή εφήβου) που μια αποτυχία μπορεί να προκαλέσει;
Αν αυτά τα πράγματα, αυτές οι αιφνιδιαστικές αλλαγές, φαίνονται αδιανόητα για το καταστατικό λειτουργίας και εκπαίδευσης ενός σχολείου όπως το Κολλέγιο, γιατί θα πρέπει η Κα υπουργός να εγκρίνει την εφαρμογή τους στα παιδιά της α’ και β’ γυμνασίου των Π.Σ. τα οποία και εκείνα πέτυχαν σε πολύ δύσκολες και ανταγωνιστικές εξετάσεις μη γνωρίζοντας τις προθέσεις του (αόρατου) νομοθέτη για θέσπιση ξαφνικών εξετάσεων εισαγωγής στο Λύκειο;
Η Κα Υπουργός Παιδείας, ο Πρωθυπουργός και πολλά άλλα στελέχη της Κυβέρνησης πέτυχαν μετά από (ανταγωνιστικές ομολογουμένως) εξετάσεις την εισαγωγή τους στο Κολλέγιο Αθηνών, στην Γ’ τάξη του Δημοτικού, και εν συνεχεία φοίτησαν και αποφοίτησαν από το σχολείο αυτό προαγόμενοι από τάξη σε τάξη μόνο μέσω ενδοσχολικών εξετάσεων. Αναρωτιέμαι πώς θα τους φαινόταν εάν κάποια στιγμή στη μέση της φοίτησής τους (π.χ. στο δημοτικό ή στο γυμνάσιο) τους απέλυαν ξαφνικά και τους εξανάγκαζαν, εφόσον το επιθυμούσαν, να υποβληθούν σε ευρείας κλίμακας εξετάσεις συναγωνιζόμενοι οποιονδήποτε συνομήλικό τους το επιθυμούσε, προκειμένου να συνεχίσουν να φοιτούν στο ίδιο σχολείο. Εύλογα θα αναρωτιόνταν: Αυτό δεν θα έπρεπε να το ξέρουμε πριν καν δώσουμε τις εξετάσεις εισαγωγής μας στην Γ’ Δημοτικού, προκειμένου να επιλέξουμε άλλο ενδεχομένως σχολείο ή να μείνουμε σε αυτό που ήμασταν και να τα «δώσουμε όλα» για να εισαχθούμε στις δεύτερες εξετάσεις; Γιατί να ξοδέψουν οι γονείς μας χρήματα για την προετοιμασία μας και εν συνεχεία την φοίτησή μας, γιατί να αλλάξουμε σχολικό περιβάλλον και γιατί να ρισκάρουμε να γίνουμε «μπαλάκια» από το ένα σχολείο στο άλλο και πίσω στο πρώτο με όλες τις προφανείς δυσμενείς επιπτώσεις στην ψυχοσύνθεση ενός παιδιού (ή εφήβου) που μια αποτυχία μπορεί να προκαλέσει; Αν αυτά τα πράγματα, αυτές οι αιφνιδιαστικές αλλαγές, φαίνονται αδιανόητα για το καταστατικό λειτουργίας και εκπαίδευσης ενός σχολείου όπως το Κολλέγιο, γιατί θα πρέπει η Κα υπουργός να εγκρίνει την εφαρμογή τους στα παιδιά της α’ και β’ γυμνασίου των Π.Σ. τα οποία και εκείνα πέτυχαν σε πολύ δύσκολες και ανταγωνιστικές εξετάσεις μη γνωρίζοντας τις προθέσεις του (αόρατου) νομοθέτη για θέσπιση ξαφνικών εξετάσεων εισαγωγής στο Λύκειο;