• Σχόλιο του χρήστη 'ΠΑΠΑΓΓΕΛΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ' | 30 Απριλίου 2020, 17:19

    (ANAΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟΥ Θ. ΠΑΠΑΓΓΕΛΗ ΣΕ ΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΚΛΑΣΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ) Δεν είναι σύνηθες να παίρνει πρώτος το λόγο σε ημερίδα επί ελληνικού εδάφους ένας λατινόφρων, όπως ελόγου μου. Το αποδίδω στην πολιτικώς ορθή συμπόνια για τη μειονότητα (μιλώ πάντα για τα εν Ελλάδι) στην οποία ανήκω. Η μειονότητά μας λοιπόν εδώ και 15 μήνες πενθεί την ολική έκλειψη των Λατινικών ως πανελλαδικώς εξεταζομένου μαθήματος. Και όπως γνωρίζουμε όλοι, μόνο θεόπνευστη εντολή ή ανθρώπινη παραφροσύνη μπορεί να σε κάνει να πάρεις στα σοβαρά ένα μη πανελλαδικώς εξεταζόμενο μάθημα στο ελληνικό Λύκειο. Αλλά πριν τοιχοκολληθεί επίσημα από τον προηγούμενο υπουργό παιδείας, το κηδειόχαρτο των Λατινικών είχε προαναγγελθεί από άλλον υπουργό, με την ταυτόχρονη διευκρίνιση ότι σε αντίθεση με τη μακαρίτισσα την λατινική, η αρχαία ελληνική είναι ακόμη ζωντανή. Την επιστημονική εγκυρότητα αυτού του ιατρικού ανακοινωθέντος θα τη συζητήσω ευχαρίστως στα απομνημονεύματά μου, αν ποτέ τα γράψω. Σήμερα, και στον λίγο χρόνο που διαθέτω, εν είδει στοχευμένης πρόκλησης θα πω δυο λόγια για το πλέγμα των αντιλήψεων που υποθάλπουν αυτή τη διάκριση μεταξύ ζωής και θανάτου. Πρόκειται για αντιλήψεις που με ποικίλους τρόπους ενδημούν τόσο στην κοινωνία μας όσο και στην εκπαιδευτική μας ιδεολογία. Και λέω αμέσως ότι την κλασική αρχαιογνωσία, για ιστορικούς λόγους περισσότερο ή λιγότερο προφανείς, τη συγχέουμε καθ’ έξιν και κατά συρροήν με την ανάκρουση του εθνικού μας ύμνου. Και όσο ξέρω οι εθνικοί ύμνοι δεν είναι για να φιλοξενούν και τους άλλους, παρά μόνο ως αντιπάλους και εχθρούς. Έτσι, ενώ η Ιστορία μιλάει για ελληνορωμαϊκή Αρχαιότητα, ο εθνικός ύμνος αναγνωρίζει μόνο την ελληνοελληνική Αρχαιότητα. Το φαινόμενο είναι τόσο μοναδικά ελληνικό όσο και η ρετσίνα και το κοκορέτσι σε παλιά πλακιώτικη ταβέρνα. Μιλώ, βέβαια, για συλλογικές, ανειδίκευτες αντιλήψεις, για ανεξέταστες και αυτάρεσκες παραστάσεις του συλλογικού φαντασιακού, μόνο που το συλλογικό φαντασιακό επικαθορίζει περισσότερα πράγματα από όσα συνειδητοποιούμε, και τελικά επηρεάζει και αυτούς που θα έπρεπε να ξέρουν καλύτερα, δηλαδή οι κλασικοί φιλόλογοι που στελεχώνουν τα πανεπιστημιακά τμήματα φιλολογίας που ξέρουν καλά ότι η αρχαιογνωσία, παντού και ανέκαθεν, είναι ελληνορωμαϊκή• ξέρουν επίσης ότι η ουσιαστική απάλειψη των λατινικών από το Λύκειο είναι η πρώτη βαριά σωματική βλάβη στο συνολικό σώμα της κλασικής φιλολογίας, ξέρουν ότι μια δυο γενιές αλατίνιστων φοιτητών είναι μια πολλά υποσχόμενη αρχή για τη βαθμιαία απονεύρωση και το τελικό ολοκαύτωμα της κλασικής φιλολογίας ως γνωστικού, ακαδημαϊκού και ερευνητικού κλάδου• το ξέρουν και γι’ αυτό επί τω ακούσματι της υπουργικής πρόθεσης για το μάθημα των Λατινικών στο Λύκειο θα έπρεπε να έχουν ήδη απαντήσει με την άμεση αναστολή της λειτουργίας των φιλολογικών τμημάτων. Οι αλλεπάλληλες entre nous ημερίδες των λατινιστών, τα υπομνήματα προς τον υπουργό, οι ανακοινώσεις των Τμημάτων και μια ανοικτή επιστολή του ομιλούντος δεν σήμαναν τίποτε. Μίλησα προηγουμένως για ιστορικούς λόγους που ερμηνεύουν, όσο ερμηνεύουν, την ανιστόρητη μονομέρεια της νεοελληνικής αρχαιογνωσίας. Ναι, τέτοιοι λόγοι υπήρξαν, όταν, για παράδειγμα, ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός αποδύθηκε σε αγώνα σφυρηλάτησης εθνικής ταυτότητας με αναφορά σε ἐνα ευκλεές κλασικό παρελθόν που έπρεπε τότε και για συγκεκριμένους λόγους να είναι αποκλειστικά ελληνικό, σε εποχές όπου ο ιερομόναχος Γρηγόριος Παλιουρίτης, αλλά όχι μόνον αυτός, επιτιμούσε όσους εχαίροντο καλούμενοι Ρωμαίοι και ουχί Έλληνες ‘δια να χαρακτηρίζωμεν καλλίτερον το όνειδος της δουλείας, την οποίαν ελάβομεν από τον λαόν της Ρώμης’. Και ναι, κάποτε το εκπαιδευτικό μας αφήγημα μπορεί να είχε τους λόγους του να θεωρεί τον ρωμαϊκό πολιτισμό χλομή και άτεχνη απομίμηση του ελληνικού κλασικού θαύματος, αλλά στο τέλος της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, στον ενδότερο κύκλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ενώ φιλοδοξούμε, τουλάχιστον οι περισσότεροι, να είμαστε ενεργώς κοινωνοί της Ευρωπαϊκής Ιδέας (όσο και αν αυτή χειμάζεται), πόσο παραγωγικό και ιστορικά επίκαιρο είναι να κάνουμε κινήσεις οι οποίες σε τελική ανάλυση υποθάλπουν, και ας μην το συνειδητοποιούμε, τάσεις παλιοκαιρίσιου εξαιρετισμού και αυτάρεσκες εθνικές μυθολογίες; Γιατί οι διάφορες, εκπαιδευτικές κυρίως αλλά και άλλες, εκδοχές του εθνικού ύμνου που έλεγα να κατηχούν ανθρώπους που κατά τα άλλα έχουν το τεκμήριο της σοβαρότητας και να τους κάνουν να ρωτούν αγωνιωδώς (προσωπική εμπειρία) μετά από μια διάλεξη σχετικά με την προτεραιότητα της Ρώμης στη διαμόρφωση της πολιτικής πραγματικότητας και του δικαιικού ήθους της Ευρώπης: μα από τους Έλληνες δεν τα πήραν αυτά οι Ρωμαίοι; Επιτρέψτε μου να πω ότι μετά από την πολλοστή επανάληψη αυτής της αντίδρασης έχω επινοήσει μια απαντητική φόρμουλα που ως τώρα τουλάχιστον δεν έχει προσκρούσει σε σοβαρές ενστάσεις. Η Ευρώπη, λέω, με τη Ρώμη είχε ανέκαθεν σχέση σταθερής και νόμιμης συζυγίας, με την Ελλάδα είχε κατά καιρούς φλογερά ειδύλλια. Αλλά ας επιστρέψω στο μαθητικό λυκειακό σκηνικό. Πολύ εύλογα θα μπορούσε κάποιος να ρωτήσει: μα υπάρχει μαθητής που μπορεί να πάρει αν όχι Προφίσιενσι τουλάχιστον ένα first certificate στα λατινικά με 4 και 5 ώρες εβδομαδιαίας διδασκαλίας στα δυο τελευταία ή στον τελευταίο χρόνο του Λυκείου; Δύσκολο, ακόμη και για την πιο απλουστευμένη εκδοχή της Εσπεράντο, και πολύ πιο δύσκολο για τα αρχαία ελληνικά, αν υποθέσουμε ότι δεν πρόκειται για δωρεάν άνωθεν καταβαίνουσαν που ενσφηνώνεται στο DNA μας. Και επίσης δεν ξέρω αν υπάρχουν μαθητικοί φωστήρες που μετά τη λυκειακή φοίτηση στη Φυσική μπορούν να καταλάβουν το πρώτο πρώτο άρθρο από το Πιστεύω της Γενικής Σχετικότητας ή ξεσκολισμένοι της γυμναστικής που είναι έτοιμοι για ολυμπιακό μετάλλιο. Ξέρω, όμως, ότι ανάλογα με το τι είδους ψείρες κατεβάζει η κούτρα του καθενός, ανάλογα με το ποιες πρώτες υποδοχές λανθάνουν και υπνώττουν μέσα στα μυαλά και τις ψυχές, ο πρώτος σπόρος, ακόμη και από έναν μέτριο δάσκαλο, έχει την αναπαλλοτρίωτη σημασία του. Και αν έτσι βουληθούν οι Μούσες του λόγου και της επιστήμης, ο σπόρος θα βλαστήσει εν δόξη και τιμή. Εδώ, λοιπόν, μιλάμε για απαγόρευση σποράς. Καλώς, περιμένω να πει τώρα κάποιος, αλλά τι χρειάζεται ένας λατινικός σπόρος; (είναι μονοσήμαντος είχε πει ο κ. Γαβρόγλου, αλλά δεν πρόλαβε να εξηγήσει τι εννοεί). Τώρα φτάσαμε στο πιο νευραλγικό σημείο της ιστορίας μας, τουτέστιν στην έννοια της χρησιμότητας. Αντιμέτωποι με το ερώτημα της χρησιμότητας ή μη, όσοι διακονούμε τα ανθρωπιστικά πασχίζουμε συχνά να απαντήσουμε με παράδοξα και οξύμωρα του τύπου ‘η χρησιμότητα του άχρηστου’. Μόνο που έτσι κινδυνεύουμε να αυτομολήσουμε στους όρους με τους οποίους παίζουν οι φονταμενταλιστές της πρακτικής χρησιμοθηρίας. Αντί να ρυμουλκηθώ προς αυτό το αδιέξοδο, επιτρέψτε μου να μιλήσω με ένα είδος παραβολής. Ήταν ένας νεαρός μαθητής (μαθήτρια) που ακούγοντας τις πρώτες λατινικές λέξεις και εκφράσεις ανακάλεσε στο μυαλό του αυτόματα λέξεις από τα αγγλικά και τα γαλλικά, που είχε φροντίσει να μάθει. Τίποτε συγκλονιστικό ως εδώ (τα έχουν πει αυτα κι άλλοι). Όμως οι ομοιότητες ακόνισαν τη λαχτάρα του να μάθει αυτή τη λεγόμενη νεκρή γλώσσα και να διαβάσει αργότερα τους μεγάλους μαστόρους του λατινικού πεζού και ποιητικού λόγου, για να ανακαλύψει ότι οι νεότερες ευρωπαϊκές λογοτεχνίες, με όλες τις οφειλές τους στην ελληνική, βρίθουν από λατινικά διακείμενα. Σιγά σιγά ανακάλυψε ότι ο Όμηρος είναι ένας σεβάσμιος γέροντας από την Ιωνία που ξέρερι ακόμη να λέει καταπληκτικές και κάποτε παράξενα επίκαιρες ιστορίες ή να τροφοδοτεί το Χόλιγουντ με απολαυστικά μπλοκμπάστερ, αλλά ο Πατέρας της Δύσης είναι ο Βιργίλιος, της Δύσης στην οποία ο ίδιος πολιτισμικά ανήκει. Μπορεί να πάσχει από φαντασιώσεις, όμως τώρα πιστεύει και λέει ότι νιώθει πιο Ευρωπαίος, κυρίως όταν διαπιστώνει ότι η ιστορία του ευρωπαϊκού πολιτισμού και της δυτικής επιστήμης μέχρι σχεδόν τον 18ο αιώνα είναι γραμμένη στα λατινικά -- και τότε θυμάται νοσταλγικά τον καλό σπορέα, εκείνον που δεν του είχαν ακόμη απαγορεύσει να σπέρνει. Ένας άλλος μαθητής πάλι, παρόλο που τα λατινικά του Λυκείου δεν τον είχαν ενθουσιάσει τόσο πολύ ώστε να τα συνεχίσει, όταν άρχισε να σπουδάζει νομικά εύρισκε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα την απέριττη και χυμώδη λακωνικότητα με την οποία η λατινική νομική γλώσσα διατύπωνε δικαιϊκά αξιώματα και εντολές. Δεν κέρδισε καμιά δίκη αργότερα γι’ αυτόν τον λόγο, αλλά όταν έγραψε το πρώτο του άρθρο στο αστικό δίκαιο το βρήκε πολύ σημαντικό από ακαδημαϊκή άποψη να μπορεί να παραθέσει και κάποιες λατινικές φόρμουλες. Και άλλοι που έγιναν γιατροί και γεωπόνοι διαπίστωσαν ότι με κάποιο τρόπο κατανοούσαν την ορολογία της επιστήμης τους πιο άμεσα και εύκολα από νεότερους συναδέλφους που κάποιος μια μέρα αποφάσισε να τους στερήσει τον σπορέα. Και, last but not least, όλοι τους αποκόμισαν μια σημαντική αίσθηση ιστορικότητας για την επιστήμη τους – μια αίσθηση που περιέργως δεν είχε ή δεν ήθελε να έχει ο ιστορικός των επιστημών που είχε απαγορεύσει τη σπορά. Είμαστε υποκείμενα κατασκευασμένα από την ιστορία μας, γι’ αυτό αίσθηση ιστορικότητας σημαίνει κριτική αυτογνωσία και ιστορική νοημοσύνη. Τα κλασικά γράμματα, ελληνικά και ΄λατινικά αδιαίρετα και ομοούσια, είναι η πιο δραστική και στοργική τροφός αυτής της ιστορικής νοημοσύνης, και η ιστορική νοημοσύνη με τη σειρά της τρέφει τις ποικίλες στοχαστικές προσαρμογές και τον πλουραλισμό της νόησης και της ευαισθησίας που με τη σειρά τους τρέφουν δημοκρατικό ήθος. Η κλασική ανθρωπιστική παιδεία ούτε ελιτίζει ούτε λαϊκίζει, δεν καταδέχεται την ιδεολογική και ιδεοληπτική κατήχηση, είναι σπουδή ελευθερίας από την οποία προέκυψαν Αναγεννήσεις και Διαφωτισμοί. Σκεφτείτε μόνο αν θα είχε υπάρξει Διαφωτισμός χωρίς το προηγούμενο της ουμανιστικής Αναγέννησης. Τα κλασικά γράμματα δεν είναι ευκαιριακό τοτέμ και μουσειακό έκθεμα για εθνικές πανηγύρεις αλλά, ομοούσια και αδιαίρετα, ελληνικά και λατινικά, είναι ανανεώσιμη και ανανεωτική πηγή πολιτισμικής ενέργειας. Επιλογίζω επιστρέφοντας για δύο λεπτά στα Λατινικά. Μας είπαν ότι ο τρόπος διδασκαλίας τους είναι απαρχαιωμένος και αλυσιτελής. Σύμφωνοι, αλλά μας είπαν επίσης , ανακριβώς και ψευδώς, ότι δεν προτάθηκε εκσυγχρονισμός της διδασκαλίας τους στο Λύκειο. Όμως, αν υπήρχε πραγματική βούληση από τους πολιτικούς επιτελείς της Παιδείας, σήμερα θα υπήρχε ένα νέο εγχειρίδιο, που δεν θα άρχιζε με εκείνο το σεβαστό μεν αλλά τυπικό και παλιοκαιρίσιο ‘ο ποιητής Οβίδιος είναι εξόριστος στον Πόντο’ αλλά με το ‘ο ποιητής Καρυωτάκης αυτοκτόνησε στην Πρέβεζα’. Και τότε είναι πιθανό ότι μερικά ζευγάρια εφηβικά μάτια θα έλαμπαν αλλιώς.