• Σχόλιο του χρήστη 'Βενέτης Σ.' | 30 Απριλίου 2020, 22:20

    Αν και η παραδοσιακή εκμάθηση σύμφωνα με τον Gramci (στο Νόβα-Καλτσούνη, 2010, σ. 174) «των Λατινικών και Αρχαίων Ελληνικών που διδασκόντουσαν (ή και διδάσκονται) στείρα και μηχανικά, με σκοπό οι μαθητές να αποκτήσουν συνήθειες όπως η επιμέλεια, η ακρίβεια και μία ηθική συμπεριφορά αναφορικά με το σώμα, και ψυχική προσήλωση σε ορισμένα πράγματα» έχει περιοριστεί, τον ρόλο αυτό σήμερα, σύμφωνα με τον Skovsmose (2008), τον συνεχίζουν και άλλα διδακτικά αντικείμενα, όπως τα μαθηματικά και τα «φυσικομαθηματικά». Αυτά υποβάλλουν τους μαθητές σε μακροσκελείς σειρές ασκήσεων και διαγωνισμάτων με τρόπο ώστε να αναπαράγουν και να επιβάλλουν με την σειρά τους στείρα και μηχανική συμπεριφορά των μαθητών, διαμορφώνοντας ιδεολογία και εμποδίζοντας τους να συνδέσουν την παραδοσιακή κοινωνική οργάνωση με τις νέες κοινωνικές μορφές, όπως αυτές εμφανίζονται και διαμορφώνονται σε ένα ενδοϋπολογιστικά διαμεσολαβημένο περιβάλλον. Η δικτυακή πραγματικότητα, αφενός, και η κοινωνική πραγματικότητα, αφετέρου, δεν μπορούν να εξεταστούν ως δύο ξεχωριστοί και απομονωμένοι παράγοντες αλλά ως απολύτως συμβατοί καθώς τα ενεργητικά τους πεδία αλληλεπιδρούν, συμπορεύονται ή και συγκρούονται κατά περίπτωση Οι πανελλαδικές εξετάσεις, ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, αποτελούν Ιδεολογικό Μηχανισμό του Κράτους που έχει ως στόχο να εκπαιδεύονται οι μαθητές στο να μην αναζητούν τη γνώση, αλλά να αποστηθίζουν το σχολικό βιβλίο που δίνει όλες τις πληροφορίες εκτός από εκείνες που είναι απαραίτητες στους μαθητές για να προσεγγίζουν με τρόπο επωφελή τη σύγχρονη πραγματικότητα. Αυτή η αποδοχή της μεγάλης σημασίας των πανελλαδικών εξετάσεων από τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές και τους γονείς ακυρώνει τους εκπαιδευτικούς στόχους τους οποίους διακηρύσσει επίσημα η ελληνική πολιτεία, μέσω του νομοθετικού πλαισίου για την εκπαίδευση και μέσω των Επίσημων Αναλυτικών Προγραμμάτων (Ράσσελ, 1980, σ. 136, Κουλούρη, 2013, σ. Αα25). Η επαναφορά των λατινικών ως πανελαδικά εξεταζόμενου μαθήματος ακυρώνει την διακύριξη της αναγκαιότητας εκμάθησης των "ήπιων δεξιοτήτων" (Communication, Self-Motivation, Leadership, Problem Solving, Decisiveness, Ability to Work Under Pressure and Time Management, Flexibility, Negotiation and Conflict Resolution) και στερεί από το μαθητή την ικανότητα να αναπτύσσει την πρωτοβουλία, την επινοητικότητα, την υπευθυνότητα, να αναλύει τα φαινόμενα, να διαπιστώνει τις αιτίες, να στέκεται κριτικά απέναντι σε κάθε εξέλιξη, και να μπορεί να συμμετέχει συνειδητά στη λήψη αποφάσεων που τον αφορούν (Δαφέρμος, 2009, σ. 49). Παρότι έχουμε ανάγκη την επιστημονική γνώση που παράγει η επιστήμη της κοινωνιολογίας και της κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης, οι ελληνικές κυβερνήσεις ρέπουν σε δοξασίες και σε στοχασμούς "παιδαγωγών" οι οποίοι προσπαθούν να κολακεύσουν τις πολιτικές ελίτ αναπτύσσοντας κοινωνιολογίζουσες ερμηνείες οι οποίες δικαιολογούν το παραδοσιακό σχολείο. Στην πραγματικότητα εμφανίζουν εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που δεν αλλάζουν απολύτως τίποτε παρά δημιουργούν ένα κύκλο ατελέσφορων μεταρρυθμιστικών προτάσεων οι οποίες εξυπηρετούν βραχυπρόθεσμα συμφέροντα ομάδων που επωφελούνται από την αδράνεια (Πελαγρίδης & Μητσόπουλος, 2006, σ. 79). Όταν δε οι μαθητές έρθουν σε επαφή με την σύγχρονη εργασιακή πραγματικότητα αντιλαμβάνονται την προσπάθεια χειραγώγησης (εξαπάτησης), αισθάνονται μίσος ή αδιαφορία για το πολιτικό και εκπαιδευτικό σύστημα. Αναφορές Δαφέρμος, Ο. (2009). Το Σχολείο Κοιτάζει προς τα Πίσω. Αθήνα: Γαβριηλίδης. Κουλούρη, Χ. (2013, Μάιος 19). Κανένα Πρωτοσέλιδο για την Παιδεία. Το Βήμα, Αα25 Νόβα-Καλτσούνη, Χ. (2010). Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης. Αθήνα: Gutenberg. Πελαγρίδης, Θ., & Μητσόπουλος, Μ. (2006). Ανάλυση της ΕλληνικήςΟοικονομίας η Προσοδοθυρία και οι Μεταρυθμίσεις. Αθήνα: Πανταζής Skovsmose, O. (2008, Ιούλιος). Ο Αναστοχασμός ως Πρόκληση. (Κ. Ταμπάκης, Μετάφρ.) Κριτική Επιστήμη και Εκπαίδευση (7), σσ. 3-23. Ράσσελ, Μ. (1980). Εκπαίδευση και Κοινωνική Τάξη. (Ν. Σαρλης, Μεταφρ.) Αθήνα: Ζαχαρόπουλος & ΣΙΑ.