Τα Πρότυπα σχολεία, παρά τα «χτυπήματα» που έχουν δεχτεί κατά καιρούς από διάφορες κυβερνητικές -άστοχες έως εξοντωτικές- ρυθμίσεις, παραμένουν κύτταρα αριστείας εντός της Δημόσιας Παιδείας, παρέχοντας τη δυνατότητα για κορυφαία εκπαίδευση σε όλα τα παιδιά, ανεξάρτητα από καταγωγή, κοινωνική τάξη και εισόδημα. Είναι τα «κύτταρα» όπου δοκιμάζονται νέα καινοτόμα προγράμματα σπουδών, με σκοπό την επέκτασή τους σε όλα τα σχολεία. Οι απόφοιτοι των σχολείων αυτών διαπρέπουν στην κοινωνία και την οικονομία - στην Ελλάδα και το εξωτερικό - και δεν ξεχνούν την "καταγωγή" τους.
Η πρόβλεψη για τη διενέργεια εξετάσεων από τους μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου, προκειμένου να συνεχίσουν τη φοίτησή τους στο Πρότυπο Λύκειο, σύμφωνα με το προτεινόμενο άρθρο 18 του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας που έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, υπηρετεί έναν και μόνον σκοπό: Την οικονομική ενίσχυση των ιδιωτικών φροντιστηρίων!
Παράλληλα, θα μετατρέψει τα ίδια τα Πρότυπα Γυμνάσια σε μια «βιομηχανία» διενέργειας εξετάσεων, οδηγώντας τα τελικά εκτός του σκοπού της ύπαρξής τους. Είναι δε εξαιρετικά οξύμωρο και άκρως υποκριτικό, η κυρία Κεραμέως από τη μια να εισηγείται πρόσθετες ενδιάμεσες εξετάσεις, κρίσιμες για το μέλλον των παιδιών που φοιτούν ήδη στα Πρότυπα Σχολεία και από την άλλη να υποβαθμίζει στην πράξη τη Δημόσια Παιδεία, μέσω της πρόσφατης ψήφισης του άρθρου 50 του ν. 4653/2020, που προβλέπει τη δυνατότητα διορισμού αποφοίτων των ιδιωτικών κολλεγίων στη Δημόσια Εκπαίδευση, εξισώνοντας έτσι τα συγκεκριμένα πτυχία με αυτά των πτυχιούχων των Πανεπιστημίων!
Ας επανέλθουμε όμως στο «περιβόητο» άρθρο 18 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου και ας δούμε τους ΕΠΤΑ βασικούς ΛΟΓΟΥΣ για τους οποίους ΔΕΝ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΘΕΣΠΙΣΤΕΙ Η ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ για τους μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου των Προτύπων Σχολείων προς τα συνδεδεμένα Πρότυπα Λύκεια, τόσο για τους ήδη φοιτούντες όσο και τους μελλοντικούς μαθητές:
Πρώτος: Οι μαθητές των Προτύπων Γυμνασίων έχουν ήδη αξιολογηθεί κατά την εισαγωγή τους σε αυτά, συμμετέχοντας σε ιδιαίτερα απαιτητικές εξετάσεις στα πρότυπα των Πανελληνίων και μάλιστα στην τρυφερή ηλικία των 12 ετών, τελείως συνειδητά. H «απόδειξη» της αξίας τους με επανεξέταση που θα τους τοποθετεί εκ νέου στο «σημείο Μηδέν», είναι εκτός από αχρείαστη και αντιπαιδαγωγική. Άλλωστε, η έως τώρα εμπειρία είναι αδιαμφισβήτητη: Οι ετήσιες επιδόσεις, τα ποσοστά αριστείας, η επιτυχία σε διάφορους πανελλήνιους διαγωνισμούς μαθηματικών, ρητορικής, φυσικής κ.λ.π καταδεικνύει το αχρείαστο της επαναξιολόγησης. Ιδιαίτερα θα προτρέπαμε την κ. Κεραμέως να δώσει έμφαση στα αποτελέσματα των Πανελληνίων Εξετάσεων της σχολικής χρονιάς 2018 – 2019 και στις επιδόσεις των Προτύπων σχολείων, που αποδεικνύουν στην πράξη ότι ο θεσμός της απευθείας διασύνδεσης λειτουργεί καλώς!
Δεύτερος: Το Πρότυπο Σχολείο, με το Γυμνάσιο και το Λύκειο να ανήκουν στην ίδια βαθμίδα εκπαίδευσης, είναι και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια ενιαία οντότητα, με ενιαίο εκπαιδευτικό πρόγραμμα από την αρχή μέχρι το τέλος, για να μπορεί να αξιολογηθεί. Σε καμία περίπτωση δεν τεκμηριώνεται παιδαγωγικά, αλλά και επιστημονικά, η ανάγκη «ανανέωσης του μαθητικού πληθυσμού», όπως και δεν εξηγείται η διαφορετική μεταχείριση των Πρότυπων Σχολείων σε σχέση με τα Πειραματικά, όπου η φοίτηση προβλέπεται να είναι απρόσκοπτη για έξι χρόνια. Επιπλέον, η οντότητα αυτή δικαιούται να απολαμβάνει καθολικά την εμπιστοσύνη της Πολιτείας. Η εισαγωγή εξετάσεων από το Γυμνάσιο στο Λύκειο, καταδεικνύει έλλειψη εμπιστοσύνης της ΙΔΙΑΣ της Πολιτείας στο θεσμό των Προτύπων και ιδιαίτερα του Προτύπου Γυμνασίου. Το Πρότυπο Γυμνάσιο, αφενός αμφισβητείται εμπράκτως (στην ουσία αμφισβητείται όχι μόνον ο ρόλος των ίδιων των καθηγητών, αλλά και της συνέπειας των μαθητών), αφετέρου ενδέχεται να μετατραπεί σε κέντρο προετοιμασίας για τα μαθήματα, στα οποία θα εξεταστούν εκ νέου οι μαθητές, ώστε να συνεχίσουν να φοιτούν στο Σχολείο τους.
Τρίτος: Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να επισημανθεί η τακτική των “δύο μέτρων και δύο σταθμών” που προωθεί το υπουργείο Παιδείας. Δηλαδή, στα Πειραματικά Σχολεία τα οποία από το Σεπτέμβριο γίνονται Πρότυπα, θα έχουμε την τάξη της Α' Λυκείου, η οποία “κληροδοτήθηκε” από την κλήρωση (χωρίς εξετάσεις) της Α' Γυμνασίου, καθώς και μια φουρνιά μαθητών των τάξεων Β' και Γ' Λυκείου που θα αποφοιτήσουν με απολυτήριο Προτύπου, μην έχοντας περάσει καμία από τις δύο εξετάσεις, που το νομοσχέδιο της κυρίας Κεραμέως επιβάλλει στα Πρότυπα Σχολεία. «Οι μαθητές, οι οποίοι φοιτούν ήδη σε μία από τις τρεις τάξεις του Γυμνασίου ή του Λυκείου, κατά τον χαρακτηρισμό του σχολείου τους ως Π.Σ., δεν υπόκεινται σε εξετάσεις ή δοκιμασία (τεστ) δεξιοτήτων, προκειμένου να διασφαλίσουν την παραμονή τους στο σχολείο όπου ήδη φοιτούν. Και τούτο, σταθμίζοντας αντικειμενικούς λόγους που συνέχονται αφενός με την ίδια τη συνεκτικότητα των τάξεων κάθε βαθμίδας, και αφετέρου με την ανάγκη αποφυγής αιφνιδιασμού των μαθητών εν μέσω φοίτησής τους στην εκάστοτε εκπαιδευτική βαθμίδα», αναφέρεται χαρακτηριστικά. Φαίνεται ότι οι αντικειμενικοί λόγοι που ισχύουν για τους μαθητές των Πειραματικών Σχολείων δεν ισχύουν για εκείνους των Προτύπων. Και πραγματικά απορούμε!
Τέταρτος: Επιπλέον, στόχος της διενέργειας εξετάσεων μεταξύ των βαθμίδων, όπως υποστηρίζεται στο νομοσχέδιο, είναι «η παροχή της δυνατότητας ανανέωσης του μαθητικού πληθυσμού, που φοιτά σε Πρότυπα Σχολεία, ώστε να δίνεται έτσι η ευκαιρία σε μεγαλύτερο αριθμό μαθητών να διεκδικούν την εισαγωγή τους στον συγκεκριμένο τύπο σχολείου». Η απορία μας λοιπόν είναι εύλογη, καθώς θα περίμενε κανείς πως με τον προβλεπόμενο υπερδιπλασιασμό των Προτύπων, ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται αυτόματα.
Πέμπτος: Οι επιπλέον εξετάσεις θα αποτρέψουν πολλούς άριστους μαθητές από το να πάρουν μέρος στις εξετάσεις για τη Α’ Γυμνασίου, λόγω του μελλοντικού ψυχικού και οικονομικού κόστους. Είναι κοινή γνώση, ότι στην πλειονότητά τους οι υποψήφιοι για την εισαγωγή στα Πρότυπα Γυμνάσια ενισχύουν την προετοιμασία τους σε εξειδικευμένα φροντιστήρια. Η προσθήκη επιπλέον εξετάσεων, ειδικά σε μια φαινομενικά “κενή” για τα φροντιστήρια χρονιά, όπως είναι η Γ' Γυμνασίου, δημιουργεί, δυστυχώς, εύλογα ερωτηματικά ως προς τη σκοπιμότητά της, εκτός της αναστάτωσης που ήδη περιγράφουμε στο σύνολό της. Έτσι, πολλοί γονείς αν γνώριζαν ότι τα παιδιά τους επρόκειτο να περάσουν ξανά τη δοκιμασία των εξετάσεων, ενδεχομένως να μην έμπαιναν σε αυτή εξαρχής, πόσω μάλλον όταν αρνήθηκαν υποτροφίες που είχαν δεχτεί από διάφορα ιδιωτικά σχολεία για τη φοίτησή τους.
Έκτος: Επιπλέον, δεδομένου ότι η δυνατότητα εξετάσεων εισαγωγής στο Πρότυπο Λύκειο προβλέπεται μόνο στο πλαίσιο κάθε σχολικής μονάδας χωριστά (δηλαδή οι εξετάσεις δεν θα διοργανώνονται κεντρικά για όλα τα πρότυπα), είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο στείρος ανταγωνισμός μεταξύ των συμμαθητών της ίδιας τάξης θα θριαμβεύσει. Τα παιδιά θα παύσουν να είναι συμμαθητές και συναγωνιστές προς τη γνώση, και θα γίνουν απλοί ανταγωνιστές σε έναν αγώνα για μία θέση στο πρότυπο Λύκειο.
Έβδομος: Η περίοδος της εφηβείας αποτελεί όπως όλοι ξέρουμε, μια ιδιαίτερα κρίσιμη φάση στη μετάβαση από την παιδικότητα στη νεότητα και την ομαλή ένταξη στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η απειλή και μόνο και πολύ περισσότερο η επέλευση βίαιων αλλαγών περιβάλλοντος, πέρα από τις εκπαιδευτικές συνέπειες, θα έχει πολύ πιο σημαντικές ψυχικές επιπτώσεις στα παιδιά αυτά και θα τα γεμίσει με αισθήματα ματαίωσης, ανασφάλειας, αίσθησης αδίκου και αγωνίας. Αισθήματα, που μπορούμε να πούμε ότι έχουν αρχίσει ήδη να αναστατώνουν τα παιδιά μας. Το νιώθουμε όλοι ήδη μέσα στα σπίτια μας, στην ιδέα και μόνο. Θεωρούμε ότι η «επιστροφή» ενός αγοριού ή κοριτσιού στην τρυφερή ηλικία των 15 ετών στο σχολείο της γειτονιάς του, αφήνοντας πίσω τους φίλους που απέκτησε ύστερα από δυσκολίες (γιατί, ας μην ξεχνάμε ότι τα “Πρωτάκια” στα Πρότυπα ξεκινούν όλα ως …άγνωστοι μεταξύ αγνώστων) και μάλιστα με την υποψία έστω της στάμπας του αποτυχημένου, θα αποτελέσει για το ίδιο το παιδί και τους γονείς του δυσεπίλυτο πρόβλημα. Πιστεύουμε ότι κανείς δε θα ήθελε να φέρει το βάρος της ευθύνης ενός τέτοιου ψυχικού τραύματος, έστω και για έναν μόνο έφηβο που θα βρισκόταν σε τέτοια δυσχερή θέση.
Συνοψίζοντας, σχετικά με τα παιδιά που ήδη βρίσκονται στα Πρότυπα Γυμνάσια, μαθητές Α’ και Β’ τάξεως, κατηγορηματικά πιστεύουμε ότι η κλήση τους σε εξετάσεις επαναξιολόγησης είναι απαράδεκτη. Η ίδια η Πολιτεία σε μια τέτοια περίπτωση αλλάζει τους όρους «του παιχνιδιού», παραβιάζοντας κάθε αρχή εμπιστοσύνης των πολιτών προς το Κράτος. Τα παιδιά αυτά και οι οικογένειές τους, έκαναν το σχεδιασμό της ζωής τους για τα επόμενα 6 χρόνια με άλλα δεδομένα και τη σαφή γνώση ότι θα φοιτήσουν απρόσκοπτα στο Σχολείο που πέτυχαν, μέχρι και την αποφοίτηση από το Λύκειο. Η θέση μας είναι σαφής και είναι υπέρ της απόσυρσης των ενδιάμεσων εξετάσεων εν γένει. Σε κάθε περίπτωση, τονίζουμε την αυτονόητη εξαίρεση των ήδη φοιτούντων μαθητών, ως στοιχειώδη σεβασμό της Πολιτείας προς αυτούς και τους γονείς τους. Άλλως, η Πολιτεία η ίδια καλεί τα παιδιά να ανταγωνισθούν για να διατηρήσουν τη συμφωνία που η ίδια έχει συνάψει μαζί τους, και να προστατεύσουν από μόνα τους την κοινωνική τους ζωή και την ψυχική τους υγεία.
Τα Πρότυπα σχολεία, παρά τα «χτυπήματα» που έχουν δεχτεί κατά καιρούς από διάφορες κυβερνητικές -άστοχες έως εξοντωτικές- ρυθμίσεις, παραμένουν κύτταρα αριστείας εντός της Δημόσιας Παιδείας, παρέχοντας τη δυνατότητα για κορυφαία εκπαίδευση σε όλα τα παιδιά, ανεξάρτητα από καταγωγή, κοινωνική τάξη και εισόδημα. Είναι τα «κύτταρα» όπου δοκιμάζονται νέα καινοτόμα προγράμματα σπουδών, με σκοπό την επέκτασή τους σε όλα τα σχολεία. Οι απόφοιτοι των σχολείων αυτών διαπρέπουν στην κοινωνία και την οικονομία - στην Ελλάδα και το εξωτερικό - και δεν ξεχνούν την "καταγωγή" τους. Η πρόβλεψη για τη διενέργεια εξετάσεων από τους μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου, προκειμένου να συνεχίσουν τη φοίτησή τους στο Πρότυπο Λύκειο, σύμφωνα με το προτεινόμενο άρθρο 18 του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας που έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, υπηρετεί έναν και μόνον σκοπό: Την οικονομική ενίσχυση των ιδιωτικών φροντιστηρίων! Παράλληλα, θα μετατρέψει τα ίδια τα Πρότυπα Γυμνάσια σε μια «βιομηχανία» διενέργειας εξετάσεων, οδηγώντας τα τελικά εκτός του σκοπού της ύπαρξής τους. Είναι δε εξαιρετικά οξύμωρο και άκρως υποκριτικό, η κυρία Κεραμέως από τη μια να εισηγείται πρόσθετες ενδιάμεσες εξετάσεις, κρίσιμες για το μέλλον των παιδιών που φοιτούν ήδη στα Πρότυπα Σχολεία και από την άλλη να υποβαθμίζει στην πράξη τη Δημόσια Παιδεία, μέσω της πρόσφατης ψήφισης του άρθρου 50 του ν. 4653/2020, που προβλέπει τη δυνατότητα διορισμού αποφοίτων των ιδιωτικών κολλεγίων στη Δημόσια Εκπαίδευση, εξισώνοντας έτσι τα συγκεκριμένα πτυχία με αυτά των πτυχιούχων των Πανεπιστημίων! Ας επανέλθουμε όμως στο «περιβόητο» άρθρο 18 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου και ας δούμε τους ΕΠΤΑ βασικούς ΛΟΓΟΥΣ για τους οποίους ΔΕΝ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΘΕΣΠΙΣΤΕΙ Η ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ για τους μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου των Προτύπων Σχολείων προς τα συνδεδεμένα Πρότυπα Λύκεια, τόσο για τους ήδη φοιτούντες όσο και τους μελλοντικούς μαθητές: Πρώτος: Οι μαθητές των Προτύπων Γυμνασίων έχουν ήδη αξιολογηθεί κατά την εισαγωγή τους σε αυτά, συμμετέχοντας σε ιδιαίτερα απαιτητικές εξετάσεις στα πρότυπα των Πανελληνίων και μάλιστα στην τρυφερή ηλικία των 12 ετών, τελείως συνειδητά. H «απόδειξη» της αξίας τους με επανεξέταση που θα τους τοποθετεί εκ νέου στο «σημείο Μηδέν», είναι εκτός από αχρείαστη και αντιπαιδαγωγική. Άλλωστε, η έως τώρα εμπειρία είναι αδιαμφισβήτητη: Οι ετήσιες επιδόσεις, τα ποσοστά αριστείας, η επιτυχία σε διάφορους πανελλήνιους διαγωνισμούς μαθηματικών, ρητορικής, φυσικής κ.λ.π καταδεικνύει το αχρείαστο της επαναξιολόγησης. Ιδιαίτερα θα προτρέπαμε την κ. Κεραμέως να δώσει έμφαση στα αποτελέσματα των Πανελληνίων Εξετάσεων της σχολικής χρονιάς 2018 – 2019 και στις επιδόσεις των Προτύπων σχολείων, που αποδεικνύουν στην πράξη ότι ο θεσμός της απευθείας διασύνδεσης λειτουργεί καλώς! Δεύτερος: Το Πρότυπο Σχολείο, με το Γυμνάσιο και το Λύκειο να ανήκουν στην ίδια βαθμίδα εκπαίδευσης, είναι και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια ενιαία οντότητα, με ενιαίο εκπαιδευτικό πρόγραμμα από την αρχή μέχρι το τέλος, για να μπορεί να αξιολογηθεί. Σε καμία περίπτωση δεν τεκμηριώνεται παιδαγωγικά, αλλά και επιστημονικά, η ανάγκη «ανανέωσης του μαθητικού πληθυσμού», όπως και δεν εξηγείται η διαφορετική μεταχείριση των Πρότυπων Σχολείων σε σχέση με τα Πειραματικά, όπου η φοίτηση προβλέπεται να είναι απρόσκοπτη για έξι χρόνια. Επιπλέον, η οντότητα αυτή δικαιούται να απολαμβάνει καθολικά την εμπιστοσύνη της Πολιτείας. Η εισαγωγή εξετάσεων από το Γυμνάσιο στο Λύκειο, καταδεικνύει έλλειψη εμπιστοσύνης της ΙΔΙΑΣ της Πολιτείας στο θεσμό των Προτύπων και ιδιαίτερα του Προτύπου Γυμνασίου. Το Πρότυπο Γυμνάσιο, αφενός αμφισβητείται εμπράκτως (στην ουσία αμφισβητείται όχι μόνον ο ρόλος των ίδιων των καθηγητών, αλλά και της συνέπειας των μαθητών), αφετέρου ενδέχεται να μετατραπεί σε κέντρο προετοιμασίας για τα μαθήματα, στα οποία θα εξεταστούν εκ νέου οι μαθητές, ώστε να συνεχίσουν να φοιτούν στο Σχολείο τους. Τρίτος: Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να επισημανθεί η τακτική των “δύο μέτρων και δύο σταθμών” που προωθεί το υπουργείο Παιδείας. Δηλαδή, στα Πειραματικά Σχολεία τα οποία από το Σεπτέμβριο γίνονται Πρότυπα, θα έχουμε την τάξη της Α' Λυκείου, η οποία “κληροδοτήθηκε” από την κλήρωση (χωρίς εξετάσεις) της Α' Γυμνασίου, καθώς και μια φουρνιά μαθητών των τάξεων Β' και Γ' Λυκείου που θα αποφοιτήσουν με απολυτήριο Προτύπου, μην έχοντας περάσει καμία από τις δύο εξετάσεις, που το νομοσχέδιο της κυρίας Κεραμέως επιβάλλει στα Πρότυπα Σχολεία. «Οι μαθητές, οι οποίοι φοιτούν ήδη σε μία από τις τρεις τάξεις του Γυμνασίου ή του Λυκείου, κατά τον χαρακτηρισμό του σχολείου τους ως Π.Σ., δεν υπόκεινται σε εξετάσεις ή δοκιμασία (τεστ) δεξιοτήτων, προκειμένου να διασφαλίσουν την παραμονή τους στο σχολείο όπου ήδη φοιτούν. Και τούτο, σταθμίζοντας αντικειμενικούς λόγους που συνέχονται αφενός με την ίδια τη συνεκτικότητα των τάξεων κάθε βαθμίδας, και αφετέρου με την ανάγκη αποφυγής αιφνιδιασμού των μαθητών εν μέσω φοίτησής τους στην εκάστοτε εκπαιδευτική βαθμίδα», αναφέρεται χαρακτηριστικά. Φαίνεται ότι οι αντικειμενικοί λόγοι που ισχύουν για τους μαθητές των Πειραματικών Σχολείων δεν ισχύουν για εκείνους των Προτύπων. Και πραγματικά απορούμε! Τέταρτος: Επιπλέον, στόχος της διενέργειας εξετάσεων μεταξύ των βαθμίδων, όπως υποστηρίζεται στο νομοσχέδιο, είναι «η παροχή της δυνατότητας ανανέωσης του μαθητικού πληθυσμού, που φοιτά σε Πρότυπα Σχολεία, ώστε να δίνεται έτσι η ευκαιρία σε μεγαλύτερο αριθμό μαθητών να διεκδικούν την εισαγωγή τους στον συγκεκριμένο τύπο σχολείου». Η απορία μας λοιπόν είναι εύλογη, καθώς θα περίμενε κανείς πως με τον προβλεπόμενο υπερδιπλασιασμό των Προτύπων, ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται αυτόματα. Πέμπτος: Οι επιπλέον εξετάσεις θα αποτρέψουν πολλούς άριστους μαθητές από το να πάρουν μέρος στις εξετάσεις για τη Α’ Γυμνασίου, λόγω του μελλοντικού ψυχικού και οικονομικού κόστους. Είναι κοινή γνώση, ότι στην πλειονότητά τους οι υποψήφιοι για την εισαγωγή στα Πρότυπα Γυμνάσια ενισχύουν την προετοιμασία τους σε εξειδικευμένα φροντιστήρια. Η προσθήκη επιπλέον εξετάσεων, ειδικά σε μια φαινομενικά “κενή” για τα φροντιστήρια χρονιά, όπως είναι η Γ' Γυμνασίου, δημιουργεί, δυστυχώς, εύλογα ερωτηματικά ως προς τη σκοπιμότητά της, εκτός της αναστάτωσης που ήδη περιγράφουμε στο σύνολό της. Έτσι, πολλοί γονείς αν γνώριζαν ότι τα παιδιά τους επρόκειτο να περάσουν ξανά τη δοκιμασία των εξετάσεων, ενδεχομένως να μην έμπαιναν σε αυτή εξαρχής, πόσω μάλλον όταν αρνήθηκαν υποτροφίες που είχαν δεχτεί από διάφορα ιδιωτικά σχολεία για τη φοίτησή τους. Έκτος: Επιπλέον, δεδομένου ότι η δυνατότητα εξετάσεων εισαγωγής στο Πρότυπο Λύκειο προβλέπεται μόνο στο πλαίσιο κάθε σχολικής μονάδας χωριστά (δηλαδή οι εξετάσεις δεν θα διοργανώνονται κεντρικά για όλα τα πρότυπα), είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο στείρος ανταγωνισμός μεταξύ των συμμαθητών της ίδιας τάξης θα θριαμβεύσει. Τα παιδιά θα παύσουν να είναι συμμαθητές και συναγωνιστές προς τη γνώση, και θα γίνουν απλοί ανταγωνιστές σε έναν αγώνα για μία θέση στο πρότυπο Λύκειο. Έβδομος: Η περίοδος της εφηβείας αποτελεί όπως όλοι ξέρουμε, μια ιδιαίτερα κρίσιμη φάση στη μετάβαση από την παιδικότητα στη νεότητα και την ομαλή ένταξη στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η απειλή και μόνο και πολύ περισσότερο η επέλευση βίαιων αλλαγών περιβάλλοντος, πέρα από τις εκπαιδευτικές συνέπειες, θα έχει πολύ πιο σημαντικές ψυχικές επιπτώσεις στα παιδιά αυτά και θα τα γεμίσει με αισθήματα ματαίωσης, ανασφάλειας, αίσθησης αδίκου και αγωνίας. Αισθήματα, που μπορούμε να πούμε ότι έχουν αρχίσει ήδη να αναστατώνουν τα παιδιά μας. Το νιώθουμε όλοι ήδη μέσα στα σπίτια μας, στην ιδέα και μόνο. Θεωρούμε ότι η «επιστροφή» ενός αγοριού ή κοριτσιού στην τρυφερή ηλικία των 15 ετών στο σχολείο της γειτονιάς του, αφήνοντας πίσω τους φίλους που απέκτησε ύστερα από δυσκολίες (γιατί, ας μην ξεχνάμε ότι τα “Πρωτάκια” στα Πρότυπα ξεκινούν όλα ως …άγνωστοι μεταξύ αγνώστων) και μάλιστα με την υποψία έστω της στάμπας του αποτυχημένου, θα αποτελέσει για το ίδιο το παιδί και τους γονείς του δυσεπίλυτο πρόβλημα. Πιστεύουμε ότι κανείς δε θα ήθελε να φέρει το βάρος της ευθύνης ενός τέτοιου ψυχικού τραύματος, έστω και για έναν μόνο έφηβο που θα βρισκόταν σε τέτοια δυσχερή θέση. Συνοψίζοντας, σχετικά με τα παιδιά που ήδη βρίσκονται στα Πρότυπα Γυμνάσια, μαθητές Α’ και Β’ τάξεως, κατηγορηματικά πιστεύουμε ότι η κλήση τους σε εξετάσεις επαναξιολόγησης είναι απαράδεκτη. Η ίδια η Πολιτεία σε μια τέτοια περίπτωση αλλάζει τους όρους «του παιχνιδιού», παραβιάζοντας κάθε αρχή εμπιστοσύνης των πολιτών προς το Κράτος. Τα παιδιά αυτά και οι οικογένειές τους, έκαναν το σχεδιασμό της ζωής τους για τα επόμενα 6 χρόνια με άλλα δεδομένα και τη σαφή γνώση ότι θα φοιτήσουν απρόσκοπτα στο Σχολείο που πέτυχαν, μέχρι και την αποφοίτηση από το Λύκειο. Η θέση μας είναι σαφής και είναι υπέρ της απόσυρσης των ενδιάμεσων εξετάσεων εν γένει. Σε κάθε περίπτωση, τονίζουμε την αυτονόητη εξαίρεση των ήδη φοιτούντων μαθητών, ως στοιχειώδη σεβασμό της Πολιτείας προς αυτούς και τους γονείς τους. Άλλως, η Πολιτεία η ίδια καλεί τα παιδιά να ανταγωνισθούν για να διατηρήσουν τη συμφωνία που η ίδια έχει συνάψει μαζί τους, και να προστατεύσουν από μόνα τους την κοινωνική τους ζωή και την ψυχική τους υγεία.