Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα, το μερίδιο των ενηλίκων που βαθμολογούνται στα υψηλότερα επίπεδα επάρκειας στον αλφαβητισμό και την αριθμητική είναι σημαντικά μικρότερο από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ, ενώ το ποσοστό των ενηλίκων με φτωχές δεξιότητες στο γραμματισμό και την αριθμητική είναι πολύ μεγαλύτερο από το μέσο όρο (πηγή: Survey of Adult Skills, PIAAC, 2015). Πιο συγκεκριμένα ο νεανικός πληθυσμός ενηλίκων (ηλικίες 25-34 χρόνων) βαθμολογείται στο 255 και 256 αντίστοιχα όσον αφορά στον αλφαβητισμό και την αριθμητική συγκρινόμενος με το μέσο όρο του ΟΟΣΑ που είναι 277 και 272 αντίστοιχα. Είναι προφανής η ανάγκη αλλαγών στο χώρο της παιδείας ώστε να είναι δυνατή η επαύξηση των δεξιοτήτων των Ελλήνων μαθητών.
Σύμφωνα εξ άλλου με την αναφορά που προετοιμάστηκε από τον ΟΟΣΑ στο πλαίσιο του Μνημονίου Κατανόησης μεταξύ της Ελλάδος και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) με τίτλο “Education Policy in Greece, A preliminary Assessment, 2017” επισημαίνεται η έλλειψη διαδικασιών αξιόπιστης εποπτείας της υλοποίησης μεταρρυθμίσεων σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης, ενώ υπάρχουν λίγες αξιολογήσεις της μάθησης των μαθητών σε εθνικό επίπεδο. Η αναφορά καταλήγει σε δύο προτάσεις πολιτικής στο συγκεκριμένο κεφάλαιο και πιο συγκεκριμένα προτείνει 1) την οικοδόμηση της ικανότητας και των θεσμικών οργάνων χρήσης δεδομένων και 2) τη συλλογή δεδομένων για μαθητές και σχολεία για την προώθηση της βελτίωσης και την εφαρμογή δειγματοληπτικών αξιολογήσεων χρησιμοποιώντας εθνικά πρότυπα που ορίζονται από ανεξάρτητους φορείς.
Η ανωτέρω αναφορά μαρτυρεί την αποσπασματική αντιμετώπιση από την Ελληνική πολιτεία του θέματος της εκπαίδευσης αφού οι όποιες προωθούμενες μεταρρυθμίσεις δεν αξιολογούνται συστηματικά με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η ανάδραση και λήψη διορθωτικών παρεμβάσεων με στόχο πάντοτε τη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Με το παρόν άρθρο επιχειρείται η αποσύνδεση των βαθμίδων της Πειραματικής εκπαίδευσης στη χώρα μας.
Ο ρόλος της Πειραματικής εκπαίδευσης (θα έπρεπε να) είναι «η προαγωγή της εκπαιδευτικής έρευνας στην πράξη, σε συνεργασία με αντίστοιχες σχολές και τμήματα ΑΕΙ, στη διδακτική των επί μέρους γνωστικών αντικειμένων, στον ψυχοπαιδαγωγικό τομέα, καθώς και την οργάνωση, διοίκηση, αξιολόγηση και διαχείριση σχέσεων στο επίπεδο της σχολικής μονάδος.» Σε εποχές μετασχηματισμού του παραγωγικού μοντέλου της κοινωνίας μας, όπως η εποχή της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης που διάγουμε, είναι σημαντικό το σχολείο να μπορεί να προσαρμοστεί στις αλλαγές και να παράξει τις αναγκαίες δεξιότητες εξετάζοντας τη μεταβολή του μαθησιακού μοντέλου.
Η Πειραματική Εκπαίδευση θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο στα χέρια της Πολιτείας για την διενέργεια εκπαιδευτικής έρευνας στην πράξη, την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της, και την υιοθέτηση βέλτιστων εφαρμοσμένων πρακτικών από την Πειραματική Εκπαίδευση στο ευρύτερο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Για τα Πειραματικά σχολεία που είναι συνδεδεμένα με ΑΕΙ της χώρας η διενέργεια εκπαιδευτικής έρευνας είναι δεδομένη. Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της ωστόσο είναι αμφίβολη σύμφωνα και με την προαναφερόμενη έκθεση του ΟΟΣΑ, πόσο μάλλον η ευρύτερη εφαρμογή καλών πρακτικών από τα Πειραματικά σχολεία στο όλο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας.
Θα περίμενε λοιπόν κανείς την ενίσχυση των μηχανισμών αξιολόγησης των αποτελεσμάτων της εκπαιδευτικής έρευνας που εκτελείται στα Πειραματικά σχολεία με στόχο τη βελτίωση της Ελληνικής εκπαίδευσης εν συνόλω. Αντί αυτής προωθείται η αποσύνδεση των βαθμίδων των Πειραματικών σχολείων χωρίς να υπάρχει επαρκής αιτιολόγησή της και χωρίς να υπάρχει μελέτη των αποτελεσμάτων που θα επιφέρει.
Τα Πειραματικά Σχολεία των ΑΕΙ (π.χ. του Πανεπιστημίου Πατρών) παρουσιάζουν ένα αδιάσπαστο σύνολο με βαθμίδα εισόδου το Νηπιαγωγείο (με κλήρωση). Τα παιδιά που αποφοιτούν από το Δημοτικό εισέρχονται στο Γυμνάσιο, ενώ ο πληθυσμός των μαθητών εμπλουτίζεται με νέα παιδιά στην Α Γυμνασίου (με νέα κλήρωση). Το ίδιο συμβαίνει και κατά την είσοδο στο Λύκειο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο παρέχεται ένα συστηματικά ορθό δείγμα μαθητών που έχουν διέλθει από όλα τα στάδια της Πειραματικής Εκπαίδευσης (Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο), ενώ ταυτόχρονα υπάρχει κι ένα δεύτερο δείγμα μαθητών που φοιτούν σε Πειραματικά Σχολεία μόνο κατά τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση έχοντας φοιτήσει κατά την Πρωτοβάθμια σε μη Πειραματικά Σχολεία. Επιπλέον ο μηχανισμός της κλήρωσης διασφαλίζει την αναγκαία τυχαιότητα του δείγματος μεταξύ των αιτήσεων εισδοχής σε κάθε βαθμίδα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο παρέχεται η δυνατότητα αξιολόγησης μιας πειραματικής μεθόδου που εφαρμόζεται στην πειραματική εκπαίδευση τόσο σε δείγμα παιδιών που φοιτούν σε πειραματικά σχολεία κατά την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όσο και σε δείγμα παιδιών που φοιτούν μόνο στην δευτεροβάθμια. Η εισαγωγή κατάλληλων μηχανισμών συλλογής δεδομένων, ανάλυσής τους για αξιολόγηση πειραματικών εκπαιδευτικών πρακτικών, και διάχυσης προς το σύνολο του εκπαιδευτικού συστήματος αποτελεί ζητούμενο.
Το συγκεκριμένο άρθρο οδηγεί προς αντίθετη κατεύθυνση καταργώντας τη διασύνδεση των βαθμίδων της Πειραματικής εκπαίδευσης και καταργώντας τη συστηματικά και επιστημονικά ορθή ανωτέρω προσέγγιση.
Περαιτέρω είναι σημαντικές οι αρνητικές επιπτώσεις σε οικογένειες, παιδιά των οποίων φοιτούν ήδη σε βαθμίδες των Πειραματικών Σχολείων. Πρώτον διότι αλλάζουν τα δεδομένα που οι οικογένειες αυτές είχαν υπ’ όψιν τους όταν τα παιδιά τους μπήκαν στο Δημοτικό Σχολείο. Δεύτερον διότι, στην περίπτωση των Πειραματικών Σχολείων του Πανεπιστημίου Πατρών, το εκπαιδευτικό συγκρότημα βρίσκεται εκτός του ιστού της πόλης των Πατρών και οι οικογένειες έχουν επωμιστεί ένα σημαντικό κόστος για την φοίτηση των παιδιών τους στα σχολεία αυτά. Τρίτον διότι, η άρση της διασύνδεσης θα λειτουργήσει με αρνητικό τρόπο στον ψυχισμό των μαθητών που θα αναγκαστούν σε αλλαγή εκπαιδευτικού περιβάλλοντος.
ΠΡΟΤΑΣΗ 1: ΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΝΑ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΟΥΝ ΣΤΑ ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 13 ΤΟΥ ΥΠΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ
ΠΡΟΤΑΣΗ 2: ΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΝΑ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΟΥΝ ΣΤΑ ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 13 ΤΟΥ ΥΠΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα, το μερίδιο των ενηλίκων που βαθμολογούνται στα υψηλότερα επίπεδα επάρκειας στον αλφαβητισμό και την αριθμητική είναι σημαντικά μικρότερο από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ, ενώ το ποσοστό των ενηλίκων με φτωχές δεξιότητες στο γραμματισμό και την αριθμητική είναι πολύ μεγαλύτερο από το μέσο όρο (πηγή: Survey of Adult Skills, PIAAC, 2015). Πιο συγκεκριμένα ο νεανικός πληθυσμός ενηλίκων (ηλικίες 25-34 χρόνων) βαθμολογείται στο 255 και 256 αντίστοιχα όσον αφορά στον αλφαβητισμό και την αριθμητική συγκρινόμενος με το μέσο όρο του ΟΟΣΑ που είναι 277 και 272 αντίστοιχα. Είναι προφανής η ανάγκη αλλαγών στο χώρο της παιδείας ώστε να είναι δυνατή η επαύξηση των δεξιοτήτων των Ελλήνων μαθητών. Σύμφωνα εξ άλλου με την αναφορά που προετοιμάστηκε από τον ΟΟΣΑ στο πλαίσιο του Μνημονίου Κατανόησης μεταξύ της Ελλάδος και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) με τίτλο “Education Policy in Greece, A preliminary Assessment, 2017” επισημαίνεται η έλλειψη διαδικασιών αξιόπιστης εποπτείας της υλοποίησης μεταρρυθμίσεων σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης, ενώ υπάρχουν λίγες αξιολογήσεις της μάθησης των μαθητών σε εθνικό επίπεδο. Η αναφορά καταλήγει σε δύο προτάσεις πολιτικής στο συγκεκριμένο κεφάλαιο και πιο συγκεκριμένα προτείνει 1) την οικοδόμηση της ικανότητας και των θεσμικών οργάνων χρήσης δεδομένων και 2) τη συλλογή δεδομένων για μαθητές και σχολεία για την προώθηση της βελτίωσης και την εφαρμογή δειγματοληπτικών αξιολογήσεων χρησιμοποιώντας εθνικά πρότυπα που ορίζονται από ανεξάρτητους φορείς. Η ανωτέρω αναφορά μαρτυρεί την αποσπασματική αντιμετώπιση από την Ελληνική πολιτεία του θέματος της εκπαίδευσης αφού οι όποιες προωθούμενες μεταρρυθμίσεις δεν αξιολογούνται συστηματικά με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η ανάδραση και λήψη διορθωτικών παρεμβάσεων με στόχο πάντοτε τη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Με το παρόν άρθρο επιχειρείται η αποσύνδεση των βαθμίδων της Πειραματικής εκπαίδευσης στη χώρα μας. Ο ρόλος της Πειραματικής εκπαίδευσης (θα έπρεπε να) είναι «η προαγωγή της εκπαιδευτικής έρευνας στην πράξη, σε συνεργασία με αντίστοιχες σχολές και τμήματα ΑΕΙ, στη διδακτική των επί μέρους γνωστικών αντικειμένων, στον ψυχοπαιδαγωγικό τομέα, καθώς και την οργάνωση, διοίκηση, αξιολόγηση και διαχείριση σχέσεων στο επίπεδο της σχολικής μονάδος.» Σε εποχές μετασχηματισμού του παραγωγικού μοντέλου της κοινωνίας μας, όπως η εποχή της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης που διάγουμε, είναι σημαντικό το σχολείο να μπορεί να προσαρμοστεί στις αλλαγές και να παράξει τις αναγκαίες δεξιότητες εξετάζοντας τη μεταβολή του μαθησιακού μοντέλου. Η Πειραματική Εκπαίδευση θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο στα χέρια της Πολιτείας για την διενέργεια εκπαιδευτικής έρευνας στην πράξη, την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της, και την υιοθέτηση βέλτιστων εφαρμοσμένων πρακτικών από την Πειραματική Εκπαίδευση στο ευρύτερο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Για τα Πειραματικά σχολεία που είναι συνδεδεμένα με ΑΕΙ της χώρας η διενέργεια εκπαιδευτικής έρευνας είναι δεδομένη. Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της ωστόσο είναι αμφίβολη σύμφωνα και με την προαναφερόμενη έκθεση του ΟΟΣΑ, πόσο μάλλον η ευρύτερη εφαρμογή καλών πρακτικών από τα Πειραματικά σχολεία στο όλο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Θα περίμενε λοιπόν κανείς την ενίσχυση των μηχανισμών αξιολόγησης των αποτελεσμάτων της εκπαιδευτικής έρευνας που εκτελείται στα Πειραματικά σχολεία με στόχο τη βελτίωση της Ελληνικής εκπαίδευσης εν συνόλω. Αντί αυτής προωθείται η αποσύνδεση των βαθμίδων των Πειραματικών σχολείων χωρίς να υπάρχει επαρκής αιτιολόγησή της και χωρίς να υπάρχει μελέτη των αποτελεσμάτων που θα επιφέρει. Τα Πειραματικά Σχολεία των ΑΕΙ (π.χ. του Πανεπιστημίου Πατρών) παρουσιάζουν ένα αδιάσπαστο σύνολο με βαθμίδα εισόδου το Νηπιαγωγείο (με κλήρωση). Τα παιδιά που αποφοιτούν από το Δημοτικό εισέρχονται στο Γυμνάσιο, ενώ ο πληθυσμός των μαθητών εμπλουτίζεται με νέα παιδιά στην Α Γυμνασίου (με νέα κλήρωση). Το ίδιο συμβαίνει και κατά την είσοδο στο Λύκειο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο παρέχεται ένα συστηματικά ορθό δείγμα μαθητών που έχουν διέλθει από όλα τα στάδια της Πειραματικής Εκπαίδευσης (Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο), ενώ ταυτόχρονα υπάρχει κι ένα δεύτερο δείγμα μαθητών που φοιτούν σε Πειραματικά Σχολεία μόνο κατά τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση έχοντας φοιτήσει κατά την Πρωτοβάθμια σε μη Πειραματικά Σχολεία. Επιπλέον ο μηχανισμός της κλήρωσης διασφαλίζει την αναγκαία τυχαιότητα του δείγματος μεταξύ των αιτήσεων εισδοχής σε κάθε βαθμίδα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο παρέχεται η δυνατότητα αξιολόγησης μιας πειραματικής μεθόδου που εφαρμόζεται στην πειραματική εκπαίδευση τόσο σε δείγμα παιδιών που φοιτούν σε πειραματικά σχολεία κατά την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όσο και σε δείγμα παιδιών που φοιτούν μόνο στην δευτεροβάθμια. Η εισαγωγή κατάλληλων μηχανισμών συλλογής δεδομένων, ανάλυσής τους για αξιολόγηση πειραματικών εκπαιδευτικών πρακτικών, και διάχυσης προς το σύνολο του εκπαιδευτικού συστήματος αποτελεί ζητούμενο. Το συγκεκριμένο άρθρο οδηγεί προς αντίθετη κατεύθυνση καταργώντας τη διασύνδεση των βαθμίδων της Πειραματικής εκπαίδευσης και καταργώντας τη συστηματικά και επιστημονικά ορθή ανωτέρω προσέγγιση. Περαιτέρω είναι σημαντικές οι αρνητικές επιπτώσεις σε οικογένειες, παιδιά των οποίων φοιτούν ήδη σε βαθμίδες των Πειραματικών Σχολείων. Πρώτον διότι αλλάζουν τα δεδομένα που οι οικογένειες αυτές είχαν υπ’ όψιν τους όταν τα παιδιά τους μπήκαν στο Δημοτικό Σχολείο. Δεύτερον διότι, στην περίπτωση των Πειραματικών Σχολείων του Πανεπιστημίου Πατρών, το εκπαιδευτικό συγκρότημα βρίσκεται εκτός του ιστού της πόλης των Πατρών και οι οικογένειες έχουν επωμιστεί ένα σημαντικό κόστος για την φοίτηση των παιδιών τους στα σχολεία αυτά. Τρίτον διότι, η άρση της διασύνδεσης θα λειτουργήσει με αρνητικό τρόπο στον ψυχισμό των μαθητών που θα αναγκαστούν σε αλλαγή εκπαιδευτικού περιβάλλοντος. ΠΡΟΤΑΣΗ 1: ΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΝΑ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΟΥΝ ΣΤΑ ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 13 ΤΟΥ ΥΠΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΠΡΟΤΑΣΗ 2: ΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΝΑ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΟΥΝ ΣΤΑ ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 13 ΤΟΥ ΥΠΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ