ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18
Αξιότιμη κυρία Υπουργέ,
Αναφορικά με την πρόβλεψη εισαγωγής μαθητών στην Α΄ τάξη Προτύπου Λυκείου με εξετάσεις τονίζω ότι είναι αντισυνταγματική, άδικη, αλυσιτελής και άκρως αντιπαιδαγωγική. Είναι απολύτως σίγουρο ότι θα επιφέρει τα αντίθετα αποτελέσματα, από αυτά τα οποία, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, επιδιώκετε. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 18, στόχος της εν λόγω πρόβλεψης είναι να ενισχυθεί το πρότυπο της αριστείας στο εκπαιδευτικό σύστημα. Πράγματι, επιβάλλεται να ενισχυθεί το πρότυπο της αριστείας και υπάρχουν πολλοί τρόποι για την επίτευξη αυτού του στόχου, όπως η στελέχωση των προτύπων σχολείων με αξιολογημένους καθηγητές, η λειτουργία επαρκών ομίλων αριστείας, η διενέργεια καινοτόμων δράσεων, η συνεργασία των εν λόγω σχολείων με πανεπιστήμια κλπ. Αναντίρρητα, δε, για την επίτευξη του στόχου ενίσχυσης της αριστείας απαιτείται, πρωτίστως, η ορθή λειτουργία των σχολείων και δη χωρίς διδακτικά κενά (η λειτουργία χωρίς διδακτικά κενά ασφαλώς επιβάλλεται για όλα τα σχολεία της επικράτειας). H θεσμοθέτηση εξετάσεων για την εισαγωγή στο Λύκειο είναι σίγουρο ότι θα επιφέρει τα αντίθετα αποτελέσματα ως προς τον θεσμό των προτύπων. Συγκεκριμένα, ήδη από μία γρήγορη ανάγνωση των σχολίων, που έχουν μέχρι σήμερα αναρτηθεί υπό το άρθρο 18, αποδεικνύεται ότι οι γονείς και μαθητές δεν είναι διατεθειμένοι να υποβληθούν σε μία διαρκή δοκιμασία ιδιαίτερα ανταγωνιστικών εξετάσεων κάθε τρία έτη (εξετάσεις για την εισαγωγή στο γυμνάσιο, στο λύκειο και στο πανεπιστήμιο), η οποία, εκτός από το ότι είναι άδικη, συνεπάγεται οικονομική επιβάρυνση, κόπωση και ψυχολογική φθορά. Είναι αυτονόητο ότι η εισαγωγή σε Πρότυπο Γυμνάσιο δεν θα αποτελεί πλέον λύση για την πλειοψηφία των γονέων και μαθητών. Με τον τρόπο αυτό, ο θεσμός του Προτύπου Γυμνασίου θα απαξιωθεί και, σταδιακά, θα καταργηθεί. Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνεται ότι, για τους ήδη φοιτούντες σε πρότυπο Γυμνάσιο μαθητές, η εν λόγω ρύθμιση, οδηγεί σε μία άνιση μεταχείρισή τους σε σχέση με τους μαθητές στα υπόλοιπα σχολεία, έρχεται σε αντίθεση με τις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς τη διοίκηση και της χρηστής διοίκησης και έχει πλείστες πλημμέλειες, ώστε να μπορεί κάποιος βάσιμα να υποστηρίξει ότι η εν λόγω ρύθμιση θα κριθεί από τα αρμόδια Δικαστήρια αντισυνταγματική. Να τονιστεί, μάλιστα, ότι κάποιοι μαθητές επέλεξαν τη φοίτησή τους σε πρότυπα και όχι σε ιδιωτικά σχολεία, στα οποία είχαν λάβει υποτροφίες (μερικές ή ολικές), επειδή προσδοκούσαν την εξαετή τους φοίτηση στα ιστορικά αυτά δημόσια σχολεία. Οι εν λόγω μαθητές έχουν πλέον χάσει τη δυνατότητα επιλογής. Ωστόσο, πέραν και ανεξάρτητα, από τις νομικές παραμέτρους του εν λόγω θέματος, είναι κρίσιμο να ληφθούν υπόψη και οι κοινωνικές, ψυχολογικές και συναισθηματικές προεκτάσεις που θα έχει η εν λόγω ρύθμιση στους μαθητές. Είναι προφανές ότι η ακούσια αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην ψυχολογία των εφήβων που δεν θα επιτύχουν στις εξετάσεις (και δη σε κάποιες περιπτώσεις για μία λανθασμένη απάντηση), αλλά και στην ψυχολογία των μαθητών που θα επιτύχουν και θα βρεθούν σε ένα διαφορετικό περιβάλλον, με άλλους συμμαθητές. Επισημαίνεται ότι, η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος, ακόμα και σε περιπτώσεις σοβαρών πειθαρχικών παραπτωμάτων, αποτελεί το έσχατο μέτρο λόγω των ιδιαιτέρως δυσμενών συνεπειών της και λαμβάνεται μόνο όταν αποτελεί μέτρο προς το συμφέρον του μαθητή. Επί του θέματος, παρακαλείσθε να ανατρέξετε στη σχετική νομοθεσία, στις απόψεις ειδικών (επί παραδείγματι, υπάρχουν πολλές μελέτες ψυχολόγων) αλλά και στην υπ’ αρ.Πρωτ.Φ.1500.2/18435/2015 επιστολή του Συνηγόρου του Πολίτη, όπου αναφέρεται ότι «….καθίσταται δε σαφές ότι η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος είναι το έσχατο µέτρο, το οποίο λαµβάνει χώρα µόνο προς το συµφέρον του µαθητή και εφόσον έχουν εξαντληθεί όλα τα άλλα παιδαγωγικά µέτρα/κυρώσεις». Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η προτεινόμενη ρύθμιση όχι μόνο δεν προάγει την αριστεία, αλλά, αντιθέτως, αποδυναμώνει τον θεσμό των προτύπων, αποτελεί πηγή πολλών προβλημάτων και, ασφαλώς, δεν είναι προς το συμφέρον των μαθητών. Για τον λόγο αυτό, εάν πραγματικά επιθυμείτε την ενίσχυση του θεσμού, θα πρέπει να αποσύρετε την εν λόγω ρύθμιση και να εστιάσετε σε λοιπές ορθές ρυθμίσεις, όπως είναι, επί παραδείγματι, η δημιουργία περισσότερων προτύπων.
Με εκτίμηση
Ασπασία Γιαλαμά
ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18 Αξιότιμη κυρία Υπουργέ, Αναφορικά με την πρόβλεψη εισαγωγής μαθητών στην Α΄ τάξη Προτύπου Λυκείου με εξετάσεις τονίζω ότι είναι αντισυνταγματική, άδικη, αλυσιτελής και άκρως αντιπαιδαγωγική. Είναι απολύτως σίγουρο ότι θα επιφέρει τα αντίθετα αποτελέσματα, από αυτά τα οποία, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, επιδιώκετε. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 18, στόχος της εν λόγω πρόβλεψης είναι να ενισχυθεί το πρότυπο της αριστείας στο εκπαιδευτικό σύστημα. Πράγματι, επιβάλλεται να ενισχυθεί το πρότυπο της αριστείας και υπάρχουν πολλοί τρόποι για την επίτευξη αυτού του στόχου, όπως η στελέχωση των προτύπων σχολείων με αξιολογημένους καθηγητές, η λειτουργία επαρκών ομίλων αριστείας, η διενέργεια καινοτόμων δράσεων, η συνεργασία των εν λόγω σχολείων με πανεπιστήμια κλπ. Αναντίρρητα, δε, για την επίτευξη του στόχου ενίσχυσης της αριστείας απαιτείται, πρωτίστως, η ορθή λειτουργία των σχολείων και δη χωρίς διδακτικά κενά (η λειτουργία χωρίς διδακτικά κενά ασφαλώς επιβάλλεται για όλα τα σχολεία της επικράτειας). H θεσμοθέτηση εξετάσεων για την εισαγωγή στο Λύκειο είναι σίγουρο ότι θα επιφέρει τα αντίθετα αποτελέσματα ως προς τον θεσμό των προτύπων. Συγκεκριμένα, ήδη από μία γρήγορη ανάγνωση των σχολίων, που έχουν μέχρι σήμερα αναρτηθεί υπό το άρθρο 18, αποδεικνύεται ότι οι γονείς και μαθητές δεν είναι διατεθειμένοι να υποβληθούν σε μία διαρκή δοκιμασία ιδιαίτερα ανταγωνιστικών εξετάσεων κάθε τρία έτη (εξετάσεις για την εισαγωγή στο γυμνάσιο, στο λύκειο και στο πανεπιστήμιο), η οποία, εκτός από το ότι είναι άδικη, συνεπάγεται οικονομική επιβάρυνση, κόπωση και ψυχολογική φθορά. Είναι αυτονόητο ότι η εισαγωγή σε Πρότυπο Γυμνάσιο δεν θα αποτελεί πλέον λύση για την πλειοψηφία των γονέων και μαθητών. Με τον τρόπο αυτό, ο θεσμός του Προτύπου Γυμνασίου θα απαξιωθεί και, σταδιακά, θα καταργηθεί. Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνεται ότι, για τους ήδη φοιτούντες σε πρότυπο Γυμνάσιο μαθητές, η εν λόγω ρύθμιση, οδηγεί σε μία άνιση μεταχείρισή τους σε σχέση με τους μαθητές στα υπόλοιπα σχολεία, έρχεται σε αντίθεση με τις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς τη διοίκηση και της χρηστής διοίκησης και έχει πλείστες πλημμέλειες, ώστε να μπορεί κάποιος βάσιμα να υποστηρίξει ότι η εν λόγω ρύθμιση θα κριθεί από τα αρμόδια Δικαστήρια αντισυνταγματική. Να τονιστεί, μάλιστα, ότι κάποιοι μαθητές επέλεξαν τη φοίτησή τους σε πρότυπα και όχι σε ιδιωτικά σχολεία, στα οποία είχαν λάβει υποτροφίες (μερικές ή ολικές), επειδή προσδοκούσαν την εξαετή τους φοίτηση στα ιστορικά αυτά δημόσια σχολεία. Οι εν λόγω μαθητές έχουν πλέον χάσει τη δυνατότητα επιλογής. Ωστόσο, πέραν και ανεξάρτητα, από τις νομικές παραμέτρους του εν λόγω θέματος, είναι κρίσιμο να ληφθούν υπόψη και οι κοινωνικές, ψυχολογικές και συναισθηματικές προεκτάσεις που θα έχει η εν λόγω ρύθμιση στους μαθητές. Είναι προφανές ότι η ακούσια αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην ψυχολογία των εφήβων που δεν θα επιτύχουν στις εξετάσεις (και δη σε κάποιες περιπτώσεις για μία λανθασμένη απάντηση), αλλά και στην ψυχολογία των μαθητών που θα επιτύχουν και θα βρεθούν σε ένα διαφορετικό περιβάλλον, με άλλους συμμαθητές. Επισημαίνεται ότι, η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος, ακόμα και σε περιπτώσεις σοβαρών πειθαρχικών παραπτωμάτων, αποτελεί το έσχατο μέτρο λόγω των ιδιαιτέρως δυσμενών συνεπειών της και λαμβάνεται μόνο όταν αποτελεί μέτρο προς το συμφέρον του μαθητή. Επί του θέματος, παρακαλείσθε να ανατρέξετε στη σχετική νομοθεσία, στις απόψεις ειδικών (επί παραδείγματι, υπάρχουν πολλές μελέτες ψυχολόγων) αλλά και στην υπ’ αρ.Πρωτ.Φ.1500.2/18435/2015 επιστολή του Συνηγόρου του Πολίτη, όπου αναφέρεται ότι «….καθίσταται δε σαφές ότι η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος είναι το έσχατο µέτρο, το οποίο λαµβάνει χώρα µόνο προς το συµφέρον του µαθητή και εφόσον έχουν εξαντληθεί όλα τα άλλα παιδαγωγικά µέτρα/κυρώσεις». Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η προτεινόμενη ρύθμιση όχι μόνο δεν προάγει την αριστεία, αλλά, αντιθέτως, αποδυναμώνει τον θεσμό των προτύπων, αποτελεί πηγή πολλών προβλημάτων και, ασφαλώς, δεν είναι προς το συμφέρον των μαθητών. Για τον λόγο αυτό, εάν πραγματικά επιθυμείτε την ενίσχυση του θεσμού, θα πρέπει να αποσύρετε την εν λόγω ρύθμιση και να εστιάσετε σε λοιπές ορθές ρυθμίσεις, όπως είναι, επί παραδείγματι, η δημιουργία περισσότερων προτύπων. Με εκτίμηση Ασπασία Γιαλαμά