Αρχική Εθνική Στρατηγική για την Ανώτατη Εκπαίδευση1. Νέα ταυτότητα με νέα ηγεσία και ενίσχυση της αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ. Νέα σχέση εμπιστοσύνης με την πολιτεία και την κοινωνία, με λογοδοσία και ευθύνηΣχόλιο του χρήστη Πέτρος Καρκαλούσος | 31 Δεκεμβρίου 2010, 01:15
To νομοσχέδιο για την Τριτοβάθμια εκπαίδευση ασχολείται με πολλά θέματα χωρίς όμως να λύνει το πρόβλημα του διττού χαρακτήρα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Τον χωρισμό της δηλαδή σε δύο μεγάλες κατηγορίες τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ ακόμα και σε παρόμοια αντικείμενα π.χ. νοσηλευτές, γεωπόνοι κ.α. Προηγούμενοι νόμοι πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό την σύγκλιση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης μεταξύ ΤΕΙ και Πανεπιστημίων (π.χ. εξέλιξη διδασκόντων, προσόντα διδασκόντων, οργάνωση εξαμήνων κ.α.). Αντίθετα το νομοσχέδιο αυτό δεν ολοκληρώνει την σύγκλιση αλλά και δημιουργεί νέες αποκλίσεις. Αναλύω τις σημαντικότερες από αυτές: 1. Στα Πανεπιστήμια ιδρύονται Σχολές Μεταπτυχιακών Σπουδών οι οποίες και θα αναλάβουν την διοργάνωση των μεταπτυχιακών προγραμμάτων και των διδακτορικών. Αντίθετα στα ΤΕΙ τα μεταπτυχιακά τα αναλαμβάνουν οι υπάρχουσες σχολές. Αυτή η ρύθμιση δημιουργεί ένα ακόμα μεγάλο πρόβλημα στη λειτουργία των ΤΕΙ τα οποία πάσχουν από έλλειψη προσωπικού και οι διδάσκοντες έχουν πιο πολλές ώρες μαθημάτων από τους συναδέλφους τους στα Πανεπιστήμια. Το υπάρχον προσωπικό θα αναλάβει ένα ακόμα μεγάλο διοικητικό έργο σε βάρος της έρευνας και της προσδοκώμενης εξωστρέφειας των ΤΕΙ. 2. Στα Πανεπιστήμια οι λέκτορες στην ουσία καταργούνται αφού πλέον θα είναι απλοί εκπαιδευτικοί έστω και αν χρειάζεται για την πρόσληψή τους διδακτορικό. Αντίθετα στα ΤΕΙ οι καθηγητές εφαρμογών με την παρούσα μορφή διατηρούνται και μπορούν να εξελιχτούν με κλειστή διαδικασία. Και οι δύο αυτές αποφάσεις γίνονται αποκλειστικά για οικονομικούς λόγους αναιρώντας την πρόθεση του ίδιου του Υπουργείου για αύξηση της έρευνας και εξωστρέφειας. Συγκεκριμένα: Τα Πανεπιστήμια έχουν συνήθως πολυάριθμο εκπαιδευτικό προσωπικό ιδιαίτερα στις υψηλότερες βαθμίδες λόγω των διαδικασιών εξέλιξης. Συνήθως οι υψηλότερες βαθμίδες κάνουν λιγότερες ώρες μάθημα από αυτό που προβλέπει ο νόμος για την συγκεκριμένη βαθμίδα. Το κενό καλύπτεται από τους εκπαιδευτικούς του Νόμου 407. Με τον νέο νόμο του Υπουργείου Παιδείας τα Πανεπιστήμια θα γεμίσουν λέκτορες οι οποίοι θα διδάσκουν προφανώς την συντριπτική πλειοψηφία των μαθημάτων. Αυτοί δεν θα μπορούν να εξελιχτούν άρα και να ελπίζουν και σε καλύτερο μισθό και συνθήκες εργασίας. Έτσι το φτηνό εκπαιδευτικό προσωπικό θα κάνει τα μαθήματα και οι καθηγητές θα ασχολούνται με την έρευνα με αλλότρια καθήκοντα γεγονός πολύ συνηθισμένο. Αντίθετα στα ΤΕΙ το τεράστιο κενό των διδασκόντων καλύπτεται από ωρομισθίους. Οι ωρομίσθιοι μισθοδοτούνται από τα ίδια τα ΤΕΙ και όχι από το Υπουργείο Παιδείας. Τα χρήματα αυτά αφαιρούνται από τα λειτουργικά έξοδα και την έρευνα. Κατά συνέπεια η εξέλιξη των καθηγητών στα ΤΕΙ είναι εξαιρετικά προβληματική αφού δεν έχουν πολλά κονδύλια για να κάνουν έρευνα. Η διατήρηση της βαθμίδας του καθηγητή εφαρμογών μαζί με τους εκατοντάδες ωρομισθίους μειώνει το κόστος του Υπουργείου αφού οι μισθοί των καθηγητών εφαρμογών είναι εξαιρετικά χαμηλοί , η εξέλιξή τους εξαιρετικά δύσκολη ενώ παράλληλα οι ωρομίσθιοι που συμπληρώνουν τα κενά ακόμα φτηνότεροι. Στη πράξη οι καθηγητές εφαρμογών ακόμα και να θέλουν να κάνουν έρευνα και να υπάρχουν τα σχετικά κονδύλια δεν έχουν χρόνο αφού διδάσκουν 16 ώρες την εβδομάδα χωρίς να υπολογιστεί το διοικητικό έργο. 3. Παρά την πρόθεση του Υπουργείου για το άνοιγμα της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην κοινωνία και την αγορά εργασίας δεν αναφέρεται τίποτα συγκεκριμένο περί αυτού. Στη Τριτοβάθμια εκπαίδευση υπάρχουν πολλές επιστήμες που μπορούν να συνδεθούν άμεσα με την παραγωγή από το προπτυχιακό επίπεδο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι ιατρικές σχολές των οποίων πολλά μαθήματα γίνονται μέσα σε κλινικές και οι καθηγητές τους δεν είναι μόνο εκπαιδευτικοί αλλά και μάχιμοι ιατροί. Στα ΤΕΙ κάτι τέτοιο γίνεται σε ελάχιστες περιπτώσεις. Θα αναφέρω χαρακτηριστικά τι γίνεται με τις σχολές νοσηλευτικής που υπάρχουν και στα ΤΕΙ και στο Πανεπιστήμιο. Οι φοιτητές της νοσηλευτικής του Πανεπιστημίου ασκούνται σε κλινικές σε Πανεπιστημιακά νοσοκομεία ενώ αντίθετα οι σπουδαστές των ΤΕΙ σε πλαστικές κούκλες στις ελάχιστες αίθουσες διδασκαλίας που έχουν. Το ίδιο γίνεται σε όλες τις σχολές Επαγγελμάτων Υγείας των ΤΕΙ. Για να εκπληρωθούν οι στόχοι του υπουργείου είναι απαραίτητο οι Σχολές Επαγγελμάτων Υγείας να ενταχθούν (ανάλογα φυσικά με το αντικείμενο τους) σε Πανεπιστημιακά νοσοκομεία. Οι καθηγητές τους (ανάλογα με την ειδικότητα) θα πρέπει να έχουν κλινικοεργαστηριακό έργο όπως στο Πανεπιστήμιο. Μόνο έτσι θα παρακολουθούν τις τεχνολογίες και τις εξελίξεις στο τομέα τους ενώ παράλληλα θα μπορούν να βρίσκουν ευκολότερα αντικείμενο έρευνας. Παράλληλα θα μειωθεί το κόστος λειτουργίας των ΤΕΙ αφού έτσι δεν θα χρειάζεται να προμηθεύονται ακριβό εργαστηριακό εξοπλισμό μόνο και μόνο για να κάνουν ένα-δύο εκπαιδευτικά πειράματα. 4. Το Υπουργείο ζητά από τους καθηγητές των ΤΕΙ να έχουν εξέλιξη χωρίς όμως να διευκολύνει στην ουσία κάτι τέτοιο. Επισήμως οι καθηγητές των ΤΕΙ έχουν περισσότερες ώρες διδασκαλίας από τους καθηγητές των Πανεπιστημίων π.χ. 16 ώρες οι καθηγητές εφαρμογών και 14 οι λέκτορες. Δεδομένου δε ότι δεν υπάρχουν συνήθως στα ΤΕΙ μεταπτυχιακοί φοιτητές αλλά και του μεγάλου διοικητικού έργου που έχουν λόγω έλλειψης προσωπικού οι καθηγητές εφαρμογών είναι καθηγητές Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με συνθήκες Δευτεροβάθμιας. Για να αυξηθεί η έρευνα θα πρέπει το εκπαιδευτικό προσωπικό των ΤΕΙ να έχει τις ίδιες ώρες διδακτικής απασχόλησης με τα μέλη ΔΕΠ. 5. Είναι γεγονός ότι μετά από τους διαδοχικούς νόμους ανωτατοποίησης των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων η ονομασία τους δεν άλλαξε σε «Πανεπιστήμια Εφαρμογών» ή «Τεχνολογικά Πανεπιστήμια». Ο λόγος είναι ο φόβος εξίσωσης των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων ΤΕΙ και Πανεπιστημίων. Έτσι ενώ η φοίτηση στα ΤΕΙ είναι πλέον τετραετής (η πρακτική άσκηση και η πτυχιακή εργασία λογίζονται ως τμήματα της εκπαιδευτικής διαδικασίας) συνεχίζεται αυτός ο παραλογισμός με την διττή ονομασία των δύο ιδρυμάτων. Έτσι λέμε «Πρόεδρος» και όχι «Πρύτανης», «Καθηγητής Εφαρμογών» και όχι «Λέκτορας», «Σπουδαστής» και όχι «Φοιτητής», «μέλη ΕΠ» και όχι «μέλη ΔΕΠ» και πάει λέγοντας. Η διττή αυτή ονομασία δημιουργεί πολλά προβλήματα στην ακαδημαϊκή εξωστρέφεια των Τεχνολογικών Ιδρυμάτων πολλά τμήματα των οποίων καταβάλλοντας μεγάλο κόπο δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν στην ακαδημαϊκή τους δραστηριότητα από πολλά τμήματα Πανεπιστημίων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο πιο πολύς κόσμος αλλά και δημόσιες υπηρεσίες δεν λένε «Πανεπιστήμια και ΤΕΙ» παρά «ΑΕΙ και ΤΕΙ» παρόλο που και τα ΤΕΙ είναι και αυτά ΑΕΙ. Αυτή η διττή ονομασία πρέπει να σταματήσει. Άλλωστε τα επαγγελματικά δικαιώματα και οι κλαδικές συμβάσεις των αποφοίτων τους καθορίζονται με χωριστές μη αυτόματες διαδικασίες. 6. Βασική παράμετρος για να χαρακτηρίζεται ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα Ανώτατο είναι οι εισακτέοι του να είναι υψηλού επιπέδου. Στην Ελλάδα η εισαγωγή στα ΑΕΙ γίνεται παντού με τις Πανελλήνιες Εξετάσεις. Και εδώ όμως ακόμα υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ ΤΕΙ και Πανεπιστημίων. Σε πολλά τμήματα ΤΕΙ εισάγονται σπουδαστές χωρίς τις κατάλληλες γραμματικές γνώσεις. Αυτοί προέρχονται είτε από τα ΕΠΑΛ με χωριστές εξετάσεις είτε από τις Πανελλήνιες εξετάσεις των Γενικών Λυκείων αλλά από άσχετες Κατευθύνσεις. Είναι αδιανόητο να θεωρείται κατάλληλος εισακτέος π.χ. για το τμήμα Νοσηλευτικής των ΤΕΙ κάποιος που ξέρει αρχαία και λατινικά και για τη Νοσηλευτική του Πανεπιστημίου Αθηνών κάποιος που ξέρει φυσική, χημεία και βιολογία όπως είναι και το λογικό. Δυστυχώς δεν προβλέπεται από το Υπουργείο Παιδείας κάποιο προπαρασκευαστικό έτος για τους αποφοίτους των ΕΠΑΛ (κατά κανόνα έχουν λιγότερες γραμματικές γνώσεις) ή μαθητών άσχετων Κατευθύνσεων. Μόνο έτσι θα μπορούσαν οι εισακτέοι αυτοί να προσεγγίσουν τον μέσο όρο των υπολοίπων. 7. Με όλα τα παραπάνω είναι φανερό ότι η ίδρυση και προπάντων η ανωτατοποίηση των ΤΕΙ έγινε κυρίως για κοινωνικούς (φιλανθρωπικούς?) και πολιτικούς λόγους. Στην ουσία, έτσι όπως λειτουργούν, είναι ένα είδος Πανεπιστημίου για τους «φτωχούς» (οι φοιτητές των Πανεπιστημίων κατά μέσο όρο προέρχονται από ανώτερη εισοδηματική τάξη βλ. για παράδειγμα τα κλειστά επαγγέλματα). Αυτή όμως η «φιλανθρωπία» έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα σε πολλούς επαγγελματικούς χώρους. Οι απόφοιτοι των Πανεπιστημίων σε πολλές περιπτώσεις έχουν δίκιο που φωνάζουν για απεμπόληση επαγγελματικών τους δικαιωμάτων από αποφοίτους όχι ισάξιας εκπαίδευσης. Είτε το Υπουργείο θα μετατρέψει τα ΤΕΙ σε «Τεχνολογικά Πανεπιστήμια» επί τοις ουσίας όμως και όχι στα χαρτιά είτε θα πρέπει να καταργήσει το θεσμό και να προσθέσει κάποια τμήματά τους στα Πανεπιστήμια. Άλλωστε τα ΤΕΙ αν και «φτηνά» Πανεπιστήμια δεν παύουν να καταναλώνουν πολύτιμους δημόσιους πόρους. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν κρίμα γιατί και τα ΤΕΙ διαθέτουν επιστημονικό προσωπικό που μπορεί να συνεισφέρει στην έρευνα και στην πρόοδο της χώρας.