Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΕΙ ΕΠ’ ΑΥΤΟΥ. ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
Η απαξίωση των πτυχίων των ΑΕΙ ήρθε ως το φυσικό αποτέλεσμα κυβερνητικών επιλογών, που πολλαπλασίασαν συστηματικά τους εισαγόμενους στα υφιστάμενα τμήματα, ενώ πα-ράλληλα ίδρυσαν νέα με τα ίδια ή παρεμφερή γνωστικά αντικείμενα. Δόθηκε επίσης στους αποφοίτους της Μέσης η δυνατότητα να είναι υποψήφιοι ταυτόχρονα σε πολλές και διαφο-ρετικές Σχολές ΑΕΙ και ΤΕΙ, πολλαπλασιάζοντας έτσι τις περιπτώσεις των «ανεπιθύμητων σπουδών» σε «Τμήματα αποτυχημένων». Η απαξίωση, λοιπόν, δεν είναι το αποτέλεσμα των προγραμμάτων σπουδών ούτε πρόκειται να θεραπευθεί με τις μεταβολές τους ή με την ενο-ποίηση των Τμημάτων. Όταν το σύνολο των νέων της χώρας μας έχει πλέον εξασφαλισμένη μια θέση στα ΑΕΙ/ΤΕΙ (έστω όχι της αρεσκείας του) είναι επόμενο και αναπόφευκτο ότι το πτυχίο δεν θα έχει αντίκρισμα στην αγορά εργασίας. Φυσικά δεν πρόκειται να βελτιωθεί η διάθεση και οι επαγγελματικές προοπτικές του υποψηφίου που δεν εισήχθη στη Σχολή Ευ-ελπίδων, αν εισαχθεί στη Σχολή Θετικών Επιστημών καταρχάς (όπως προτείνεται) αντί για το Φυσικό Τμήμα απευθείας (ως έχει). Δυστυχώς έχουμε ακαδημαϊκό πληθωρισμό τέτοιας κλίμακας και τέτοιου είδους, που δεν αντιμετωπίζεται με την κινητικότητα και τη διεπιστη-μονικότητα.
Αυτό δεν σημαίνει πως τα ΑΕΙ αρνούνται την αξία της διεπιστημονικότητας και την κινητι-κότητας, που το Υπουργείο υποδεικνύει ως πανάκεια. Αντίθετα τις επιδιώκουν με κάθε δυ-νατό τρόπο. Όμως οι αρχές αυτές προϋποθέτουν την ύπαρξη διακριτών και εξελισσόμενων επιστημών, που επικοινωνούν και αλληλοευεργετούνται. Το ΠΠΣ έχει ως σκοπό την επιστη-μονική συγκρότηση σε συγκεκριμένο πεδίο και την αρχική εξειδίκευση σε τομέα του πεδίο αυτού. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να σχεδιαστεί συλλογικά στο επίπεδο της Σχολής∙ όταν μάλιστα γνώμονας συγκρότησης μιας σχολής είναι ακόμη και η γεωγραφική γειτνίαση των Τμημάτων (!) Δεν είναι τα ΠΠΣ των ΑΕΙ προϊόντα διοικητικών ισορροπιών ούτε η διάρκειά τους συνάρτηση των αναγκών της αγοράς και της επιχειρηματικότητας. Ως εκ τούτου τα πε-ριθώρια και οι ανάγκες επιλογών (ελεύθερων ή υποχρεωτικών) από άλλα πεδία εξαρτώνται από το ίδιο το γνωστικό αντικείμενο. Πρέπει πάντως κάθε ΠΠΣ να προσδιορίζεται αποκλει-στικά με επιστημονικά κριτήρια και με προτεραιότητα τον ικανοποιητικό έλεγχο του αρχι-κού πεδίου και όχι την απλή διακόσμησή του. Η απόκλιση από την αρχή αυτή όχι μόνο υπο-νομεύει την επιστημονική συγκρότηση των φοιτητών αλλά και τα συναφή επαγγελματικά τους προσόντα. Οι πτυχιούχοι που ελέγχουν επαρκώς το πεδίο τους μπορούν να αποκομί-σουν περισσότερες και ουσιαστικότερες διεπιστημονικές εμπειρίες μέσα από κοινά ΜΠΣ, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Ν.3685/2008 ή/και από την εφαρμογή του άρθρου 11 (του ιδίου νόμου), περί ερευνητικών ινστιτούτων των ΑΕΙ, που έθετε επίσης ως στόχο τη διεπιστημονι-κή/διατμηματική έρευνα.
Είναι σημαντικό να επισημανθούν τα προβλήματα αρκετών νέων τμημάτων με διεπιστημο-νικά γνωστικά αντικείμενα πχ σε area studies, προβλήματα που έχουν ήδη διαγνωστεί και επισημανθεί: Οι φοιτητές δεν μπορούν να οραματιστούν το επαγγελματικό τους μέλλον και να προσηλωθούν στον καλύτερο σχεδιασμό του, η επιλογή των μαθημάτων προκαθορίζεται από τις γνώσεις που έχουν ή δεν έχουν από τη Μέση Εκπαίδευση, τα επαγγελματικά τους δικαιώματα είναι ασαφή, ο βαθμός εξοικείωσης ανά πεδίο εντελώς αβέβαιος και ο συνδυα-σμός των πεδίων αναντίστοιχος των θέσεων εργασίας. Ας σημειωθεί επίσης πως οι διδακτι-κές ανάγκες σε «διεπιστημονικά γνωστικά αντικείμενα» διευκόλυναν τις φωτογραφικές προ-κηρύξεις θέσεων, προκάλεσαν τεράστια προβλήματα στη συγκρότηση των εκλεκτορικών (η επιστημονική συνάφεια δεν ήταν προφανής) αλλά και αθέμιτες συγκρίσεις μεταξύ υποψηφί-ων διαφορετικών επιστημονικών ειδικοτήτων.
Ζητούμε από την πολιτεία να μην επιτρέψει την επέκταση των προβλημάτων αυτών αλλά και να τα περιορίσει σταδιακά, εφαρμόζοντας μάλιστα τα άρθρα 9.1 (για την ανα-διάρθρωση των σχολών και τμημάτων) και 23.4 (για την τακτοποίηση των γνωστικών αντικειμένων) του Νόμου 3549/2007 που παραμένουν ανενεργά.
Εξάλλου και στα παλαιότερα Τμήματα των ΑΕΙ η εμπειρία έδειξε ότι οι φοιτητές προτιμούν και ζητούν επιμόνως πλέον ΠΠΣ συγκεκριμένα στη δομή και ταξινομημένα στα εξάμηνα, αποποιούμενοι την ελευθερία προγραμματισμού των σπουδών τους που είχε εισαχθεί ως καινοτομία στη δεκαετία του 1980. Είναι γνωστό σε όλους πως ο προγραμματισμός αυτός σε πολλά Τμήματα περιήλθε σε μεγάλο βαθμό στα χέρια των φοιτητικών κομματικών παρατά-ξεων, επιτείνοντας τη διαπλοκή, αφού αυτές είχαν εκ των πραγμάτων τη δυνατότητα να αυ-ξομειώνουν τα ακροατήρια και επομένως τις πωλήσεις των εγχειριδίων. Είναι επίσης γνωστό πως συνηθέστερο κριτήριο των φοιτητικών επιλογών ήταν και θα είναι το μέγεθος της ύλης του μαθήματος και η στατιστική πιθανότητα υψηλής βαθμολογίας. Τέλος, τα ευέλικτα προ-γράμματα, σε συνδυασμό με την έλλειψη επαρκών αιθουσών (παρά τη συνεχή χρήση τους από τις 0800-2200), οδήγησαν σε αξεπέραστα προβλήματα σχεδιασμού του ωρολογίου προ-γράμματος όπως και του προγράμματος των εξετάσεων. Τα Τμήματα, στο μέτρο που αυτό είναι δυνατόν, έχουν κινηθεί αποτελεσματικά προς τη θεραπεία των προβλημάτων αυτών, με την απαραίτητη αποδοχή των φοιτητικών συλλόγων. Ήταν μια μακρά και όχι απρόσκοπτη διαδικασίας που δεν πρέπει να ανατραπεί αλλά να υποστηριχθεί.
Τα μέλη ΔΕΠ επιθυμούν και καλλιεργούν τη διεπιστημονικότητα με κάθε δυνατό τρόπο. Δεν χρειάζονται καν ενθάρρυνση. Την επιθυμούν εξ άλλου διακαώς και οι φοιτητές. Δυστυχώς, όμως, ο μεγάλος αριθμός των ετησίως εισαγομένων και μεταγραφομένων εμποδίζει την α-πρόσκοπτη παρακολούθηση μαθημάτων εκτός του Τμήματος, ακόμη κι όταν αυτό απαιτείται εκ των πραγμάτων. Πχ Τα Τμήματα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Παιδαγωγικών και Φιλοσο-φίας επιθυμούν διακαώς και για ευνόητους λόγους την κατάρτιση των φοιτητών τους με μα-θήματα από τα Τμήματα Φιλολογίας, όπως και το αντίστροφο. Όλα τα Τμήματα των Φιλο-σοφικών Σχολών επιθυμούν επίσης την κατάρτιση των φοιτητών τους στις στοιχειώδεις δε-ξιότητες της Πληροφορικής. Όμως όλα αυτά είναι πρακτικά αδύνατα, αφού τα ακροατήρια θα υπερέβαιναν τα 1.000 άτομα ανά εξαμηνιαίο μάθημα∙ τα δε εργαστήρια Πληροφορικής, όπου υπάρχουν, δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τέτοιους αριθμούς φοιτητών. Έτσι οι σπου-δές παρατείνονται αναγκαστικά, ενώ ο ακριβής προγραμματισμός από πλευράς φοιτητών είναι αδύνατος∙ εξ ού και η μεγάλη ανάγκη συμβάσεων ΠΔ 401 και αποσπάσεων διδακτό-ρων από τη Μέση Εκπαίδευση. Οποιαδήποτε μεταβολή των ΠΠΣ --με ή χωρίς την ύπαρξη κοινού έτους, ζήτημα που δεν χρειάζεται καν de jure αντιμετώπιση-- αναπόφευκτα θα προ-σκρούσει στη σκληρή λογική των αριθμών: αίθουσες, εργαστήρια, διδάσκοντες, φοιτητές.
Ζητούμε από την πολιτεία να αποκαταστήσει την αναλογία αυτή --με όποιον τόπο κρί-νει προσφορότερο-- στο βαθμό που θα επιτρέψει την απρόσκοπτη εφαρμογή των υπαρ-χόντων ΠΠΣ, την ανάπτυξη στοιχειωδών σύγχρονων δεξιοτήτων από όλους τους φοιτη-τές, την ικανοποίηση των υπαρχουσών πιεστικών αναγκών διεπιστημονικότητας και κινητικότητας, πριν δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερες και πλέον δυσεπίλυτες.
Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΕΙ ΕΠ’ ΑΥΤΟΥ. ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ Η απαξίωση των πτυχίων των ΑΕΙ ήρθε ως το φυσικό αποτέλεσμα κυβερνητικών επιλογών, που πολλαπλασίασαν συστηματικά τους εισαγόμενους στα υφιστάμενα τμήματα, ενώ πα-ράλληλα ίδρυσαν νέα με τα ίδια ή παρεμφερή γνωστικά αντικείμενα. Δόθηκε επίσης στους αποφοίτους της Μέσης η δυνατότητα να είναι υποψήφιοι ταυτόχρονα σε πολλές και διαφο-ρετικές Σχολές ΑΕΙ και ΤΕΙ, πολλαπλασιάζοντας έτσι τις περιπτώσεις των «ανεπιθύμητων σπουδών» σε «Τμήματα αποτυχημένων». Η απαξίωση, λοιπόν, δεν είναι το αποτέλεσμα των προγραμμάτων σπουδών ούτε πρόκειται να θεραπευθεί με τις μεταβολές τους ή με την ενο-ποίηση των Τμημάτων. Όταν το σύνολο των νέων της χώρας μας έχει πλέον εξασφαλισμένη μια θέση στα ΑΕΙ/ΤΕΙ (έστω όχι της αρεσκείας του) είναι επόμενο και αναπόφευκτο ότι το πτυχίο δεν θα έχει αντίκρισμα στην αγορά εργασίας. Φυσικά δεν πρόκειται να βελτιωθεί η διάθεση και οι επαγγελματικές προοπτικές του υποψηφίου που δεν εισήχθη στη Σχολή Ευ-ελπίδων, αν εισαχθεί στη Σχολή Θετικών Επιστημών καταρχάς (όπως προτείνεται) αντί για το Φυσικό Τμήμα απευθείας (ως έχει). Δυστυχώς έχουμε ακαδημαϊκό πληθωρισμό τέτοιας κλίμακας και τέτοιου είδους, που δεν αντιμετωπίζεται με την κινητικότητα και τη διεπιστη-μονικότητα. Αυτό δεν σημαίνει πως τα ΑΕΙ αρνούνται την αξία της διεπιστημονικότητας και την κινητι-κότητας, που το Υπουργείο υποδεικνύει ως πανάκεια. Αντίθετα τις επιδιώκουν με κάθε δυ-νατό τρόπο. Όμως οι αρχές αυτές προϋποθέτουν την ύπαρξη διακριτών και εξελισσόμενων επιστημών, που επικοινωνούν και αλληλοευεργετούνται. Το ΠΠΣ έχει ως σκοπό την επιστη-μονική συγκρότηση σε συγκεκριμένο πεδίο και την αρχική εξειδίκευση σε τομέα του πεδίο αυτού. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να σχεδιαστεί συλλογικά στο επίπεδο της Σχολής∙ όταν μάλιστα γνώμονας συγκρότησης μιας σχολής είναι ακόμη και η γεωγραφική γειτνίαση των Τμημάτων (!) Δεν είναι τα ΠΠΣ των ΑΕΙ προϊόντα διοικητικών ισορροπιών ούτε η διάρκειά τους συνάρτηση των αναγκών της αγοράς και της επιχειρηματικότητας. Ως εκ τούτου τα πε-ριθώρια και οι ανάγκες επιλογών (ελεύθερων ή υποχρεωτικών) από άλλα πεδία εξαρτώνται από το ίδιο το γνωστικό αντικείμενο. Πρέπει πάντως κάθε ΠΠΣ να προσδιορίζεται αποκλει-στικά με επιστημονικά κριτήρια και με προτεραιότητα τον ικανοποιητικό έλεγχο του αρχι-κού πεδίου και όχι την απλή διακόσμησή του. Η απόκλιση από την αρχή αυτή όχι μόνο υπο-νομεύει την επιστημονική συγκρότηση των φοιτητών αλλά και τα συναφή επαγγελματικά τους προσόντα. Οι πτυχιούχοι που ελέγχουν επαρκώς το πεδίο τους μπορούν να αποκομί-σουν περισσότερες και ουσιαστικότερες διεπιστημονικές εμπειρίες μέσα από κοινά ΜΠΣ, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Ν.3685/2008 ή/και από την εφαρμογή του άρθρου 11 (του ιδίου νόμου), περί ερευνητικών ινστιτούτων των ΑΕΙ, που έθετε επίσης ως στόχο τη διεπιστημονι-κή/διατμηματική έρευνα. Είναι σημαντικό να επισημανθούν τα προβλήματα αρκετών νέων τμημάτων με διεπιστημο-νικά γνωστικά αντικείμενα πχ σε area studies, προβλήματα που έχουν ήδη διαγνωστεί και επισημανθεί: Οι φοιτητές δεν μπορούν να οραματιστούν το επαγγελματικό τους μέλλον και να προσηλωθούν στον καλύτερο σχεδιασμό του, η επιλογή των μαθημάτων προκαθορίζεται από τις γνώσεις που έχουν ή δεν έχουν από τη Μέση Εκπαίδευση, τα επαγγελματικά τους δικαιώματα είναι ασαφή, ο βαθμός εξοικείωσης ανά πεδίο εντελώς αβέβαιος και ο συνδυα-σμός των πεδίων αναντίστοιχος των θέσεων εργασίας. Ας σημειωθεί επίσης πως οι διδακτι-κές ανάγκες σε «διεπιστημονικά γνωστικά αντικείμενα» διευκόλυναν τις φωτογραφικές προ-κηρύξεις θέσεων, προκάλεσαν τεράστια προβλήματα στη συγκρότηση των εκλεκτορικών (η επιστημονική συνάφεια δεν ήταν προφανής) αλλά και αθέμιτες συγκρίσεις μεταξύ υποψηφί-ων διαφορετικών επιστημονικών ειδικοτήτων. Ζητούμε από την πολιτεία να μην επιτρέψει την επέκταση των προβλημάτων αυτών αλλά και να τα περιορίσει σταδιακά, εφαρμόζοντας μάλιστα τα άρθρα 9.1 (για την ανα-διάρθρωση των σχολών και τμημάτων) και 23.4 (για την τακτοποίηση των γνωστικών αντικειμένων) του Νόμου 3549/2007 που παραμένουν ανενεργά. Εξάλλου και στα παλαιότερα Τμήματα των ΑΕΙ η εμπειρία έδειξε ότι οι φοιτητές προτιμούν και ζητούν επιμόνως πλέον ΠΠΣ συγκεκριμένα στη δομή και ταξινομημένα στα εξάμηνα, αποποιούμενοι την ελευθερία προγραμματισμού των σπουδών τους που είχε εισαχθεί ως καινοτομία στη δεκαετία του 1980. Είναι γνωστό σε όλους πως ο προγραμματισμός αυτός σε πολλά Τμήματα περιήλθε σε μεγάλο βαθμό στα χέρια των φοιτητικών κομματικών παρατά-ξεων, επιτείνοντας τη διαπλοκή, αφού αυτές είχαν εκ των πραγμάτων τη δυνατότητα να αυ-ξομειώνουν τα ακροατήρια και επομένως τις πωλήσεις των εγχειριδίων. Είναι επίσης γνωστό πως συνηθέστερο κριτήριο των φοιτητικών επιλογών ήταν και θα είναι το μέγεθος της ύλης του μαθήματος και η στατιστική πιθανότητα υψηλής βαθμολογίας. Τέλος, τα ευέλικτα προ-γράμματα, σε συνδυασμό με την έλλειψη επαρκών αιθουσών (παρά τη συνεχή χρήση τους από τις 0800-2200), οδήγησαν σε αξεπέραστα προβλήματα σχεδιασμού του ωρολογίου προ-γράμματος όπως και του προγράμματος των εξετάσεων. Τα Τμήματα, στο μέτρο που αυτό είναι δυνατόν, έχουν κινηθεί αποτελεσματικά προς τη θεραπεία των προβλημάτων αυτών, με την απαραίτητη αποδοχή των φοιτητικών συλλόγων. Ήταν μια μακρά και όχι απρόσκοπτη διαδικασίας που δεν πρέπει να ανατραπεί αλλά να υποστηριχθεί. Τα μέλη ΔΕΠ επιθυμούν και καλλιεργούν τη διεπιστημονικότητα με κάθε δυνατό τρόπο. Δεν χρειάζονται καν ενθάρρυνση. Την επιθυμούν εξ άλλου διακαώς και οι φοιτητές. Δυστυχώς, όμως, ο μεγάλος αριθμός των ετησίως εισαγομένων και μεταγραφομένων εμποδίζει την α-πρόσκοπτη παρακολούθηση μαθημάτων εκτός του Τμήματος, ακόμη κι όταν αυτό απαιτείται εκ των πραγμάτων. Πχ Τα Τμήματα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Παιδαγωγικών και Φιλοσο-φίας επιθυμούν διακαώς και για ευνόητους λόγους την κατάρτιση των φοιτητών τους με μα-θήματα από τα Τμήματα Φιλολογίας, όπως και το αντίστροφο. Όλα τα Τμήματα των Φιλο-σοφικών Σχολών επιθυμούν επίσης την κατάρτιση των φοιτητών τους στις στοιχειώδεις δε-ξιότητες της Πληροφορικής. Όμως όλα αυτά είναι πρακτικά αδύνατα, αφού τα ακροατήρια θα υπερέβαιναν τα 1.000 άτομα ανά εξαμηνιαίο μάθημα∙ τα δε εργαστήρια Πληροφορικής, όπου υπάρχουν, δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τέτοιους αριθμούς φοιτητών. Έτσι οι σπου-δές παρατείνονται αναγκαστικά, ενώ ο ακριβής προγραμματισμός από πλευράς φοιτητών είναι αδύνατος∙ εξ ού και η μεγάλη ανάγκη συμβάσεων ΠΔ 401 και αποσπάσεων διδακτό-ρων από τη Μέση Εκπαίδευση. Οποιαδήποτε μεταβολή των ΠΠΣ --με ή χωρίς την ύπαρξη κοινού έτους, ζήτημα που δεν χρειάζεται καν de jure αντιμετώπιση-- αναπόφευκτα θα προ-σκρούσει στη σκληρή λογική των αριθμών: αίθουσες, εργαστήρια, διδάσκοντες, φοιτητές. Ζητούμε από την πολιτεία να αποκαταστήσει την αναλογία αυτή --με όποιον τόπο κρί-νει προσφορότερο-- στο βαθμό που θα επιτρέψει την απρόσκοπτη εφαρμογή των υπαρ-χόντων ΠΠΣ, την ανάπτυξη στοιχειωδών σύγχρονων δεξιοτήτων από όλους τους φοιτη-τές, την ικανοποίηση των υπαρχουσών πιεστικών αναγκών διεπιστημονικότητας και κινητικότητας, πριν δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερες και πλέον δυσεπίλυτες.