Αρχική Εθνική Στρατηγική για την Ανώτατη Εκπαίδευση3. Ενίσχυση του διεθνούς χαρακτήρα και της διεθνούς παρουσίας των ιδρυμάτων, σε άμεση σύνδεση με το νέο πρότυπο ανάπτυξης της χώρας: ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για τη διεθνοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσηςΣχόλιο του χρήστη ΠΝΛ | 7 Ιανουαρίου 2011, 20:53
Θα ήθελα, κατ’ αρχήν, να επαινέσω την πολιτική Ηγεσία του Υπουργείου για την πρωτοβουλία της να προχωρήσει σε ουσιαστική και συνολική αναμόρφωση του ευρύτερου χώρου της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Επίσης, για την καθιέρωση της Δημόσιας Διαβούλευσης και με ηλεκτρονικό τρόπο. Εν τούτοις, πρέπει να γνωρίζει ότι τα κακώς κείμενα έχουν πολύ βαθιές ρίζες και, επομένως, πρέπει να προχωρήσει με πολλή προσοχή. Δεν αλλάζουν τα πάντα εν μια νυκτί! Η βιασύνη, άλλωστε, ποτέ δεν ήταν καλός σύμβουλος. Οι όποιες αλλαγές θα έπρεπε, ίσως, να γίνουν σταδιακά, σε μια λογική σειρά, και σε κάποιο βάθος χρόνου, ώστε και να μεγεθυνθεί η αποτελεσματικότητά τους αλλά και να αποφευχθεί μια γενική σύγχυση που θα προκαλέσει ανεπιθύμητες παράπλευρες ζημίες στην ήδη υπάρχουσα κατάσταση η οποία δεν είναι εντελώς άχρηστη και εξοβελιστέα αλλά μπορεί, εν πολλοίς, να βελτιωθεί αισθητά και χωρίς κάποιο ιδιαίτερο κόστος – προς την κατεύθυνση αυτή θα συντελούσε επίσης και η άμεση θεσμοθέτηση πολλών από τα όσα προτείνονται στο πλαίσιο του άξονα 3 για ανοίγματα προς στο διεθνές περιβάλλον καθώς δεν συνεπάγονται ριζικές μεταρρυθμίσεις ούτε υπερβολικές δαπάνες. Σε ό,τι αφορά, ειδικότερα, στον άξονα 3 (περί «διεθνοποίησης»), και αφού εκφράσω την συμφωνία μου, σε γενικές γραμμές, με τις προτάσεις που έχει καταθέσει το Υπουργείο, θα ήθελα να κάνω τα ακόλουθα σχόλια επί των προτάσεων: 1) Πάντοτε θα ελλοχεύει ο κίνδυνος της γραφειοκρατικοποίησης και της νομοτυπολαγνείας, που είναι βασικό εμπόδιο σε όλη την πορεία της χώρας. Το Υπουργείο πρέπει να προνοήσει ειδικά για την αποφυγή του, πόσο μάλλον που τέτοιες καταστάσεις είναι μάλλον άγνωστες στον διεθνή χώρο. 2) Υπάρχει επίσης ο παράγοντας των ιδιωτικών μικροσυμφερόντων (ατόμων, οικογενειών, ομάδων, συντεχνιών, καστών και κομματικών οργανὠσεων) τα οποία έχουν διαμορφωθεί και, απλά, θα επιχειρήσουν να «περάσουν» και στο «νέο καθεστώς» για να συνεχίσουν και εκεί να «παράγουν έργο». Δηλ., απλά, θα διεθνοποιηθούν οι διάφορες «παρεούλες» και «κλίκες»! Πως θα εξασφαλίσει το Υπουργείο ότι όλα αυτά θα μείνουν για πάντα στο παρελθόν; 3) Για την εισαγωγή ξένων φοιτητών, θα πρέπει να επιδιωχθεί μια απλή μεν αλλά και ευέλικτη στόχευση έτσι ώστε να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη αλλά και να ελαχιστοποιούνται τα αρνητικά ενδεχόμενα. Οι προπτυχιακές σπουδές πρέπει να δίνονται στην Ελληνική και με προϋποθέσεις ελληνομάθειας και ειδικών εξετάσεων, ενώ τα μεταπτυχιακά προγράμματα στην Αγγλική ή/και σε άλλη ξένη γλώσσα ευρείας εμβέλειας. Τα δίδακτρα των ξένων πρέπει να είναι σχετικά υψηλά για προπτυχιακές σπουδές (π.χ. 600-900 ευρώ κατ’ έτος, ανάλογα με το Ίδρυμα και το Πρόγραμμα) ενώ για τις μεταπτυχιακές, σχετικά χαμηλά (π.χ. 800-1.200) αλλά με αυστηρά κριτήρια εισδοχής (Ίδρυμα προέλευσης, βαθμοί, εμπειρία, πιθανή συνεργασία μεταξύ Ιδρυμάτων, πιθανόν εξετάσεις με ή χωρίς παρακολούθηση προπτυχιακών μαθημάτων σε ελληνικό ή ευρωπαϊκό Ίδρυμα κύρους – στην ξένη γλώσσα και εφ’ όσον ήδη προσφέρονται για ξένους φοιτητές ERASMUS). Για τους προερχόμενους από όμορες και γειτονικές χώρες (Βαλκάνια, Μ. Θάλασσα, Μεσόγειος) και τις χώρες TEMPUS μπορεί να προβλεφθεί 20-30% έκπτωση στα δίδακτρα. 4) Ποιός σοβαρός επιστήμονας με ακαδημαϊκή καριέρα στο εξωτερικό θα δεχθεί να «υπηρετήσει» σε ελληνικό ΑΕΙ με δεδομένες τις πενιχρές απολαβές των μελών Δ/ΕΠ; ή θα υπάρξει πρόβλεψη για «ειδικές αποζημιώσεις»; 5) Η διεθνοποίηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης προϋποθέτει την ανταγωνιστικότητα των Ιδρυμάτων στο διεθνές περιβάλλον. Υποθέτοντας ότι οι προτάσεις του Υπουργείου θα συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση καθώς επίσης και ότι επιδιώκεται η καλύτερη σύνδεση των Ιδρυμάτων με μια διεθνώς ανταγωνιστική Ελληνική οικονομία, θα πρέπει να υπάρξει πρόνοια για την περαιτέρω ανάπτυξη εκείνων των επιστημονικο-τεχνολογικών κλάδων όπου η Ελλάδα είναι ήδη ή μπορεί να είναι διεθνώς ανταγωνιστική με την ενδυνάμωση των αντίστοιχων Ιδρυμάτων-Σχολών. Αυτό θα δημιουργήσει πολλαπλασιαστικά οφέλη και για τα Ιδρύματα και για την πραγματική οικονομία καθώς ήδη θα διαθέτουν το βασικό συγκριτικό πλεονέκτημα της ανταγωνιστικότητας στον αντίστοιχο κλάδο τους. Το ζήτημα είναι να υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες για να απελευθερωθούν οι δημιουργικές δυνάμεις και στον ακαδημαϊκό χώρο. Αν θέλουμε να μιλάμε για πραγματικά «άμεση σύνδεση με το νέο πρότυπο ανάπτυξης της χώρας: ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για τη διεθνοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης»!!!