Αρχική Εθνική Στρατηγική για την Ανώτατη Εκπαίδευση2. Πτυχία με αντίκρισμα: νέα οργάνωση της μάθησης και των προγραμμάτων σπουδών που διευκολύνουν την κινητικότητα και ενισχύουν τη διεπιστημονικότηταΣχόλιο του χρήστη Γιάννης Σκούφος | 10 Ιανουαρίου 2011, 16:42
ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΜΕΤΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ TΕΣΣΑΡΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στα πλαίσια των μεταρρυθμίσεων που προωθεί το Υπουργείο Παιδείας για την τριτοβάθμια Εκπαίδευση, η προτεινόμενη μετεξέλιξη της υπάρχουσας Σχολής Τεχνολογίας Γεωπονίας του ΤΕΙ Ηπείρου (Τμήμα Φυτικής Παραγωγής, Τμήμα Ζωικής Παραγωγής, Τμήμα Ανθοκομίας και Αρχιτεκτονικής Τοπίου) με την προσθήκη του Τμήματος Ιχθυοκομίας-Αλιείας, σε μια σύγχρονη Σχολή είτε διατηρώντας τον τίτλο της ως Τεχνολογίας Γεωπονίας, είτε μετονομαζόμενη με ενδεικτικό όνομα «Σχολή Τεχνολογίας Βιοεπιστημών Αγροτικής Παραγωγής, Περιβάλλοντος και Τροφίμων» – Σ.Β.Α.Π.Τ. (School of Biosciences in Agriculture, Environment and Food – S.B.A.E.F.) θεωρείται ως απόλυτα ενδεδειγμένη, διότι η μελλοντική πορεία της μπορεί και πρέπει να στηριχθεί στους παρακάτω άξονες: • Αειφορική ανάπτυξη: Τα αντικείμενα της Σχολής, όπως περιγράφονται στον τίτλο της και αναλύονται παρακάτω, αφορούν σε κατ’ εξοχήν δραστηριότητες εναλλακτικής ανάπτυξης και αειφορίας. • Περιφερειακή ανάπτυξη: Οι περιοχές άμεσης δράσης της Σχολής, δηλαδή η Ήπειρος, το Β. Ιόνιο και η Αιτωλοακαρνανία, είναι κατ’ εξοχήν περιφερειακές, αλλά με πλούσιο δυναμικό φυσικών και βιολογικών πόρων που ήδη έχει δώσει πολλούς καρπούς, αλλά και υπόσχεται ακόμη περισσότερους. • Σύνδεση της τεχνολογικής εκπαίδευσης και της έρευνας με την τοπική κοινωνία και τους παραγωγικούς φορείς: Σε αυτό ειδικά το ζήτημα, ήδη υπάρχει πολυετής εμπειρία επιτυχούς δραστηριότητας και σε πολύ υψηλά επίπεδα. Οπωσδήποτε, απαιτούνται και οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την ανάλογη συνέχεια και περαιτέρω επέκταση αυτής της δραστηριότητας. • Διεθνοποίηση των Ιδρυμάτων: Πέραν πιθανών σχέσεων με πολλές άλλες χώρες, επισημαίνεται ότι η Ήπειρος ευρίσκεται στα σύνορα με την Αλβανία, αλλά και πολύ κοντά στο Μαυροβούνιο και τα Σκόπια, χώρες φτωχές και αναπτυσσόμενες, αλλά συνδεόμενες ποικιλότροπα με την Ελλάδα. Επίσης, χώρες με πολύ πλούσιο αλλά αναξιοποίητο δυναμικό σε φυσικούς πόρους αγροτικού και περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος. Σε αυτές, ιδιαίτερα, μπορούμε να εξάγουμε γνώσεις εισάγοντας και φοιτητές που πραγματικά να ενδιαφέρονται για το αντικείμενο. Ήδη και τα τέσσερα Τμήματα συνδιοργανώνουν τρία Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών με Πανεπιστημιακά Τμήματα • Μεσογειακή διατροφή: Τα αγροτικά προϊόντα, στα πλαίσια φιλοπεριβαλλοντικών συστημάτων παραγωγής σε όλη τους την ποικιλία, είναι η βάση για μια ολοκληρωμένη διατροφή. Η παραγωγή τους, με ταυτόχρονο σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον, καθώς και η τελική τους μορφή για την ανθρώπινη κατανάλωση, θα έχουν στα πλαίσια της νέας Σχολής μια ολιστική επιστημονική και τεχνολογική κάλυψη. Επιπλέον, αυτό θα αφορά σε ακριτικές περιφερειακές και γενικώς κοινωνικο-οικονομικά μειονεκτικές περιοχές της χώρας μας (απομονωμένες ορεινές περιοχές ή παράκτιες ζώνες). Περιττό, επίσης, να τονιστεί και η πλήρης ένταξη της περιοχής μας στην μεσογειακή ζώνη περιβάλλοντος και πρωτογενούς παραγωγής. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ε.Ε., στα πλαίσια της Στρατηγικής της Λισσαβόνας, οι τομείς της αγροτικής παραγωγής, αλιείας-υδατοκαλλιέργειας, τροφίμων και βιοτεχνολογίας, εντάσσονται σε μια νέα και ενιαία δομή σύγχρονης οικονομικής δραστηριότητας, που είναι γνωστή ως «βιο-οικονομία, βασισμένη στην εξειδικευμένη γνώση του αγροδιατροφικού τομέα». Κύριος στόχος της νέας Σχολής θα είναι επομένως η καλλιέργεια, ανάπτυξη και προώθηση του σύγχρονου αυτού τομέα των Βιοεπιστημών στην Ελλάδα, με την παραγωγή (μέσω της έρευνας) και διάδοση (μέσω της εκπαίδευσης) της απαραίτητης επιστημονικής γνώσης, τεχνογνωσίας και τεχνολογίας, όπως και της δια βίου εκπαίδευσης των ανθρώπων που δραστηριοποιούνται στον αγροδιατροφικό τομέα και των καταναλωτών. Η διαβούλευση ανοίγει ένα παράθυρο επικοινωνίας με προτάσεις και θεματολόγιο που το Υπουργείο πρέπει να λάβει υπόψη για την εφαρμογή του νέου σχεδίου για την Ανώτατη Εκπαίδευση. Βέβαια, οι όροι της σημερινής συζήτησης έχουν τεθεί από τα δεδομένα ενός μικρού Ιδρύματος με Περιφερειακή συγκρότηση, όμως καθορίζεται επίσης και από τη σχέση της Σχολής μας με την Παραγωγή και τον Αγροτικό χώρο, καθότι η έδρα της Σχολής βρίσκεται στην κατεξοχήν Περιφέρεια της Πρωτογενούς Παραγωγής και των Τροφίμων της Ελλάδας, με τον μεγαλύτερο αριθμό αγροτικών επιχειρήσεων ανά κάτοικο της Περιφέρειας και με συμβολή του Αγροτικού Τομέα στο Περιφερειακό ΑΕΠ με ποσοστά άνω του 65%. Ο αντικειμενικός στόχος της πρότασης είναι να οδηγήσει τη ΣΤΕΓ του ΤΕΙ Ηπείρου σε μία ουσιαστική μετεξέλιξη που θα της δίνει προνομιούχo θέση στη διαμόρφωση των επιστημονικών και παραγωγικών δεδομένων, όχι μόνο στην Ήπειρο και τη Δυτική Ελλάδα, αλλά Πανελλαδικά. Τα δεδομένα είναι απτά και τα έχουμε εξειδικεύσει από το 2007, αφού μιλώντας για αυτοδύναμη μετεξέλιξη των Τμημάτων μας την εποχή εκείνη είδαμε και τους τρόπους σύνθεσης και συγκρότησης μιας ισχυρής Σχολής με την προοπτική της ενσωμάτωσης των γνωστικών αντικειμένων που μας αντιστοιχούν για τη σύγχρονη, πρότυπη και ολοκληρωμένη αγροτική παραγωγή. Αποτελεί βασική προϋπόθεση να θέλουμε να διατηρηθεί το ΤΕΙ Ηπείρου είτε ως ανεξάρτητη οντότητα, είτε ως αναβαθμισμένη οντότητα, στα πλαίσια πιθανής συνένωσης με Πανεπιστήμιο, όπως επίσης και οι προοπτικές των Σχολών μας να μην γίνουν δυσκολότερες με τις μεταβολές που θα προτείνουμε, αφού ούτως η άλλως η συγκυρία είναι από μόνη της πολύ δύσκολη. Που βασίζεται η πρότασή μας; Στους παραπάνω επτά άξονες που συνδυάζουν: • την εξέλιξη των επιστημονικών μας πεδίων και την ενσωμάτωση σε αυτά των φιλλοπεριβαλλοντικών συστημάτων παραγωγής και των τροφίμων, • της αειφορικής Γεωργίας, • της Γεωργίας της Διατροφής και της Υγείας, • τα Διεθνή και Εθνικά δεδομένα για την ανάπτυξη του αγροδιατροφικού χώρου, • την τοπική βάση ύπαρξής μας και τη συνοδό οικονομική παραγωγή της Ηπείρου που βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο τρίπτυχο αγροτική παραγωγή – περιβάλλον – τρόφιμα, • τη σχετική σύμπλευση του Υπουργείου Παιδείας με το πρότυπο μετεξέλιξης της Σχολής, όπως και την υπαρκτή οικονομική κατάσταση της χώρας, • τη μοναδικότητα των γνωστικών μας αντικειμένων στο σύνολο της Ανώτατης Εκπαίδευσης της Ηπείρου και της Δ. Ελλάδας, εν αντιθέσει με άλλες ΣΤΕΓ ΤΕΙ που συγκατοικούν με αντίστοιχες Πανεπιστημιακές. Αναλυτικά: 1. Η πρόταση θέτει την προϋπόθεση ότι τα τέσσερα σημερινά Τμήματα μπορούν να συμβαδίσουν μαζί, κάτω από μία πλατύτερη από τη σημερινή ομπρέλα (διευρυμένο πλαίσιο γνωστικών αντικειμένων) που θα συμπεριλαμβάνει όχι μόνο τα ειδικά αντικείμενα που διδάσκουμε σήμερα, αλλά το σύνολο της δυναμικής της επιστήμης μας, από την πρωτογενή παραγωγή έως το τρόφιμο και τους όρους παραγωγής έως το περιβάλλον και την αειφορία, δηλαδή το μέλλον και τις απαιτήσεις του αύριο για την ανάδειξη των Τμημάτων μας. Γιατί να συμβεί αυτό; Διότι τα αντικείμενά μας δεν είναι ίδια με τη δεκαετία του 1980 κατά την οποία ιδρύθηκαν τα Τμήματά μας. Τότε οι μονάδες ήταν οικογενειακές, οι καλλιέργειες απλές και όχι τεχνολογικά προηγμένες, ελάχιστες ήταν οι καθετοποιημένες επιχειρήσεις με ανύπαρκτη την ολιστική διαχείριση της παραγωγής. Σήμερα ο ρόλος των Τεχνολόγων Γεωπονίας έχει αναπτυχθεί υπέρμετρα γιατί η ίδια παραγωγή συνδέει το χωράφι με το προϊόν, το άριστο γάλα με τον άριστο βοσκότοπο, το άριστο ζώο, την άριστη διατροφή, την άριστη τεχνολογία και τον κατάλληλα εκπαιδευμένο άνθρωπο, την επιστημονική διαχείριση της παραγωγής, την ανάπτυξη του αγροτικού περιβάλλοντος με την περιβαλλοντική συνείδηση και την αγρο-οικολογία, των ιχθυοκαλλιεργειών με τη θαλάσσια βιολογία και το υδάτινο περιβάλλον. Σήμερα, ο κάθε παραγωγός επιθυμεί το επιστημονικό του προσωπικό όχι απλά να του εξασφαλίζει εξορθολογισμένη παραγωγή, αλλά να την συνταυτίζει με πρότυπα και καταναλωτικές επιθυμίες και η παραγωγή αυτή να ελέγχεται σε όλο της το εύρος, πιστοποιώντας στο τελικό προϊόν ότι διασφαλίζεται απόλυτα και σε όλα τα στάδια, είναι ποιοτικά ανώτερη και ασφαλής για τον άνθρωπο, με εφαρμογή άρτιας και σύγχρονης τεχνολογίας για την ίδια την παραγωγή και τους φυσικούς πόρους. Η επιστήμη μας έχει πλατύνει, αφού πίσω από τη σημερινή της παραγωγή δεν βλέπει μόνο το προϊόν, αλλά τον άνθρωπο, την υγεία του, την ζωή στον πλανήτη. Άρα το αντικείμενο μας έχει αναπτυχθεί και εξελιχθεί από τη φύση του και την ραγδαία ανάπτυξη των Βιολογικών Επιστημών στις οποίες βασίζεται και εμείς ερχόμαστε σήμερα να προασπίσουμε την καινοτομία και τον προωθητικό ρόλο των επιστημών μας με τη μετεξέλιξη της Σχολής από Τεχνολογίας Γεωπονίας σε Σχολή Βιο-επιστημών ή Επιστημών Ζωής. 2. Τα Τμήματά μας έχουν ένα τεράστιο πλεονέκτημα: Είναι τα μόνα που στηρίζουν επιστημονικά τον παραγωγικό πλούτο της Ηπείρου, την αγροτική της παραγωγή, τις ιχθυοκαλλιέργειες και το περιβάλλον. Σαν να βρισκόμαστε στον Παράδεισο του χώρου δράσης μας. Έχουμε τους ορεινούς όγκους με τη μοναδική βιοποικιλότητα, τον Αμβρακικό ως πρότυπο υδροβιότοπο, την παραγωγική συγκρότηση της περιοχής (Ήπειρος-Αιτωλοακαρνανία) που βασίζεται στην κτηνοτροφία, τη γεωργία, την περιβαλλοντική ανάδειξη περιοχών, τις ιχθυοκαλλιέργειες, που για όλους όσους έχουν ελάχιστα ασχοληθεί το μέλλον της στηρίζεται εμφανώς και πρωταρχικά στον παραδοσιακό της πλούτο και την αξία των τοπικών και επώνυμων προϊόντων, στο αυτόχθονο γενετικό υλικό (μία περιφέρεια μικρή όπως η Ήπειρος παράγει το 22% του εθνικού πλούτου στην κτηνοτροφία, το 18% στις Ιχθυοκαλλιέργειες, το 50% της Πτηνοτροφίας, το 80% της καλλιέργειας ψαριών γλυκών υδάτων, το 45% των εγκεκριμένων αναπτυξιακών προγραμμάτων 2008-2010 αφορούν τη Γεωργία, την Κτηνοτροφία, τις Ιχθυοκαλλιέργειες και τη μεταποίηση των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων, το 71% της μεταποιητικής Βιομηχανίας βασίζεται στον αγροτοδιατροφικό κλάδο). Τα Τμήματά μας έχουν παράλληλα και ένα δεύτερο συγκριτικό πλεονέκτημα. Είναι τα μόνα σε όλο το οικοδόμημα της Ανώτατης Εκπαίδευσης στην Ήπειρο και τη Δ. Ελλάδα που κινούνται συμπληρωματικά με τα άλλα Ιδρύματα και τα Πανεπιστήμια. Καμία άλλη Σχολή στην ευρύτερη περιοχή δεν προσφέρει και συνεισφέρει στο επιστημονικό πεδίο που συγκροτείται με το τρίγωνο παραγωγή -περιβάλλον – τρόφιμο τόσο όσο εμείς. Και από πού φαίνεται; Από το επιστημονικό και ερευνητικό μας έργο και την εργασιακή διάχυση των αποφοίτων μας σε όλο το φάσμα του αγροδιατροφικού τομέα. Η Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας στην Άρτα και το Τμήμα Ιχθυοκομίας-Αλιείας στην Ηγουμενίτσα, σύμφωνα με την έκθεση εσωτερικής αξιολόγησης του ΤΕΙ Ηπείρου, έχουν το πλέον παραγωγικό και υψηλότατου κύρους και διεθνούς εμβέλειας ερευνητικό έργο, αναδεικνύοντας τη Σχολή ως τη σημαντικότερη σε ερευνητική δραστηριότητα του ΤΕΙ Ηπείρου. Σύμφωνα με τα πολύ φρέσκα νέα που πρόσφατα ανακοινώθηκαν από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (Βιβλιομετρική ανάλυση Ελληνικών δημοσιεύσεων σε Διεθνή Επιστημονικά περιοδικά, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα 2010) το επιστημονικό πεδίο “Agricultural Sciences” (Επιστήμες Αγροτικής Παραγωγής) αποτελεί το πρώτο επιστημονικό πεδίο για τις επιστημονικές δημοσιεύσεις του ΤΕΙ Ηπείρου, το οποίο είναι και συγκριτικά ανώτερο όλων των άλλων ΤΕΙ της χώρας. Ακόμα, σύμφωνα με την Έκθεση Εσωτερικής Αξιολόγησης του Ιδρύματος (2010) τα τρία Τμήματα της Σχολής Τεχνολογίας Γεωπονίας στην Άρτα (Ζωικής, Φυτικής, Ανθοκομίας και Αρχιτεκτονικής Τοπίου) και το Τμήμα Ιχθυοκομίας – Αλιείας στην Ηγουμενίτσα έχουν το 62% του συνολικού ερευνητικού έργου του ΤΕΙ, δηλαδή τα τέσσερα Τμήματα έχουν για τη διετία 2007-2009 εξήντα οκτώ (68) δημοσιευμένες εργασίες σε διεθνή περιοδικά έναντι σαράντα δύο (42) των υπολοίπων οκτώ Τμημάτων, εάν εξαιρέσουμε το Τμήμα Λαϊκής Παραδοσιακής Μουσικής που έχει σχετικά διαφορετικό δείκτη απήχησης του έργου του. Συμμετοχή και παρουσίαση 114 επιστημονικών ανακοινώσεων σε Διεθνή επιστημονικά συνέδρια με το σύστημα των κριτών κατά την διετία 2007-2009 από τα τέσσερα τμήματα της Σχολής Τεχνολογίας Γεωπονίας, έναντι 127 των υπόλοιπων εννέα Τμημάτων. Στην ίδια έκδοση για τις Ελληνικές Επιστημονικές Δημοσιεύσεις του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (2010) αναφέρεται ότι το ΤΕΙ Ηπείρου κατά την περίοδο 1997-2008 βρίσκεται συνεχώς στην πρώτη ή την δεύτερη θέση από όλα τα ΤΕΙ της Ελλάδας σε αναγνωρισιμότητα (ΔΙΕΘΝΗ ΑΠΗΧΗΣΗ) του ερευνητικού του έργου από την διεθνή επιστημονική κοινότητα (αυτό ερμηνεύεται ως ποσοστό δημοσιεύσεων που λαμβάνουν αναφορές από ξένους ερευνητές) και τα στοιχεία λένε ότι το ΤΕΙ Ηπείρου είναι πρώτο με 60%, με τα άλλα ΤΕΙ να έπονται έως του ποσοστού του 20%, δηλαδή έξι στις δέκα εργασίες των καθηγητών του ΤΕΙ Ηπείρου αναφέρονται από εργασίες ξένων ερευνητών, ενώ σε άλλα ΤΕΙ αυτό ισχύει με μικρότερη αναλογία, αποδεικνύοντας την ποιοτική βάση και την εμβέλεια των ερευνητικών εργασιών του Ιδρύματος. Τέλος, το δημοσιευμένο επιστημονικό έργο των Τμημάτων της Ζωικής Παραγωγής, Φυτικής Παραγωγής, Ανθοκομίας και Αρχιτεκτονικής Τοπίου, όπως και του Τμήματος Ιχθυοκομίας και Αλιείας είναι ποσοτικά ανώτερο από όλο το επιστημονικό έργο του Ιονίου Πανεπιστημίου και του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας (Ελληνικές Επιστημονικές Δημοσιεύσεις, 2010) για την περίοδο 1993-2008, και σχεδόν ισοδύναμο του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Επιπρόσθετα, με βάση το ερευνητικό έργο της Σχολής μας το ΤΕΙ Ηπείρου βρίσκεται στην πέμπτη θέση από τα 14 ΤΕΙ της χώρας στον συνολικό αριθμό αναφορών (δηλαδή της διεθνούς απήχησης που έχει το ερευνητικό του έργο από άλλους επιστήμονες) που έλαβαν οι δημοσιευμένες επιστημονικές εργασίες των καθηγητών του (552) με ισοδύναμο το ΤΕΙ Δ. Μακεδονίας και να έπονται το ΤΕΙ Καβάλας (170), το ΤΕΙ Καλαμάτας (248), το ΤΕΙ Λαμίας (158), το ΤΕΙ Λάρισας (501), το ΤΕΙ Μεσολογγίου (137), το ΤΕΙ Πάτρας (236), το ΤΕΙ Σερρών (88) και το ΤΕΙ Χαλκίδας (282), ενώ το ΤΕΙ Πειραιά, ένα από τα μεγαλύτερα της χώρας, έχει 684 αναφορές για το ίδιο χρονικό διάστημα, αποδεικνύοντας την πραγματική εξωστρέφεια που πηγάζει από το επιστημονικό του δυναμικό και την ισχυρή απήχηση που διαθέτει στον διεθνή επιστημονικό ορίζοντα (Στοιχεία Thomson Reuters, NCR, Greece 1993-2008). Το ΤΕΙ Ηπείρου είναι επίσης πέμπτο από όλα τα ΤΕΙ της χώρας στο συνολικό αριθμό αναφορών από άλλους επιστήμονες που έχουν οι επιστημονικές του δημοσιεύσεις για την πενταετία 2004-2008. Το ΤΕΙ Ηπείρου έχει μερίδιο (%) αναφορών στο σύνολο των αναφορών ΤΕΙ για την πενταετία 2004-2008 6.7%, με το ΤΕΙ Δ. Μακεδονίας να έχει 5.9%, το ΤΕΙ Καβάλας 2.2%, το ΤΕΙ Καλαμάτας 2.1%, το ΤΕΙ Λαμίας 2.7%, το ΤΕΙ Λάρισας 7.5%, το ΤΕΙ Μεσολογγίου(1.3%, το ΤΕΙ Πάτρας 3.0%, το ΤΕΙ Σερρών 1.5%, το ΤΕΙ Χαλκίδας 1.9%, ενώ το ΤΕΙ Πειραιά 6.5%. (Στοιχεία Thomson Reuters, NCR, Greece 1993-2008). Πέντε καθηγητές της Σχολής Τεχνολογίας Γεωπονίας του ΤΕΙ Ηπείρου, δηλαδή πάνω από το 15% των καθηγητών της Σχολής, συμμετέχουν σε τριμελείς επιτροπές επίβλεψης διδακτορικών, όπως και σε αντίστοιχες επταμελείς κρίσης διδακτορικών, όταν όλοι γνωρίζουμε πως οι διδακτορικές διατριβές χορηγούνται και εξετάζονται αποκλειστικά από Πανεπιστήμια, ενώ πέντε καθηγητές της Σχολής έχουν εκλεγεί σε Γεωπονικές και Κτηνιατρικές Σχολές Πανεπιστημίων της χώρας, αποδεικνύοντας την ποιότητα και το επιστημονικό κύρος του μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού της Σχολής. Είμαστε λοιπόν οι επιθυμητοί για αυτό που προσφέρουμε, διότι εμείς συμπληρώνουμε τα επιστημονικά πεδία των Πανεπιστημίων των Ιωαννίνων και της Δ. Ελλάδας με την καίρια γνώση που παράγει το 65% του οικονομικού πλούτου της περιοχής μας και αποτελεί τη βάση για την ύπαρξη των Τμημάτων των υπηρεσιών. Διότι ας μη γελιόμαστε η πρωτογενής παραγωγή και η διατροφή του ανθρώπου είναι ο κορμός για να στηριχθούν τα κλαδιά του δένδρου των τουριστικών επαγγελμάτων, της λογιστικής, της πληροφορικής και της ζώσας πολιτιστικής παράδοσης. Μπορούμε λοιπόν να καλύψουμε με τα γνωστικά μας πεδία το αντικείμενο που λείπει από το Π. Ιωαννίνων ή το Π. Δ. Ελλάδας λειτουργώντας ως μαγνήτης για τη συνοχή των υπαρχόντων Τμημάτων των Πανεπιστημίων που από μόνα τους κινδυνεύουν να κλείσουν, να συμπτυχθούν ή να μεταβληθούν αφού λειτουργούν με αποσπασματική βάση (Βιολογικών Εφαρμογών) ή με μικτό προσανατολισμό, όπως τα Τμήματα στο Αγρίνιο. Αυτό βέβαια είναι πιο δύσκολο να εμφανιστεί ως αντίστροφη τάση, γιατί οι προηγούμενοι που ίδρυσαν τα Τμήματα της ΣΤΕΓ διέβλεψαν ότι χωρίς το δρόμο της συνοχής στην πολυεπίπεδη ανάπτυξη του αγροτικού χώρου, δεν θα είχε μέλλον η συγκρότηση της Σχολής σε μια περιοχή που η φύση της εκφράζεται σχεδόν αποκλειστικά από τον αγροδιατροφικό τομέα και τα φιλοπεριβαλλοντικά πρότυπα. 3. Η μετεξέλιξη των τεσσάρων Τμημάτων μας στα πλαίσια της μετεξέλιξης της Σχολής, όπως αναλύεται παρακάτω, δεν γίνεται μηχανιστικά για να αραιώνουμε με το Γεωτεχνικό τοπίο, όπως επιθυμούν μερικοί ως διαπραγματευτικό ατού με τις Κυβερνήσεις, αλλά για να εμβαθύνουμε στην προοπτική της Επιστήμης μας και να διασφαλίσουμε την πρωτοπορία στην πρότασή μας, όπως και την ιδιαιτερότητά της σε σχέση με την πειστική της δύναμη. Τι θα γίνει αν όλα τα ΤΕΙ προτείνουν σύμπτυξη των Τμημάτων Τεχνολογίας Γεωπονίας σε Σχολές Τεχνολογίας Γεωπονίας; Θα υπάρχουν 7 Σχολές ΤΕΓ συν οι Πανεπιστημιακές. Σε τρία χρόνια λοιπόν θα πρέπει στον δεύτερο Καλλικράτη οι 11 συνολικά Σχολές θα γίνουν 5 ή 4 με τις Πανεπιστημιακές να παραμένουν ακλόνητες. Η πρόταση λοιπόν για παραμονή στο υπάρχοντα τίτλο μας είναι θνησιγενής, απλώς μας δίνει μικρή παράταση ζωής, όχι όμως άξιο μέλλον σύμφωνα με τα προσόντα και τις δυνατότητές μας. Οι έννοιες των μεταβολών που προτείνονται συμβάλουν στην ύπαρξη μιας πρωτοποριακής Σχολής, ισοδύναμης του βάρους της Διατήρησης της Ελληνικής υπαίθρου κάτω από συνθήκες διεθνούς ανταγωνισμού και παράλληλα μοναδικότητας παραγωγικών προτύπων και ιδιαιτερότητας παραγόμενων προϊόντων. Η κατηγοριοποίηση των Τμημάτων μας πρέπει να μετακινηθεί από το Τεχνολογικό πεδίο και να υπαχθεί στο πραγματικό μας πεδίο, αυτό των Βιολογικών Επιστημών, και με ένα τίτλο που προτείνεται ως «Σχολή Τεχνολογίας Βιοεπιστημών Αγροτικής Παραγωγής, Περιβάλλοντος και Τροφίμων» ή ως «Σχολή Τεχνολογίας Βιοεπιστημών (τίτλο ενδεικτικό και όχι οριστικό), δίνει διέξοδο στην ίδια την πρόταση του Υπουργείου για οικονομίες κλίμακας, με αφορμή τη διαβούλευση που ανοίγει λόγω της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας που οδηγεί τις θέσεις του Υπουργείου, ενώ ταυτόχρονα πλαταίνει το πεδίο άσκησης της επιστήμης μας από την καθαρόαιμη πρωτογενή παραγωγή σε όλο το φάσμα της ανάπτυξης του σύγχρονου αγροδιατροφικού μοντέλου με σαφείς προεκτάσεις στην υγεία του ανθρώπου, το Μεσογειακό πρότυπο διατροφής και την περιβαλλοντική συνδιαχείριση που οδηγεί στην αειφορία (Ήδη η κ. Διαμαντοπούλου με την απόφαση του Υπουργείου Παιδείας (Δελτίο τύπου 04-03-2010) έκρινε ότι το αίτημα των Τμημάτων Ζωικής Παραγωγής να μεταβάλουν το πεδίο εισαγωγής τους από το 2ο και 4ο στο 2ο και 3ο (Βιολογικών Επιστημών) είναι αποδεκτό και ουσιαστικό για τη μη στρέβλωση του επιστημονικού τους χώρου. 4. H μετεξέλιξη των Τμημάτων μας και της Σχολής ταυτίζεται με το σύγχρονο αναπτυξιακό πρότυπο της Ελλάδας που πρέπει να συνδυαστεί υποστηρικτικά από μία πιλοτική βάση ακαδημαϊκής συγκρότησης που θα αποτελεί το συνδετικό βήμα μεταξύ της θεωρητικής προσέγγισης και της τεχνολογικής και πρακτικής εφαρμογής και η οποία θα στηρίζεται στους παρακάτω άξονες: • Αειφορική ανάπτυξη. • Περιφερειακή ανάπτυξη: Σύνδεση της τεχνολογικής εκπαίδευσης και της έρευνας με την τοπική κοινωνία και τους παραγωγικούς φορείς. • Διεθνοποίηση των Ιδρυμάτων. • Μεσογειακή διατροφή. • Ενιαιοποίηση των γνωστικών αντικειμένων των υπαρχόντων σήμερα Σχολών Τεχνολογίας Γεωπονίας και Διατροφής και Διαιτολογίας Ελπίζω η πρόταση αυτή να είναι υποστηρικτική για την έναρξη ενός διαλόγου ουσιαστικής μετεξέλιξης των Τμημάτων μας και του επιστημονικού μας χώρου. Είναι προφανές ότι ως πρόταση μπορεί να εμπεριέχει λάθη, ασάφειες και πιθανόν μέρη με τα οποία δεν θα συμφωνήσουν άλλα Τμήματα, άλλες Σ.ΤΕ.Γ ή και Ιδρύματα. Όμως είναι βασικό η κάθε σχολή να μην είναι επανάληψη της άλλης, καθότι είναι διαφορετικές οι πτυχές της Επιστήμης που εφαρμόζονται ανά περιοχή ή συντελούν στην ανάπτυξή της (πχ. Θερμοκηπιακές καλλιέργειες στην Κρήτη, Βιολογική παραγωγή γάλακτος στην Αιτωλοακαρνανία, κτηνοτροφική παραγωγή στην Ήπειρο). Η ποικιλομορφία των Σχολών στα γνωστικά αντικείμενα πρέπει να εκφράζεται και στον τίτλο των Σχολών, δίνοντας το ουσιαστικό περίγραμμα των Επιστημονικών δεδομένων που παρέχονται από αυτές. Η μετονομασία της Σχολής και η οργάνωσή της σε Προγράμματα Σπουδών κάτω από το σκεπτικό που έχει αναφερθεί αποτελεί και τον ειδοποιό άξονα στήριξης της καινοτομίας της πρότασής μας. Αν θέλει το Υπουργείο την ισοπέδωση και το κλείσιμό μας δεν θα αποδεχτεί την πρόταση, αλλά θα προτείνει τα 25 Τμήματα Γεωτεχνικής κατεύθυνσης να γίνουν 7 Τμήματα Τεχνολογίας Γεωπονίας, σενάριο προδήλως εφιαλτικό, γιατί πάντα θα έπονται των Πανεπιστημιακών Γεωπονικών Σχολών. Διατμηματικότητα & Διεπιστημονικότητα στην πράξη Στην πρόταση περιγράφεται στο πρόγραμμα σπουδών το διατμηματικό έτος των κοινών δύο εξαμήνων. Οι περιγραφές των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών που αφορούν τα Προγράμματα Σπουδών που εισηγούμαστε έχουν αναπτυχθεί και είναι έτοιμες να παρουσιαστούν από τα ίδια τα Τμήματα. Καταλαβαίνουμε πολύ καλά ότι μπορεί ο καθένας να διαφωνεί με την ουσία της μεταρρύθμισης, να αποφαίνεται ότι οι αλλαγές αυτές πιθανώς είναι ασήμαντες μπροστά σε αυτό που θα έρθει να μας σαρώσει και ίσως πρέπει να έχουμε πιο ριζοσπαστικές ή πειθαναγκαστικές θέσεις για το μέλλον όχι απλά των Τμημάτων ή της Σχολής, αλλά και του ίδιου του ΤΕΙ Ηπείρου. Αυτό το γενικότερο μέλημα που μας αφορά όλους, προς το παρόν το έχουμε αφήσει στη Διοίκηση του Ιδρύματος, η οποία πρέπει άμεσα να προγραμματίσει συναντήσεις με το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, το Πανεπιστήμιο Δυτικής Ελλάδας, και το ΤΕΙ Μεσολογγίου, στις οποίες είναι βασική προϋπόθεση να συμμετάσχουν και μέλη της Ακαδημαϊκής κοινότητας που γνωρίζουν άριστα και υποστηρίζουν τις εξελίξεις των Σχολών και των Τμημάτων τους. Το ίδιο πρέπει να ισχύσει και για συμμαχίες με άλλα περιφερειακά Ιδρύματα. Άλλωστε, το κείμενο διαβούλευσης είναι φρέσκο, ούτε μήνα δεν κυκλοφορεί, και είναι αδιανόητο εντός διμήνου να απαντήσει το ακαδημαϊκό σώμα σε τόσο δύσκολα και ευρεία θέματα που συναρτούν το μέλλον της Ελληνικής εκπαίδευσης και παιδείας. Για αυτό το λόγο πρέπει να ζητηθεί παράταση τουλάχιστον έως τον μήνα Μάιο για να ανταποκριθούμε με τη στοιχειώδη συλλογική προσπάθεια που επιθυμούμε. Οι γενικές θέσεις για το σχέδιο διαβούλευσης είναι πολύ επιφυλακτικές, γιατί προέρχονται ουσιαστικά από την οικονομική συγκυρία και τη βιασύνη της για συγχωνεύσεις και μεταβολές οικονομίας κλίμακας και όχι από τα πρότυπα της αριστείας που μνημονεύει. Όμως φρονούμε ότι τη διαμόρφωση της διάταξης της συζήτησης πρέπει να την κάνουμε εμείς και με δικιές μας προτάσεις να συνταχθεί η αντιπαράθεση ή η σύνθεση και όχι από την απλή αποδοχή ή άρνηση των όρων του Υπουργείου, το οποίο βρίσκεται και σε μειονεκτική θέση, αφού σχεδόν όλες οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις που πρότεινε την περασμένη τριακονταετία ως θεσμός απέτυχαν παταγωδώς και μας οδήγησαν έως εδώ. Άρα επιβάλλεται σήμερα να μας ακούσει όσο ποτέ άλλοτε. Όλοι μας έχουμε βάλει ένα λιθαράκι στο οικοδόμημα και πολλοί από εμάς είμαστε περήφανοι που ασκούμε το ακαδημαϊκό μας έργο στο ΤΕΙ, αφού και το κουβαλήσαμε και μας κουβάλησε στον ανεμόμυλο, με αποτελέσματα καλά για το σύνολο των σπουδαστών μας, της κοινωνίας, της επιστήμης και της έρευνας και του παραγωγικού ιστού που έχουν ενταχθεί οι απόφοιτοι και ιδίως εμείς του Ζωικής Παραγωγής του ΤΕΙ Ηπείρου τους βρίσκουμε μέσα σε κάθε Ελληνικό προϊόν με ποιοτική αξία και ονοματεπώνυμο, όπως και στον Διεθνή ορίζοντα. Tα προγράμματα σπουδών της Σχολής θα προτείνονται από τα Τμήματα και προφανώς ένα μάθημα θα μπορεί να έχει δύο ή και περισσότερους διδάσκοντες για την αρτιότερη και πλέον εξειδικευμένη παρουσίαση των αντικειμένων (πχ. Μικροβιολογία ζώων, Μικροβιολογία φυτών και Μικροβιολογία ιχθύων με τρεις διαφορετικούς διδάσκοντες). Τα κοινά προγράμματα σπουδών θα έχουν πολλαπλά αντικείμενα που θα διδάσκονται από διαφορετικά τμήματα και η προσπάθεια θα συντονίζεται από τους υπεύθυνους του Προγράμματος σπουδών κάτι αντίστοιχο με τους τομεάρχες. Εναλλακτικά, στο τέλος του κειμένου υπάρχει μία πρόταση για την ανανεωμένη Σχολή να συνενωθεί με το Π. Ιωαννίνων η της Δ. Ελλάδας. Όσοι αποδέχονται αυτή τη πρόταση παρακαλούνται να την αναλύσουν και να υπάρξει χρονοδιάγραμμα επαφών με τις Διοικήσεις των Πανεπιστημίων, ώστε να έχουμε και καταληκτικά συμπεράσματα για να μη μιλάμε στον αέρα. Ευχαριστούμε για την υπομονή σας να διαβάσετε το μακροσκελές σχέδιο, καλή αρχή ελπίζω όχι στα βάσανά μας, αλλά στις ελπίδες μας. ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΕΤΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΗΣ Α. ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΓΕΝΟΥΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Η κτηνοτροφική και φυτική παραγωγή παγκοσμίως αυξάνεται με ρυθμό 2,5% ετησίως διασφαλίζοντας επάρκεια ζωοκομικών και φυτικών προϊόντων. Αποτελεί τον δεύτερο πυλώνα ανάπτυξης των οικονομιών μετά την βιομηχανία ενέργειας και στις αναπτυγμένες χώρες συνδέεται άμεσα με την ποικιλία των αγροτικών προϊόντων, την ποιοτική τους ταυτότητα και την ασφάλεια στο σύστημα παραγωγός- προϊόν – άνθρωπος. Στην Ελλάδα αποτελεί βασική πηγή οικονομικής ανάπτυξης, στήριξης της ζωής της περιφέρειας και της υπαίθρου (ιδιαίτερα των ορεινών όγκων) και της κοινωνικής σύνθεσης του πληθυσμού. Το ίδιο σημαντικός είναι ο τομέας των Ιχθυοκαλλιεργειών που η ετήσια αύξηση της παραγωγής του έχει τους υψηλότερους ρυθμούς, ενώ η Ελλάδα παράγει και εξάγει τεχνογνωσία διατηρώντας την πρωτοκαθεδρία σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. (FAO, 2009) Οι προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου της Αγροτικής Παραγωγής και των Ιχθυοκαλλιεργειών, κατά δηλώσεις όλων των κυβερνητικών παραγόντων και της εξομοίωσης της Ελληνικής νομοθεσίας με την Ευρωπαϊκή είναι όχι μόνο ευοίωνες, αλλά συνιστούν και πόλο πολιτικών ευημερίας της Περιφέρειας Ηπείρου, μέσω της ενίσχυσης του αγροδιατροφικού τομέα. Στην Ήπειρο η κτηνοτροφία ανθεί με 50% αύξηση της πτηνοτροφικής παραγωγής την τελευταία δεκαετία, 25% άνοδο στη χοιροτροφία, 12% στην παραγωγή γάλακτος και 80% στην παραγωγή ιχθυηρών. ΠΙΝΑΚΑΣ 1 Η ΗΠΕΙΡΟΣ, Η ΜΙΚΡΗ ΟΛΛΑΝΔΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΠΑΡΑΓΕΙ 300% ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΑΛΙΕΥΜΑΤΑ ΑΠΟ ΟΣΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΝΕΙ ΠΟΣΟΣΤΟ ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑΣ 55% ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ 20% ΧΟΙΡΟΤΡΟΦΙΑΣ 18% ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ > 12% ΥΨΗΛΕΣ ΑΞΙΕΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΕΞΑΓΩΓΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ Το 55 – 70 % των παραγόμενων προϊόντων Το 90 % του παραγόμενου κοτόπουλου Το 30 % των νεοσσών 1ης ημέρας Το 80 % του χοιρείου κρέατος Το 65 % των αρνιών Το 98% των χελιών Το 78% των ψαριών του γλυκού νερού Το 74% των ψαριών υδατοκαλλιεργειών Το 75 % των τυροκομικών προϊόντων: α) 18% σε χώρες του εξωτερικού β) 57% υπόλοιπη Ελλάδα ΚΑΘΕΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΟΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Σουηδία, Δανία, Ολλανδία, Iρλανδία Υψηλή προστιθέμενη αξία Παραγωγή Τεχνολογικής Καινοτομίας ΥΨΗΛΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΑΞΙΑ ΣΥΝΔΥΑΖΕΤΑΙ Η ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΕΚΤΡΟΦΗ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Συνολικά η αυξητική τάση στην Ελλάδα είναι για την Πτηνοτροφία 2,5% ετησίως, για τις ιχθυοκαλλιέργειες 3,6% και για το πρόβειο γάλα 1,2%. Ταυτόχρονα ελληνικές επενδύσεις στο κλάδο της κτηνοτροφίας και των ιχθυοκαλλιεργειών και των τροφίμων γίνονται από ελληνικές επιχειρήσεις στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη (17 την τελευταία πενταετία στην Ρουμανία, 32 στην Βουλγαρία, 3 στην Ρωσία), στην Αραβία, την Ισπανία, την Ιταλία, τις Η.Π.Α. και την Τουρκία, αναζητώντας έτσι στελέχη παραγωγής από την ελληνική αγορά για να ενταχθούν ως εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό στις θυγατρικές τους επιχειρήσεις. Η Ελλάδα έχει παράδοση σε πολλές μορφές αγροτικής δραστηριότητας και έχει κατοχυρώσει με ονομασίες γεωγραφικής προέλευσης ή ονομασίας ποιότητας πολλά γαλακτοκομικά της προϊόντα, ελαιοκομικά, και όπως και πρωτοπόρες και καινοτόμες παραγωγές στα αγροτικά προϊόντα. Παράλληλα, όλες οι Ελληνικές επιχειρήσεις εκσυγχρονίζονται και πολλές από αυτές καθετοποιούνται με αποτέλεσμα την αναζήτηση εξειδικευμένων στελεχών με γνώση του συνόλου της αγροτικής παραγωγής, αλλά και με εξειδίκευση σε συγκεκριμένους τομείς της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας στα πλαίσια της διασφάλισης της ποιότητας και της πιστοποίησης της παραγωγής και των τελικών προϊόντων. Επιπλέον, η θεσμοθέτηση των Συνεργατών Γεωργικών Συμβούλων, των προτύπων κατά AGRO, της ιχνηλασιμότητας, της πιστοποίησης εκτροφών κατά ISO και των τελικών προϊόντων (ΠΟΠ, ΠΓΕ), όπως και της πολλαπλής συμμόρφωσης και οι επιταγές της Ε.Ε. παρέχουν τη δυνατότητα σε εξειδικευμένους απόφοιτους που θα ενταχθούν στον τομέα της αγροτικής παραγωγής να περάσουν από το πλέγμα των γνώσεων της ασφάλειας και της υγιεινής. Η Παγκόσμια τάση είναι να ενοποιηθεί η παραγωγή με το τελικό της προϊόν, που είναι το τρόφιμο, δηλαδή ο επιστημονικός χώρος της παραγωγής να μην εξαντλείται μόνο στο ζώο, το φυτικό είδος, ή τις ιχθυοκαλλιέργειες, αλλά και να οδηγείται στο τελικό προϊόν (from farm to fork / from the stable to the table, από το χωράφι στο ράφι ή από το στάβλο στο πιάτο). Η στροφή επίσης των καταναλωτών στα προϊόντα ονομασίας προέλευσης και η αίσθησή τους για αγροτικά προϊόντα που πληρούν τους όρους της ολικής ποιότητας και της διασφάλισης της υγείας, αλλά και φιλοπεριβαλλοντικών όρων παραγωγής, όπως και η προτίμηση σε τρόφιμα που συσχετίζονται με την άμεση ή έμμεση επίδρασή τους στην υγεία του οργανισμού και τη μακροβιότητα της ζωής του καταναλωτή δημιουργεί τη δυνατότητα νέων πεδίων ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής. ΠΙΝΑΚΑΣ 2 ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΤΗΝ AΓΡΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΤΟΜΕΑ ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ Κτηνοτροφία 65% Πανελλαδικά 39% Πραγματικό 74 –78%, εάν συνυπολογιστούν οι ιχθυοκαλλιέργειες και οι εκτάσεις που χρησιμοποιούνται για καλλιέργεια ζωοτροφών ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΠΟΥ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΤΟΜΕΑ Ν. Ιωαννίνων 28% Πανελλαδικά 17% ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΗΣ – ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Ευθυγραμμίζεται με Ε.Ε. και τις χώρες του Βορρά Ταυτόχρονα, με συνειδητή επιλογή ο καταναλωτής επιθυμεί, πολλές φορές δε απαιτεί, να γνωρίζει τους όρους της παραγωγής των τροφίμων του και συνδέει την ποιότητα των τελικών προϊόντων με την ευζωία των ζωικών πληθυσμών τον τρόπο της εκτροφής των ζωικών πληθυσμών ή καλλιέργειας των φυτικών ειδών, την προστασία του περιβάλλοντος και την ασφάλεια του με την δυνατότητα αποφυγής χρήσης χημικών, ζιζανιοκτόνων ή φαρμακευτικών ουσιών. Για αυτό το λόγο η βιομηχανία παραγωγής καθετοποιείται ραγδαία δημιουργώντας ολοκληρωμένα συστήματα παραγωγής με βάση την εκτροφή των παραγωγικών πληθυσμών ή την καλλιέργεια των φυτικών ειδών και κορυφή το τελικό προϊόν, ελέγχοντας ολοκληρωμένα την αλυσίδα παραγωγής, μεταποίησης και διακίνησης. Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη τις εξελίξεις στον αγροδιατροφικό τομέα και την Ευρωπαϊκή εξέλιξη της αγροτικής παραγωγής ,καθίσταται αναγκαία η καινοτομία και η πρόσδεση του αντικείμενου σπουδών της αγροτικής παραγωγής με το περιβάλλον, το τρόφιμο, και εντέλει τη διατροφή του ανθρώπου, δηλαδή των βιοεπιστημών ή των Επιστημών Ζωής. Άλλωστε, αποτελεί αυτονόητο δεδομένο ότι η παραγωγή υπάρχει για το τρόφιμο και διαμορφώνεται ανάλογα με τις απαιτήσεις και τις διατροφικές συνήθειες και την οικονομική ευρωστία του καταναλωτή. Οι έννοιες διατροφική Γεωργία και Γεωργία των Τροφίμων αποτελούν και τον κορμό των μεταβολών και στο παραγωγικό αντικείμενο Πανευρωπαϊκά και στην εκπαιδευτική πολιτική για την Γεωργία του μέλλοντος. Με αυτή την έννοια τα αντικείμενα των Σχολών Τεχνολογίας Γεωπονίας και Διατροφής και Διαιτολογίας είναι συγκοινωνούντα δοχεία και οι τομείς των επιστημών τους αλληλοεξαρτώνται και εμπλέκονται με ασαφή τα όρια της διάκρισής τους έως το επίπεδο των μεταπτυχιακών σπουδών. Σήμερα στην Ελληνική πραγματικότητα το πρόγραμμα σπουδών και η μετεξέλιξη της Σχολής Τεχνολογίας Γεωπονίας και των Τμημάτων της που προτείνονται, θα συνδέσουν άμεσα το παραγωγικό αντικείμενο με την τάση του αιώνα που διανύουμε για ολική ποιότητα και ασφάλεια στη πρωτογενή παραγωγή και τα τρόφιμα, ενώ παράλληλα η έννοια του Περιβάλλοντος αποκτά πρωταρχική σημασία για την αγροτική παραγωγή, το αγροτικό και αστικό τοπίο και τις αναπτυξιακές παραμέτρους της Ελληνικής Γεωργίας η οποία πρέπει να συνδεθεί με παραγωγή προϊόντων ιδιαίτερα ανταγωνιστικών και παραγόμενων σε συστήματα υψηλής φιλοπεριβαλλοντικής προστασίας για να έχουν και υψηλή προστιθέμενη αξία και την ζήτηση στο καταναλωτικό κοινό. Η μετεξέλιξη της Σχολής ώστε να ενσωματώσει τα γνωστικά αντικείμενα του αγροτικού περιβάλλοντος και των τροφίμων, πρακτική που έχει ισχύσει σε μεγάλο αριθμό σχολών Ευρωπαϊκών και Αμερικάνικων Πανεπιστημίων, θα προσδώσει νέα ώθηση και δυναμική στον αγροδιατροφικό τομέα στην Δυτική Ελλάδα και την Ήπειρο, απουσία άλλου ανώτατου εκπαιδευτικού Ιδρύματος με συναφές επιστημονικό περιεχόμενο (Π. Ιωαννίνων, Π. Δυτικής Ελλάδας), ενώ οι διεθνείς επαφές της Σχολής και τα προγράμματα που υλοποιεί με σημαντικά ιδρύματα όπως το Τμήμα Κτηνιατρικής Θεσσαλονίκης, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Τμήμα Κτηνιατρικής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, το Τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου, το Τμήμα Ιατρικής και το Χημικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ, το Ελληνικό Ινστιτούτο Pasteur, το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, το ΕΘΙΑΓΕ, το Ιατροβιολογικό Κέντρο της Ακαδημίας Αθηνών, το Πανεπιστήμιο του Μπάρι, διασφαλίζουν πως με τη νέα προτεινόμενη δομή της Σχολής και των Τμημάτων της, θα αποτελέσει πόλο επιστημονικής βαρύτητας για τη σύνδεση επιστήμης και παραγωγής στο σύγχρονο αγροτικό περιβάλλον. Β. ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΤΑΣΕΙΣ Είναι προφανές ότι για να διατηρηθεί η επιστημονική βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η πρωτογενής παραγωγή στην Ελλάδα, αλλά και στην Ήπειρο, λόγω της ιδιομορφίας της περιοχής ως Περιφερειακής με κατεύθυνση την Αγροτική Παραγωγή και τις Ιχθυοκαλλιέργειες ως βασικό κορμό της οικονομικής και παραγωγικής ανάπτυξής της, τα Τμήματα της Σ.ΤΕ.Γ. του Τ.Ε.Ι. Ηπείρου πρέπει να διατηρηθούν, μετεξελίσσοντας το γνωστικό τους αντικείμενο και το περιεχόμενο σπουδών ως σύγχρονες πολλαπλές κατευθύνσεις σπουδών, γεγονός που προέβλεψαν και εξασφάλισαν προ πενταετίας με τα Προγράμματα Αναμόρφωσης Προπτυχιακών τους Σπουδών, αποσπώντας χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο και το Υπουργείο Παιδείας, καθώς και με τη συνδιοργάνωση και εκπόνηση Μεταπτυχιακών Προγραμμάτων Σπουδών με τα Πανεπιστήμια. Σήμερα, στα πλαίσια της συζήτησης για το μέλλον του Τ.Ε.Ι. και τον εκπαιδευτικό του προσανατολισμό οι προτάσεις που αρμόζει να κατατεθούν πρέπει να ενσωματώνουν τις εξελίξεις στα γνωστικά αντικείμενα, να είναι καινοτόμες ως προς τη συνδυαστική των επιστημονικών τους τομέων και να προβάλλουν εμφανώς το νέο πρότυπο επιστήμονα στην Ελληνική αγορά για την ανώτατη εκπαίδευση. Καινοτόμες προτάσεις δεν εννοούνται μόνο όσες προτείνουν νέα Τμήματα αντιγραφή ή παραλλαγή ήδη υπαρχόντων, αλλά και αυτές που εμπλουτίζουν παλαιότερα με νέα επιστημονικά πεδία και δίνουν πολύ μεγαλύτερες προοπτικές από όσα τμήματα σήμερα έχουν απλά έναν ικανό αριθμό σπουδαστών. Η μετονομασία και μετεξέλιξη λοιπόν της υπάρχουσας Σχολής Τεχνολογίας Γεωπονίας αποτελεί απαραίτητη βάση για να διαφοροποιηθούν τα επιστημονικά αντικείμενα που θα προταθούν από άλλες ομοειδείς σχολές κεντρικών Τ.Ε.Ι. ή ομότιτλων περιφερειακών. Ο άξονας του νέου ονόματος της Σχολής θα είναι γενικός, εύστοχα προσηλωμένος στις Βιολογικές επιστήμες, θα εμπεριέχει τα αντικείμενα των σημερινών Τμημάτων και θα οριοθετείται ευνοϊκά για τους υποψηφίους που θα επιθυμούν να δηλώσουν στο μηχανογραφικό τους επιστημονικά αντικείμενα των υπαρχόντων σήμερα Τμημάτων, όπως και θα διευρύνει την επιλογή των υποψηφίων με την ένταξή της στο μηχανογραφικό και σε διαφορετικό πεδίο, όπως το τρίτο, των Βιολογικών Επιστημών, που ισχύει από το έτος 2011 – 2012 για τα Τμήματα Ζωικής Παραγωγής, απαραίτητη προϋπόθεση για την ουσία της μετεξέλιξης. Η προτεινόμενη μετονομασία της Σχολής μπορεί να είναι (ενδεικτικά προτεινόμενος τίτλος): Σχολή Τεχνολογίας Βιοεπιστημών Αγροτικής Παραγωγής, Περιβάλλοντος και Τροφίμων αντί της σημερινής Σχολής Τεχνολογίας Γεωπονίας. (Σ.Β.Α.Π.Τ.) (School of Biosciences in Agriculture, Environment and Food – S.B.A.E.F.) ή Σχολή Τεχνολογίας Βιοεπιστημών (School of Biosciences