Το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπως και το αντίστοιχο της Αθήνας, από την ίδρυσή τους στις αρχές του προηγούμενου αιώνα (Ν. 4376/1929), ευρισκόμενα σε άμεση σύνδεση με τα παιδαγωγικά τμήματα των Πανεπιστημίων, αποτελούσαν χώρους κατανόησης, πρακτικής εφαρμογής και αποτίμησης «πειραματικών» διδακτικών μεθόδων, ψυχοπαιδαγωγικής και κοινωνικής έρευνας, ανάπτυξης της δημιουργικότητας και της καινοτομίας, με απώτερο πάντα σκοπό τη διάχυση των θετικών αποτελεσμάτων των εφαρμογών αυτών στην ευρύτερη εκπαιδευτική κοινότητα. Μάλιστα, προς αποφυγή εξαγωγής αποσπασματικών ερευνητικών πορισμάτων, στα Σχολεία αυτά, στα οποία αργότερα προστέθηκε και το αντίστοιχο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Πατρών, υπήρχε και υπάρχει διασύνδεση μεταξύ των δύο βαθμίδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ώστε να παρέχεται απρόσκοπτα η δυνατότητα μελέτης της εξελικτικής εκπαιδευτικής και ψυχοκοινωνικής πορείας των μαθητών που φοιτούν σε αυτά από την έναρξη της σχολικής ζωής έως την ολοκλήρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και το περίφημο κτίριο του ΠΣΠΘ σχεδιάστηκε από τον Πικιώνη μετά από στενή συνεργασία με το Δελμούζο, ώστε να εξυπηρετείται απρόσκοπτα η διασύνδεση αυτή, μέσω κοινής αίθουσας τελετών, κοινών εργαστηρίων, βιβλιοθήκης κλπ.
Η διασύνδεση της πειραματικής εκπαίδευσης από το Νηπιαγωγείο έως το Λύκειο πολύ ορθά κρίνεται ως ιδιαίτερα χρήσιμη και στην αιτιολογική έκθεση του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, αφού «επιτρέπει την, σε βάθος χρόνου, παρακολούθηση και εξαγωγή συμπερασμάτων ως προς την επίτευξη των ιδιαίτερων στόχων των ΠΕΙ.Σ. και, ιδίως, ως προς την επενέργεια του πειραματισμού και της καινοτομίας στη μαθησιακή εξέλιξη των μαθητών στις δύο βαθμίδες εκπαίδευσης». Παρόλα αυτά το ίδιο νομοσχέδιο, καταργεί τη διασύνδεση μεταξύ πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στα τρία αυτά μοναδικά Πανεπιστημιακά Πειραματικά Σχολεία, μετασχηματίζοντας τα Γυμνάσια και τα Λύκεια σε Πρότυπα. Διασπάται έτσι πλήρως η συνέχεια του έργου των ιστορικών αυτών σχολείων και δημιουργείται ένα άκρως αντιφατικό, ακατάληπτο και παράδοξο εκπαιδευτικό μόρφωμα συνύπαρξης στον ίδιο χώρο δύο διαφορετικού τύπου σχολείων, με εντελώς διακριτούς μεταξύ τους στόχους, καταδικασμένο εκ των προτέρων να αποτύχει.
Αλήθεια, ποιους εκπαιδευτικούς στόχους εξυπηρετεί ο αποχαρακτηρισμός από Πειραματικά των Γυμνασίων και των Λυκείων των σχολείων αυτών; Απέτυχε το πείραμα; Τότε, γιατί μετασχηματίζονται σε Πρότυπα; Άραγε για τις αιφνίδιες αυτές αλλαγές ελήφθησαν υπόψη τα κριτήρια του άρθρου 13 (προηγούμενες εισηγήσεις ΔΕΠΠΣ και ΙΕΠ) μετά από σχετική αξιολόγηση; Η αιτιολογική έκθεση δεν αναφέρει τίποτα ως προς το σημείο αυτό. Γίνεται, ωστόσο, κάποια αναφορά στα Πρακτικά του 2ου Πανελληνίου Συνεδρίου της ΔΕΠΠΣ για τη Δημιουργικότητα και καινοτομία στο πεδίο της εκπαιδευτικής πράξης: «Τόσο από την διαχρονική και ιστορική πορεία όσο και από τη συγχρονη επισκόπηση μοντέλων που σχετίζονται με τα πειραματικά σχολεία γίνεται φανερό ότι ο θεσμός αυτός περισσότερο ίσως τα τελευταία χρόνια βρίσκεται υπό πίεση, προκειμένου να αναμορφωθεί. Σκόπιμα στην ανάλυση του θεσμού δεν έγινε αναφορά στα πρότυπα σχολεία, καθώς θεωρούμε ότι αυτά έχουν άλλη αποστολή και δεν σχετίζονται ιστορικά αλλά και ερευνητικά με την αποστολή των πειραματικών σχολείων» (Αλιβίζος Σοφός- Πειραματικό σχολείο - ένας θεσμός σε εξέλιξη, Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων 2019, ΙΕΠ). Το παραπάνω συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα αν αναλογισθεί κανείς ότι τα Πειραματικά και τα Πρότυπα ξεκινούν από διαφορετική βάση (τυχαίο δείγμα μαθητών κατά το δυνατό αντιπροσωπευτικότερο του σχολικού πληθυσμού, μέσω διαδικασίας κλήρωσης στην πρώτη περίπτωση, επιλεγμένο δείγμα μέσω εξεταστικών διαδικασιών σε συγκεκριμένα γνωστικά επίπεδα στη δεύτερη περίπτωση) και επιδιώκουν διαφορετικούς στόχους (πειραματισμός και καινοτομία στην πρώτη περίπτωση, «αριστεία» στη δεύτερη).
Καθίσταται απόλυτα σαφές από τα παραπάνω ότι η υποτιθέμενη αναβάθμιση του θεσμού των Πειραματικών Σχολείων δεν συνάδει με την αδικαιολόγητη κατάργηση των Πειραματικών Γυμνασίων και Λυκείων των τριών μεγάλων Πανεπιστημίων της Χώρας και την αποσύνδεση των εκπαιδευτικών βαθμίδων στα σχολεία αυτά. Αντίστοιχα, η επιδιωκόμενη αναβάθμιση των Προτύπων Σχολείων δεν μπορεί να γίνει με το μετασχηματισμό των ιστορικών Πειραματικών Σχολείων σε τέτοια!
Ω εκ τούτου, θα πρέπει να παραμείνουν Πειραματικά το Γυμνάσιο και το Λύκειο του ΠΣΠΘ (αντίστοιχα δε και των Πανεπιστημίων Αθηνών και Πατρών), με απόλυτη διασύνδεση μεταξύ των δύο βαθμίδων εκπαίδευσης, ώστε να παραμείνει αναλλοίωτη η εκπαιδευτική τους αποστολή.
Το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπως και το αντίστοιχο της Αθήνας, από την ίδρυσή τους στις αρχές του προηγούμενου αιώνα (Ν. 4376/1929), ευρισκόμενα σε άμεση σύνδεση με τα παιδαγωγικά τμήματα των Πανεπιστημίων, αποτελούσαν χώρους κατανόησης, πρακτικής εφαρμογής και αποτίμησης «πειραματικών» διδακτικών μεθόδων, ψυχοπαιδαγωγικής και κοινωνικής έρευνας, ανάπτυξης της δημιουργικότητας και της καινοτομίας, με απώτερο πάντα σκοπό τη διάχυση των θετικών αποτελεσμάτων των εφαρμογών αυτών στην ευρύτερη εκπαιδευτική κοινότητα. Μάλιστα, προς αποφυγή εξαγωγής αποσπασματικών ερευνητικών πορισμάτων, στα Σχολεία αυτά, στα οποία αργότερα προστέθηκε και το αντίστοιχο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Πατρών, υπήρχε και υπάρχει διασύνδεση μεταξύ των δύο βαθμίδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ώστε να παρέχεται απρόσκοπτα η δυνατότητα μελέτης της εξελικτικής εκπαιδευτικής και ψυχοκοινωνικής πορείας των μαθητών που φοιτούν σε αυτά από την έναρξη της σχολικής ζωής έως την ολοκλήρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και το περίφημο κτίριο του ΠΣΠΘ σχεδιάστηκε από τον Πικιώνη μετά από στενή συνεργασία με το Δελμούζο, ώστε να εξυπηρετείται απρόσκοπτα η διασύνδεση αυτή, μέσω κοινής αίθουσας τελετών, κοινών εργαστηρίων, βιβλιοθήκης κλπ. Η διασύνδεση της πειραματικής εκπαίδευσης από το Νηπιαγωγείο έως το Λύκειο πολύ ορθά κρίνεται ως ιδιαίτερα χρήσιμη και στην αιτιολογική έκθεση του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, αφού «επιτρέπει την, σε βάθος χρόνου, παρακολούθηση και εξαγωγή συμπερασμάτων ως προς την επίτευξη των ιδιαίτερων στόχων των ΠΕΙ.Σ. και, ιδίως, ως προς την επενέργεια του πειραματισμού και της καινοτομίας στη μαθησιακή εξέλιξη των μαθητών στις δύο βαθμίδες εκπαίδευσης». Παρόλα αυτά το ίδιο νομοσχέδιο, καταργεί τη διασύνδεση μεταξύ πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στα τρία αυτά μοναδικά Πανεπιστημιακά Πειραματικά Σχολεία, μετασχηματίζοντας τα Γυμνάσια και τα Λύκεια σε Πρότυπα. Διασπάται έτσι πλήρως η συνέχεια του έργου των ιστορικών αυτών σχολείων και δημιουργείται ένα άκρως αντιφατικό, ακατάληπτο και παράδοξο εκπαιδευτικό μόρφωμα συνύπαρξης στον ίδιο χώρο δύο διαφορετικού τύπου σχολείων, με εντελώς διακριτούς μεταξύ τους στόχους, καταδικασμένο εκ των προτέρων να αποτύχει. Αλήθεια, ποιους εκπαιδευτικούς στόχους εξυπηρετεί ο αποχαρακτηρισμός από Πειραματικά των Γυμνασίων και των Λυκείων των σχολείων αυτών; Απέτυχε το πείραμα; Τότε, γιατί μετασχηματίζονται σε Πρότυπα; Άραγε για τις αιφνίδιες αυτές αλλαγές ελήφθησαν υπόψη τα κριτήρια του άρθρου 13 (προηγούμενες εισηγήσεις ΔΕΠΠΣ και ΙΕΠ) μετά από σχετική αξιολόγηση; Η αιτιολογική έκθεση δεν αναφέρει τίποτα ως προς το σημείο αυτό. Γίνεται, ωστόσο, κάποια αναφορά στα Πρακτικά του 2ου Πανελληνίου Συνεδρίου της ΔΕΠΠΣ για τη Δημιουργικότητα και καινοτομία στο πεδίο της εκπαιδευτικής πράξης: «Τόσο από την διαχρονική και ιστορική πορεία όσο και από τη συγχρονη επισκόπηση μοντέλων που σχετίζονται με τα πειραματικά σχολεία γίνεται φανερό ότι ο θεσμός αυτός περισσότερο ίσως τα τελευταία χρόνια βρίσκεται υπό πίεση, προκειμένου να αναμορφωθεί. Σκόπιμα στην ανάλυση του θεσμού δεν έγινε αναφορά στα πρότυπα σχολεία, καθώς θεωρούμε ότι αυτά έχουν άλλη αποστολή και δεν σχετίζονται ιστορικά αλλά και ερευνητικά με την αποστολή των πειραματικών σχολείων» (Αλιβίζος Σοφός- Πειραματικό σχολείο - ένας θεσμός σε εξέλιξη, Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων 2019, ΙΕΠ). Το παραπάνω συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα αν αναλογισθεί κανείς ότι τα Πειραματικά και τα Πρότυπα ξεκινούν από διαφορετική βάση (τυχαίο δείγμα μαθητών κατά το δυνατό αντιπροσωπευτικότερο του σχολικού πληθυσμού, μέσω διαδικασίας κλήρωσης στην πρώτη περίπτωση, επιλεγμένο δείγμα μέσω εξεταστικών διαδικασιών σε συγκεκριμένα γνωστικά επίπεδα στη δεύτερη περίπτωση) και επιδιώκουν διαφορετικούς στόχους (πειραματισμός και καινοτομία στην πρώτη περίπτωση, «αριστεία» στη δεύτερη). Καθίσταται απόλυτα σαφές από τα παραπάνω ότι η υποτιθέμενη αναβάθμιση του θεσμού των Πειραματικών Σχολείων δεν συνάδει με την αδικαιολόγητη κατάργηση των Πειραματικών Γυμνασίων και Λυκείων των τριών μεγάλων Πανεπιστημίων της Χώρας και την αποσύνδεση των εκπαιδευτικών βαθμίδων στα σχολεία αυτά. Αντίστοιχα, η επιδιωκόμενη αναβάθμιση των Προτύπων Σχολείων δεν μπορεί να γίνει με το μετασχηματισμό των ιστορικών Πειραματικών Σχολείων σε τέτοια! Ω εκ τούτου, θα πρέπει να παραμείνουν Πειραματικά το Γυμνάσιο και το Λύκειο του ΠΣΠΘ (αντίστοιχα δε και των Πανεπιστημίων Αθηνών και Πατρών), με απόλυτη διασύνδεση μεταξύ των δύο βαθμίδων εκπαίδευσης, ώστε να παραμείνει αναλλοίωτη η εκπαιδευτική τους αποστολή.